4/7/12

Αρσενικό και παλιά δαντέλα (1950)

Μαύρη κωμωδία από τις λίγες, κατά την οποία ένας ολίγον υπερβολικός, αυτή τη φορά, Cary Grant προσπαθεί με γλυκόλογα –μάταια- να πείσει τις δύο θείες του, ότι δεν πρέπει να βάζουν αρσενικό στο κρασί των επισκεπτών τους. Αυτές πάλι τον καθησυχάζουν συνεχώς ότι επιτελούν κοινωνικό έργο, αφού δεν δηλητηριάζουν όποιον κι όποιον, αλλά μόνον αυτούς που διάγουν μια ζωή μίζερη, οπότε απαλλάσσουν την κοινωνία, αλλά και τους ίδιους από τη μιζέρια τους.
Πρόκειται για μια πολύ καλή απόδοση ενός θεατρικού έργου, που παιζόταν στο Μπρόντγουεϊ γύρω στα τέσσερα χρόνια.
Εξαιρετικές ερμηνείες, τόσο από τις δύο θείες (Josephine Hull και Jean Adair, που έπαιζαν και στο θεατρικό έργο), όσο και από τον Raymond Massey, που υποδύεται έναν ψυχοπαθή δολοφόνο που πάει να κρυφτεί σπίτι τους, αλλά και τον απίστευτα «κακό» Peter Lorre, που υποδύεται έναν μανιακό χειρουργό ειδικευμένο στο face lifting. Συγκριτικά δε, με αυτούς τους δύο, οι θείες είναι αγγελούδια. Αρκετά καλή, επίσης, είναι και η Priscilla Lane, που υποδύεται τη  μνηστή του Cary Grant.
Σκηνοθεσία: Φρανκ Κάπρα
Με τους: Κάρι Γκραντ, Πρισίλα Λέιν, Ρέιμοντ Μάσεϊ, Τζακ Κάρσον, Πίτερ Λόρε, Έντουαρντ Έβερετ Χόρτον
Προβάλλεται: από 19-7-2012

(Κριτική μου και στο myFilm)

2/7/12

Ψαρεύοντας σολομούς στην Υεμένη

Ο σκηνοθέτης του Chocolat καταφέρνει αυτή τη φορά να μας δώσει μια ιστορία πλατωνικού έρωτα με ένα πραγματικά ιδιαίτερο τρόπο και με ένα φόντο, που δεν θα μπορούσαμε να το φανταστούμε εάν δεν το βλέπαμε: τα πολιτικά, οικονομικά και δημοσίων σχέσεων παρασκήνια για τη σύσφιξη των σχέσεων Μεγάλης Βρετανίας και Υεμένης.
Ο ήρωας της ταινίας (Γιούαν Μακ Γκρέγκορ), ως επιστήμων από την αρχή μας ειδοποιεί περί του γελοίου του θέματος (μεταφορά 10.000 σολομών από τον υγρό βορρά στην ξηρασία της Υεμένης). Τι να το κάνεις όμως; Όταν ο πάμπλουτος σεΐχης, η εταιρεία επενδύσεων που τον εκπροσωπεί και το γραφείο τύπου του πρωθυπουργού της Βρετανίας θέλουν σολομούς στην έρημο και η εταιρεία παραγωγής της ταινίας το βρίσκει όλο αυτό φυσιολογικό για σενάριο, δεν υπάρχει άλλη λύση. Θα ψαρέψουμε όλοι μαζί σολομούς κάτω από ένα τεράστιο φράγμα και ας απειλείται με σαμποτάζ από τους ντόπιους ιμάμηδες. Πως θα γίνει αυτό; Μα με σκηνοθέτη τον Λάσε Χάλστρομ, που δίνει μαθήματα σκηνοθεσίας και ειδικά στα θέματα που έχουν σχέση με λεπτά συναισθήματα.
Ο σκηνοθέτης λοιπόν, παίρνει τους ήρωές του, έναν γοητευτικό επιστήμονα ιχθυολόγο και μια όμορφη νεαρή σύμβουλο επενδύσεων και τους στέλνει μαζί στο εξωτικό τοπίο της Υεμένης, Ο Γιούαν Μακ Γκρέγκορ εγκαταλειμμένος από μια καριερίστα σύζυγο και η Έμιλυ Μπλαντ στερημένη από τον πεζοναύτη φίλο της που θεωρείται και αγνοούμενος στο Αφγανιστάν, μοιραζόμενοι το ίδιο πάθος για τους σολομούς, ερωτεύονται με έναν τρόπο που σπάνια βλέπουμε στο σύγχρονο σινεμά. Μόνον με βλέμματα, υπονοούμενα, κινήσεις και υποψίες. Φιλί, ούτε ένα. Σκέψεις για σωματική επαφή καμία. Μόνον ο σεΐχης (Αμρ Γουέικντ) τα βλέπει αυτά και ίσως η Κριστίν Σκοτ Τόμας, που είναι υπεύθυνη του γραφείου τύπου του βρετανού πρωθυπουργού και θέλει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση για να… τρέξει το δικό της ψηφοθηρικό project.
Οι ερμηνείες είναι άψογες, οι διάλογοι έξυπνοι και σπιρτόζικοι, η σκηνοθεσία δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα ή να σκεφτείς το απίθανο σενάριο, το οποίο με την ζεστή σε γήινα χρώματα φωτογραφία και την αισθαντική μουσική (του Ντάριο Μαριανέλι), γίνεται τόσο πιστευτό, που ετοιμάζεσαι να κλείσεις δωμάτιο για την Υεμένη φέτος το καλοκαίρι (και να πάει στα κομμάτια η λιτότητα).
Η ταινία είναι ένα ευχάριστο αισθηματικό αριστούργημα. Οι δε ευαίσθητες ψυχές καλό είναι να έχουν και ένα κουτί χαρτομάντιλα μαζί τους.
Σκηνοθεσία: Λάσε Χάλστρομ
Με τους: Έμιλι Μπλαντ, Γιούαν Μακγκρέγκορ, Κριστίν Σκοτ Τόμας, Αμρ Γουέικντ
Προβολή: από 5-7-2012

