29/12/12

Επιχείρηση "Αργώ" (Argo)

Σφιχτοδεμένη περιπέτεια, βασισμένη στη συνταγή «λίγο απ’ όλα». Χιούμορ, αυτοσαρκασμός και σάτιρα του κινηματογραφικού χώρου, έντονη δράση, αγωνία, πολεμική περιπέτεια. Μια ταινία αντάξια του γνωστού παλιού καλού Χόλιγουντ το οποίο σήμερα, βασιζόμενο σε γενναιόδωρους χορηγούς, μεταξύ των οποίων ακόμα και το επίσημο κράτος, που παρέχει στρατιωτικούς συμβούλους και πλούσιο εξοπλισμό (για διαφήμιση των δυνατοτήτων και της υπεροπλίας του), μπορεί να φιλμάρει οτιδήποτε.
Επί του προκειμένου, η ταινία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και αποτελεί το χρονικό μιας επικίνδυνης αποστολής διάσωσης έξι Αμερικανών και διαδραματίζεται στα παρασκήνια της κρίσης του Ιράν. Μια ιστορία που επί σειρά δεκαετιών δεν είχε φτάσει στην κοινή γνώμη.
Η σκηνοθεσία του Μπεν Άφλεκ πάρα πολύ καλή, το σενάριο χωρίς κενά και οι ερμηνείες εξαιρετικές.
Συνολικά, είναι μια άρτια ταινία, που εξυπηρετεί και την αμερικανική κυβέρνηση. Το πιάσατε το υπονοούμενο…
Υπόθεση: Στις 4 Νοεμβρίου του 1979, καθώς η επανάσταση στο Ιράν φτάνει στην κορύφωσή της, μια ομάδα Ιρανών στρατιωτών εισβάλει στην Αμερικανική πρεσβεία στην Τεχεράνη και κρατά όμηρους 52 Αμερικανούς. Μέσα στον πανικό, έξι Αμερικανοί καταφέρνουν να διαφύγουν και να βρουν καταφύγιο στην κατοικία του Καναδού πρέσβη. Γνωρίζοντας ότι είναι θέμα χρόνου να εντοπιστούν και να θανατωθούν, ο ειδικός «απομακρύνσεων» της CIA Τόνι Μέντεζ (Άφλεκ) καταστρώνει ένα επικίνδυνο σχέδιο προκειμένου να τους φυγαδεύσει με ασφάλεια από την χώρα. Το σχέδιο είναι τόσο παράτολμο που μόνο σε ταινία θα μπορούσε κανείς να το δει.
Σκηνοθεσία: Μπεν Άφλεκ
Με τους: Μπεν Άφλεκ, Άλαν Άρκιν, Μπράιαν Κράνστον, Τζον Γκούντμαν, Τέιλορ Σίλινγκ, Κάιλ Σάντλερ, Βίκτορ Γκάρμπερ, Μάικλ Κάσιντι
Προβάλλεται από 10/1/2013

(Κριτική μου και στο myFilm)

Ανάμεσα σε δυο κόσμους (Upside down)

Πάνω Κόσμο και Κάτω Κόσμο είχαμε και στο «Μητρόπολις» (1925) του Φριτζ Λανγκ, με την αλληγορία των πλούσιων από πάνω και των φτωχών προλετάριων από κάτω, που δούλευαν για τους πλούσιους και τον έρωτα του φτωχού από Κάτω με μια πλούσια από Πάνω. Αλλά εκείνη η ταινία, εκτός από πρωτόλεια, διέθετε και όραμα, και προφητική επιστημονική φαντασία με την κοπέλα-ρομπότ. Μια ταινία-σταθμός για το 1925! Όπως σταθμός ήταν και η επιχρωμάτισή της και ο εμπλουτισμός της με μουσική του Τζιόρτζιο Μόροντερ το 1984. Εκεί να δείτε έγχρωμη φαντασία και αίσθημα με μουσική και φωνές όπως του Φρέντι Μέρκιουρι, του Γιόν Άντερσον και της Μπόνι Τάιλερ, παρά την ιεροσυλία της προς το αρχικό «Μητρόπολις» (για να θυμηθώ και πάλι την ιερόσυλη φετινή «Άννα Καρένινα» του Ράιτ). 
Τούτη ‘δω, όμως; Πώς το παίζει, εκτός από την ειλικρίνεια ότι φέρνει τα πάνω-κάτω (upside down);
Εξηγείται με δυο λόγια: Ιστορία αγάπης, με φόντο ένα απίστευτο σύμπαν (fantasy world), με πασίγνωστα κλισέ και προβλέψιμο τέλος. Συνιστώνται και χαρτομάντιλα.
Υπόθεση: Ο Άνταμ είναι ένας φαινομενικά συνηθισμένος άνθρωπος σε ένα ιδιαίτερα ασυνήθιστο σύμπαν. Ζει ταπεινά προσπαθώντας να βγάλει μια άκρη στη ζωή του, αλλά το ρομαντικό μυαλό του παραμένει κολλημένο σε ένα κορίτσι που γνώρισε μια φορά κι έναν καιρό σε έναν άλλο κόσμο, σε έναν ανεστραμμένο πλούσιο κόσμο που είχε τη δική του βαρύτητα, και ο οποίος βρίσκεται ακριβώς από πάνω, αλλά που κανείς δεν μπορεί να τον πλησιάσει...
Ένα κορίτσι που το έλεγαν Εύα. Το παιδικό τους φλερτ γίνεται ένας ανεκπλήρωτος έρωτας. Όταν όμως θα δει την ενήλικη πια Εύα στην τηλεόραση, τίποτα δεν θα τον εμποδίσει να την ξανακερδίσει. Ούτε καν οι νόμοι της Φυσικής!
Σκηνοθεσία:  Χουάν Ντιέγκο Σολάνας
Mε τους: Κίρστεν Ντανστ, Τζιμ Στέρτζες
Προβάλλεται από 1/1/2013

(Κριτική μου και στο myFilm)

Ο άνθρωπος που γελά (L' homme qui rit)

Το αριστουργηματικό μυθιστόρημα του Βίκτωρος Ουγκώ στα καλύτερά του. Αυθεντική ατμόσφαιρα, πλαστική φωτογραφία, φροντισμένα κοστούμια και τουλάχιστον μια καταπληκτική ερμηνεία: αυτή του Ζεράρ Ντεπαρντιέ, ο οποίος κρατά όλο το ενδιαφέρον υποδυόμενος τον άξεστο και σαλτιμπάγκο, κατά τους «ευγενείς» της εποχής, που εκμεταλλεύεται ένα σημαδεμένο και δυστυχισμένο νεαρό, αλλά και τον έρωτά του προς μια τυφλή κοπέλα, που την εκμεταλλεύεται κι αυτή.
Η ταινία, όχι μόνον εξυπηρετεί το μήνυμα της «αποδοχής του διαφορετικού», αλλά διατηρεί και τον κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα του μυθιστορήματος, διότι ο Ουγκώ δεν έγραψε απλά ένα μυθιστόρημα για έναν ανεκπλήρωτο έρωτα (του σημαδεμένου και περιθωριακού ανθρώπου που γελά με την τυφλή κοπέλα), αλλά και ένα «κατηγορώ» κατά του κοινωνικο-πολιτικού συστήματος της εποχής εκείνης.
Υπόθεση: Στο Λονδίνο του 18ου αιώνα, ο Γκουίνπλεϊν ένας νεαρός άνδρας με παραμορφωμένο πρόσωπο, το οποίο τον κάνει να φαίνεται ότι χαμογελά συνεχώς, θα ενταχθεί σε έναν περιοδεύοντα θίασο. Το μόνιμα χαραγμένο χαμόγελο, αντικείμενο εκδίκησης από τον βασιλιά, σύντομα θα τον κάνει φίρμα, όμως γι αυτόν το πιο σημαντικό πράγμα είναι ο έρωτας του με την τυφλή Ντία. Σε μια αυστηρά δομημένη κοινωνία με τον λαό εξαθλιωμένο, άβουλο και χωρίς ελπίδα αντίστασης, ο άνθρωπος που γελά, τολμά να παρουσιάσει την τραγικότητα της θέσης του και της τάξης του, να κραυγάσει για την κοινωνική αδικία, αλλά τον καταπίνει το βάραθρο της αναλγησίας των ισχυρών. Βασισμένο στην ομώνυμη νουβέλα του Βίκτωρος Ουγκώ του 1869.
Σκηνοθεσία: Ζαν Πιέρ Αμερί
Mε τους: Ζεράρ Ντεπαρντιέ, Μαρκ Αντρέ Γκροντίν, Εμανουέλ Σενιέ, Κρίστα Τερέτ
Προβάλλεται από 1/1/2013

