28/9/13

Δικαιώματα και υποχρεώσεις (4)


·Κάλλιο αργά παρά ποτέ.
·Μπορεί να πέρασε χρόνος από την εποχή που «εξαφανίστηκε» ο καθρέφτης από τη γωνία των οδών Τζαβέλλα και Β. Όλγας, που διευκόλυνε τους οδηγούς κοντά στη γέφυρα των αυτοκινήτων, αλλά την προηγούμενη βδομάδα τοποθετήθηκε νέος, απαστράπτων.
·Να είστε καλά κύριοι της Επιχείρησης Κυκλοφορίας του Δήμου Αμαρουσίου.
·Βέβαια μεσολάβησαν κάποια τροχαία ατυχήματα πάνω στην στροφή, αλλά «ας πρόσεχαν λίγο και οι οδηγοί», θα μου πείτε.
·Τι να κάνουμε;
·Η στήλη πάντως, πιστή στην υπόσχεση για ολοκλήρωση της εκστρατείας για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών του μετρό, ολοκληρώνει σήμερα το θέμα με τρεις (τελευταίες) αφίσες του Παρισινού Μετρό, με τα συμπαθή ζώα – επιβάτες και τη συμπεριφορά τους.
·Στην πρώτη, βλέπουμε τη χελώνα–μαθητή με το καβούκι–σακίδιο στην πλάτη να παρενοχλεί χωρίς να το θέλει αρκετούς συνεπιβάτες και με την επιγραφή να προτρέπει ότι όσοι ταξιδεύουν με σακίδιο, πρέπει να προσέχουν ώστε να δημιουργούν την ελάχιστη παρενόχληση.
·Στη δεύτερη, βλέπουμε το γάιδαρο επιβάτη, που για να μη χάσει το τρένο κρατά τις θύρες ανοικτές με το πόδι του, ώστε να ανοίξουν πάλι για να μπει και η επιγραφή  του θυμίζει ότι μπλοκάροντας τις πόρτες δημιουργεί καθυστέρηση και για τους άλλους επιβάτες.
·Τέλος, στην τρίτη βλέπουμε την κυρία-κότα, να «κακαρίζει» μεγαλόφωνα στο κινητό της, αδιαφορώντας για τους άλλους και ενοχλώντας με τη φωνή της, ενώ η επιγραφή της θυμίζει ότι με ένταση 86 ντεσιμπέλ, ένα εμπιστευτικό τηλεφώνημα πάει να είναι εμπιστευτικό.
·Ωραία αυτή η συλλογή των εννέα συνολικά αφισών, που δημοσιεύθηκαν σε συνέχειες από τη στήλη, η οποία φυσικά δεν απευθύνεται σε σας, καλοί μου, συνεπείς και ευφυείς αναγνώστες, αλλά σε όλους εκείνους προς τους οποίους θα μεταλαμπαδεύσετε αυτή τη νοοτροπία.
·Εννοώ τη νοοτροπία του σεβασμού της ελευθερίας του άλλου, για την οποία η στήλη έχει πλέον εμμονή.
·Λυπάμαι, αλλά είναι τόσα τα περιστατικά, που αποδεικνύουν ότι εμείς οι Έλληνες κοιτάζουμε μόνον τον εαυτούλη μας, που δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί η επανάληψη ορισμένων θεμάτων. 
·Δεν θα ασχοληθώ με άλλο θέμα σήμερα, διότι οι τρεις φωτογραφίες κατέλαβαν ήδη μεγάλο χώρο και δεν θέλω να κάνω κατάχρηση.
·Με αφορμή, όμως όλα τα προηγηθέντα, δεν μπορώ να αντισταθώ στην ακόλουθη ανακοίνωση των σιδηροδρομικών του ΣΥΡΙΖΑ που λέει: «Παλεύουμε για ένα τρένο ενιαίο, δημόσιο, σύγχρονο, στην υπηρεσία της κοινωνίας».
·Και δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ: Στην υπηρεσία ποίων ήταν μέχρι σήμερα, αν όχι του κοινωνικού συνόλου; Και όταν λέει «ενιαίο», πώς το εννοεί;
·Μήπως, όπως το κτήμα του απέναντι, που θέλουμε να μην το κτίσει, μη τυχόν και μας κόψει τη θέα;
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αμαρυσία)

26/9/13

Ανάμεσα (Inch' Allah)

Μια ταινία που αξίζει να δει κανείς, σχετικά με την εθελοντική προσφροά ιατρικής περίθαλψης και μάλιστα κάτω από αντίξοες συνθήκες, πολύ περισσότερο δσε όταν αυτή η προσφορά δίνεται και από τις δυο πλευρές του τείχους που χωρίζει τους Παλαιστίνιους από το Ισραήλ.
Η ηθοποιός Εβελίν Μπροσού, καταφέρνει να πείσει τον θεατή όχι μόνο για τη μάχη που δίνει και από τις δύο πλευρές του τείχους, αλλά και την εσωτερική της μάχη απέναντι σε έναν πόλεμο που διεξάγεται χρόνια τώρα και φαίνεται ότι θα αργήσει να τελειώσει.
Η σκηνοθεσία είναι αρκετά σφιχτή ώστε η εξέλιξη να παραμένει ενδιαφέρουσα και η πλοκή

Ένας χρόνος είναι αρκετός (I give it a year)