(Κριτική μου και στο myFilm)

30/6/12

...Ούτε στον εχθρό μου

Η ταινία που επιβεβαιώνει την παροιμία «μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε», της Αν Φοντέν δεν είναι κι άσχημη. Είναι ανάλαφρη, έξυπνη και με αρκετές δόσεις χιούμορ, αισθηματική κωμωδία, πάνω στις ετερόκλητες σχέσεις. Στις σχέσεις μεταξύ ανθρώπων διαφορετικής κουλτούρας και διαφορετικής οικονομικής επιφάνειας.
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ είναι εξαιρετική στο ρόλο της σοβαρής και συγκρατημένης διευθύντριας του ιδρύματος τεχνών, ενώ ο Μπενουά Πελβούρ είναι πολύ καλός στο ρόλο του άξεστου, απολίτιστου και βάρβαρου (αλλά κατά βάθος καλοκάγαθου), που μπαίνει ξαφνικά στη ζωή της για να την αναστατώσει. Η σχέση τους είναι προβλέψιμη από την αρχή της ταινίας, αλλά υπάρχει ακόμα ένας άντρας, ο οποίος είναι μεγαλύτερος, μετρημένος, σοβαρός, συντηρητικός, που συζεί με την Ιπέρ (ο κομψός και φινετσάτος Αντρέ Ντισολιέ), ο οποίος αποτελεί και την έκπληξη του σεναρίου.
Η ταινία βλέπεται ευχάριστα και πρέπει να σημειώσω ότι εμφανίζεται και ο διάσημος γιαπωνέζος ζωγράφος (που ζει στη Νέα Υόρκη) Χιρόσι Σουγιμότο υποδυόμενος τον εαυτό του –φυσικά- και δεχόμενος την αυστηρή κριτική του άξεστου φίλου της Ιζαμπέλ Ιπέρ.
Σκηνοθεσία: Αν Φοντέν
Με τους: Ιζαμπέλ Ιπέρ, Μπενουά Πελβουρ, Αντρέ Ντισολιέ, Βιρτζινί Εφιρά
Προβάλλεται: Από 28-6-2012

(Κριτική και στο myFilm)

28/6/12

Μεσοτοιχίες (αποξένωσης)