(Κριτική μου στο myFilm)

The impossible

Το γεγονός, ότι το σενάριο αυτής της ταινίας, βασίζεται σε πραγματική ιστορία, την κρατάει στα πόδια της. Ταυτόχρονα, όμως είναι και το στοιχείο που την καταδικάζει. Αντιφατικό; Όχι. Για δύο λόγους πάλι. Ο ένας είναι ότι εφόσον γνωρίζουμε από την αρχή ότι μια πενταμελής οικογένεια σώζεται από το τσουνάμι της 26ης Δεκεμβρίου 2004 στην Ταϋλάνδη, παρακολουθούμε την εξέλιξη από περιέργεια, για να δούμε πώς κατάφεραν να επιβιώσουν, ένα αντρόγυνο και τρία ανήλικα αγόρια. Ο άλλος είναι, ότι εφόσον γνωρίζουμε ότι θα σωθούν, γιατί να υποστούμε για άλλη μια φορά το δράμα εκείνης της ημέρας και όλες αυτές τις χειρουργικές επεμβάσεις της μητέρας, που απεικονίζονται σε στυλ splatter-movie, ενώ καλούμαστε να δούμε και τα γνωστά εφέ του τσουναμιού, την ώρα που ο μεγάλος Κλιντ Ίστγουντ στην ταινία του «Η ζωή μετά», παρόλο που διαπραγματευόταν το θέμα του θανάτου και του τι υπάρχει μετά από αυτόν, κατόρθωνε να μας υποβάλλει με τη φυσική καταστροφή, με ένα στυλ ντοκιμαντερίστικο χρησιμοποιώντας –ίσως- και πραγματικές σκηνές από ερασιτεχνικά βίντεο για το τσουνάμι.
Με δυο λόγια: είναι μελόδραμα και οι ευαίσθητοι θεατές ας ετοιμάσουν τα χαρτομάντιλά τους. Δεν είναι φιλμ αξιώσεων, που θα οδηγήσει το θεατή σε αναλύσεις καταστάσεων και χαρακτήρων. Τα εφέ του είναι κλασικά και κλισέ και το μόνο που απομένει είναι οι καλές ερμηνείες με προεξάρχουσα εκείνη του μεγάλου γιου, που ωριμάζει από τη μια στιγμή στην άλλη.
Υπόθεση: Η Μαρία (Ναόμι Γουότς), ο Χένρι (Γιούαν ΜακΓκρέγκορ) και τα τρία τους παιδιά φτάνουν στην Ταιλάνδη για να περάσουν τις χειμερινές τους διακοπές, αναζητώντας λίγες ημέρες ξεγνοιασιάς και ηρεμίας στον τροπικό παράδεισο με τις εξωτικές παραλίες. Την ημέρα της 26ης Δεκεμβρίου και ενώ η οικογένεια απολαμβάνει ένα ηλιόλουστο πρωινό ακριβώς δίπλα στην πισίνα του ξενοδοχείου τους, ένας τρομακτικός θόρυβος αναδύεται από τα έγκατα της γης και διαταράσσει την ηρεμία τους. Δευτερόλεπτα αργότερα, ένας γιγαντιαίος υδάτινος τοίχος θα σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά του, θα χωρίσει τα μέλη της οικογένειας δημιουργώντας έναν Γολγοθά για χιλιάδες ανυποψίαστων ανθρώπων! Ανθρώπινες σχέσεις, φόβος, οργή, πάθος, αγανάκτηση και αλληλεγγύη, μπαίνουν στο φιλμ του Χουάν Αντόνιο Μπαγιόνα και δοκιμάζονται σκληρά. 
Σκηνοθεσία: Χουάν Αντόνιο Μπαγιονά
Μμε τους: Γιούαν Μακγκρέγκορ, Ναόμι Γουότς, Τζέραλντιν Τσάπλιν, Τομ Χόλαντ
Προβάλλεται από 1/1/2013

(Κριτική μου και στο myFilm)

Άννα Καρένινα (Anna Karenina)

Κάνει εντύπωση που ένας σκηνοθέτης όπως ο Τζο Ράιτ των ταινιών «Εξιλέωση» και «Περηφάνια και προκατάληψη», τόλμησε να αποδομήσει αυτό το κλασσικό έργο, το οποίο μάλιστα συγκρίνεται με τις ομότιτλες ταινίες του 1933 και του 1948 που είχαν ως πρωταγωνίστριες την Γκρέτα Γκάρμπο και τη Βίβιαν Λι, διότι δεν είχε ανάγκη να «προκαλέσει» για να γίνει διάσημος. 
Επίσης, δεν βγήκε να μας πει ότι θα έκανε μια παραλλαγή του έργου, όπως έκανε ας πούμε ο Μπαζ Λούρμαν με το «Ρωμαίος και Ιουλίετα» (1996), που τοποθέτησε τους ήρωές του στη σύγχρονη εποχή, διατηρώντας τους στίχους του Σαίξπηρ και με δύο φαμίλιες, σχεδόν μαφιόζικες, που χρησιμοποιούσαν μάλιστα και glamorous λιμουζίνες και όπλα. Ή, όπως ο Κάρολ Ριντ έκανε μιούζικαλ το «Όλιβερ Τουίστ» του Καρόλου Ντίκενς, με τίτλο «Όλιβερ» (1968). Να μη φτάσω δε, στο Jesus Christ Superstar (1973) του Νόρμαν Τζούισον. 
Έτσι, η ταινία του Ράιτ φαντάζει περισσότερο με μια –αποτυχημένη- απόπειρα θεατρικής απεικόνισης του εξαιρετικού αυτού δράματος του Λέοντος Τολστόι, στο οποίο οι ηθοποιοί παίζουν υπερβολικά, με στόμφο, σα να βρίσκονται στη σκηνή ενός θεάτρου, την ώρα που τα σκηνικά εναλλάσσονται γύρω τους πάνω σε κινητές βάσεις, ή από τους ίδιους, ή από κομπάρσους που συμμετέχουν στις σκηνές. Δεν σχολιάζεται βέβαια και το γεγονός, ότι ενώ έχει κρατήσει τα ρωσικά ονόματα, τα ντεκόρ και τα κοστούμια θυμίζουν Μεγάλη Βρετανία εποχής 15ου αιώνα.
Υπόθεση: Παντρεμένη με έναν ισχυρό κυβερνητικό παράγοντα, η Άννα Καρένινα ερωτεύεται βαθιά έναν πλούσιο αξιωματικό του στρατού, τον κομψό κόμη Βρόνσκι και προσπαθώντας απεγνωσμένα να βρει την αλήθεια και το νόημα στη ζωή της, αψηφά απερίσκεπτα τις συμβάσεις της ρωσικής κοινωνίας κι εγκαταλείπει το σύζυγο και το γιο της για να ζήσει με τον εραστή της. Ο περίγυρος της την καταδικάζει και την εξοστρακίζει, και η ίδια παθαίνει συχνά κρίσεις ζήλιας που αποξενώνουν τον Βρόνσκι, με αποτέλεσμα να βουλιάζει σιγά σιγά σε μια αδιέξοδη
Σκηνοθεσία: Τζο Ράιτ
Με τους: Κίρα Νάιτλι, Τζουντ Λο, Άαρον Τέιλορ-Τζόνσον, Kέλι ΜακΝτόναλντ, Ντόμναλ Γκλίσον, Μάθιου ΜακΦέιντιεν, Ρουθ Γουίλσον, Έμιλι Γουάτσον, Ολίβια Γουίλιαμς, Αλίσια Βικάντερ
Προβάλλεται από 1/1/2013

(Κριτική μου στο myFilm)