Η νέα κωμωδία του σεναριογράφου των Borat και Bruno που αποκαλύπτει την σφοδρή πραγματικότητα του πρώτου χρόνου του έγγαμου βίου. Πρόκειται για μια τυπική αμερικανική κωμωδία τρελών καταστάσεων.
Υπόθεση: Από τη γνωριμία τους σε ένα πάρτι, η φιλόξοξη Νατ (Ρόουζ Μπερν) και ο μέτριος συγγραφέας Τζος (Ρέιφ Σπολ) είναι εξαιρετικά ευτυχισμένοι παρά τις όποιες διαφορές τους. Ο Τζος είναι άνθρωπος του πνεύματος, η Νατ είναι άνθρωπος των πράξεων, αλλά η σπίθα μεταξύ τους είναι πασιφανής. Ο γάμος τους είναι ένα όνειρο που πραγματοποιήθηκε, αλλά κανείς – ούτε οι οικογένειές τους, ούτε οι φίλοι τους, ούτε καν ο ιερέας που τους πάντρεψε – δεν πείθεται ότι θα κρατήσει. Η πρώην φίλη του Τζος, η Κλόι (Άννα Φάρις) και ο γοητευτικός Αμερικανός πελάτης της Νατ, Γκάι (Σάιμον Μπέικερ) ίσως αποτελέσουν τις γοητευτικές εναλλακτικές. Με την πρώτη τους επέτειο σε απόσταση αναπνοής, κανείς δεν θέλει να το βάλει κάτω. Θα τα καταφέρουν όμως;  
Σκηνοθεσία: Νταν Μέιζερ 
Με τους: Άνα Φάρις, Ρόουζ Μπερν, Ρέιφ Σπολ, Σάιμον Μπέικερ, Τζέσιον Φλέμινγκ, Μίνι Ντράιβερ. Στέφεν Μέρτσαντ, Ολίβια Κόλμαν
Προβάλλεται από 26/9/13
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αμαρυσία)

Το κάλεσμα (The conjuring)

Αρκετά καλή ταινία τρόμου, πάνω στην κλασσική συνταγή, με θέμα την ύπαρξη κακού  πνεύματος σε παλιό και έρημο σπίτι και όσοι έχουν δει το Άμιτιβιλ γνωρίζουν ότι οι πρωταγωνιστές είναι αναγκασμένοι να πολεμήσουν μια πανίσχυρη δαιμονική παρουσία.
Η συγκεκριμένη, περιγράφει πώς οι διεθνούς φήμης ερευνητές μεταφυσικών γεγονότων, Εντ και Λορέιν Γουόρεν, βοήθησαν μια οικογένεια που στοιχειωνόταν από μια σκοτεινή παρουσία, σε μια απομονωμένη φάρμα.
Η ταινία, “Το Κάλεσμα” είναι εμπνευσμένη από το προσωπικό αρχείο των δαιμονολόγων Εν και Λορέιν Γουόρεν. Πρωταγωνιστούν η υποψήφια για Όσκαρ Βέρα Φαρμίγκα (“Up in the Air,” “Orphan”) και ο Πάτρικ Γουίλσον (“Young Adult,” “Prometheus”) στους ρόλους των Λορέιν και Έντ αντίστοιχα. Μαζί τους, ο Ρον Λίβινγκστον (“Band of Brothers ” του HBO) και η Λίλι Τέιλορ (“Public Enemies”, “Six Feet Under”), στους ρόλους των Ρότζερ και Κάρολιν Πέρον (τους κατοίκους της φάρμας).

Ο παράδεισος της πίστης (Paradies Glaube)

Ο γνωστός για τις προκλητικές ταινίες του Αυστριακός σκηνοθέτης, Ulrich Seidl (Import Export, Dog Days), παρουσιάζει μια φιλόδοξη αλλά και σκοτεινή τριλογία με τον σαρκαστικό τίτλο «Παράδεισος»: τρεις ταινίες με ηρωίδες τρεις αντίστοιχες γυναίκες από την ίδια οικογένεια.
Στη δεύτερη ταινία της τριλογίας, τον «Παράδεισο της Πίστης», η οποία απέσπασε το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Βενετίας (2012), ο Seidl καταπιάνεται με θέματα θρησκευτικής πίστης και εκκλησίας, επιστρατεύοντας την κοφτερή και καυστική του ματιά, για να αποδώσει τον κάθε άλλο παρά αγγελικά πλασμένο παράδεισο που αναζητά η θρησκόληπτη ηρωίδα του.
Τα διάσπαρτα στοιχεία μαύρου χιούμορ, το χτένισμα-φωτοστέφανο της μικροαστής ηρωίδας, οι ανεκδιήγητες συναναστροφές της, αλλά και η απογοητευτική συνειδητοποίηση ότι κάθε μέρα που περνάει ο Παράδεισος απομακρύνεται, συνθέτουν μια προκλητική, κωμικοτραγική (τραγική στο βάθος) ταινία που εισβάλλει στο μυαλό του θεατή, με τον ίδιο τρόπο που η δογματική πρωταγωνίστρια, επιμένει να προσηλυτίσει τους άπιστους, εισβάλλοντας στα σπίτια τους.

Το απαγορευμένο ποδήλατο (Wadjda)

Αν θυμάμαι καλά, στα «Παιδιά του Παραδείσου» (ταινία από το Ιράν;), ένα φτωχό αγόρι ήθελε ένα καινούργιο ζευγάρι αθλητικά παπούτσια και επειδή δεν μπορούσε να το αποκτήσει, έλαβε μέρος σε έναν αγώνα δρόμου με σκοπό να βγει πρώτος και με το βραβείο να αγοράσει το ζευγάρι των παπουτσιών που ήθελε.
Εδώ έχουμε το ίδιο θέμα, ένα κορίτσι (την Γουάντζα) που επιθυμεί ένα ποδήλατο, αλλά όχι μόνον δεν υπάρχουν λεφτά, αλλά και αν το αγοράσει θα βρεθεί αντιμέτωπη με τον κοινωνικό έλεγχο, που δεν επιτρέπει στα κορίτσια να κάνουν ποδήλατο, διότι πιθανόν «να μην μπορούν να κάνουν παιδιά». Έτσι αποφασίζει παρά την αντιπάθειά της προς το μάθημα των θρησκευτικών, να μάθει απ’ έξω εδάφια από το Κοράνι και να διαγωνισθεί προκειμένου να κερδίσει τα χρήματα με τα οποία θα αγοράσει το ποδήλατο.

