21/4/19

«Βυθισμένος ουρανός» της Κικής Τσιλιγγερίδου

Διάβαζα το «Βυθισμένος ουρανός» της Κικής Τσιλιγγερίδου (εκδ. Bell) και το μυαλό μου δεν μπορούσε να αποσπαστεί από την εικόνα του εξωφύλλου του, που ήταν όλο σχεδιασμένο με αποχρώσεις του γκρι, εκτός από την αεροδυναμική «μούρη» ενός αυτοκινήτου που είχε το χρώμα του αίματος. Το ίδιο χρώμα με τα μαλλιά και τα χείλη μιας αδύνατης κοπέλας με βινύλ ρούχα και αρβύλες, η οποία στέκεται όρθια μπροστά από το αυτοκίνητο κρατώντας από ένα όπλο σε κάθε χέρι, σε μια πόζα γεμάτη αυθάδεια και θράσος, ενώ κάτω από τον 
τίτλο η φράση «Η τριλογία της Στέλλας Άνταμς: Βιβλίο 1» έχει λειτουργήσει ως spoiler προειδοποιώντας με ότι έχω να κάνω με μια άτρωτη ηρωίδα, που ό,τι και να συμβεί θα τη βγάλει καθαρή στο τέλος.
Δεν είναι και οι ιδανικότερες συνθήκες για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, του είδους «whodunit». Αναφέρεται άλλωστε στο οπισθόφυλλο ότι ένα «τζιπ αφέθηκε να γλιστρήσει στα βράχια των Δικαστικών, στον Μαραθώνα, παίρνοντας μαζί του στον βυθό την Ξένια Χατζή. Το αίμα της είναι πλημμυρισμένο στα ηρεμιστικά: μία ποσότητα ικανή επίσης να τη σκοτώσει. Θα μπορούσε να ήταν αυτοκτονία. Αλλά η αστυνόμος Στέλλα 'Aνταμς ξέρει πως δεν είναι. Ξέρει πως είναι φόνος».
Ποια είναι η Στέλλα Άνταμς; Είναι μια 35άχρονη με λευκό δέρμα, κόκκινα μαλλιά και γυαλιά ηλίου που δεν βγαίνουν στιγμή από τα μάτια της, η οποία εργάζεται στην Τέταρτη Ομάδα του Τμήματος Εγκλημάτων κατά της Ζωής, έχοντας διοριστεί εκεί λίγους μόλις μήνες μετά τον ερχομό της στην Ελλάδα από την Αμερική και τη μυστική αντιτρομοκρατική υπηρεσία του FBI στην οποία εργαζόταν. 
Η Στέλλα Άνταμς, λοιπόν, βίαιη, μονομανής, με μια ιδιαίτερη σεξουαλικότητα και καθόλου πολιτικά ορθή, αναλαμβάνει να ψάξει για τον αινιγματικό δολοφόνο με τον δικό της ανορθόδοξο τρόπο και δεν θα απαιτήσει μόνο από τους συνεργάτες της την άμεση διαλεύκανση της υπόθεσης, αλλά θα μπλεχτεί και η ίδια επικίνδυνα βαθιά σε αυτήν, ενώ τα φαντάσματα του παρελθόντος της εμφανίζονται σχεδόν σε κάθε της βήμα για να την συνθλίψουν. Ωραίο, ε; Το αντέγραψα, μη σας κοροϊδεύω.
Διάβασα το μυθιστόρημα επηρεασμένος περισσότερο από το εξώφυλλο, παρά από την υπόθεση όπως αναγράφεται στο οπισθόφυλλο και ενώ το διάβαζα σκεφτόμουν συνεχώς την εικόνα του εξωφύλλου. Θα σας εξηγήσω πιο κάτω.
Εν κατακλείδι, το μυθιστόρημα ανήκει στο είδος noir, που σημαίνει σκοτεινοί τύποι, νυχτερινή δράση, διαρκής βροχή και υγρασία και μια μοιραία γυναίκα. Αλλά αρκετά. 
Σ’ αυτό το noir, λοιπόν, η κεντρική ηρωίδα της οποίας το στυλ δεν απέχει πολύ από την αδύνατη, αλλά δυναμική Λίσμπετ Σαλάντερ (την ηρωίδα του Στιγκ Λάρσον στην Τριλογία Μιλένιουμ), προσπαθεί να ανακαλύψει το δολοφόνο, όσο πιο ανορθόδοξα μπορεί έχοντας την αβάντα του αρχηγού της, τον οποίο αποκαλεί Πατέρα και της έχει εκτός από πατρική αδυναμία και απόλυτη εμπιστοσύνη. Μια κοπέλα που ενώ διαθέτει προσόντα, παρασύρεται από τους προσωπικούς της εφιάλτες και το παρελθόν της, τα οποία πληροφορούμαστε σταδιακά με flashback.
Το βρήκα ενδιαφέρον και ανατρεπτικό. H αφήγηση της κ. Κικής Τσιλιγγερίδου, ακολουθεί ένα ρυθμό σαν να είναι κομμένη και ραμμένη για να γίνει noir graphic novel (τριλογία κι αυτό), με φόντο μια μονίμως μουντή, συννεφιασμένη και βροχερή Αθήνα. Μ’ αυτά και με εκείνα, θυμήθηκα ότι το εξώφυλλο του βιβλίου, μου έφερε στο νου την «υγρή» και σε αποχρώσεις του γκρι, αφίσα της ταινίας Sin City του Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ, πάνω σε graphic novel του Φρανκ Μίλερ. 
Εν κατακλείδι, έχω μια περιέργεια για το δεύτερο μέρος.