25/12/12

Χρόνια καλά

Ενώ τα Χριστούγεννα είναι η πιο αγαπημένη μου γιορτή, γλυκιά και μελαγχολική, αυτό που δεν μπορώ να δεχθώ, που δεν χωνεύω με τίποτα και αισθάνομαι σαν απροσάρμοστος όταν συμβαίνει, είναι τα ηλιόλουστα Χριστούγεννα, όπως σήμερα. Είναι ένα από τα παιδικά μου τραύματα, ας πούμε. Γεννήθηκα στην οδό Μενάνδρου στην Αθήνα, αλλά βρέθηκα στο Μαρούσι όταν πια άρχισα να καταλαβαίνω τον εαυτό μου και να θυμάμαι. Τα πρώτα μου Χριστούγεννα, λοιπόν, ήταν στο Μαρούσι και χιονισμένα. Είχε αρχίσει να ρίχνει χιονόνερο από τις 20 Δεκεμβρίου, η θερμοκρασία έπεφτε μέρα με τη μέρα, το σπίτι μας (μέναμε με νοίκι), ένα ψηλό αρχοντικό κτισμένο κυρίως με πλίνθους, δεν ζεσταινόταν με τίποτα και για να μην πολυλογώ, ξημερώνοντας Χριστούγεννα η μητέρα μου άνοιξε τα παράθυρα και αντίκρυσα αυτό το απέραντο λευκό μέχρι το ναό της Παναγίας, της οποίας οι καμπάνες μόλις που ακούγονταν, λες και το χιόνι λειτουργούσε ως ηχομονωτικό. Το περπάτημα μέχρι την εκκλησία, που ήταν πολύ κοντά στο σπίτι μας, ήταν αρκετά δύσκολο, αλλά μου άρεσε με τα πόδια μου να χώνονται μέσα στο αφράτο χιόνι, που ήταν στρωμένο παντού και αυτή η ησυχία με γοήτευε. Υπήρχε μια γαλήνη και ύστερα ήταν οι ψαλμωδίες στο ζεστό ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου. Όλα αυτά λοιπόν, με σημάδεψαν από την πρώτη χρονιά στο Μαρούσι των παιδικών μου χρόνων και με έκαναν απαιτητικό να θέλω λευκά Χριστούγεννα μέχρι σήμερα. Ήρθε όμως το πέρασμα του χρόνου, ο συνωστισμός στο πρώην χωριό και ύστερα η αστικοποίηση, αργότερα το φαινόμενο του θερμοκηπίου και... πάει ο χειμώνας. Σου μένει μια νοσταλγία για την εποχή αυτή που σήμερα... κοστίζει.
Σήμερα, επιστρέφοντας από το ναό του Αγίου Νικολάου, άνοιξα τα  ρολά των παραθύρων, ώστε να μη μπαίνει αντηλιά και να δημιουργείται μια αίσθηση συννεφιάς που απουσιάζει και τώρα που πληκτρολογώ ακούω Galaxy-92 και το Cosmos-93,6 (εναλλάξ) στο compact, να παίζουν χριστουγεννιάτικα τραγούδια, κυρίως ξένα, επί το πλείστον αμερικάνικα. Διότι και αυτά είναι μέρος των παιδικών μου... τραυμάτων. Τι να κάνουμε;
Εύχομαι σε όλους υγεία, που είναι ό,τι πολυτιμότερο έχουμε, διότι όταν υπάρχει αυτή πολλά μπορεί να πετύχει, ο άνθρωπος.
Εύχομαι επίσης, γρήγορα να αναρρώσουμε από την κοινωνική και οικονομική κρίση που μαστίζει την κοινωνία μας και να εκλείψουν όλα αυτά που μας απασχολούν -βασανιστικά- σήμερα.
Χρόνια καλά και πολλά, λοιπόν.

19/12/12

Το μερίδιο των αγγέλων (Angels' Share)

Ο συνειδητοποιημένος και πολιτικοποιημένος βρετανός σκηνοθέτης Κεν Λόουτς, χωρίς να απομακρύνεται από τα λαϊκά στρώματα, τους περιθωριακούς χαρακτήρες και την τάση του να σχολιάζει την κοινωνία, αυτή τη φορά μας ξεναγεί στον κόσμο των θαυμαστών του ουίσκι, με μια φαινομενικά ανάλαφρη ιστορία. Όχι όμως τόσο ανάλαφρη, αφού ο ήρωάς του είναι ένας έξυπνος και σκληρός περιθωριακός, αλλά κατά βάθος καλός και έτοιμος να προσαρμοστεί στο περιβάλλον του.
Έξυπνα δομημένη η ταινία, από τη μια μας δείχνει τις προσπάθειες του νεαρού να ξεφύγει από το ασφυκτικό περιβάλλον του και από την άλλη την σκληρότητα που αντιμετωπίζει όχι μόνον από αυτούς που θέλει να αποφύγει, αλλά και του «τυπικού» σωφρονιστικού συστήματος, που όμως «τη γλιτώνει» εξαιτίας ενός καλόκαρδου σωφρονιστικού υπαλλήλου, που επιτέλους παίρνει στα σοβαρά τις προσπάθειες του ήρωα της ταινίας και τον προτρέπει σε σωστές δράσεις.
Οι πάρα πολύ καλές οι ερμηνείες των νεαρών ηθοποιών όσο και των βετεράνων, το χωρίς χάσματα σενάριο, το λεπτό χιούμορ, οι σωστοί χαρακτήρες και η στρωτή αφήγηση, κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή, που μένει ικανοποιημένος και από τη φωτογραφία, αλλά και τη μουσική.
Ο Κεν Λόουτς αποδεικνύει για άλλη μια φορά το πάθος του για την αρτιότητα.
Υπόθεση: Όταν ο Ronnie, ένας νεαρός από τη Γλασκώβη, αγκαλιάζει για πρώτη φορά το νεογέννητο γιο του Luke, ορκίζεται να του εξασφαλίσει μια καλύτερη μοίρα από τη δική του. Τα πράγματα όμως είναι δύσκολα καθώς ο νεοφώτιστος πατέρας εκτός από καταδικασμένος σε 300 ώρες κοινωνικής εργασίας για διάφορες αξιόποινες πράξεις, είναι εγκλωβισμένος στον κλοιό της ανεργίας και του περιθωρίου. Για καλή του τύχη όμως ανακαλύπτει ότι διαθέτει μια χαρισματική όσφρηση που του επιτρέπει να διακρίνει την υφή και τα αρώματα του ουίσκι κι έτσι του δίνεται η ευκαιρία που ζητούσε για να αλλάξει τη ζωή του.
Σκηνοθεσία:  Κεν Λόουτς
Μμε τους:  Πολ Μπράνιγκαν, Τζον Χένσο, Γκάρι Μέιτλαντ, Τζασμίν Ρίγκινς, Γουίλιαμ Ρουέν, Ρότζερ Άλαμ, Τσάρλι Μακλίν
Προβάλλεται από 20/12/2012

(Κριτική μου στο myFilm)

Παπαδόπουλος και Σια (Papadopoulos & Sons)