Φράνσις Χα - Frances Ha

Ασπρόμαυρη ψυχογραφία ενός ανέμελου κοριτσιού 27 ετών στην απρόσωπη Νέα Υόρκη.
Η Γκρέτα Γκέργουικ που την υποδύεται, είναι αρκετά καλή και πείθει πως έχουμε να κάνουμε με μια ανώριμη μεγαλοκοπέλα, η οποία προσπαθώντας να έχει περισσότερα από αυτά που θέλει, τελικά το μόνο που πετυχαίνει είναι να την «ακυρώνουν» όλοι και να νιώθει απέραντη μοναξιά. Αισθάνεται όμως ευτυχισμένη στη μοναξιά της. Χοροπηδάει εδώ κι εκεί και ταξιδεύει όποτε μπορεί, λεφτά υπάρχουν και οι περιστασιακές επιταγές του μπαμπά συμβάλλουν σ’ αυτό, όπως και η… επιστροφή φόρου από την Εφορία (απίστευτο για μας εδώ!).
Η πλήξη της είναι απερίγραπτη και η μοναδική της διέξοδος είναι η υπερβολική αγάπη για τη φίλη της Σόφι, που δεν μπορεί όμως να την έχει αποκλειστικά δική της. Είναι λεσβιακή; Η ταινία δεν δείχνει κάτι τέτοιο, παρόλα τα «μ’ αγαπάς, σ’ αγαπώ». Είναι αγαθή. Χρησιμοποιεί τα κατά συνθήκη ψεύδη, που δεν βλάπτουν κανένα, παρά μόνο τον εαυτό της, για να δείξει ότι περνά καλά.
Η δική μας πλήξη αρχίζει να γίνεται έντονη, μετά το πρώτο μισάωρο της ταινίας, οπότε η εξέλιξη δεν προσφέρει τίποτα παραπάνω.
Έτσι παραμένει η καλή ερμηνεία της Γκρέτα Γκέργουικ.
Υπόθεση: Η Φράνσις ζει στη Νέα Υόρκη, αλλά δεν έχει διαμέρισμα. Η Φράνσις βοηθάει σε μια ακαδημία χορού, αλλά δεν είναι χορεύτρια. Η Φράνσις έχει μια καλή φιλή, τη Σόφι, αλλά δε μιλάνε πια μεταξύ τους. Η Φράνσις ρίχνεται με ορμή στα όνειρα της, ακόμα κι όσο η πραγματικότητα της δείχνει να μη το κάνει. Η Φράνσις θέλει πολύ περισσότερα από αυτά που έχει, αλλά ζει τη ζωή της με ασύδοτη χαρά κι ελαφρότητα.  
Σκηνοθεσία: Νόα Μπάουμπαχ
Με τους: Γκρέτα Γκέργουικ, Μίκι Σάμνερ, Άνταμ Ντράιβερ 
Προβάλλεται από 26/9/13
(Δημοσιεύτηκε στο myFilm)

21/9/13

Δικαιώματα και υποχρεώσεις (3)


 Πού είχαμε μείνει;
• Στις αφίσες του Παρισινού Μετρό, που μου είχε στείλει ο φίλος της στήλης κ. Α. Βοσίνης, οι οποίες είχαν αναρτηθεί κάποτε στο πλαίσιο εκστρατείας για επίδειξη καλής συμπεριφοράς στα τρένα και στις πλατφόρμες των σταθμών.
Μου τις είχε στείλει δε, με αφορμή τα όσα είχα γράψει παλαιότερα περί της παιδείας, που μας λείπει εδώ στην Ελλάδα, αλλά και με το «αντάρτικο» που γίνεται μέσω των κοινωνικών δικτύων του Ίντερνετ.
Το πιο πρόσφατο «αντάρτικο» μάλιστα, ήταν η διδασκαλία των δικαιωμάτων των επιβατών, που συλλαμβάνονται στα μέσα μεταφοράς χωρίς να έχουν εισιτήριο.
Στο σημείο αυτό να ευχαριστήσω και όλους εκείνους που επικοινώνησαν μαζί μου είτε τηλεφωνικώς, είτε μέσω mail για να επιβεβαιώσουν ότι δεν έκανα πλάκα, όταν έγραφα ότι ακόμα και άνθρωποι του πνεύματος (των γραμμάτων και των τεχνών, ντε), παρότρυναν έμμεσα σε… εισιτηριο-διαφυγή και ουσιαστικά σε λαθρεπιβίβαση!
Ναι φίλοι μου, συνέβη κι αυτό και για κάτι τέτοια, αξίζει κανείς να έχει προφίλ στο facebook και πολλούς «φίλους», ώστε να βλέπει πόσες κοτσάνες γράφουν ορισμένοι, αρκεί να γεμίζουν το πεδίο που λέει «τι σκέφτεσαι σήμερα;».
Για τους κοπανατζήδες των εισιτηρίων σήμερα, έχω την αφίσα (αριστερά) γι’ αυτόν (σ.σ. όλες οι αφίσες απεικονίζουν ζώα αντί για ανθρώπους) που πηδάει το τουρνικέ, επειδή δεν έχει εισιτήριο για το μετρό και η φράση της αφίσας του θυμίζει: «Αυτός που πηδάει το τουρνικέ, μπορεί να πέσει πάνω σε ελεγκτή στην πλατφόρμα».
Ενώ για τους ανέμελους, υπάρχει η αφίσα (δεξιά) με τη φράση «με το να κάθεσαι ανέμελος τις ώρες αιχμής, ρισκάρεις να δεχθείς δύο ή τρεις καταγγελίες (διότι εκεί φωνάζουν αμέσως τα όργανα της τάξεως).
Αλλά εμείς, που να τα γνωρίζουμε αυτά στη χώρα μας…
Εμείς έχουμε πολιτικό, ας πούμε, που δικάζεται και ενώ υπάρχει ακράδαντο στοιχείο εις βάρος του, όπως ο γραφικός του χαρακτήρας ας πούμε, και ενώ ο πρόεδρος του δικαστηρίου του αναφέρει το γεγονός, εκείνος απαντά: «Πρόκειται για πολιτική σκευωρία εις βάρος μου. Κανονικά δεν έπρεπε να διαβάζετε αυτά τα χαρτιά γιατί είναι προσωπικά δεδομένα».
Και γράφοντας «προσωπικά δεδομένα», θυμήθηκα όταν κάποτε ρωτήθηκε η Διοίκηση του Δήμου Αμαρουσίου «πόσοι εργάζονται στο Δήμο; 1.000, 1.200, 1.700, 2.000;», η τότε πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου έδωσε την απάντηση «δεν σας λέμε, αφορά προσωπικά δεδομένα των εργαζομένων»!!!
Μετά από μια τέτοια υπεύθυνη απάντηση, ένα δεν μπορώ να καταλάβω: Τι περίμενε να ακούσει, ο ανεξάρτητος (σήμερα) δημοτικός σύμβουλος Γ. Ιατρίδης όταν ρωτούσε για κάποιους 150 τόνους σίδερα που λείπουν και για κάποια αυτοκίνητα του Δήμου που διαλύθηκαν και πουλήθηκαν;
Λέμε τώρα…
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αμαρυσία)

