Στις 12 Μαΐου 2020 πέθανε σε ηλικία 94 ετών η θρυλική μορφή του γαλλικού και του ευρωπαϊκού σινεμά, με καριέρα που ξεπέρασε τα 70 χρόνια και με πάνω από 200 ταινίες στο ενεργητικό του, ο Μισέλ Πικολί (Michel Piccoli), ένας ηθοποιός ο οποίος συνεργάστηκε με σπουδαίους ευρωπαίους σκηνοθέτες, όπως οι Ζαν-Πιερ Μελβίλ, Λουίς Μπουνιουέλ, Ζαν Λικ Γκοντάρ, Μάρκο Φερέρι, Αλέν Ρενέ, Νάνι Μορέτι, Άλφρεντ Χίτσκοκ, αλλά και με τους Έλληνες Κώστα Γαβρά, Νίκο Παπατάκη και Θόδωρο Αγγελόπουλο.
Ο Μισέλ Πικολί γεννήθηκε στο Παρίσι στις 27 Δεκεμβρίου 1925 από γονείς μουσικούς. Ξεκίνησε την κινηματογραφική του καριέρα από τα 19 του, παίζοντας για χρόνια μικρούς ρόλους. Μεταπολεμικά συνδέθηκε με τον κύκλο των υπαρξιστών του Ζαν Πολ Σαρτρ και της Σιμόν ντε Μποβουάρ,
Ο Μισέλ Πικολί αναδείχθηκε από την ταινία «Η Περιφρόνηση» («Le Mépris») του Ζαν-Λικ Γκοντάρ (1963), στο θρυλικό ζευγάρι με την Μπριζίτ Μπαρντό, κι έκτοτε η γοητευτική του φυσιογνωμία με τα δασώδη φρύδια κυριάρχησε σε περισσότερες από 200 ταινίες, από τον προκλητικό οικοδεσπότη στην ανατρεπτική σάτιρα του Μάρκο Φερέρι «Το μεγάλο φαγοπότι» («La Grande Bouffe», 1973) μέχρι τον διστακτικό Πάπα στην κωμωδία του Νάνι Μορέτι «Έχουμε Πάπα» («Habemus papam», 2011), που ήταν και ο τελευταίος μεγάλος ρόλος του στη μεγάλη οθόνη.
Η καριέρα του είχε συνδεθεί ιδιαίτερα με τον σπουδαίο ισπανό σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ. Ερμήνευσε ξεχωριστούς ρόλους σε ταινίες του, όπως «Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας» («Le journal d'une femme de chamber», 1964), «Η ωραία της ημέρας» («Belle de jour», 1966), όπου αποτελεί το αντικείμενο των σεξουαλικών φαντασιώσεων της Κατρίν Ντενέβ και «Η διακριτική γοητεία της μπουρζουαζίας («Le charme discret de la bourgeoisie», 1972).
Το 1969 πρωταγωνίστησε στο ψυχροπολεμικό δράμα του Άλφρεντ Χίτσκοκ «Τοπάζ» («Topaz), στην πιο αδύνατη ταινία του μετρ του σασπένς. Ο Πικολί συνεργάστηκε και με Έλληνες κινηματογραφιστές. Ήταν ο πρωταγωνιστής της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας του Κώστα Γαβρά «Διαμέρισμα Δολοφόνων» («Compartiment Tueurs», 1965) και στο πολεμικό δράμα «Μακί, το λιοντάρι της κολάσεως» («Un Homme de Trop», 1967). Συνεργάστηκε με τον Νίκο Παπατάκη στην ταινία του «Οι ισορροπιστές» («Les Équilibristes», 1991) και με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο στην τελευταία του ταινία «Η σκόνη του χρόνου» (2008). Πρωταγωνίστησε επίσης στο θρίλερ του Πέτερ Φλάισμαν «Το Λάθος» (1975), βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Αντώνη Σαμαράκη.
Παρά τη μακροχρόνια θητεία του στο θέατρο και τον κινηματογράφο, κέρδισε μόνο δύο μεγάλα βραβεία, στο φεστιβάλ των Καννών το 1980 για το ρόλο του στην ταινία του Μάρκο Μπελόκιο «Πήδημα στο κενό» («Salto nel Vuoto») και την Αργυρή Άρκτο καλύτερου ηθοποιού στο Φεστιβάλ του Βερολίνου το 1982, από κοινού με τον Στέλαν Σκάρσγκαρντ.