Ο μοναδικός γνήσιος Έλληνας, σ’ αυτή την κυπριακή παραγωγή, είναι ο Γιώργος Χωραφάς, που υποδύεται το Σπύρο, τον άσωτο, φτωχό και άξεστο αδερφό του πάμπλουτου Χάρη Παπαδόπουλου, που μέσα σε μια νύχτα χάνει την τεράστια περιουσία του (φούσκα, όπως αποδεικνύεται, αφού την είχε κάνει εκμεταλλευόμενος δάνεια για «ανάπτυξη και παραγωγικότητα», από αυτά που σήμερα οι δανειστές μας τα ζητάνε πίσω).
Η ταινία, εκτός από τις ερμηνείες που είναι αρκετά καλές (με εξαίρεση του δικού μας Γιώργου Χωραφά, που είναι η καλύτερη και πλέον πειστική), δεν προσφέρει παρά ηθικοπλαστικά μηνύματα περί οικογενειακών δεσμών, φιλίας και συντροφικότητας (όλοι είμαστε άνθρωποι, οι πλούσιοι και οι φτωχοί, οι Έλληνες και οι Τούρκοι), αλλά και μαθήματα αυτογνωσίας, αυτοπεποίθησης και αισιοδοξίας απέναντι στις σύγχρονες αντιξοότητες της ζωής.
«Θέλουμε να πούμε στον Έλληνα θεατή, ότι πρέπει να έχει αυτοπεποίθηση στον εαυτό του και τη δημιουργικότητά του και να είναι αισιόδοξος, ώστε να ξεπεράσει την κρίση», όπως δήλωσε στο Myfilm ο Γιώργος Χωραφάς, αμέσως μετά τη δημοσιογραφική προβολή της ταινίας.
Με αργό ρυθμό, υπερβολικό σενάριο, αλλά και αρκετές στιγμές σαρκαστικού χιούμορ, η ταινία προσπαθεί να πιάσει το σφυγμό του νεοέλληνα και άλλοτε  τα καταφέρνει, ενώ άλλοτε όχι. Εκτός από τη μεσογειακή φυσιογνωμία του Γιώργου Χωραφά, το μοναδικό άλλο στοιχείο που παραπέμπει στους Έλληνες είναι η χρήση πολλών ελληνικών τραγουδιών, άλλοτε στην αρχική τους εκτέλεση και άλλοτε από «cd για τουρίστες».
Υπόθεση: Ο αυτοδημιούργητος, Χάρης Παπαδόπουλος τα έχει όλα: μια έπαυλη, βραβεία και ένα υπέρ-πλούσιο τρόπο ζωής. Όταν όμως η οικονομική κρίση χτύπησε, ο Χάρης και η οικογένειά του τα χάνουν όλα! Όλα εκτός από ένα αδρανές και ξεχασμένο κατάστημα Fish & Chip “Ta Τρία Αδέλφια”, που έχει εξ’ αδιαιρέτου με τον, αποξενωμένο εδώ και χρόνια από την οικογένεια, αδελφό του, Σπύρο. Μην έχοντας άλλη εναλλακτική, ο Χάρης και η οικογένειά του αναγκάζονται να πάρουν τις βαλίτσες τους και απρόθυμα, πάνε να μείνουν με τον ‘Θείο Σπύρο’, πάνω από το εγκαταλελειμμένο εστιατόριο «Τα Τρία Αδέλφια». Όλοι μαζί πια, ξεκινάνε να αναστήσουν το εστιατόριο, κάτω από το ύποπτο βλέμμα του παλαιού τους αντίπαλου από το απέναντι Τούρκικο κεμπάπ μαγαζί, του Χασάν, του οποίου ο γιος έχει μάτια μόνο για την κόρη του Χάρη, την Κέιτι. Καθώς κάθε μέλος της οικογένειας αρχίζει να συμφιλιώνεται με την νέα τους ζωή, ο Χάρης προσπαθεί να ξανακερδίσει την παλιά του αυτοκρατορία. Όμως, καθώς το εστιατόριο επανέρχεται στην ζωή, παλιές αναμνήσεις έρχονται στην επιφάνεια και ο Χάρης ανακαλύπτει ότι η πραγματική ευτυχία είναι η χαρά που σου δίνουν τα μικρά πράγματα...
Σκηνοθεσία: Μάρκου Μάρκου
Με τους:
Στήβεν Ντιλέιν, Τζώρτζια Γκρουμ, Εντ Στόπαρντ, Γιώργος Χωραφάς, Ρίτσαρντ Ντάρντεν, Τζωρτζίνα Λεονάιντας 
Προβάλλεται από 20/12/2012

(Κριτική μου στο myFilm)

17/12/12

Η ιστορία επαναλαμβάνεται αντίστροφα

Στις 12 Μαρτίου 2012 έγραφα με τίτλο «Υπάρχει όριο» τα εξής:
«Ωραία! Πετάξαν γιαούρτι στον Βενιζέλο ακόμα και εν μέσω συνεδρίου του ΠΑΣΟΚ. Λίγες μέρες πριν είχαν πετάξει νερά, γιαούρτια, καρέκλες στον Νταλάρα. Προ καιρού προπηλάκισαν άλλους πολιτικούς και εν όψει της Εθνικής Γιορτής της 25ης Μαρτίου, οι "επίσημοι" σκέφτονται να μην εμφανιστούν για να μη γίνουν "θύματα" νέων προπηλακισμών.
Η απορία μου, χωρίς πολλά λόγια και βαρύγδουπες αναλύσεις, είναι: Μέχρι ποίου σημείου θα φτάσει αυτή η ατιμώρητη βία; Διότι, εντάξει, υπάρχει παράπονο και αγανάκτηση και ορισμένοι εκφράζονται με αυτές τις πράξεις. Ποιος όμως θα ορίσει πότε αυτές οι πράξεις αρχίζουν να γίνονται αξιόποινες; Διότι υπάρχουν κάποιοι νόμοι που τις χαρακτηρίζουν αξιόποινες, ως βιαιοπραγίες. Δεν μοιάζουν να εκφράζουν κάποια πολιτική. Αν μένουν ατιμώρητες αυτές οι βιαιοπραγίες, μέχρι πού θα φτάσουν; Το έχει σκεφτεί κανείς; Πριν καιρό χάσαμε τρεις ανθρώπους στη Marfin. Ξεχάστηκε. Κανείς υπεύθυνος. Αύριο τι; Ποιος ορίζει που τελειώνει ο συμβολισμός και αρχίζει ο πόνος;».
Αυτές τις μέρες άγνωστοι επιτέθηκαν σε βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κατήγγειλε ότι του επιτεθηκαν άνθρωποι της Χρυσής Αυγής. Αυτή όμως του έκανε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση, όταν δε βγήκε ο Βενιζέλος και είπε στο ΣΚΑΪ πως όταν του πέταγαν γιαούρτια, ο ΣΥΡΙΖΑ υποστήριζε ότι εκείνη η βία ήταν «φυσιολογικές εκρήξεις αγανάκτησης» του κόσμου,  εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ απάντησε ότι αυτά είναι υπερβολές του Βενιζέλου.
Η απορία μου, μέχρι ποιου σημείου θα φτάσει η ατιμώρητη βία, παραμένει ακόμα επίκαιρη...

14/12/12

Teddy Bear

Ο Teddy Bear είναι ένα κατοικίδιο, ύψους δύο μέτρων περίπου και βάρους γύρω στα 100 κιλά, συμπαγών μυώνων. Είναι ο Ντένις, ο «μποντιμπιλντεράς», ο οποίος ζει με τη χήρα μητέρα του και σε ηλικία λίγο πριν τα 40, δεν έχει καταφέρει να απογαλακτισθεί. Τη σέβεται και τη φοβάται ταυτόχρονα. Δεν τολμά να της αντιμιλήσει και εκείνη τον «χρησιμοποιεί» σαν το μικρό της αρκουδάκι. Όπως φαίνεται όμως, η μικροκαμωμένη μητέρα του δεν τον έχει και πολύ ανάγκη. Ισχυρός χαρακτήρας, αυταρχική, ξεσπά πάνω του την ισχύ της μάνας και βρίσκει έδαφος στον αδύναμο χαρακτήρα του. Τόσο αδύναμο, που δεν μπορεί να σταυρώσει γυναίκα. Είναι και τεράστιος…
Ακούγοντας όμως ένα θείο του, που βρήκε τη σύντροφο της ζωής του στην Πατάγια της Ταϋλάνδης, λέει ψέματα στην αυταρχική μητέρα του, πως πάει σε διαγωνισμό bodybuilding, πάει στην Ταϋλάνδη και εκεί μακριά από τη σκιά της, κάνει την πρώτη του υπέρβαση. Γνωρίζει τη γυναίκα της ζωής του, επιλέγοντας μέσα από δεκάδες γυναίκες αγοραίου έρωτα και τη φέρνει μαζί του στη Δανία, λέγοντας συνεχώς ψέματα στη μητέρα του.
Ο Ντένις υπήρξε για τον δανό σκηνοθέτη Μαντς Ματίεσεν, μια ταινία μικρού μήκους που είχε εντυπωσιάσει και έτσι την έπλασε πάλι, φτάνοντάς την στα 93 λεπτά. Μια διάρκεια, η οποία δεν κουράζει και μιλά στην ψυχή του θεατή απλά και ειλικρινά, μέσα από τις εκφραστικές σιωπές του γίγαντα Κιμ Κολντ. Αλλά και τι διάλογο μπορεί να περιμένει κανείς από έναν εσωστρεφή και καταπιεσμένο γίγαντα;
Η ταινία δημιούργησε αίσθηση στο περσινό φεστιβάλ του Σάντανς, όπου τιμήθηκε με το Βραβείo Σκηνοθεσίας, στην ενότητα «Παγκόσμιο Σινεμά» και θεωρώ όχι άδικα. Είναι τρυφερή και συγκινητική, χωρίς υπερβολές και ο πρωταγωνιστής γίγαντας, δεν ξέρω αν θα μπορούσε να ερμηνεύσει ένα ρόλο με πολύ διάλογο. Οι σιωπές του πάντως είναι κραυγαλέες και το χαμόγελό του μια αποζημίωση.
Στη χώρα μας, που ακόμα και πριν την οικονομική κρίση, οι νεαροί σπουδαστές/τριες και μη, ζούσαν με τους γονείς τους μέχρι τα 30 και 35 χρόνια τους, αυτή η ταινία σε μερικούς ίσως φανεί αδιάφορη. Στις κοινωνίες της Δύσης και του εύπορου Ευρωπαϊκού βορρά, όμως που τα παιδιά μετά από τα 18 τους ανεξαρτητοποιούνται, αυτή η ταινία αποκτά άλλο ενδιαφέρον και για μας είναι άξια προς παρατήρηση.
Υπόθεση: Ο Ντένις, ένας 38χρονος bodybuilder μένει με την μητέρα του σε κάποιο προάστιο της Κοπεγχάγης και δεν είχε ποτέ του κορίτσι. Όταν ο θείος του παντρεύεται μια Ταϋλανδέζα, αποφασίζει να αναζητήσει την τύχη του ταξιδεύοντας στην Πατάγια, μια που η αγάπη φαντάζει ευκολότερη στην Ταϊλάνδη. Λέει ψέματα στη μητέρα του ότι θα πάει στην Γερμανία, όμως μην έχοντας ταξιδέψει ξανά, παθαίνει πολιτισμικό σοκ φτάνοντας στον προορισμό του. Η αυθάδης συμπεριφορά των κοριτσιών στην Ταϋλάνδη θα καταφέρει καίρια πλήγματα στις πεποιθήσεις του για την αγάπη. Τη στιγμή που είναι έτοιμος να χάσει κάθε ελπίδα, συναντά απροσδόκητα την Τόι.
Σκηνοθεσία: Μαντς Ματιέσεν
Με τους: Κιμ Κολντ, Ελίζαμπεθ Στίνοφ, Λαμεπόρν Σανγκμανί Χουγκάρντ 
Προβάλλεται από 13/12/2012