Ο Γκουστάβο Ταρέτο, έχοντας σα βάση την από το 2005 ομότιτλη ρομαντική κομεντί και μικρού μήκους ταινία του (η οποία είχε κερδίσει αρκετά βραβεία παγκοσμίως μεταξύ των οποίων και τα Γκραν Πρι στο Clemont Ferrand το 2006 και Πρώτο Βραβείο Χρυσή Αθήνα στις Νύχτες Πρεμιέρας), δημιουργεί μια δίωρη και δίνει νέα οπτική απέναντι στα προβλήματα που δημιουργούν στους κατοίκους τους οι μεγαλουπόλεις: αυτά της μοναξιάς, της αποξένωσης και αλλοτρίωσης γενικά.
Οι ήρωές του είναι σημερινοί νέοι που έχουν ταυτίσει το σύμπαν τους με τις όποιες ενασχολήσεις τους. Εκείνος ψάχνεται, έχει χωρίσει πρόσφατα και δεν βγαίνει έξω, οπότε βιώνει τα πάντα μέσα από το pc του και εκείνη είναι αρχιτέκτων, που καταλήγει να διακοσμεί βιτρίνες. Ζουν μόνοι και προσπαθούν να βρουν το ταίρι τους, χωρίς όμως να έχουν κατασταλάξει που πρέπει να ψάξουν.
Ενδιαφέρουσα ταινία, με λιτές ερμηνείες, πρωτότυπες γωνίες λήψης και ρομαντική χροιά, που αντιμετωπίζει το χαοτικό Μπουένος Άιρες με μια πρωτόγνωρη λυρική διάθεση, στη δημιουργία της οποίας συμβάλλει και η μουσική της.
Σκηνοθεσία: Γκουστάβο Ταρέτο
Με τους: Χαβιέ Ντρόλας, Πίλαρ Λόπεζ ντε Αγιάλα, Ινές Εφρόν, Αντριάν Ναβάρο, Ραφαέλ Φερό, Κάρλα Πίτερσον, Χόρχε Λανάτα

Προβολή: από 28/6/2012 

(Κριτική μου και στο myFilm)

14/6/12

Ο έρωτας του φεγγαριού

Παρόλο που η ταινία του Γουές  Άντερσον διαδραματίζεται σε ένα νησί, στο οποίο δεν υπάρχουν άλλοι κάτοικοι εκτός από τους προσκόπους της κατασκήνωσης και όσους έχουν άμεση σχέση με τους πρωταγωνιστές, η ταινία είναι οικουμενική και τα θέματα που θίγει αφορούν όλη την κοινωνία, από την εφηβική ηλικία, μέχρι τους ηλικιωμένους.
Ορφανός πρόσκοπος (Jared Gilman) αισθάνεται παρείσακτος, από τη στάση όλων απέναντί του, και αποφασίζει «να την κάνει». Σύμφωνη μαζί του μια γλυκιά και αυστηρή δωδεκάχρονη (Kara Hayward), η οποία παίρνει μαζί της τα βιβλία που της αρέσουν και ένα μικρό πικάπ, ενώ ο πρόσκοπος έχει όλα τα απαραίτητα για την επιβίωσή τους στο δάσος (τυπικός πρόσκοπος που «λειτουργεί» by the book).
«Σύμφωνα με τον κώδικα» όμως λειτουργεί και όλη η μικρή κοινωνία που τους περιτριγυρίζει (ο ομαδάρχης του Edward Norton, οι γονείς της μικρής Bill Murray και Frances McDormand, ο αστυνόμος Bruce Willis, η κυρία της Πρόνοιας Tilda Swinton και ο αρχηγός των προσκόπων Harvey Keitel), η οποία ενώ ανησυχεί πολύ λογικά, αντιμετωπίζει το θέμα της εξαφάνισης των δύο νέων παιδιών με τρόπο που τους δημιουργεί μεγαλύτερο πρόβλημα.
Δεν θα χαρακτήριζα δράμα, αυτή την κωμικοτραγική περιπέτεια, η οποία φέρνει στην επιφάνεια, νεανικούς έρωτες και ζήλιες, εφηβικά πείσματα και ψυχολογικές μεταπτώσεις που οδηγούν σε πραγματικά ακραίες καταστάσεις, γεροντικά πείσματα και μεσηλικιακές αγκυλώσεις, που φέρνουν αντίθετα αποτελέσματα στις νεανικές ψυχές. Στην συγκεκριμένη περίπτωση του σκηνοθέτη Γουές Άντερσον, θα έλεγα ότι η ταινία είναι μια περιπέτεια με περισσότερες κωμικές και λιγότερες τραγικές καταστάσεις, που βλέπεται όχι μόνον άνετα, αλλά και με φοβερό ενδιαφέρον.
Στη μεγάλη επιτυχία της ταινίας, συμβάλλει η φωτογραφία με τις ζεστές αποχρώσεις του χακί των στολών και των χρωμάτων της φύσης, η τεχνοτροπία του ’60 στα γυρίσματα, για τα οποία δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ψηφιακά εφέ, αλλά τεχνικά μέσα της εποχής που διαδραματίζεται (μέχρι και μινιατούρες, που οι σύγχρονοι έχουν ξεχάσει να χρησιμοποιούν), καθώς και η μουσική που συνοδεύει όλες σχεδόν τις σκηνές του φιλμ.
Άφησα για το τέλος τις ερμηνείες των «γνωστών ονομάτων», που όχι μόνο μας εκπλήσσουν, αλλά δείχνουν να έχουν πάρει σοβαρά τους ρόλους τους και διακωμωδούν «το σύστημα» χωρίς να υπερβάλλουν.
Τελικά, όλα είναι στο σωστό μέτρο και η ταινία έξοχη! Δείτε την!
Σκηνοθεσία: Γουές Άντερσον
Με τους: Έντουαρντ Νόρτον, Μπρους Ουίλις, Μπιλ Μάρεϊ, Φράνσες ΜακΝτόρμαντ, Τίλντα Σουίντον, Τζέισον Σβάρτσμαν, Μπομπ Μπάλαμπαν, Τζάρεντ Γκίλμαν, Κάρα Χέιγουορντ 

