25/2/12

Έξυπνες πόλεις

Ένα βιβλίο, όχι μόνον για τους ειδικούς, αλλά και για κάθε ενδιαφερόμενο, ευαισθητοποιημένο πολίτη, που αντιλαμβάνεται τον εαυτό του, όχι μόνο σα μια μονάδα αλλά ως ενεργό μέλος της κοινότητας.
Στις μέρες μας γίνεται όλο και πιο επιτακτική η ανάγκη να προωθήσουμε ένα νέο –πολύ διαφορετικό από το σημερινό– σύγχρονο μοντέλο αστικής ανάπτυξης με στόχο τη βελτίωση της λειτουργίας των πόλεων, την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής σε αυτές, αλλά και τη βιωσιμότητα του ίδιου του πλανήτη. Δηλαδή να διαμορφώσουμε «Έξυπνες Πόλεις» που αναλαμβάνουν δράση σε τομείς, οι οποίοι άλλοτε αποτελούσαν μονοπώλιο της κεντρικής διοίκησης, όπως η βιώσιμη πολεοδόμηση, οι αστικές αναπλάσεις, ο ενεργειακός και περιβαλλοντικός σχεδιασμός, οι μεταφορές και η κινητικότητα, η οικονομία και η απασχόληση, οι νέες τεχνολογίες κ.ά.
Στις σελίδες αυτού του βιβλίου θα γνωρίσουμε μέσα από σύντομες ιστορίες, πώς μερικές πόλεις του κόσμου αντιμετωπίζουν με επιτυχία τα προβλήματα και τις προκλήσεις του μέλλοντος. Πρόκειται ουσιαστικά για βιώσιμες και ρεαλιστικές πολιτικές, που έχουν ήδη τεθεί σε εφαρμογή σε μικρή ή μεγάλη κλίμακα, γνωρίζοντας πως η αντιστροφή της πορείας στην οποία βαδίζει ο πλανήτης, βρίσκεται στα χέρια των τοπικών κοινωνιών και των ενεργών πολιτών που αποφασίζουν να δράσουν και να σηκωθούν από τον καναπέ τους.

Λίγα λόγια για το συγγραφέα

Ο Αλέξανδρος Μπρέγιαννης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1975 και κατάγεται από τη Μεσσηνία. Είναι απόφοιτος του τμήματος Φυσικής του Πανεπιστήμιου Πατρών, κάτοχος Μεταπτυχιακής Ειδίκευσης (ΜSc) στην Ιατρική Φυσική (με ειδίκευση στην Τηλεματική Υγείας) καθώς και Μεταπτυχιακού Τίτλου Σπουδών στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (MBA) από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Από το 2001 έως σήμερα εργάζεται στον τομέα Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε). H επαγγελματική του δραστηριότητα περιλαμβάνει διοίκηση έργων τεχνολογίας σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, συντονισμό ευρωπαϊκών και εθνικών προγραμμάτων, διαχείριση και επιχειρηματική απόδοση υπηρεσιών τηλεματικής κ.α.
Από το 2003 εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος στο Μαρούσι και ασχολείται ενεργά με ζητήματα αστικού σχεδιασμού, περιβαλλοντικά έργα, αναπτυξιακά προγράμματα και υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης.
Έχει συμμετάσχει ως εισηγητής σε μεγάλο αριθμό συνεδρίων και ημερίδων με θέμα την αυτοδιοίκηση, τις νέες τεχνολογίες και το περιβάλλον, ενώ αρθρογραφεί σε τακτική βάση στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο.
(Έκδοση: ΙΒΙΣΚΟΣ / Είδος: Δοκίμιο / Σελίδες: 160 / Σχήμα: 14 Χ 21 / Κατηγορία: Διαχείριση αστικού περιβάλλοντος / ISBN 978-960-98547-5-7 / Τιμή: 12,00 ευρώ)