(Κριτική μου στο myFilm)

Τα πλεονεκτήματα του να είσαι στο περιθώριο

Μπορούν, η εσωστρέφεια, η μοναξιά, η απομόνωση, τα χαμένα όνειρα και οι ελπίδες, η διαφορετικότητα και οι προβληματικές σχέσεις να αποτελέσουν τη βάση για κοινωνικότητα και δημιουργικότητα;
Ο Στίβεν Τσμπόσκι μας λέει πως μπορούν! Ο ήρωάς του, ένας 15χρονος, «αόρατος» από συμμαθητές και φίλους, γίνεται ξαφνικά περιζήτητος σε μια παρέα,  από μια κουβέντα που πετάει σε μια συμμαθήτρια του, που.. τον συμπονάει. Από εκείνη την ώρα και εκ συμπτώσεων, γίνεται μάρτυρας όλων των ανομολόγητων δράσεων της συγκεκριμένης παρέας και έτσι όλοι τον θέλουν για κολλητό, ώστε να μη φανερώσει τα μυστικά τους (κρυφούς έρωτες, ομοφυλοφιλικές σχέσεις, κακοποιήσεις και οτιδήποτε άλλο μπορεί να βασανίζει την καθημερινότητα των συνομηλίκων του, που έτυχε να το αντιληφθεί και το έκρυβαν).
Η ταινία είναι σοβαρή και παρόλο που διαδραματίζεται γύρω στο ’90 δεν έχει –για αμερικανική- το χαζοχαρούμενο (και μέχρι γελοιότητας) concept των American Pie.
Προβληματίζει γλυκά και τρυφερά τους νεαρούς θεατές, αλλά και αυτούς στους οποίους ξυπνάει αναμνήσεις. Σφιχτή σκηνοθετικά, με ωραία μουσική και ερμηνείες αναπάντεχα καλές, η ταινία αν είχε και μερικούς έγχρωμους ηθοποιούς, θα χαρακτηριζόταν άριστη.
Υπόθεση: Ο ευφυής και σκεπτικός 15χρονος Τσάρλι προσπαθεί να προσαρμοστεί στο Λύκειο και καταλήγει μέλος μιας παρέας τελειόφοιτων, ανάμεσα στους οποίους είναι ο πνευματώδης και γεμάτος αυτοπεποίθηση Πάτρικ, καθώς και η όμορφη Σαμ. Οι νέοι του φίλοι τον ενθαρρύνουν να “βγει από το καβούκι του” και τον εισαγάγουν στην μουσική, στον κινηματογράφο, στο “The Rocky Horror Picture Show” και, τελικά, στον έρωτα. 
Σκηνοθεσία: Στίβεν Τσμπόσκι
Μμε τους: Έμα Γουότσον, Νίνα Ντόμπρεβ, Πολ Ρουντ, Λόγκαν Λέρμαν, Μέι Γουίτμαν, Μέλανι Λίνσκι, Έζρα Μίλερ
Προβάλλεται από 13/12/2012

(Γράφτηκε για το myFilm)