(Κριτική μου και στο myFilm)

8/6/12

Ρέι Μπράντμπερι: ένας αγαπημένος συγγραφέας

«Ο Ιούλιος Βερν ήταν ο πατέρας μου. Ο Χ. Γ. Ουέλς, ο σοφός μου θείος. Ο Έντγκαρ Άλαν Πόου ήταν ο αλαφροΐσκιωτος ξάδελφός μου, που τον είχαμε φυλακισμένο ψηλά στη σοφίτα, στο πίσω μέρος του σπιτιού. Οι Φλας Γκόρντον και Μπακ Ρότζερς ήταν αδέρφια μου και φίλοι μου. Σας περιγράφω με λίγα λόγια το γενεαλογικό μου δέντρο. Προσθέτοντας, φυσικά, πως η Μαίρη Σέλεϊ, η συγγραφέας του "Φραγκενστάιν", υπήρξε κατά πάσα πιθανότητα μητέρα μου». Αυτά έγραφε σε μια αυτοβιογραφία του το 1965, ο διάσημος συγγραφέας Ρέι Μπράντμπερι, ο οποίος στις 6 Ιουνίου 2012 έφυγε από κοντά μας και πήγε να καθίσει δίπλα τους, να συνεχίσουν να ονειρεύονται όλοι μαζί. 
Ο Μπράντμπερι, ήταν ένας συγγραφέας με ρεπερτόριο που εκτείνεται από βιβλία τρόμου μέχρι αντιρατσιστική λογοτεχνία. Σε μας όμως ήταν περισσότερο γνωστός από κλασικά έργα φαντασίας και επιστημονικής φαντασίας, όπως τα «Φάρεναϊτ 451» και «Τα Χρονικά του Άρη», που είναι και τα πιο γνωστά στη χώρα μας. Το μεν πρώτο, ως ταινία του Φρανσουά Τρυφώ (1966) με πρωταγωνιστές τη Τζούλι Κρίστι και τον Όσκαρ Βέρνερ, το δε δεύτερο ως σήριαλ στην τηλεόραση τη δεκαετία του ‘90. 
Στη διάρκεια της ζωής του, είχε πουλήσει περισσότερα από οκτώ εκατομμύρια βιβλία και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε 36 γλώσσες. Η συγγραφική του καριέρα ξεκίνησε σε ηλικία 20 ετών και είχε τη δική του στήλη σε περιοδικό με τίτλο «Σούπερ Επιστημονικές Ιστορίες». Αυτό δε, που δεν γνωρίζουν πολλοί, είναι ότι ο Μπράντμπερι είχε γράψει το σενάριο για την ταινία «Μόμπι Ντικ», που είχε γυρίσει ο Τζον Χιούστον το 1956. 
Ο Ρέι Μπράντμπερι, υπήρξε ένας ασύγκριτος αφηγητής, ένας λυρικός, ένας ποιητής του εφικτού, ένας μάγος του απροσδόκητου και ταυτόχρονα ένας αυστηρός αναλυτής των ηθών του 20ού αιώνα. Αδιαμφισβήτητα δε, ήταν ένας από τους πιο αγαπημένους συγγραφείς στην πατρίδα του την Αμερική. 
Η λογοτεχνική του καριέρα, καλύπτει έξι δεκαετίες και το σώμα του έργου του είναι εκπληκτικό: αξέχαστα μυθιστορήματα, δοκίμια, θεατρικά έργα, σενάρια για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, καθώς και πάμπολλες συλλογές έξοχων διηγημάτων. 
Στα γνωστότερα έργα του, συγκαταλέγονται επίσης «Ο εικονογραφημένος άνθρωπος», που γυρίστηκε ταινία από τον Τζακ Σμάιτ (1969), με τον Ροντ Στάιγκερ και την Κλερ Μπλουμ, καθώς και το «Κάτι κολασμένο έρχεται προς τα δω», ενώ έχει γράψει και αρκετά σενάρια για την πιο μακρόβια τηλεοπτική σειρά, τη «Ζώνη του λυκόφωτος» που παιζόταν και στη χώρα μας επί σειρά ετών. 