19/2/12

Ένας επιτυχημένος νέος

Σε μια εποχή που η οικονομική κρίση μαστίζει όλο τον κόσμο και ειδικότερα τη χώρα μας, η οποία -όπως διαβάζουμε καθημερινά στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο- υποχρεώνει τους νέους να την εγκαταλείπουν για να κάνουν καριέρα στο εξωτερικό, υπάρχουν νέοι οι οποίοι όχι μόνον δεν το βάζουν κάτω, αλλά παραμένουν στη γενέτειρά τους, προσπαθούν αγωνίζονται, αξιολογούνται και επιβραβεύονται για τις προσπάθειές τους.
Ένας από αυτούς τους νέους, είναι ο συμπολίτης φωτογράφος Πέτρος Σοφικίτης, γιος του φίλου μου και καταξιωμένου φωτογράφου Δημήτρη Σοφικίτη, που υπήρξε και συνεργάτης του αείμνηστου σκηνοθέτη και «ποιητή της εικόνας» Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Ο Πέτρος Σοφικίτης πρόσφατα αναγορεύτηκε από τη διεθνή οργάνωση Society of Wedding and Portrait Photographers «Φωτογράφος της Χρονιάς 2011».
Ο Πέτρος Σοφικίτης, τον οποίο συναντήσαμε στο κατάστημα του πατέρα του στην οδό Ερμού στο Μαρούσι, μας είπε ότι ξεκίνησε ως ερασιτέχνης φωτογράφος στην ηλικία των 13 και έγινε επαγγελματίας πριν από ένα χρόνο, σε ηλικία 25 ετών.
Έχει τελειώσει το Βαρβάκειο Πειραματικό Λύκειο Αθηνών και στη συνέχεια παρακολούθησε σεμινάρια Φωτογραφίας στο Κέντρο Σπουδών Πλάκας στην Αθήνα. Στη συνέχεια, σπούδασε στην Αγγλία στο Πανεπιστήμιο του Κεντ, όπου έχοντας τελειώσει με μεγάλη επιτυχία το Kent Institute Of Art & Design, πήγε στη Σκωτία κατ’ ευθείαν στο δεύτερο έτος του Πανεπιστημίου Napier στο Εδιμβούργο (BA, HONS, in Photography and Film).
Μετά τις υποχρεώσεις του στο Ελληνικό Ναυτικό, όπου υπηρέτησε, συμμετείχε το 2006 στην έκθεση 13ος Διεθνής Μήνας Φωτογραφίας, που διοργάνωσε το Ελληνικό Κέντρο Φωτογραφίας, εργάστηκε για λίγες μέρες με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, ως φωτογράφος ορισμένων σκηνών της ταινίας «Το λιβάδι που δακρύζει» και παράλληλα γύρισε μια τριλογία ταινιών μικρού μήκους, με τίτλο «Τριλογία του χρόνου».
Για το πώς ξεκίνησε με τη φωτογραφία δεν θέλει και ερώτημα: «Ο πατέρας μου είναι ένας καταξιωμένος φωτογράφος. Έχω διδαχθεί πολλά από αυτόν. Του οφείλω τα πάντα, όλες μου τις φωτογραφικές δεξιότητες», μας λέει με υπερηφάνεια και συνεχίζει με αυτοπεποίθηση: «Διατηρώ, βέβαια το προσωπικό μου στιλ στη φωτογράφηση και ταυτόχρονα θεωρώ ότι έχω ανοιχτό μυαλό τόσο στην επικοινωνία μου με τους άλλους, όσο και στην αποδοχή νέων μεθόδων και αντιλήψεων στη φωτογραφία».
Χώρος που δραστηριοποιείται; «Προς το παρόν μόνον στην Ελλάδα. Αργότερα ελπίζω να επεκταθώ και στο εξωτερικό. Κάθε χώρος έχει τη δική του ομορφιά», μας λέει.
Από πού εμπνέεται; «Βασικά, το έργο του πατέρα μου είναι μια μεγάλη πηγή έμπνευσης για μένα. Δεν έχω αποφασίσει το στιλ μου, μπορώ μόνο να πω ότι είμαι ανοιχτός σε ιδέες και μου αρέσει να πειραματίζομαι. Αυτό που με χαρακτηρίζει είναι η επιμονή μου στην εκμάθηση».
Τα μελλοντικά του σχέδια; «Να γίνω ένας επιτυχημένος φωτογράφος σε διάφορους τομείς. Προς το παρόν, θεωρώ ότι ως επαγγελματίας τα πηγαίνω πάρα πολύ καλά σε φωτογραφήσεις γάμων και πορτρέτων. Στον τομέα αυτό άλλωστε βραβεύτηκα από την SWPP, τη διεθνή οργάνωση “Κοινωνία Φωτογράφων Γάμων και Πορτραίτων”».
Στην ερώτηση εάν έχει άλλα ενδιαφέροντα, μας απαντά ότι κάνει αθλητισμό (παίζει ποδόσφαιρο, μπάσκετ και σκουός), ενώ του αρέσει να «βελτιώνεται πάνω στο αντικείμενο της φωτογραφίας παρακολουθώντας σεμινάρια», όπως είπε, ενώ το σύνθημά του για τη ζωή είναι το «όλα παίζουν».
(Δημοσιεύτηκε στην Αμαρυσία στις 18/2/2012)