Hobbit: Ένα αναπάντεχο ταξίδι

Όσοι απόλαυσαν την τριλογία του Πίτερ Τζάκσον (πάνω στο μυθιστόρημα «Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών», που ήταν ένα μυθιστόρημα εμπνευσμένο και επηρεασμένο από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο είχε συμμετάσχει και σχολιάσει ο Τζ. Ρ.Ρ. Τόλκιν) και είχαν βρει αλληγορικές σκηνές γύρω από την προσπάθεια αλληλοεξόντωσης των ανθρώπων με πρωτόγνωρα για την εποχή εκείνη μέσα, θα απογοητευτούν από την ταινία Hobbit, η οποία στο κάτω-κάτω προηγείται των ιστοριών του Άρχοντα.
Οι ώριμοι –ηλικιακά και διανοητικά- θεατές που υπήρξαν φίλοι του Τόλκιν, στην τριλογία του κινηματογραφικού «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν εκτός από τις ερμηνείες των ηθοποιών, τα άρτια ψηφιακά εφέ και τα πάμπολλα μηνύματα, για τη φιλία, την αυτοθυσία, τον αγώνα εναντίον του Κακού με κάθε τρόπο και ταυτόχρονα τα μηνύματα για το ρατσισμό, για τη μη χρήση των πυρηνικών και για το σεβασμό του περιβάλλοντος (το Δαχτυλίδι παραπέμπει σ’ αυτό της ατομικής βόμβας και οι διάφορες φυλές –άλλες όμορφες και άλλες δύσμορφες- παραπέμπουν στην αποδοχή ή όχι του διαφορετικού και στην ομαδοποίησή τους, τη συμπόρευση και μετανάστευση προς κάποιο καλύτερο τόπο), αυτοί λοιπόν οι θεατές, δεν θα τα βρουν αυτά στο Hobbit, αλλά ούτε και κάτι καινούργιο.
Η ταινία Hobbit είναι άρτια τεχνικά (ο Πίτερ Τζάκσον αποδεικνύεται μάστορας σ’ αυτό και αν είχαμε δει στη δημοσιογραφική προβολή, την κόπια των 48 καρέ ανά δευτερόλεπτο, θα είχαμε και επ’ αυτού κάποια άποψη), αλλά αυτή τη φορά πάσχει από ιστορία και αφήγηση, αφού η πρώτη ώρα από την τρίωρη σχεδόν διάρκεια, αναλώνεται σε ένα μεγάλο Τίποτα. Είναι σαν ένα παραμύθι για μικρά παιδιά, αν και τα παραμύθια έχουν μια δομή.. Είναι μια κατά το ήμισυ παιδική ταινία, η οποία στους μεγαλύτερους ηλικιακά και ωριμότερους θεατές, δεν έχει να προσφέρει τίποτα παραπάνω από την τριλογία του Άρχοντα, όπου αν ήθελες μπορούσες να παρομοιάσεις τον Σάουρον και τον Σάρουμαν με τους Χίτλερ και Στάλιν αντίστοιχα, αφού ο Τόλκιν ενώ είχε συμμετάσχει στον Α’  Παγκόσμιο Πόλεμο και μάλιστα στην πιο αιματηρή μάχη στο Somme της Γαλλίας, έγραψε το μυθιστόρημά του, κατά τη διάρκεια του Β’  Παγκοσμίου Πολέμου. Και δεν ξεχνάω, βέβαια, τον έμμεσο σχολιασμό του πάνω στη βιομηχανική επανάσταση και τη χρήση της, για αλληλοεξόντωση του ανθρώπινου είδους (με τις μηχανές που ανακαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, αλλά και τη συμβολή τους στη ρύπανση του περιβάλλοντος).
Αν πρέπει να κρίνει κάποιος το Hobbit, δεν μπορεί να αποφύγει το χαρακτηρισμό του, ως παιδικό φιλμ (και το βιβλίο άλλωστε ήταν ανώριμο σε σχέση με τον Άρχοντα). Είναι μια ταινία, με έξοχη φωτογραφία και καταπληκτικά ψηφιακά και ηχητικά εφέ, μια ταινία που σε «στέλνει» σε άλλους κόσμους, αλλά δεν παύει να είναι βαρετή, διότι δεν προσφέρει το κάτι παραπάνω από τον Άρχοντα, που τελικά έγραψε ιστορία.
Υπόθεση: Η πρώτη ταινία της τριλογίας διηγείται την ιστορία της Μέσης Γης, 60 χρόνια πριν από τον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών». Ο κινηματογραφικός φακός ακολουθεί τον Μπίλμπο Μπάγκινς στις περιπέτειές του, ο οποίος αποφασίζει να σώσει το βασίλειο του Έρεμπορ από τον τρομερό δράκο Νοσφιστή. Με την απρόσμενη βοήθεια του Γκάνταλφ του Γκρίζου, ο Μπίλμπο ακολουθεί μια ομάδα δεκατριών νάνων, της οποίας επικεφαλής είναι ο θρυλικός πολεμιστής, Θόριν Δρύασπις. Το ταξίδι τους θα τους οδηγήσει στην Ερημιά, σε επικίνδυνους τόπους γεμάτους Τελώνια, Ορκ, φονικούς λύκους και μάγους. Για να φτάσουν στον τελικό προορισμό τους που βρίσκεται στην Ανατολή, στο Μοναχικό Βουνό, πρέπει πρώτα να καταφέρνουν να βγουν ζωντανοί από τις σήραγγες των τελωνίων... Εκεί όμως, ο Μπίλμπο θα συναντήσει το πλάσμα, που θα αλλάξει τη ζωή του για πάντα... το Γκόλουμ. Στις όχθες μιας υπόγειας λίμνης, ο Μπίλμπο Μπάγκινς θα ανακαλύψει ότι διαθέτει επινοητικότητα και θάρρος που ξεπερνά τη φαντασία του, καθώς θα καταφέρει να αποκτήσει το «πολύτιμο» δαχτυλίδι του Γκόλουμ, το οποίο διαθέτει απρόσμενες και χρήσιμες ιδιότητες... Είναι ένα απλό, χρυσό δαχτυλίδι δεμένο άρρηκτα με τη μοίρα της Μέσης Γης, με τρόπους που ο Μπίλμπο δεν μπορεί καν να διανοηθεί.
Σκηνοθεσία: Πίτερ Τζάκσον
Με τους: Ίαν Μακέλεν, Μάρτιν Φρίμαν, Κέιτ Μπλάνσετ, Ορλάντο Μπλουμ, Ίαν Χολμ, Κρίστοφερ Λι, Χούγκο Γουίβινγκ, Ελάιτζα Γουντ, Εβάντζελιν Λίλι, Άντι Σέρκις, Ρίτσαρντ Άρμιτατζ, Τζέφρι Τόμας, Μάικ Μιζράχι
Προβάλλεται από 13/12/2012

(Κριτική μου στο myFilm

11/12/12

Η ζωή του Γρηγόρη Λαμπράκη σε ταινία

Το έργο, η ζωή και η πολιτική διαδρομή του Γρηγόρη Λαμπράκη (1912 - 1963) γίνονται ταινία από το συμπολίτη μας Μαρουσιώτη Στέλιο Χαραλαμπόπουλο, έναν σκηνοθέτη με πλούσια φιλμογραφία και βραβεύσεις («Ημερολόγια Καταστρώματος -Γιώργος Σεφέρης», «Ι. Μόραλης», «Τη νύχτα που ο Φερνάντο Πεσόα συνάντησε τον Κων/νο Καβάφη», «Υπογραφή»). Η ταινία βρίσκεται, όπως δήλωσε στην Αμαρυσία ο σκηνοθέτης, στο στάδιο του μοντάζ και θα έχει ολοκληρωθεί στο τέλος του 2012.
Ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος, εξήγησε στην Αμαρυσία, τι κρατά σαν γνώση και τι απορρίπτει σαν μυθολογία στο ντοκιμαντέρ: «Πάλεψα με τις αντιστάσεις και τις εκπλήξεις του ίδιου του κινηματογραφικού υλικού, οι οποίες γίνονται αντιληπτές στην διαδικασία του μοντάζ».
Ο σκηνοθέτης, με το ντοκιμαντέρ αυτό, προσεγγίζει τις λιγότερο γνωστές πλευρές της προσωπικότητας και της δράσης του, αλλά και της «υπόθεσης Γρηγόρη Λαμπράκη»:

5/12/12

Κάτι σαν έρωτας

Τρυφερή ιστορία, από την οποία προκύπτει ότι τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται εκ πρώτης όψεως και η βίαiη συμπεριφορά, μπορεί να καραδοκεί σε κάθε γωνία.
Οι χαρακτήρες είναι σωστά δομημένοι και μαζί με τις εξαιρετικές ερμηνείες συνθέτουν μια ταινία, που ενώ στο πρώτο μέρος θυμίζει ελληνικό κινηματογράφο δεκαετίας του ’60 (ο μοναχικός ηλικιωμένος καθηγητής φαίνεται να θέλει πραγματικά να βοηθήσει την παραστρατημένη πιτσιρίκα και ο φίλος της δείχνει να έχει «καλό σκοπό»), καταλήγει σε ένα αξιόλογο ψυχογράφημα της ιαπωνικής κοινωνίας που διαθέτει ένα απροσδόκητο τέλος, το οποίο όμως ίσως προοιωνίζει μια νέα αρχή. 
Υπόθεση: Η Akiko είναι μια νεαρή φοιτήτρια από την επαρχία που ζει στο Τόκιο κι εξασφαλίζει τα δίδακτρα της κάνοντας το call-girl. Με αυτή την ιδιότητα θα συναντηθεί με τον ευγενικό και μοναχικό ηλικιωμένο καθηγητή Takashi, ο οποίος την υποδέχεται σπίτι του, της μαγειρεύει, της βάζει ρομαντική μουσική και της φέρεται σαν ερωτευμένος. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε μια ιδιαίτερη σχέση.
Σκηνοθεσία: Αμπάς Κιαροστάμι
Με τους: Ριν Τακανάσι, Ταντάσι Οκούμο, Ρίο Κάσε, Ντέντεν
Προβάλλεται από 6/12/12

(Κριτική μου στο myFilm)

The master

Ίσως, στο αμερικανικό κοινό, αυτή η ταινία να έχει μια καταλυτική επίδραση. Πρόκειται ουσιαστικά για μια αποδόμηση όλων αυτών των σωτήρων, που κατακλύζουν την αμερικανική ύπαιθρο (από την εποχή που ζούσα στην Καλιφόρνια, θυμάμαι τον Μπίλι Γκράχαμ κάθε Κυριακή στην τηλεόραση, να ωρύεται μπροστά στο φακό να πείσει το κοινό του, ότι έχει μιλήσει και με τον ίδιο το θεό, προκειμένου να τους σώσει).
Στη χώρα μας, που ευτυχώς ανήκει στην «πεφωτισμένη Ευρώπη», από αυτή την πραγματικά καλοστημένη και αυθεντική (από άποψη ντεκόρ, κοστουμιών και της γενικής ατμόσφαιρας της μεταπολεμικής Αμερικής) ταινία, το μόνο που αποκομίζει ο θεατής, είναι οι πραγματικά εκπληκτικές ερμηνείες του Γιοακίν Φίνιξ και του Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν. Οι άνθρωποι δεν συγκρίνονται.
Αλλά δύο εξαιρετικές ερμηνείες, σε μια ταινία δυο ωρών και κάτι , δεν τη σώζουν από τη φλυαρία και προκαλούν βαρεμάρα. 
Υπόθεση: Με φόντο μια εντυπωσιακή εικονογραφία περιπλανώμενων και ανήσυχων ψυχών στη μεταπολεμική Αμερική, η ταινία “The Master” ακολουθεί το ταξίδι ενός βετεράνου αξιωματικού του Ναυτικού, που επιστρέφει στην πατρίδα μετά τον πόλεμο χωρίς σχέδια για το μέλλον. Κλονισμένος και γεμάτος αβεβαιότητα, γρήγορα θα υποκύψει στη γοητεία του Master, του χαρισματικού ηγέτη μιας θρησκευτικής οργάνωσης ονόματι The Cause, που αποκτά όλο και περισσότερους οπαδούς.
Σκηνοθεσία: Πολ Τόμας Άντερσον
Με τους: Έιμι Άνταμς, Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, Γιοακίν Φίνιξ, Λόρα Ντερν, Τζέσε Πλέμονς
Προβάλλεται από 6/12/12