Το βιβλίο του Μπράντμπερι, που είχα διαβάσει πρώτο σε νεαρή ηλικία ήταν το γνωστό «Τα χρονικά του Άρη», το οποίο εδώ είχε αποδοθεί ως «Τα δίδυμα φεγγάρια του Άρη» (1975 - εκδ. Μπουκουμάνη), στο οποίο ο πλανήτης Άρης είναι τόπος ελπίδας, και ονείρων, όπου ένα στρώμα σκόνης καλύπτει τις άδειες πόλεις ενός κατεστραμμένου πολιτισμού. Σ’ αυτόν τον τόπο, λοιπόν, φτάνουν οι άπληστοι, κάτοικοι της Γης να τον λαφυραγωγήσουν και να τον εμπορευματοποιήσουν, να τον αναπτύξουν και να τον μάθουν, φέρνοντας μαζί τους και τους αρχέγονους φόβους τους και τις πιο μύχιες επιθυμίες τους. Στην αρχή, σε μικρές ομάδες και αργότερα σαν χείμαρρος, που ορμά από έναν κόσμο στα πρόθυρα της καταστροφής, προς μια υπόσχεση για το αύριο. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια αλληγορία των πρωτοπόρων που ανακάλυψαν την Αμερική. Ο άνθρωπος της Γης όμως μπορεί μεν να κατάκτησε τον Άρη, αλλά κατακτήθηκε με τη σειρά του από τον Κόκκινο Πλανήτη. Ο παράξενος νέος κόσμος με την αρχαία ετοιμοθάνατη φυλή και τις αχανείς χρυσοκόκκινες έρημους τον μάγεψαν, εισχώρησαν στα όνειρά του και τον άλλαξαν για πάντα. 
Τα «Χρονικά του Άρη» είναι κλασσικό έργο, του οποίου η δύναμη και η φαντασία δεν έχουν σβήσει με την πάροδο του χρόνου. Μέσα από αλληλένδετες διαφορετικές ιστορίες, ο Μπράντμπερι αιχμαλωτίζει τον αναγνώστη, τον προκαλεί να δει την αδυναμία και την οδυνηρή επιπολαιότητά του εκτεθειμένες στο απέραντο διάστημα σε έναν παράξενο και συναρπαστικό κόσμο, όπου η «ανθρωπιά» περισσεύει. 
Πρωτότυπο και δυνατό επίσης έργο του, ήταν και το «Φάρεναϊτ 451». Μια περιγραφή ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος, στο οποίο οι πολίτες χάνουν το χρόνο τους με ανούσιες απολαύσεις, ενώ η πυροσβεστική υπηρεσία έχει ως βασική αποστολή το κάψιμο όλων των βιβλίων (οι 451 βαθμοί Φάρεναϊτ υποτίθεται ότι είναι η θερμοκρασία στην οποία καίγεται το χαρτί), οι δε αντιστασιακοί κατά αυτού του καθεστώτος, ήσαν άνθρωποι με γερή μνήμη που αποστήθιζαν τα κλασσικά αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ώστε να μπορέσουν εάν το καθεστώς έπεφτε να τα ξανατυπώσουν. Ο Μπράντμπερι υποστήριζε μάλιστα, ότι το «Φάρεναϊτ 451» ήταν το μοναδικό του βιβλίο στο χώρο της «επιστημονικής φαντασίας» (science fiction), επιμένοντας ότι ο κύριος όγκος του έργου του ήταν κυρίως «φαντασία» (fantasy).
 Τέλος, «Ο εικονογραφημένος άνθρωπος» (γραμμένο το 1951) ήταν μια συλλογή διηγημάτων (εικόνων που ζωντάνευαν πάνω στο γεμάτο τατουάζ κορμί ενός ανθρώπου), γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις, τις σχέσεις γονέων και παιδιών, γύρω από την χαμένη ανθρωπιά, τη ματαιότητα των ταξιδιών στο διάστημα και τη μοναξιά των ανθρώπων στο αχανές του διαστήματος, γύρω από το τέλος του κόσμου, ή και την αρχή μιας νέας ζωής. Διηγημάτων γραμμένων με αγάπη και στοργή για το ανθρώπινο είδος, που οδηγούμενο από μικρο-εγωισμούς και ματαιοδοξία, καταστρέφει με τη στάση του ό,τι αγαπάει και καταστρέφεται από τα δημιουργήματά του.