15/2/12

Η ποίηση των εικόνων και άλλα στερεότυπα

Χωρίς να θέλω να υποτιμήσω το έργο ενός αναγνωρισμένου διεθνώς καλλιτέχνη θεωρώ ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να ασχολείται με τον κινηματογράφο και να μην έχει ακούσει τη φράση: «Σιγά τώρα, στον Αγγελόπουλο μπορείς να σηκωθείς από την πολυθρόνα σου, να πας στο φουαγιέ, να κάνεις τσιγάρο και επιστρέφοντας να μην έχεις χάσει τίποτα από την υπόθεση».
Είναι ένα ανέκδοτο (και με παραλλαγμένο ενίοτε το χώρο προορισμού του θεατή) που το ψιθυρίζουν ακόμα και οι φανατικοί υποστηρικτές ενός σκηνοθέτη, που έχει δεχθεί τις πιο αντιφατικές κριτικές, του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Είναι αυτοί για τους οποίους, κινηματογράφος δεν είναι μόνο το Χόλιγουντ, αλλά και ο Γαλλικός, Ιταλικός, Γερμανικός, Σουηδικός, Κινεζικός και Ιαπωνικός κινηματογράφος, θεωρούν πως ακόμα και οι σιωπές έχουν πολλά να πουν και είναι οπαδοί του συνθήματος «μια εικόνα ίσον χίλιες λέξεις».
Πρόσφατα και με αφορμή τον άδικο θάνατο του σκηνοθέτη, πολλοί συνάδελφοι γέμισαν τις σελίδες τους με αφιερώματα παρμένα από το δελτίο τύπου των ΑΠΕ-ΜΠΕ και με τις στερεότυπες φράσεις «ποιητής των εικόνων», «μάγος της εικόνας» κλπ.
Η ποίηση και η μαγεία όμως των εικόνων (των χιλίων λέξεων) σε μια ταινία οφείλεται κυρίως στον Διευθυντή Φωτογραφίας μιας ταινίας και όχι στο Σκηνοθέτη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, στις ταινίες του Αγγελόπουλου η πλαστικότητα και το ανάγλυφο των εικόνων του, οφειλόταν στη Διεύθυνση Φωτογραφίας του Γιώργου Αρβανίτη, σχεδόν μόνιμου συνεργάτη του Αγγελόπουλου, σε βραβευμένες ταινίες όπως «Αναπαράσταση», «Μέρες του ‘36», «Θίασος», «Μεγαλέξανδρος» και άλλες.
Εάν οι ταινίες του, δεν διέθεταν την εξαιρετική φωτογραφία του Γιώργου Αρβανίτη, που απεικόνιζε μια άλλη Ελλάδα, όχι Βαλκανική και ηλιόλουστη αλλά Σκανδιναβική και χιονισμένη ή βροχερή, καταχνιάς και ζόφου, ίσως να μην είχαν εκτιμηθεί τόσο από τους Ευρωπαίους. Διότι η Αγγελοπουλική Ελλάδα βρισκόταν πιο κοντά στα κεντρικά και βόρεια ευρωπαϊκά κλιματικά πρότυπα, παρά στα νότια και ηλιόλουστα Μεσογειακά.
* * *
Έχω παρακολουθήσει μέχρι τέλους, μόνον δύο ταινίες του Θ. Αγγελόπουλου, την «Αναπαράσταση»