(Κριτική μου και στο myFilm)

4/12/12

Αύριο ξημερώνει μια καινούργια μέρα

• Είναι Τρίτη (27/11/12) πρωί και γράφω ακούγοντας στο ραδιόφωνο, τα αποτελέσματα της περίφημης σύσκεψης του Eurogroup και τις δηλώσεις του πρωθυπουργού και άλλων παραγόντων.
• Και επειδή ζούμε στην εποχή που «ποιείται» επικοινωνία και όχι πολιτική, θυμήθηκα κάτι.
• Είπε ο πρωθυπουργός μας μετά τη σύσκεψη του Eurogroup, τη γνωστή φράση «αύριο ξημερώνει μια καινούργια μέρα» (που είχε πει και η Σκάρλετ Ο’ Χάρα στο τέλος τού «Όσα παίρνει ο άνεμος», όταν πλέον έχει μείνει μόνη και αποφασίζει να γυρίσει πίσω, στο σπίτι, στην πατρίδα).
• Την είπε, δε λέω, και ήχησε ωραία στ’ αυτιά μας.
• Τα παραχαϊδεμένα.
• Αλλά δεν ξεχνάω, ότι πριν πει αυτή τη φράση η συμπαθής Σκάρλετ, είχε ακούσει εκείνη την, επίσης γνωστή φράση.
• Τη φράση της αδιαφορίας: «Ειλικρινά, αγαπητή μου, δε μου καίγεται καρφί».
• Ήταν η κυνική απάντηση του γοητευτικού τυχοδιώκτη, και αναχωρούντος από τη ζωή της, Ρετ Μπάτλερ, στην απόγνωσή της που είχε εκφρασθεί με την απορία: «Φεύγεις; κι εγώ τι θα απογίνω τώρα;».
• Αν θυμάστε τη σκηνή, η Σκάρλετ αντίκριζε τα ερείπια που είχε αφήσει πίσω του –και στο κτήμα της– ο αμερικανικός εμφύλιος και είχε στρέψει το βλέμμα της προς τον Ρετ, ζητώντας του, για άλλη μια φορά, συμπαράσταση.
• Εκείνος όμως είχε βαρεθεί να την αγαπά και να συμπαρίσταται, σ’ εκείνη την ψηλομύτα και αλαζόνα, που πίστευε πως ήταν το κέντρο του σύμπαντος και σκεπτόταν μόνο τον εαυτό της.
• Εκείνη που ζούσε, όπως θα λέγαμε σήμερα, στην κοσμάρα της. Αν σας θυμίζει κάτι αυτό…
• Θα μου πείτε τώρα, του τυχοδιώκτη Ρετ Μπάτλερ δεν του καιγόταν καρφάκι, αλλά το Eurogroup αποφάσισε να δώσει 31,2 δις μπροστά και σταδιακά, ανάλογα με την εφαρμογή των 72 δεσμεύσεων, τα υπόλοιπα 13 δις ευρώ.
• Κι εγώ θα απαντήσω: «Ανάλογα με την εφαρμογή των δεσμεύσεων».
• Διότι, χωρίς την εφαρμογή των δεσμεύσεων, πραγματικά οι άνθρωποι «δεν τους καίγεται καρφί» για το τι θα απογίνουμε στη συνέχεια.
• Πάλι απαισιόδοξα το τελείωσα. Αλλά, φταίει η φράση «αύριο ξημερώνει μια καινούργια μέρα», που είπε ο πρωθυπουργός;
• Τέλος πάντων, ας είμαστε αισιόδοξοι…
• Χρήματα λαβαίνουμε και αυτά θα είναι τα τελευταία μέτρα.
• Που ψήφισε η κυβέρνηση Σαμαρά.
• Τα άλλα, θα τα ψηφίσει η κυβέρνηση Τσίπρα…
• Είδατε; Δεν μπορώ να αποφύγω τις κακές σκέψεις.
• Και ξέρετε γιατί; Διότι, γνωρίζω καλά τη νοοτροπία μας, που δεν αλλάζει εύκολα.
• Όπως έχω γράψει και παλαιότερα, η κρίση στη χώρα μας δεν είναι μόνον οικονομική, αλλά και κοινωνική και ιδεολογική.
• Διαπιστώνω δε, πως αυτοί που μας διοικούν, μιλούν ακόμα με την κομματική γλώσσα του προηγούμενου αιώνα και δείχνουν ότι ενδιαφέρονται μόνο για πάρτη τους και για την πελατεία τους.
• Αλλά γιατί αναφέρομαι σ’ αυτούς και δεν ξεκινώ από τους ταγούς της παιδείας μας;
• Όταν 49 καθηγητές του Πολυτεχνείου, για λόγους σκοπιμότητας, δεν ψηφίζουν τα όργανα διοίκησης των Πανεπιστημίων, επικαλούμενοι «μη εξοικείωση με τις νέες τεχνολογίες», (και παράλληλα ζητούν ακύρωση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας), τι παράδειγμα μπορούν να δώσουν στους φοιτητές τους, που αποτελούν το μέλλον της χώρας;
• Εμείς δε, οι απλοί άνθρωποι σε τι μπορούμε να ελπίζουμε;

(Δημοσιεύτηκε στην Αμαρυσία στις 30/11/2012)



1/12/12

Η Ελλάδα ανθίζει

Η Ταινιοθήκη της Ελλάδος και η Πρεσβεία της Αυστρίας παρουσιάζουν την Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012 στις 8μμ την ειδική προβολή της ταινίας Η Ελλάδα ανθίζει (Griechenland blüht, 2012) του Αυστριακού σκηνοθέτη Φάμπιαν Έντερ. 
Την άνοιξη που μας πέρασε ο σκηνοθέτης και η ομάδα του ταξίδεψαν από την Κρήτη στη δυτική Ελλάδα με ένα ιστιοπλοϊκό και κατέγραψαν εικόνες από τα μέρη που είδαν αλλά και εμπειρίες και βιώματα των ανθρώπων που συνάντησαν. 
Το ταξίδι τους έδωσε τη δυνατότητα να ξεφύγουν από την εικόνα μιας χώρας που πλήττεται από τα επεισόδια, τις απεργίες και τα σκάνδαλα και να εστιάσουν στην πραγματικότητα των απλών ανθρώπων που δραστηριοποιούνται, αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες της καθημερινότητας και συνεχίζουν. Τι σημαίνει για αυτούς η κρίση; Τι αντίκτυπο έχει στη ζωή τους; 
Μακριά από το φόβο που μπορεί να δημιουργούν οι συνεχείς αναφορές στην οικονομία και το χρέος, ο Έντερ και οι συνεργάτες του στρέφουν την προσοχή τους σε μια Ελλάδα που ανθίζει παρά τις αντιξοότητες, στους Έλληνες που παραμένουν πιστοί σε αξίες και ιδανικά, που επιμένουν και αισιοδοξούν. 
Πρόκειται για ντοκιμαντέρ διάρκειας 50 λεπτών, τα γυρίσματα του οποίου διήρκησαν από τα τέλη Μαρτίου έως τις αρχές Μαΐου 2012. Η παραγωγή ολοκληρώθηκε στο τέλος Μαΐου 2012. Η ταινία έχει ήδη προβληθεί στην αυστριακή τηλεόραση αλλά και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. 
Την προβολή που θα πραγματοποιηθεί στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος θα προλογίσει ο σκηνοθέτης. 
Ο Φάμπιαν Έντερ (Fabian Eder) γεννήθηκε το 1963 στη Βιέννη, όπου και σπούδασε στην Ακαδημία Κινηματογράφου. Ξεκίνησε ως οπερατέρ. Έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με την ταινία Die Scrift des Freundes (2005). Σκηνοθέτησε επίσης τη σειρά Tatort, ενώ ήταν καμεραμάν στην ταινία Polt muss weinen (2000). Έχει τιμηθεί με το αυστριακό τηλεοπτικό βραβείο Romy. Είναι και συγγραφέας.