5/6/12

Προμηθέας

Πατώντας και βασιζόμενος πάνω στα θεμελιώδη ερωτήματα που βασανίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη: ποιος είμαι, γιατί είμαι εδώ και πού πάω, ο αγαπημένος μου σκηνοθέτης Ρίντλεϊ Σκοτ, ξεκινάει την τελευταία του δουλειά «Προμηθέας», με σεκάνς που θυμίζουν έντονα τον άλλο μου αγαπημένο Στάνλεϊ Κιούμπρικ με την κλασσική «2001: Η οδύσσεια του διαστήματος».
Τι εννοώ;
Είναι και ο Σκοτ τελειομανής και έχει κατασκευάσει ένα τέλειο σκάφος, τον Προμηθέα, με εξαιρετική λεπτομέρεια. Έχει, επίσης, τοποθετήσει τους ήρωές του στην κατάψυξη να ξυπνάνε ύστερα από κάποια χρόνια και να μη γνωρίζουν για ποιο λόγο βρίσκονται στο σκάφος. Έχει βάλει ανάμεσά τους ένα ανδροειδές ρομπότ (που θα ήθελε να μοιάζει… του Πίτερ Ο’ Τουλ) με τη μορφή του Φασμπέντερ και όλα αυτά τα κινεί αργά επί μία ώρα και δέκα λεπτά, μα πάρα πολύ αργά. Τολμώ να πω, μάλιστα, ότι με τα πρώτα πλάνα της ταινίας, ήμουν έτοιμος να ακούσω ακόμα και την εισαγωγή του Also Sprach Zarathustra του Strauss, που έγινε γνωστή από τη σκηνή του ανατέλλοντος ηλίου και την  αργή κίνηση του διαστημικού σταθμού, όπως ακριβώς και στην «Οδύσσεια του διαστήματος» του 1968.
Μόνο που ο Κιούμπρικ, είχε μπροστά του ένα τρίωρο έπος πάνω στη μηδαμινότητα του ανθρώπου στο σύμπαν, ενώ ο Σκοτ, παρουσιάζοντας τον Προμηθέα ως ένα δίωρο prequel του Άλιεν (1979), μας υπόσχεται ένα διαστημικό θρίλερ τρόμου και φρίκης. Εκεί είναι που το έργο του, όσο και να είναι προσεγμένο, δεν προσφέρει τίποτα περισσότερο στην ήδη υπάρχουσα φιλολογία του Άλιεν. Τα τέρατα που γεννιούνται μέσα από τους αστροναύτες, χωρίς αυτοί να γνωρίζουν ότι τα κυοφορούσαν, οι γλίτσες και η έρπουσα φρίκη είναι ήδη γνωστά στο θεατή. Άρα…
Πολύ ωραίος ο Φασμπέντερ, του πάει η ψυχρή, ανέκφραστη και μυστηριώδης φυσιογνωμία του ρομπότ. Αρκετά καλή η Νούμι Ραπάς ως το «κορίτσι της φωτιάς στο διάστημα» και κρύα σαν ρομπότ η Σαρλίζ Θερόν. Έψαχνα να βρω τον Γκάι Πιρς και τελικά ανακάλυψα ότι τον πήραν (έναν νέο ηλικιακά ηθοποιό) και τον μακιγιάρισαν για να υποδυθεί, αδιάφορα, έναν σχεδόν αιωνόβιο γέρο. Αρκετά πειστικός, ως διεκπεραιωτής της πτήσης, ο κυβερνήτης Ίντρις Έλμπα, σε ρόλο έπληξη.
Όσο για τον Ρίντλεϊ Σκοτ: Τελειομανής, όπως πάντα, έχει δημιουργήσει με τους τεχνικούς του, ένα σχεδόν πραγματικό σκάφος, έναν εξαίσιο και αφιλόξενο τόπο (ασύλληπτη η φωτογραφία και υποβλητική η μουσική), αλλά ούτε τα φιλοσοφικά ερωτήματα που θέτει δουλεύουν, ούτε και ο σκηνοθετικός του ρυθμός, είναι αυτός που ξέραμε. 
 Σκηνοθεσία: Ρίντλεϊ Σκοτ
Με τους: Νούμι Ραπάς, Λόγκαν Μάρσαλ-Γκριν, Μάικλ Φασμπέντερ, Σαρλίζ Θερόν, Γκάι Πιρς, Ίντρις Έλμπα (διαβάστε συνέντευξη μαζί του ΕΔΩ), Πάτρικ Γουίλσον

(Κριτική μου και στο myFilm)