Ατίθαση καρδιά (Wild at heart)

Μια σουρεαλιστική ματιά του Ντέιβιντ Λιντς σε μια σκοτεινή Αμερική κι έναν κόσμο νοσηρό, επικίνδυνο και βίαιο, όπου ένα κυνηγημένο ζευγάρι πραγματοποιεί το ταξίδι της φυγής του. Το αγόρι και το κορίτσι προσπαθούν να αντιδράσουν σε αυτό το σκηνικό, και επαναστατούν, αντιστέκονται, μάχονται για την ελευθερία τους. Το σουρεαλιστικό σύμπαν του σκηνοθέτη, αυτή τη φορά είναι πιο ροκ, πιο δυναμικό και πιο ατίθασο. Όπως συμβαίνει πάντα στον κινηματογραφικό σύμπαν που δημιουργεί ο Ντέιβιντ Λιντς, το καλό και το κακό είναι σαφώς διακριτά. Ο Σέιλορ και η Λούλα είναι δύο καλοί άνθρωποι οι οποίοι χάνονται μέσα σε έναν βίαιο κόσμο και μάλιστα κάποιες φορές παρασύρονται από αυτόν.
Ο ίδιος ο Λιντς περιγράφει την ταινία του ως μία «μοντέρνα ρομαντική ιστορία δύο ανθρώπων, οι οποίοι βρίσκουν την αγάπη στην κόλαση», ενώ η Ιζαμπέλα Ροσελίνι χαρακτηρίζει τους ήρωες της ταινίας ως «παράξενα όντα που υπάρχουν περισσότερο στα όνειρα και στους εφιάλτες μας παρά στην πραγματικότητα».

19/9/13

Λευκός Οίκος: η πτώση (White House down)

Εντάξει. Ο Έμεριχ κάνει σωστά αυτό που γνωρίζει. Θεαματικά παραμύθια και εξωφρενικές περιπέτειες με αληθοφανείς καταστάσεις.
Αυτή τη φορά, η καταιγιστική δράση μεταφέρεται μέσα στο Λευκό Οίκο, το σύμβολο της διακυβέρνησης των ΗΠΑ και της  πρώτης δύναμης στον κόσμο. Η ιστορία, όπως έγραψα, αληθοφανής: Άνθρωποι από μέσα ετοιμάζουν πραξικόπημα, να ρίξουν τον πρόεδρο των ΗΠΑ (που παραπέμπει σε Ομπάμα) και να τοποθετήσουν δικό τους, φίλο των βιομηχανιών πολεμικού εξοπλισμού και φιλοπόλεμο ειδικά στα θέματα της Μέσης Ανατολής. Οι Κακοί της ταινίας, δηλαδή, είναι οι απρόσωπες πολεμικές βιομηχανίες και οι άνθρωποί τους στο στρατό των ΗΠΑ.
Απέναντι σ’ αυτούς τους Κακούς, θα βρεθεί -συμπτωματικά- αστυνομικός «wannabe σωματοφύλακας» του προέδρου των ΗΠΑ. Αυτός ο σκληροτράχηλος αστυνομικός (με τη μορφή του βουτυρομπεμπέ Τσάνινγκ Τέιτουμ), θα μπλεχτεί στα πόδια μεγάλης ομάδας εξίσου σκληροτράχηλων και αδίστακτων πραξικοπηματιών. Έτσι, με δύο ισχυρά κριτήρια («wannabe σωματοφύλακας προέδρου» και «κόρης που έχει χαθεί» ανάμεσα στα γραφεία του Λευκού Οίκου) θα πάρει πρωτοβουλίες, που μαζί με τις ενέργειες των πραξικοπηματιών θα ισοπεδώσουν τον Οίκο και τον περιβάλλοντα χώρο.
Το ωραίο σ’ αυτό το παραμύθι, δεν είναι μόνο τα εφέ και η καταιγιστική δράση, αλλά και το ότι ο θεατής κάπου το ευχαριστιέται που παραβιάζονται ένα σωρό μέτρα ασφαλείας και το γεγονός ότι από κάποιο σημείο και έπειτα αρχίζει να πιστεύει ότι μπορεί και να επικρατήσουν οι Κακοί. Παρά τις ανατροπές, το Καλό επικρατεί για άλλη μια φορά.
Συνοψίζω: Σφιχτοδεμένο σενάριο, αληθοφανείς καταστάσεις, ατελείωτη δράση, καλές ερμηνείες και σκηνοθετικός ρυθμός που κόβει την ανάσα. Βλέπεται ευχάριστα.
Υπόθεση: Ο John Cale (Channing Tatum) είναι μέλος της αστυνομίας του Καπιτωλίου και έχει μόλις ενημερωθεί ότι η αίτηση για να γίνει μυστικός πράκτορας στην υπηρεσία του Προέδρου των ΗΠΑ James Sawyer (Jamie Foxx)έχει απορριφθεί. Στην προσπάθεια του να μην απογοητεύσει τη μικρή του κόρη με τη δυσάρεστη είδηση, την ξεναγεί στον Λευκό Οίκο. Για κακή τους τύχη όμως, μια βαριά οπλισμένη παραστρατιωτική οργάνωση καταλαμβάνει το κτίριο. Τώρα, καθώς η κυβέρνηση διαλύεται και ο χρόνος τελειώνει, είναι στο χέρι του Cale να σώσει τον Πρόεδρο, την κόρη του και φυσικά τη χώρα. 
Σκηνοθεσία: Ρόλαντ Έμεριχ
Με τους: Τσάνινγκ Τέιτουμ, Τζέιμι Φοξ, Τζέισον Κλαρκ, Μάγκι Γκίλενχαλ, Ρίτσαρντ Τζένκινς, Τζέιμς Γουντς, Ρέιτσελ Λεβέβρ
Προβάλλεται από 19/9/2013
(Δημοσιεύτηκε στο myFilm)