Σώμα με σώμα

Μετανάστης, περιθωριακός και φορτωμένος με ένα παιδί που τον αμφισβητεί για πατέρα, γνωρίζει νέα και όμορφη με μεγάλη αυτοπεποίθηση και αλαζόνα, η οποία τον αποφεύγει. Η μοίρα όμως παίζει παιχνίδια και όταν θα ξανασυναντηθούν θα γίνει επειδή εκείνη το θέλει και αφού έχει χάσει τα δυο της πόδια, την αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμησή της. Δράμα… όχι με μελοδραματισμούς, όμως.
Θα μοιραστούν μια άνιση ζωή. Εκείνη ανάπηρη σωματικά, εκείνος ανάπηρος πνευματικά. Συμπληρώνονται και περνούν καλά, θα χωρίσουν και θα ξανασυναντηθούν μέχρι που εκείνος θα καταστρέψει τα δάχτυλα των χεριών του από ένα ατύχημα (η μοίρα και τα παιχνίδια της).
Η Μαριόν Κοτιγιάρ είναι υπέροχη. Παίζει με τις εκφράσεις του προσώπου της και τις κινήσεις του αναπομείναντος σώματος. Ξέρουμε τι σκέφτεται, τι επιθυμεί και δεν μπορεί να έχει, ξέρουμε πριν μιλήσει τι έχει να πει μόλις ανοίξει το στόμα της. Αλλά και ο Ματίας Σένερτζ δεν πάει πίσω. Πρόκειται για ένα τραγικό ζευγάρι, το οποίο αναδεικνύει χωρίς υπερβολές και μεγαλοστομίες, τη δύναμη της θέλησης.
Αξίζει να δει κανείς αυτή την ταινία.
Υπόθεση: Όλα ξεκινούν στη Βόρεια Γαλλία. Ο Αλί ξαφνικά βρίσκει τον εαυτό του με ένα πεντάχρονο παιδί στα χέρια του. Ο Σαμ είναι ο γιος του, αλλά δεν τον γνωρίζει καθόλου. Άστεγος, άφραγκος, χωρίς φίλους, βρίσκει καταφύγιο στην αδερφή του στην Αντίμπ. Τα πράγματα εκεί βελτιώνονται άμεσα. Τους φροντίζει, εκείνον και το παιδί. Ο Αλί συναντά τη Στεφανί σε ένα καβγά σε ένα κλαμπ. Την οδηγεί στο σπίτι της και της αφήνει το τηλέφωνο του. Είναι φτωχός, εκείνη είναι όμορφη και με πολλή αυτοπεποίθηση. Η Στεφανί εκπαιδεύει όρκες στο Marineland. Μια παράσταση θα καταλήξει σε τραγωδία, κι ένα τηλεφώνημα μέσα στη νύχτα θα τους φέρει και πάλι κοντά. Την επόμενη φορά που θα τη δει ο Αλί, εκείνη είναι σε αναπηρικό κοριτσάκι: έχει χάσει τα πόδια της και μαζί κάποιες ψευδαισθήσεις. Τη βοηθάει απλά, χωρίς συναίσθημα ή οίκτο. Κι εκείνη ζωντανεύει και πάλι.
Σκηνοθεσία: Ζακ Οντιάρ
Με τους: Μαριόν Κοτιγιάρ, Ματίας Σένερντς
Προβάλλεται από 29/11/2012

(Κριτική μου από το myFilm)

"Αν" η ταινία του Χριστ. Παπακαλιάτη

Για να μη μπερδευτείτε: άλλο Κριστόφ Κισλόφσκι και άλλο Κριστόφ Παπακαλιάτι. Εντάξει, εντάξει, αστειεύομαι.
Η πρώτη κινηματογραφική προσπάθεια του κ. Παπακαλιάτη στέκεται τηλεοπτικά. Κινηματογραφικά όμως… κάτι μου θυμίζει, αλλά τι; Διότι κλέβει από παντού, από τίτλο, από σκηνοθετικό ύφος, από μουσικές και τραγούδια, από σενάρια. Έφτασε δε μέχρι τη χρήση του Αντωνάκη και της Ελενίτσας (να ʽναι καλά ο Κωνσταντίνου και η Κοντού) από το θρυλικό «Η δε γυνή να φοβήται τον άντρα» του Γιώργου Τζαβέλλα. Τα δε θέματα που θίγει; Αμέτρητα. Έλεος…
Έχει και τα θετικά του όμως: αναδεικνύει με ωραία φωτογραφία την Πλάκα και επενδύει τις σκηνές με γνωστά αβανταδόρικα ελληνικά και ξένα τραγούδια.
Διαβάζω σε συναδέλφους ότι τα θέματα που αγγίζει στην ταινία είναι τα ίδια, με τα οποία είχε ασχοληθεί και στην τηλεόραση και μπράβο του. Πρέπει να σημειώσω εδώ, ότι δεν έχω δει ποτέ τα σίριάλ του στην τηλεόραση και δεν μπορώ να έχω άποψη, όταν έγραφα δε ότι "στέκεται τηλεοπτικά" αυτό ακριβώς εννοούσα: ότι μπορεί στην τηλεόραση αυτή η ταινία να έχει καλύτερη τύχη, ακόμα και σε ξένα κανάλια, όπως έχουν καλή τύχη εδώ τα τούρκικα σίριαλ, απ' ότι διαβάζω.
Υπόθεση: Όλοι δεν έχουμε αναρωτηθεί πόσο μπορεί μία στιγμιαία απόφασή μας, να καθορίσει όλη μας τη ζωή; Ακριβώς αυτό συμβαίνει και στη ζωή του ήρωα μας του Δημήτρη. Αθήνα, Πλάκα 2009 - Αν ο Δημήτρης έβγαινε από το σπίτι του εκείνο το βράδυ θα γνώριζε τη Χριστίνα.. Ένας έρωτας θα γεννηθεί και θα φτάσει μέχρι και σήμερα το 2012. Ένας έρωτας στην εποχή της κρίσης και των μεγάλων αλλαγών . Θα αντέξει; Είναι ο έρωτας η απάντηση σε όλο αυτό που ζούμε; Πόσο επηρεάζει μία οικονομική κρίση και πόσο μπορεί να διαλύσει τη σχέση ενός ζευγαριού; Συγχωρείται η απιστία; Και πόσο ίδιες είναι οι εποχές στο θέμα του έρωτα; - Αν όμως ο Δημήτρης εκείνο το βράδυ του 2009 δεν έβγαινε από το σπίτι του, δεν θα γνώριζε τη Χριστίνα και θα παρέμεναν δύο άγνωστοι στην ίδια πόλη.. Ο χρόνος, ο τόπος και τα γεγονότα στη ζωή του Δημήτρη είναι κοινά.. Η βασική διαφορά είναι ότι δεν είναι μαζί με τη Χριστίνα για να τα αντιμετωπίσει… Πόσο εύκολο είναι να ζει κάποιος μόνος του; Πόσο αντέχει ένας άνθρωπος τη μοναξιά ή αλλιώς την «ελευθερία»; Πόσο κοντά σου μπορεί να είναι ένας μεγάλος έρωτας και εσύ να μην τον βλέπεις; Θα γνωριστούν ποτέ ο Δημήτρης και η Χριστίνα;
Σκηνοθεσία: Χριστόφορου Παπακαλιάτη
Με τους: Χριστόφορο Παπακαλιάτη, Μαρίνα Καλογήρου, Μάρω Κοντού, Γιώργο Κωνσταντίνου, Θέμις Μπαζάκα
Προβάλλεται από 29/11/2012

(Κριτική μου από το myFilm)