31/5/12

Key Largo (1948)

Δεν το συζητάω! Η ταινία είναι μια από τις καλύτερες και όχι μόνον επειδή παίζει το «αχτύπητο» ζευγάρι της εποχής, σκηνοθετημένο από τον Τζον Χιούστον.
Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για μια ταινία τεσσάρων τοίχων (βασίζεται στο θεατρικό έργο του Μάξγουελ Άντερσον), κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή γιατί περιέχει: το «καλό παιδί», την «ωραία», τους «κακούς» και ιδιαίτερα τον Έντουαρντ Ρόμπινσον (με την αξέχαστη σκηνή στη μπανιέρα και το πούρο στο στόμα, την οποία το βιβλίο LIFE goes to the movies, κατατάσσει μεταξύ των καλύτερων… «ημίγυμνων στάρλετ με σαπουνάδες»). Χωρίς αστεία όμως, η ταινία έχει την αγωνία της, αφού δεν γνωρίζουμε από την αρχή για ποιό λόγο οι γκάνγκστερς έχουν καταλάβει το ξενοδοχείο, δεν γνωρίζουμε πως θα εξελιχθεί ο κλειστός και μυστικοπαθής χαρακτήρας του Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, ενώ στην εξέλιξη πέφτουν και κάποιοι πυροβολισμοί (αλλά είπαμε, έχω μάθει να κρατάω μυστικά για τις ταινίες).
Συμβολικά, στην ταινία δεν έχουμε μόνο τη μάχη του Καλού με το Κακό, αλλά τη μάχη του δίκαιου αμερικανού, που λίγο πριν έχει πολεμήσει στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τους αντιδραστικούς και διεφθαρμένους γκάνγκστερς, με επικεφαλής έναν φασιστάκο και ρατσιστή παχουλό με πούρο (τον έξοχο Έντουαρντ Τζέι Ρόμπινσον), που είναι και θρασύδειλος (και προσέξτε πως εξαναγκάζει τους ντόπιους ινδιάνους να μείνουν έξω στην καταιγίδα, ενώ αυτός φοβάται ακόμα και μέσα στην ασφάλεια του ξενοδοχείου). Επίσης, συμβολικά έχουμε και την καταιγίδα, η οποία δυναμώνει έξω παράλληλα με τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών, μέσα.
Υπέροχοι όλοι. Ο Μπόγκαρτ «ήρεμη δύναμη», η Μπακόλ πανέμορφη σε μικρό ρόλο, δείχνει να έχει απειρία (έχουν προηγηθεί μόνον 5 ταινίες της), ο Ρόμπινσον «κακός» άνευ προηγουμένου και ο Λάιονελ Μπάριμορ, ως πατέρας της, αρκετά τραγικός, αλλά αισιόδοξος. Τα άλλα «παιδιά» της συμμορίας ερμηνευτικά είναι άστα να πάνε, αλλά σώζονται από τους υπόλοιπους και συνολικά το έργο είναι θαυμάσιο.
Α, να μην ξεχάσω, πως όταν κάποτε έγινε μια μόδα να επιχρωματίσουν κάποιες κλασσικές ασπρόμαυρες ταινίες, το Key Largo ήταν μέσα σ’ αυτές και την είχα δει έγχρωμη. Πολύ κέρινα, όμως, τα πρόσωπα. Γι’ αυτό και πέρασε η μόδα τους.
Για την ιστορία, η μόνη επιχρωματισμένη που ίσως βλέπεται ακόμα, είναι η Metropolis του Φριτς Λανγκ, γιατί μαζί με το χρώμα προστέθηκαν μουσική και τραγούδια από τον Τζιόρτζιο Μόροντερ (you know: Fredie Mercury, Bonnie Tyler, Pat Benatar etc. etc) 
Σκηνοθεσία: Τζον Χιούστον
Με: τους Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, Λόρεν Μπακόλ

(Κριτική μου στο myFilm)