Jobs

Η μόνη αξία που έχουν αυτού του είδους οι βιογραφίες (και αγιογραφίες αν τις ψάξεις σε βάθος), είναι που αναδεικνύουν τον τρόπο, με τον οποίο φιλόδοξοι οραματιστές και αδίστακτοι (ένα-ένα ή και όλα μαζί τα χαρακτηριστικά) νέοι, πάνε μπροστά στη ζωή τους και πολλές φορές δημιουργούν αυτό που φαινόταν ακατόρθωτο. Τεράστια συμβολή σ’ αυτού του είδους τις βιογραφίες έχει ο βέβαια πρωταγωνιστής (και ποιος δεν θυμάται τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις στο «Λίνκολν» που θα πήγαινε άπατο εάν δεν ήταν αυτός) και στην προκειμένη ταινία ο Άστον Κούτσερ είναι αρκετά καλός και πειστικός στο ρόλο του πρόωρα χαμένου Στιβ Τζομπς, που ίδρυσε την Apple.
Επίσης, όλο το περιβάλλον της ταινίας συμπεριλαμβανομένων και των ηθοποιών, που υποδύονται τα λοιπά στελέχη της εταιρείας και τους αντίπαλους, είναι εξαιρετικά πειστικό και -όπως η ταινία Social Network- καταφέρνει να μας φέρει κοντά και να μας εξοικειώσει με τον κόσμο της υψηλής τεχνολογίας. Ως εκεί. 
Υπόθεση: Η συγκλονιστική ιστορία του Στιβ Τζομπς, του αυθεντικού οραματιστή που κατάφερε να μεγαλουργήσει ξεπερνώντας κάθε εμπόδιο. Η επική διαδρομή και η ταραχώδης ζωή του Τζομπς που σημάδεψε και άλλαξε την πορεία της τεχνολογίας - αλλά και του κόσμου - για πάντα. 
Σκηνοθεσία: Τζόσουα Μάικλ Στερν
Με τους: Άστον Κούτσερ, Τζος Γκαντ, Τζ. Κ. Σάιμονς, Ντέρμοντ Μαλρόνεϊ, Τζέιμς Γουντς
Προβάλλεται από 19/9/2013
(Δημοσιεύτηκε στο myFilm)

Μόνον ο Θεός συγχωρεί (Only God forgives)

Πλάνα στο χρώμα του πάθους… και του αίματος.
Λακωνικό σε διαλόγους σενάριο και πλοκή χωρίς ανατροπές, αλλά με ένα στόχο: την εκδίκηση.
Βία για γερά στομάχια και ερμηνείες με την ευκολία της σιωπής.
Ατμόσφαιρα γενικά ονειρική, που τείνει προς τον εφιάλτη.
Εφιάλτη για το θεατή, δηλαδή.
Ο Ράιαν Γκόσλινγκ και η Κριστίν Σκοτ Τόμας (στη φωτογραφία, αγνώριστη αλλά βγάζει το ψωμί της, ποιος θα την κατηγορήσει;) ως δολώματα του καστ λειτουργούν θαυμάσια, αλλά δεν προσφέρουν τίποτα.
Υπόθεση: Ο Τζούλιαν, ένας αμερικανός φυγάς, χρησιμοποιεί μια λέσχη πυγμαχίας στην Μπανγκόκ, ως βιτρίνα, για τα ναρκωτικά που διακινεί. Η μητέρα του, επικεφαλής μια τεράστιας εγκληματικής οργάνωσης, φτάνει από τις ΗΠΑ, για να παραλάβει τη σωρό του νεκρού γιου της, Μπίλυ. Ο αδερφός του Τζούλιαν, δολοφονήθηκε αφού σκότωσε με αποτρόπαιο τρόπο μια πόρνη. Διψασμένη για αίμα κι εκδίκηση, απαιτεί τα κεφάλια των δολοφόνων από το Τζούλιαν. Εκείνος, θα πρέπει πρώτα να αντιμετωπίσει τον Τσανγκ, ένα μυστηριώδη άντρα, σύμβολο θείας δικαιοσύνης, κι αποφασισμένο να πατάξει μια για πάντα τη διαφθορά στους οίκους ανοχής και στις λέσχες πυγμαχίας.  
Σκηνοθεσία: Νίκολας Γουίντινγκ Ρεφν
Με τους: Ράιαν Γκόσλιν, Κριστίν Σκοτ Τόμας, Βιτάγια Πάνσρινγκαρμ
Προβάλλεται από 19/9/2013

18/9/13

Βγήκαν τα μαχαίρια...

