11/9/20

Σκέφτομαι να βάλω τέλος - I' m thinking of ending things

 Λοιπόν, επειδή -κατά τη γνώμη μου- ο θεατής περιμένει από τον κριτικό κινηματογράφου να του εξηγήσει αν πρέπει να δει μια ταινία και να τον προετοιμάσει τι πάει να δει και επειδή ο κριτικός δεν είναι ανάγκη να γράφει για μια ταινία ένα δοκίμιο 5.000 λέξεων (που θα αποτελέσει ένα κεφάλαιο στο μελλοντικό του βιβλίο πάνω στο «σινεμά και την επιρροή του στο κοινωνικό γίγνεσθαι»), για το οποίο ο αναγνώστης θα αναρωτηθεί στο τέλος «και τώρα, να πάω ή να μην πάω να τη δω;», ένα έχω να δηλώσω στους αναγνώστες και μελλοντικούς θεατές της ταινίας «Σκέφτομαι να βάλω ένα τέλος»: Πρέπει να έχουν δει προηγουμένως τις παλιότερες ταινίες του Τσάρλι Κάουφμαν, δηλαδή τις «Στο μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς» (1999), «Η αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού» (2004) και «Η συνεκδοχή της Νέας Υόρκης» (2008). Έτσι θα είναι πιο εύκολο να παρακολουθήσουν αυτή την προσαρμογή του ομότιτλου μυθιστορήματος  του Iain Reid (που δεν έχω διαβάσει).

Το φιλμ ξεκινά σαν μια απλή ιστορία μιας νέας γυναίκας, η οποία μάλιστα «λειτουργεί» και ως αφηγήτρια του φιλμ, η οποία πηγαίνει να επισκεφτεί τους γονείς του νέου φίλου της μια νύχτα με χιονοθύελλα. Η νέα αυτή γυναίκα (Τζέσι Μπάκλεϊ,) σκέφτεται από τα πρώτα πλάνα ότι «πρέπει να βάλει ένα τέλος», αλλά ποτέ δεν μας εξηγεί «σε τι θα βάλει ένα τέλος». Στη σχέση της με τον Τζέικ (Τζέσε Πλέμονς), που κάθεται δίπλα της και οδηγεί μέσα στη χιονοθύελλα περιγράφοντάς της τους γονείς του και το αγρόκτημα που μένουν; Ή να βάλει τέλος σε κάτι άλλο που ο θεατής περιμένει να ανακαλύψει στην εξέλιξη; Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά σε ένα φιλμ του Τσάρλι Κάουφμαν, που προσεγγίζει τα θέματά του με διάθεση σουρεαλιστική και ανατρεπτική, η οποία μπορεί και να αιφνιδιάσει τον θεατή.
Το ζευγάρι φτάνει στο απομονωμένο αγρόκτημα των γονιών του Τζέικ, όπου η αγωνία της νέας γυναίκας μέχρι να τους δει να εμφανίζονται, αγγίζει τα όρια του πανικού. Και υπάρχει και ο σκύλος που τινάζεται από τα χιόνια με έναν καθαρά εμμονικό τρόπο. Τελικά οι γονείς εμφανίζονται και είναι δυο υπέροχοι ερμηνευτές ο Ντέιβιντ Θιούλις (πρόσφατα στο «Τιμώμενος επισκέπτης» του Ατόμ Εγκογιάν) και η Τόνι Κολέτ, μπορώ να πω στα καλύτερά τους.
Είναι ένα ζευγάρι που με τη συμπεριφορά του φέρνει σε δύσκολη θέση τον Τζέικ, αλλά φαίνονται συμπαθείς στη νέα κοπέλα (για την οποία σκόπιμα δεν αναφέρω το όνομά της διότι έχει αρκετά κατά τη διάρκεια του φιλμ και δεν θέλω να σας μπερδέψω), η οποία αρχίζει να τους βλέπει πότε στο Αύριο (πιο γέρους και κατάκοιτους), πότε στο Χθες (νεώτερους να ανατρέφουν τον Τζέικ) και πότε στο Τώρα.
Ο σκηνοθέτης, χωρίς να σε αφήνει να βαρεθείς, κάνει παιχνίδι με τις ανθρώπινες καταστάσεις που νομίζεις ότι αλλάζουν με την πάροδο των ετών αλλά εκείνες παραμένουν ίδιες. Η αντιμετώπιση του παιδιού, οι αντιδράσεις του, η σχέση μεταξύ γονέων και παιδιού και η διαρκής απορία στα μάτια της κοπέλας «Εγώ τι κάνω εδώ τώρα;» μαζί με τον (υπαρκτό;) σκοπό: «Πρέπει να βάλω ένα τέλος».
Ταινία με καθαρά ψυχολογικό υπόβαθρο, αλλά με σουρεαλιστική σύλληψη.
Κάουφμαν είναι αυτός και για να βάλω ένα τέλος: ίσως είναι από τις ταινίες που πρέπει να τη δεις δυο φορές. (Κριτική μου στο myfilm.gr)
INFO
Είδος: Δράμα, Θρίλερ (134΄)
Χώρα: ΗΠΑ (2020)
Σκηνοθεσία: Τσάρλι Κάουφμαν
Παίζουν: Τζέσι Μπάκλεϊ, Τζέσε Πλέμονς, Ντέιβιντ Θιούλις, Τόνι Κολέτ
Σύνοψη: Παρά τις δεύτερες σκέψεις για τη σχέση τους, μια νεαρή γυναίκα κάνει ένα οδικό ταξίδι με τον νέο της φίλο Τζέικ στο οικογενειακό του αγρόκτημα. Παγιδευμένη στο αγρόκτημα κατά τη διάρκεια μιας χιονοθύελλας με τη μητέρα του και τον πατέρα του, η νεαρή γυναίκα αρχίζει να αμφισβητεί τη φύση όλων όσων γνώριζε ή καταλάβαινε για τον φίλο της, τον εαυτό της και τον κόσμο. Μια εξερεύνηση της λύπης, της λαχτάρας και της ευθραυστότητας του ανθρώπινου πνεύματος.
Προβάλλεται στο Netflix