23/10/11

Ποιός θα τολμήσει;

Έλεγα λοιπόν, στην προηγούμενη ανάρτηση, ότι η μεγάλη αλλαγή, η Επανάσταση που οραματίζονται μερικοί με το "ουστ, έξω από δω", προκειμένου να αλλάξουν το πολιτικό σύστημα, δεν δείχνει ωριμότητα.
Αυτού του είδους η βία, διότι περί βίαιης αλλαγής μιλούν οι "Ουστ έξω από δω" στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης, δεν σημαίνει ότι θα φέρει και την πολυπόθητη αλλαγή και ας έλεγε ο Μαρξ ότι η βία είναι η μαμή της ιστορίας.
Το πολιτικό σύστημα μπορεί να αλλάξει, όταν θα έχει αλλάξει και ο κόσμος τις προσωπικές επιλογές του, τα ατομικά του συμφέροντα, που είναι αυτά που έφεραν στην εξουσία αυτούς που σήμερα δεν θέλουμε.
Άρα, λοιπόν, χρειάζεται υπευθυνότητα εκ μέρους του λαού. Όπως χρειάζεται και υπευθυνότητα εκ μέρους αυτών που κυβερνούν.
Όπως έγραψε και ο κ. Κ. Βαξεβάνης στο Lifo: "Δεν γίνεται άνθρωποι που δεν είπαν ποτέ στη ζωή τους ένα ΟΧΙ αξιοπρέπειας να εκφέρουν ξαφνικά τα μεγάλα ιστορικά ΟΧΙ"

22/10/11

Θεωρητικά τινά

Δεν διαφωνώ ότι υπάρχει αυξημένη δυσαρέσκεια στον κόσμο γύρω μου. Ανήκω κι εγώ στους πληγέντες από τα μέτρα που λαμβάνονται. Διαφωνώ όμως με τον τρόπο που ορισμένοι βλέπουν τις εξεγέρσεις του κόσμου και μιλούν για Επανάσταση. Για μια αλλαγή δηλαδή του πολιτικού κατεστημένου. "Να φύγουν αυτοί και βλέπουμε", ακούω να λένε. "Ουστ και έξω από δω", γράφεται στο Φέισμπουκ
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από την εποχή που σπούδαζα πολιτική επιστήμη και κοινωνιολογία, αλλά από όσα θυμάμαι δεν αρκεί μόνον Δυσαρέσκεια και Καταπίεση για να εξεγερθεί ένα μεγάλο τμήμα του λαού και να γίνει Επανάσταση. Πρέπει να υπάρχει και κάποιος ιδολογικός στόχος μαζί με κάποιον εμπνευσμένο ηγέτη που θα κατευθύνει τους απογοητευμένους και δυσαρεστημένους, ώστε να μη καταλήξουν σε άναρχες καταστροφές και πλιάτσικο και πιθανόν σε διαμάχες μεταξύ του ίδιου του λαού που θέλει την αλλαγή, την επανάσταση.
Με λίγα λόγια (για να μην παραδίδω μαθήματα), ομάδες πίεσης που κυκλώνουν ένα Κοινοβούλιο και καταλήγουν να ρημάζουν άναρχα τα γύρω καταστήματα και τα ξενοδοχεία και να χτυπιούνται μεταξύ τους, χωρίς άλλο σκοπό και στόχο, ΔΕΝ είναι επανάσταση και μπορεί να καταλήξουν σε εμφύλιο (μακριά από μας) πόλεμο.
Στα χαρακτηριστικά ενός προεπαναστατικού περιβάλλοντος, υπάγεται επίσης, και η ανικανότητα μιας κυβέρνησης να επιβάλλει την τάξη. Ως εδώ καλά, αλλά άν μια ανίκανη να επιβάλλει την τάξη κυβέρνηση (με την αστυνομία της, φυσικά), καλέσει το στρατό για βοήθεια και αναγκαστεί να γίνει πιό αυταρχική (διότι ως πότε θα επιτρέπει να καταστρέφονται περιουσίες;), τότε τι θα πούμε; Ότι μια κοινοβουλευτική διακυβέρνηση εξελίχθηκε σε κοινοβουλευτική δικτατορία;
Τα θέματα είναι πολύ λεπτά και απαιτούνται ψυχραιμία, μελέτη της ιστορίας προς αποφυγή λαθών του παρελθόντος, αυτογνωσία και στόχοι. Φυσικά και εμπνευσμένοι ηγέτες στην πλατεία Συντάγματος, για να το πω ακόμα πιό απλά.
Θεωρείται πολύ ρηχή και επικίνδυνη η... άποψη "ουστ, έξω από δω" που διαβάζω στο Φέισμπουκ. Όλοι έχουμε καταλάβει ότι με αυτούς δεν πάει άλλο, αλλά τους εκλέξαμε. Δεν μας έκατσαν μόνοι τους στο σβέρκο ένα ωραίο πρωί, όπως η επταετία του Παπαδόπουλου. Με εκλογές τους φέραμε, με εκλογές θα φύγουν. Γιατί αν φύγουν νύχτα, πρέπει να έχουμε έτοιμους τους καινούργιους το πρωί. Βλέπετε εσείς κανέναν; Πείτε μου για να μη γράφω θεωρητικολογίες...