Ύστερα από το τραγικό συμβάν, με θύμα έναν 34χρονο, επανέρχομαι σ' αυτά που έγραφα από τον Μάρτιο του 2012: "Η απορία μου, χωρίς πολλά λόγια και βαρύγδουπες αναλύσεις, είναι: Μέχρι ποίου σημείου θα φτάσει αυτή η ατιμώρητη βία; Διότι, εντάξει, υπάρχει παράπονο και αγανάκτηση και ορισμένοι εκφράζονται με αυτές τις πράξεις. Ποιός όμως θα ορίσει πότε αυτές οι πράξεις αρχίζουν να γίνονται αξιόποινες; Διότι υπάρχουν κάποιοι νόμοι που τις χαρακτηρίζουν αξιόποινες, ως βιαιοπραγίες. Δεν μοιάζουν να εκφράζουν κάποια πολιτική. Αν μένουν ατιμώρητες αυτές οι βιαιοπραγίες, μέχρι πού θα φτάσουν; Το έχει σκεφτεί κανείς;"
Τότε που έγραφα αυτά, τα επεισόδια άρχιζαν και τελείωναν με γιαουρτώματα, μπουγελώματα, άντε και κανένα χαστούκι μπροστά στις κάμερες. Αργότερα που επιδεινώθηκε η κατάσταση, και η ιστορία επαναλήφθηκε, διατύπωσα και πάλι την απορία μου: Μέχρι πού θα πάει το κακό; Κάποιοι, εκμεταλλεύονται καταστάσεις και προνόμια, κάποιοι εθελοτυφλούν και κάποιοι αδιαφορούν. Τι πρέπει να γίνει τελικά; Υπάρχει ή όχι πολιτική βούληση, που να μπορεί να δώσει ένα τέλος σ' αυτό που συμβαίνει; Διότι ποινικοί νόμοι υπάρχουν...

13/9/13

Όταν θέλουν οι γυναίκες (Et maintenant, on va où?)

Η ταινία «Όταν Θέλουν οι Γυναίκες» είναι μια ιστορία που μιλάει για την αποφασιστικότητα μιας ομάδας γυναικών οι οποίες θέλουν να προστατέψουν την απομονωμένη κοινότητά τους από τις εξωτερικές, διαβρωτικές δυνάμεις που απειλούν να την καταστρέψουν εκ των έσω – με φόντο μια χώρα διχασμένη από τον πόλεμο. Μια ταινία με σοβαρό θέμα, αλλά με όχι σοβαρή αντιμετώπιση.
Η σκηνοθέτις Ναντίν Λαμπακί μας μιλάει για την ταινία: «Η ιστορία διαδραματίζεται σε ένα χωριό του Λιβάνου, όπου οι γυναίκες του χωριού, μουσουλμάνες και ορθόδοξες, ενώνουν τις δυνάμεις τους και χρησιμοποιούν τεχνάσματα για να σταματήσουν τους άντρες του χωριού από το να σκοτώνονται μεταξύ τους.
Η ταινία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί δραματική. Ωστόσο έχει πολλά κωμικά στοιχεία τα οποία σε συνδυασμό με το δράμα αποπνέουν ταυτόχρονα γέλιο και δάκρυα. Πιστεύω ότι χρησιμοποιώντας αυτή την ειρωνεία, είναι ο καλύτερος τρόπος για να επιβιώσεις και να ανταπεξέλθεις στα γεγονότα της ζωής.
Το «Όταν Θέλουν οι Γυναίκες» δεν είναι βασισμένο σε μια πραγματική ιστορία. Την εμπνεύστηκα όταν ήμουν έγκυος το 2008. Εκεί την περίοδο ξέσπασε και ο εμφύλιος πόλεμος στην Βηρυτό. Οι άνθρωποι έβλεπαν τη ζωή τους, την περιουσίας τους, τα σπίτια τους να καταρρέουν. Τότε είπα στον εαυτό μου, εάν είχα γιο, τι θα έκανα για να τον αποτρέψω να πάρει το όπλο και να κατέβει στον δρόμο;
Πόσο μακριά θα έφτανα για να μην δει το παιδί μου αυτές τις δυσάρεστες καταστάσεις;
Δεν είναι μια ιστορία πολέμου, αλλά ένα παραμύθι για το πώς να αποτρέψεις τον πόλεμο. Ο πόλεμος είναι ένα κακό που γίνεται για το τίποτα. Κανένας δεν αξίζει να θυσιάζει τον εαυτό του για αυτό το κακό. Για μένα είναι μια φαντασίωση, οι γυναίκες ενός χωριού προσπαθούν να επιφέρουν την ειρήνη σε μια εμπόλεμη ζώνη.
Δεν ήθελα να γυρίσω μια πολιτική ταινία. Η ταινία ξεκινάει με έναν αφηγητή να διηγείται μια ιστορία. Έτσι λοιπόν με τα τραγούδια και τους χορούς κατάφερα να δώσω μια παραμυθένια διάθεση σε αυτήν.
Μερικοί μπορεί να έχουν αντιρρήσεις σχετικά με την ταινία, δηλαδή στο ότι μέσα σε αυτήν οι χριστιανοί γίνονται μουσουλμάνοι και οι μουσουλμάνοι, χριστιανοί. Κάτι τέτοιο στον Λίβανο είναι ρητά απαγορευμένο…αλλά όπως είπα, η ιστορία είναι ένα φανταστικό παραμύθι».
Σκηνοθεσία: Ναντίν Λαμπακί
Με τους: Κλοντ Μπαζ Μουσαβμπά, Λεϊλά Χακίμ, Ναντίν Λαμπακί, Ιβόν Μαλούφ
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αμαρυσία)

12/9/13

Δικαιώματα και υποχρεώσεις (2)