1/2/12

Οι απόγονοι

Ξεχειλίζει από αξιοπρέπεια η ταινία «Οι απόγονοι». Ο πατέρας που υποδύεται ο Τζορτζ Κλούνι είναι ένα τέρας αξιοπρέπειας εκτός κι αν υποθέσουμε ότι γίνεται αξιοπρεπής, επειδή αισθάνεται ενοχές που είχε απομακρυνθεί από την οικογένειά του και ως ένοχος δεν μιλάει για να μη χειροτερέψει την κατάσταση εις βάρος του. Πάντως ο Κλούνι είναι σπαρακτικός σ’ αυτό το ρόλο και μπορώ να πω ότι πρόκειται για τον καλύτερο ρόλο της καριέρας του. Δίκαια προτάθηκε για τα Όσκαρ 2012.
Σπαρακτικός, γιατί δεν φτάνει που έχει τη γυναίκα του στο νοσοκομείο σε κώμα χωρίς επιστροφή, ύστερα από ένα ατύχημα, αλλά γιατί έχει μια 10χρονη κόρη στο σπίτι με μεγάλο θράσος και άλλη μια 17χρονη που πάει και τη φέρνει πίσω από εκεί που σπουδάζει για να διαπιστώσει όχι μόνον ότι δεν τον λογαριάζει και τον απαξιώνει τελείως, αλλά τον πληροφορεί ότι η μητέρα της και γυναίκα του τον απατούσε.
Παρόλο που έχει συνέχεια στο μυαλό του, ότι αυτές τις μέρες θα πρέπει να υπογράψει και ένα συμβόλαιο, με το οποίο θα πουλά μια τεράστια πατρογονική έκταση στη Χαβάη, όπου και διαδραματίζεται όλη η υπόθεση, ο κατηγορούμενος απ’ τα παιδιά του πατέρας, θα πρέπει να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους, θα πρέπει να δώσει εντολή στους γιατρούς να αφήσουν τη σύζυγο «να φύγει», να δώσει εξηγήσεις στους συγγενείς και τέλος να βρει τον εραστή της γυναίκας του. Να τον κάνει τι; Απλά να μιλήσει μαζί του; Να τον χτυπήσει;
Είναι δε αξιοπρεπής ο πατέρας του Κλούνι, διότι εκτός από ένας ανέμελος, απόμακρος και αδιάφορος πατέρας και σύζυγος, που υποχρεώνεται από τις συνθήκες να αλλάξει, έχει να αντιμετωπίσει και τη χλεύη των στενών συγγενών και φίλων για τις παλινωδίες του και όλα αυτά τα αντιμετωπίζει με ψυχραιμία και με ευγένεια (όση μπορεί να διαθέτει τέτοιες στιγμές). Χώρια που όπου πάει είναι υποχρεωμένος να συνοδεύεται από το boyfriend της μεγάλης κόρης, ο οποίος και ειρωνεύεται κάθε του κίνηση.
Ο Κλούνι είναι υπέροχος και κουβαλάει στην πλάτη του όλη την ταινία. Εξαιρετικές είναι και οι δύο κόρες (Σέιλιν Γούντλι η μεγάλη και Αμάρα Μίλερ η μικρή) καθώς και γενικά όλες οι ερμηνείες είναι πάρα πολύ καλές.
Ο σκηνοθέτης (ο δικός μας) Αλεξάντερ Πέιν, καταφέρνει να μη μας κάνει να βαρεθούμε και αποκαλύπτει μια πλευρά της Χαβάης που δεν έχουμε ξαναδεί στο σινεμά. Τη Χαβάη της ενδοχώρας, με τους ντόπιους της, που δίνουν μεγάλη σημασίά στις παραδόσεις και στους οικογενειακούς δεσμούς.
Έξοχη ταινία!