Το κοράκι

Ουπς, να και ντετέκτιβ ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, από τη ζωή του οποίου το μόνο που κρατά αυτή η ταινία είναι το τέλος του.
Τι να το κάνεις όμως κι αυτό; Αφού τα όσα προηγούνται ακολουθούν την πεπατημένη του αστυνομικού θρίλερ «εποχής» (με ολίγον splatter στην αρχή, για να ακολουθήσει τη μόδα του «δείξε αίμα στο λαό») όπου η αναπαράσταση του ομιχλώδους περιβάλλοντος, τα κοστούμια και τα σκηνικά είναι αρκούντως πειστικά, αλλά… Ο Τζον Κιούζακ στο ρόλο του Πόε μας δεν μας πείθει για τη σχιζοφρενική και μανιοκαταθλιπτική ιδιοφυΐα του συγγραφέα, τον οποίο υποδύεται σαν θύμα του συναισθηματισμού του, που δρα παρορμητικά και ενίοτε χωρίς αποφασιστικότητα.
Με δυο λόγια: οι μεγαλύτεροι σε ηλικία δεν κερδίζουν τίποτα και οι νεώτεροι δεν μαθαίνουν κάτι ουσιαστικό, γι’ αυτόν τον «καταραμένο» συγγραφέα, ποιητή και κριτικό, που για μένα ήταν «δάσκαλος» σύγχρονων λογοτεχνικών ειδών, όπως η αστυνομική λογοτεχνία ή οι ιστορίες τρόμου και φαντασίας... Τι απομένει; Να διαβάσουν τα βιβλία του.
Τουλάχιστον, μέχρι να δούμε τι κινηματογραφικό ετοιμάζεται πάνω σε ιστορίες του, όπως οι «Λιγεία» και Morella, που βρίσκονται σε στάδιο προετοιμασίας για το 2013, ή «Το βαρέλι του Αμοντιλάδο», που ήδη βρίσκεται σε στάδιο post production, ενώ «Η μάσκα του κόκκινου θανάτου» έχει αναγγελθεί ότι θα ξεκινήσει το 2013.
Σκηνοθεσία: Τζέιμς ΜακΤάιγκ
Με τους: Τζον Κιούζακ Λιουκ Έβανς, Άλις Ιβ, Μπρένταν Γκλίζον

(Κριτική μου στο myFilm)

Η Χιονάτη και ο Κυνηγός

Όταν η Χιονάτη συνάντησε τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, ή «εμπρός στο δρόμο που χάραξε ο Πίτερ Τζάκσον, μήπως κερδίσουμε κάνα δολάριο».
Σκοτεινή εκδοχή του γνωστού παραμυθιού, με τη Σαρλίζ Θίρον γοητευτική και υπέροχη στο μικρό αλλά χαρακτηριστικό ρόλο της πολύ κακιάς βασίλισσας - μάγισσας και τη γλυκούλα και συμπαθητικούλα Κρίστεν Στιούαρτ, στο ρόλο της Χιονάτης που επιστρέφει ως νέα Ζαν Ντ’ Αρκ (ναι, και με πανοπλία!) να σώσει το λαό της και να τον βγάλει από τη μιζέρια και την καταπίεση.
Δίπλα στη Χιονάτη, ο Κυνηγός (Κρις Χέμσγουορθ) στέκεται πειστικά ως πολύ σκληρός για να πεθάνει, αλλά και όσο χρειάζεται συναισθηματικός για να… (αλλά έχω μάθει να μη μαρτυράω σενάρια), αφού αντί να τη σκοτώσει κατόπιν παραγγελίας της βασίλισσας, αποφασίζει να τη βοηθήσει. Πιο δίπλα, οι επτά νάνοι (γνωστοί ηθοποιοί, μεταξύ των οποίων οι Μπομπ Χόσκινς και Ίαν Μακ Σέιν που εμφανίζονται ως νάνοι χάρη στην ψηφιακή τεχνολογία) εξίσου σκληροί και κυνικοί συνάμα, δείχνουν να διαθέτουν βρετανικό χιούμορ και τολμώ να πω ότι αποτελούν το ελάχιστο διασκεδαστικό διάλειμμα της ταινίας.
Κατά τα άλλα, σχεδίαση παραγωγής, επιλογή τοποθεσιών, κάστρα, ντεκόρ και κοστούμια παραπέμπουν στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, μαζί με τη δράση και τις μάχες, ενώ τα ειδικά εφέ (ο ρευστός καθρέφτης, οι νάνοι, τα πουλιά που σχηματίζουν τη μάγισσα, τα δέντρα που κινούνται στο Σκοτεινό Δάσος κ.ά.) δεν υστερούν και φυσικά δεν συγκρίνω μεταξύ τους τις δύο ταινίες.
Με δύο λόγια: η ταινία - παραμύθι, χάρη στη σφιχτή σκηνοθεσία βλέπεται ευχάριστα με καλή παρέα και τα σχετικά αναψυκτικά και σνακς. 
Σκηνοθεσία: Ρούπερτ Σάντερς
Με τους: Κρίστεν Στιούαρτ, Σαρλίζ Θίρον, Κρις Χέμσγουορθ, Ίαν ΜακΣέιν, Σαμ Κλάφλιν

(Κριτική μου από το myFilm)