Από τον τακτικό αναγνώστη της στήλης κ. Ανδρέα Βοσίνη, με αφορμή παλαιότερο σημείωμά μου περί παιδείας, έλαβα μια σειρά από αφίσες των Γαλλικών Σιδηροδρόμων, που είχαν αναρτηθεί κάποτε στο πλαίσιο εκστρατείας για επίδειξη καλής συμπεριφοράς στα τρένα και στις πλατφόρμες των σταθμών. Αφίσες έξυπνες, που προτρέπουν με διασκεδαστικό τρόπο χωρίς να «διδάσκουν», και στις οποίες αναδεικνύονται περιπτώσεις ανάγωγης συμπεριφοράς των επιβατών του μετρό. Αφίσες, στις οποίες οι ανθρώπινες φιγούρες έχουν το κεφάλι κάποιου ζώου για να παραπέμπουν σε… ζωώδεις συμπεριφορές.
Από τις δύο αφίσες που σας παρουσιάζω σήμερα, στη μια ένα γαϊδούρι, φτύνει κάτω την τσίχλα του και το σύνθημα της αφίσας είναι (σε ελεύθερη μετάφραση δική μου): «Ρίχνοντας μια τσίχλα στον κάδο απορριμμάτων, θα κολλήσει μια λιγότερη στην πατούσα ενός περαστικού».
Στην άλλη, που ένα κριάρι μπαίνει βιαστικά στο βαγόνι, εκτοπίζοντας άγρια τους συνεπιβάτες του, το σύνθημα λέει: «Με το να διαταράξεις την ηρεμία πέντε ανθρώπων, δεν πρόκειται να φτάσεις πιο γρήγορα».
Και οι δύο αφίσες, πάνω δεξιά έχουν τη φράση «αγαπήστε την πόλη».
Αλλά εμείς εδώ, ούτε αφίσες δεν ξέρουμε να κατασκευάζουμε, όπως επεσήμανε και ο φίλος αναγνώστης στο μήνυμά του και συμφωνώ μαζί του.
Θα επανέλθω με τις υπόλοιπες αφίσες στο εγγύς μέλλον.
Αξίζουν τον κόπο για να δούμε τη διαφορά της κουλτούρας μεταξύ των λαών.
• Πρέπει να αφηγηθώ και αυτό το περιστατικό:
Βαδίζω κάτω από τη γέφυρα του Ηλεκτρικού στο Μαρούσι, κοντά στην παιδική χαρά και με κατεύθυνση τη διάβαση πεζών, εκεί που ο δρόμος οδηγεί αριστερά προς την Περικλέους και δεξιά προς τη Ρόδου.
Πάνω στη διάβαση και επί του οδοστρώματος, βρίσκω φαρδύ πλατύ ένα νεαρό άντρα, ηλικίας γύρω στα 20, λεπτό, με γένια τριών ημερών, μπλουτζίν και μπλουζάκι πόλο.
Ανησυχώ.
Σκύβω από πάνω του και τον ακούω να μου ψελλίζει αδύναμα: «Επιληψία, κάντε κάτι».
Τι να κάνω; Πρώτα καταβάλλω προσπάθεια και τον τραβάω στην άκρη του δρόμου, προς το πεζοδρόμιο, μην τον πατήσει κανένας αθώος οδηγός με το αυτοκίνητό του και βρει τον μπελά του.
Εκεί στην άκρη, βγάζω το κινητό μου από την τσέπη και προσπαθώ να τηλεφωνήσω. Μηχανικά σκέφτομαι το 166.
Ξαφνικά, ο νεαρός απλώνει το χέρι του και μου λέει: «Πεινάω».
Μηχανικά πάλι και αυθόρμητα του λέω: «Αυτό είναι εύκολο, κάτσε εδώ και πάω να σου φέρω κάτι».
«Όχι», μου λέει απότομα και επιτακτικά ο νεαρός, αφήνοντάς με έκπληκτο από την αιφνιδιαστική βελτίωση της υγείας του, «καλύτερα να μου δώσεις πέντε (5, αριθμητικώς) ευρώ να πάω να φάω μόνος μου».
Τότε κατάλαβα! Και ποιος είδε το Θεό και δεν τον φοβήθηκε…
Εύχομαι να μη με δεις ποτέ έτσι, αγαπητέ και ήρεμε αναγνώστη μου.
Το μόνο που θα σου πω, είναι ότι ο νεαρός σηκώθηκε, τίναξε τη σκόνη της ασφάλτου από το πόλο του και το μπλουτζίν του και ετράπη σε άτακτη φυγή.
Ευτυχώς, που ήταν μόνος του και δεν είχε συνεταίρο, να μου τραβήξει την τσάντα από τον ώμο ενώ είχα σκύψει από πάνω του και να φύγουν παρέα.
(Δημοσιεύτηκε στην Αμαρυσία στις 7/9/13)

Μια ευαίσθητη αλήθεια

Ολοκλήρωσα το τελευταίο βιβλίο «Μια ευαίσθητη αλήθεια» (Έκδοση Bell) του διάσημου Τζον Λε Καρέ, με το οποίο βάζει τον αναγνώστη στον κόσμο της διεθνούς τρομοκρατίας και ομολογώ ότι για άλλη μια φορά η αφήγησή του είναι όπως πάντα πυκνή, περιεκτική και ταυτόχρονα συναρπαστική.
Το θέμα του μυθιστορήματος «Μια ευαίσθητη αλήθεια», είναι σύγχρονο επίκαιρο και πραγματικά ευαίσθητο και ο Λε Καρέ καταφέρνει για άλλη μια φορά να βρίσκεται στην καρδιά των προβλημάτων που απασχολούν τη διεθνή κοινότητα.
Στην «Ευαίσθητη αλήθεια», μια αντιτρομοκρατική επιχείρηση, με την κωδική ονομασία «Άγρια Ζωή», οργανώνεται στην πιο πολύτιμη αποικία της Βρετανίας, το Γιβραλτάρ. Σκοπός της,

9/9/13

Οι ύποπτοι φορούσαν γόβες (The bling ring)

Να αποκαλέσω το φιλμ καταγγελτικό; Και τι να καταγγείλω πρώτο; Τους αμερικανούς γονείς, που εξαντλούν το ενδιαφέρον τους για τα παιδιά με τις φράσεις «Really?» και «cute!» και έχουν πλήρη άγνοια για το τι κρύβεται στα δωμάτιά τους, προκείμενου να μην παραβιάζεται η προσωπικότητα του παιδιού; Το χωλαίνον σύστημα παιδείας, που δεν τους εξηγεί ότι η πραγματική ζωή δεν είναι lifestyle; Τα social media, που εκτός από επίδειξη δεν προσφέρουν τίποτα άλλο και η επίδειξη μπορεί να είναι και μοιραία ενίοτε;  Τα media σκέτα, που προβάλλουν τα πάντα εξωραϊσμένα και ωραιοποιημένα, αρκεί να ανεβαίνει η τηλεθέαση;
Να το χαρακτηρίσω διδακτικό;  Και αν ο έφηβος δεν πάρει το μάθημα ότι η παραβατικότητα τιμωρείται, αλλά προσλάβει ως μάθημα το γεγονός ότι μπορεί να γίνει και διάσημος από πάνω, με ένα καλό δικηγόρο και λίγη καλή θέληση (μη δημιουργήσουμε και ψυχικά τραύματα στην αθώα παιδική ψυχή);