21/10/11

Το πάρτυ τελείωσε, ας το πάρουμε απόφαση

Δεν ξλέρω τι να γράψω πιά.
Διαδηλώνουμε και διαμαρτυρόμαστε εναντίον αυτών που μας έδιναν τόσα χρόνια δανεικά για να επιβιώσουμε και εμείς τα τρώγαμε σε διασκέδαση (όχι εμείς ακριβώς, αλλά αυτοί που ψηφίζαμε, αν θέλετε).
Τι ζητάει η Τρόικα; Μα τα λεφτά τους πίσω.
Ενώ εμείς, τι θέλαμε; Να μας δανείζουν "δανεικά κι αγύριστα".
Αναρωτιέμαι, υπάρχει κάποιος (στην Ελλάδα) που να δανείζει χωρίς να θελει πίσω τα λεφτά του;
Υπάρχει δανειστής που να μην είναι (έστω και έμμεσα) κερδοσκόπος;
Μόνον αφελείς το πιστεύουν αυτό.
Πιθανόν και όσοι εθελοτυφλούν για τους δικούς τους λόγους.
Έχω ξαναγράψει: Καιρός να στρωθούμε στη δουλειά.
Ας κάνουμε, επιτέλους και μερικές δουλειές από αυτές που (υποτιμητικά) τις αναθέτουμε σε μετανάστες.
Εκτός αν προτιμάμε να πάμε εμείς μετανάστες.
Όπως γινόταν τη δεκαετία του '50.