7/9/13

Από τις δυο πλευρές του Αιγαίου: Διωγμός

Είδα και αυτό το ντοκιμαντέρ της Μαρίας Ηλιού, όπως είχα δει και το πρώτο μέρος (Σμύρνη: Η καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης 1900 – 1922), με το ίδιο ενδιαφέρον, μιας και πολλές από τις εικόνες βγαίνουν στη δημοσιότητα για πρώτη φορά, αλλά και οι αφηγήσεις όσων εμφανίζονται είναι αρκούντως συγκινητικές.
Αυτή τη φορά, το ντοκιμαντέρ ασχολείται με το πελώριο θέμα της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ των δύο χωρών Ελλάδος και Τουρκίας, με εικόνες που πραγματικά συγκλονίζουν
Πέρα από το αξιέπαινο γεγονός, ότι για πρώτη φορά κάποιος καταπιάνεται με αυτό το κομμάτι της ιστορίας μας - σε συνδυασμό με αυτή των γειτόνων μας  -  αυτό που έχω να παρατηρήσω, από καθαρά κινηματογραφική άποψη, είναι ότι ίσως με λίγη οικονομία στην επανάληψη των ίδιων πλάνων και φωτογραφικών ντοκουμέντων, θα μπορούσε να έχει δημιουργηθεί μια ταινία, λίγο πιο πυκνή και περισσότερο πιο ενδιαφέρουσα. Διότι πρόσεξα ότι κατά την αφήγηση του δεύτερου μέρους υπήρχαν αρκετά πλάνα τα ίδια, κυρίως για να συνδεθεί με το πρώτο.
Ανεξάρτητα από αυτό, και αυτή η ταινία παρακολουθείται με ενδιαφέρον.

Το δαχτυλίδι της φωτιάς (Pacific Rim)

Ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο του «Λαβύρινθου του Πάνα» με αυτή την ταινία του της τέλειας ψηφιακής απόδοσης, καταφέρνει να μας κρατήσει το ενδιαφέρον μέχρι το πρώτο ημίωρο. Από εκεί και ύστερα και εφόσον η ηλικία σου είναι πάνω από 18 ετών (ο μέσος όρος καταλληλότητας σε όλες τις χώρες που θα προβληθεί είναι για ηλικίες πάνω από 13 ετών, για την Ελλάδα δεν ξέρω), η ταινία εξελίσσεται σε μια βαρετή και θορυβώδη υπερπαραγωγή με απόλυτα προβλέψιμο τέλος. Ο άνθρωπος κερδίζει τα τέρατα από τη θάλασσα. Το Καλό επικρατεί του Κακού. Αλλά ποιος αντέχει μέχρι τότε; Ποιος αντέχει τόσο σκότος και τόσο έρεβος;
Τελικά η ψηφιακή τεχνολογία, τα καταφέρνει όλα στο σινεμά, εκτός από το να αποδίδει πρωινές σκηνές. Ηλιόλουστες σκηνές θα δείτε μόνο σε ταινίες animation. Έτσι και οι ταινίες είναι γυρισμένες με ηθοποιούς και χρησιμοποιούν ψηφιακή τεχνολογία, τότε η δράση διαδραματίζεται απόγευμα ή βράδυ. Μαυρίλα και καταχνιά και ας με διορθώσει κάποιος με απλά λόγια, έτσι ώστε ο θεατής να μη χρειάζεται να σπουδάσει κινηματογραφία, για να καταλάβει αν πρέπει να δει ή όχι την ταινία;
Ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, που πραγματικά δημιούργησε σχολή με τον Πάνα, δεν προσφέρει τίποτα παραπάνω αυτή τη φορά, εκτός από θορύβους μηχανών, τριξίματα μετάλλων και καταστροφές τέτοιες, που αν αφήναμε τα τεράστια τέρατα να κυριαρχήσουν, θα είχαμε λιγότερες.

4/9/13

The grandmaster

Η νέα ταινία του Γουόνγκ Καρ Γουάι είναι η βιογραφία του Ιπ Μαν, ενός Κουνγκ Φου Μάστερ και συγκεκριμένα του δάσκαλου του Μπρους Λι, η οποία περιλαμβάνει πολεμικές τέχνες και ένα υποτυπώδες σενάριο που καλύπτει μια χρονική περίοδο από το 1936 μέχρι το 1952 και flashbacks που ανατρέχουν ως το 1911.
Δραματικά close up προσώπων, αλλά και αντικειμένων, με ταυτόχρονες slow motion κινήσεις, προσδίδουν στην ταινία έναν ποιητικό ρομαντισμό, ένα λυρισμό και μια χροιά έργου τέχνης που στηρίζεται στη δημιουργία όμορφων πλάνων, έστω και αν αυτά αφορούν στο βλέμμα της γοητευτικής Ζανγκ Ζιγί, ή σε μια σταγόνα αίμα που πέφτει στο βρεγμένο από τη βροχή δρόμο, ή και σε μια βίαιη πρόσκρουση ενός σώματος σε ένα κιγκλίδωμα.
Οι χορογραφίες των μονομαχιών είναι πραγματικά εντυπωσιακές και η μουσική επιλογή κλασσικών κομματιών ή από άλλες ταινίες (διέκρινα προς το τέλος το θέμα του «Κάποτε στην Αμερική» του Ένιο Μορικόνε), πάει γάντι σε ορισμένες σκηνές, αλλά ως εκεί…