19/10/11

Μεσάνυχτα στο Παρίσι

Με το που αρχίζει η ταινία, ο Γούντι Άλεν σε βομβαρδίζει με ωραίες εικόνες του Παρισιού επενδεδυμένες με κλασσική μουσική και ρομαντική διάθεση. Εικόνες πρωινές, απογευματινές ή βραδινές, που αμέσως σε προδιαθέτουν για το τι θα επακολουθήσει και αυτό που έρχεται στη συνέχεια, είναι μια συνεχής αναδρομή στην κουλτούρα και στην ατμόσφαιρα του Παρισιού των αρχών του 20ού αιώνα.
Κι όμως βρισκόμαστε στο 2011, όταν δύο ζευγάρια φτάνουν στο Παρίσι για δουλειές και αναψυχή. Πρόκειται για τους μελλόνυμφους Ζιλ και Ινέζ (που υποδύονται αντίστοιχα ο Όουεν Γουίλσον και η Ρέιτσελ Μακ Άνταμς) και τους γονείς της Ινέζ, τον πατέρα της Τζον (Kερτ Φούλερ), και τη μητέρα της ‘Ελεν (Μίμι Κένεντι).
Ο Τζον είναι ένας συντηρητικός επιχειρηματίας που έχει έρθει στο Παρίσι για να οριστικοποιήσει μια σημαντική συμφωνία και ο οποίος δεν κάνει καμία προσπάθεια να κρύψει την αποδοκιμασία του για τον Ζιλ, τον οποίο δεν θεωρεί καλό γαμπρό, αφού η συνεχής ενασχόληση του Ζιλ με το μυθιστόρημα που γράφει, αντί για το προσοδοφόρο επάγγελμα του σεναριογράφου που τον περιμένει στο Λος Άντζελες, τον κάνει να φαίνεται επιπόλαιος.
Ο Ζιλ, από την άλλη, ενώ είχε για πρότυπα Αμερικανούς συγγραφείς όπως ο Χέμινγουεϊ και ο Φιτζέραλντ και ήθελε να ακολουθήσει τη δική τους συγγραφική «παράδοση», κάπου βγήκε από αυτό το μονοπάτι και ανακάλυψε ότι είχε ταλέντο στο να γράφει σενάρια, συνηθίζοντας έτσι σε μια καλά αμειβόμενη ρουτίνα, στην οποία ωστόσο δεν αισθανόταν και πολύ άνετα.
Κάπου, οι δρόμοι γαμπρού και πεθερικών δεν ταιριάζουν και μέσα σε όλα η άφιξη στο Παρίσι ξυπνάει στον Ζιλ τις λογοτεχνικές του φιλοδοξίες και όνειρα, τα οποία από το πρώτο κιόλας βράδυ, που αποφασίζει να κάνει μια βόλτα μόνος στο Παρίσι και χάνεται, τα πραγματοποιεί.
Ζει δηλαδή, τις ψευδαισθήσεις του με ένα τρόπο που μόνον ο Γούντι Άλεν θα μπορούσε να δημιουργήσει, έχοντας την προηγούμενη εμπειρία του από το έργο «Το πορφυρό ρόδο του Καΐρου» (στο οποίο ο πρωταγωνιστής μιας ταινίας βγαίνει από την οθόνη του σινεμά και περιπλανιέται στους δρόμους του Λος Άντζελες).
Με τον ίδιο ευρηματικό τρόπο και ο Ζιλ, αρχίζει τις μεταμεσονύκτιες περιπλανήσεις του στο Παρίσι των αρχών του 20ού αιώνα. Μαζί του και μια γνωριμία, η Αντριάνα (την υποδύεται η Μαριόν Κοτιγιάρ), μία όμορφη και επίδοξη σχεδιάστρια μόδας, ερωμένη και μούσα μίας σειράς γνωστών καλλιτεχνών, η οποία έχει και αυτή την τάση να λατρεύει κάθε τι παλιό και ρομαντικό. Στο μεταμεσονύκτιο διάβα τους, θα έχουν την ευκαιρία να συναντήσουν όλους όσους σκιαγράφησαν την παρισινή κουλτούρα των αρχών του προηγούμενου αιώνα (μεταξύ των οποίων ο Νταλί, ο Τουλούζ Λοτρέκ, οι αγαπημένοι του Ζιλ συγγραφείς, Χέμινγουεϊ και Φιτζέραλντ αλλά και άλλοι πολλοί).
Η ρετρό φωτογραφία και η αντίστοιχη μουσική, αγγίζουν τον ρομαντικό θεατή, ενώ το πέρασμα του φακού από γνωστά σημεία του Παρισιού (το βιβλιοπωλείο Shakespeare & Co., η αίθουσα με τους καθρέπτες στις Βερσαλίες, οι κήποι του Μονέ στο Ζιβερνί, το Μουσείο Οrangerie, το μουσείο Rodin, το μουσείο Arts Forains, η ανοιχτή αγορά Paul Bert, ο δρόμος Montagne St. Genevieve, η πλατεία Jean XXXIII μπροστά από την Παναγία των Παρισίων, η πλατεία Dauphin, η προκυμαία Quai de la Tournelle με τα υπαίθρια βιβλιοπωλεία, η γέφυρα Alexandre III, καθώς και τα εστιατόρια Le Grand Véfour, Les Lyonnais, και Lapérouse), ξυπνούν ρομαντικές και αισθαντικές αναμνήσεις και εξάπτουν την φαντασία ακόμα και όσων δεν έχουν επισκεφθεί ποτέ την Πόλη του Φωτός.
Ας σημειώσω εδώ, ότι ανάμεσα στους ηθοποιούς βλέπουμε και την κυρία Κάρλα Μπρούνι – Σαρκοζί να υποδύεται μια ξεναγό, που βοηθά τον Ζιλ να μάθει κάποια πράγματα παραπάνω για την πόλη.
Συνοπτικά, ο Γούντι Άλεν έχει κάνει την απόλυτα ρομαντική και αισιόδοξη ταινία, με φόντο μια πόλη που έχει αγαπήσει, μέσα από ένα πραγματικά ασυνήθιστο ταξίδι του ήρωά του. Ένα ταξίδι μαγικό.
Είναι μια ταινία που αξίζει να δει κανείς και να αντιληφθεί ότι καμιά φορά οι αυταπάτες μπορεί να φαίνονται όμορφες, αλλά όπως και ο Ζιλ καταλαβαίνει προς το τέλος της ταινίας, είναι καλύτερα να ζει χωρίς αυτές και να προσπαθεί να βρει την ισορροπία με τον εαυτό του και να συνειδητοποιεί ότι η ικανοποίηση, η ευτυχία και η πνευματική ηρεμία που χρειάζεται για να τα βγάλει πέρα στη ζωή είναι μέσα του.