12/8/15

Όλα θα πάνε καλά – Everything will be fine

Υπόθεση: Ένα χειμωνιάτικο βράδυ. Ένα αυτοκίνητο σε έναν επαρχιακό δρόμο. Χιονίζει, η ορατότητα είναι περιορισμένη. Ξαφνικά, ένα έλκηθρο γλιστρά, από το πουθενά, σε έναν λόφο. Το αυτοκίνητο σταματά και όλα βυθίζονται στη σιωπή. Ο οδηγός είναι ένας συγγραφέας, ο Τόμας. Δεν έχει εκείνος ευθύνη για το ατύχημα, αλλά ούτε και ο μικρός Κρίστοφερ, που έπρεπε να φροντίσει να μη βγει στο δρόμο ο αδελφός του, ούτε η μητέρα τους, Κέιτ, που έπρεπε να είχε καλέσει τα παιδιά μέσα νωρίτερα. Ο Τόμας πέφτει σε κατάθλιψη και το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να γράψει. Έχει, όμως, δικαίωμα να βασίσει το έργο του πάνω σε βιώματα και τη θλίψη των άλλων; Το ταξίδι του θα του αποδείξει ότι δεν είναι απλώς ο χρόνος που γιατρεύει τις πληγές αλλά το κουράγιο να αντιμετωπίσεις το παρελθόν και να συγχωρείς. Ειδικά τον εαυτό σου.
Κριτική: Το «Όλα θα πάνε καλά» είναι αφιερωμένο στους πραγματικούς φίλους του κινηματογράφου (για να μην πω αφιερωμένο στους δημιουργούς). Αφιερωμένο σ’ αυτούς που έχουν μάθει να περιμένουν το απροσδόκητο, ακόμα κι όταν όλα οδηγούν στο στερεότυπο. Έχει χαρακτηρισθεί ως δράμα, αλλά ενώ ξεκινά έτσι, εξελίσσεται σε θρίλερ με μπόλικη αγωνία. Είναι ένα φιλμ για τις ανθρώπινες σχέσεις, τη μοίρα και την τύχη, τις τύψεις και τη μεταμέλεια και διαθέτει έναν κεντρικό ήρωα, που κατά βάθος τον ενδιαφέρει μόνον ο εαυτός του και η καριέρα του και του οποίου βασική αρχή της ζωής είναι… ο τίτλος της ταινίας.

Μπάνιο στο Φάληρο

Αύγουστος ήταν και τότε και τα σχολεία κλειστά και τα θαλάσσια μπάνια απαραίτητα "για την υγεία του παιδιού" και για να "περάσει ανώδυνο χειμώνα", οπότε... 
Με τη μητέρα, τη θεία και τον ξάδερφο, λεωφορείο από τη λεωφόρο Κηφισίας, στάση πλατεία Αγίας Λαύρας στο Μαρούσι. Η γραμμή λεγόταν "Πειραιάς - Δροσιά", κατεβαίναμε στάση Ιππόδρομο και από εκεί παίρναμε το λεωφορείο "Καλλιθέα - Φάληρο", για να μη περπατάμε και πολύ και μας βγει ξινό το μπάνιο. Η θερινή γραμμή-εξπρές "Κεφαλάρι - Βουλιαγμένη" δημιουργήθηκε αργότερα (ενθουσιασμός) και καταργήθηκε πολύ αργότερα (απογοήτευση).

10/8/15

Νίκος Τσαχιρίδης: Ο "σκληρός" που έφυγε

Οι στιγματισμένοι - 1966
Στις 3 Αυγούστου 2015, έφυγε από κοντά μας χωρίς να το πάρουμε είδηση, ένας ήσυχος και σεμνός άνθρωπος, ένας ηθοποιός που έζησε με χαμηλούς τόνους, παρόλο που η φυσιογνωμία του σημάδεψε τον ελληνικό κινηματογράφο, τόσο με τους ρόλους του «σκληρού» που διεκπεραίωνε πάντα με επιτυχία, όσο και από το γεγονός ότι ήταν κασκαντέρ και ανελάμβανε δύσκολους ρόλους άλλων. 
Αυτός ήταν ο Νίκος Τσαχιρίδης από τα Μελίσσια, ο οποίος όταν ερχόταν στο Μαρούσι για το καφεδάκι του, ή το ούζο του, κυρίως στην πλατεία Αγίας Λαύρας, γινόταν πανζουρλισμός αφού όλοι οι πιτσιρικάδες που τον λατρεύαμε, θέλαμε να τον δούμε από κοντά και να του μιλήσουμε ή να τον ρωτήσουμε που θα παίξει μπάλα την επόμενη βδομάδα για να τον δούμε. Ήταν βλέπεις και ποδοσφαιριστής, μέλος μάλιστα του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών (ΠΣΑΠ).
Ο Νίκος Τσαχιρίδης, είχε γεννηθεί στις 9 Σεπτεμβρίου 1933 και ήταν παιδί του ποντιακού ξεριζωμού και ορφανός από πατέρα. Βγήκε από πολύ μικρός στην βιοπάλη της ζωής και η πρώτη του εμφάνιση ήταν στην ταινία «Μαγική πόλη» (1954), στην οποία ο Νίκος Κούνδουρος του είχε δώσει έναν μικρό ρόλο. Έκτοτε, έπαιξε σε πάρα πολλές ταινίες, τη δεκαετία του ‘80 σε βιντεοταινίες και σε σήριαλ τηλεοράσεως (όπως, Ο φωτογράφος του χωριού, το Τμήμα Ηθών κ.ά.).
Από τις ταινίες που έχει εμφανιστεί σταχυολογώ τις: Η Κύπρος στις φλόγες (1964), Η ανταρσία των δέκα (1970), Η αυγή του θριάμβου (1960), Η ζωή ενός ανθρώπου (1968), Η φανέλα με το "9" (1988), Η φλόγα της ελευθερίας (1952), Κάθαρμα (1963), Κάτω τα χέρια από τα νιάτα (1983), Καμικάζι τσαντάκιας (1982), Καυτές διακοπές (1976), Κεκαρμένοι (1986), Κολασμένη φύση (1972), Κραυγή (1964), Κυνηγημένοι εραστές (1972), Λούφα και παραλλαγή (1984), Μίσος (1963), Μας ενώνει ο πόνος (1964), Με πότισες φαρμάκι (1965), Μονεμβασιά (1964), Μπορντέλο (1985), Μπουμπουλίνα (1959), Ο Δράκος (1956), Ο προδότης (1967), Ο ρεπόρτερ (1982), Οι άγγελοι της αμαρτίας (1966), Οι στιγματισμένοι (1966), Ουρανός (1962), Παύλος Μελάς (1974), Πιο θερμή και από τον ήλιο (1972), Προδομένη αγάπη (1962), Ράδιο Αρβύλα (1986) Σε ποιον να πω τον πόνο μου (1964), Σιδηρά κυρία (1983), Το ρεμάλι της Αθήνας (1987), Υπόγεια διαδρομή (1983), Φάκελος Πολκ στον αέρα (1988), Φυλακές ανηλίκων (1982) και Φυλακές ανηλίκων Νο2 (1984) 
(Ο Νίκος, δεξιά στη φωτογραφία, ως τσιράκι του Νίκου Φέρμα στην ταινία "Οι στιγματισμένοι" του 1966)

7/8/15

«Φλόγα που σιγοκαίει» του Φίλιπ Κερ

Δυο φορές αναφέρεται στο νέο μυθιστόρημα του Φίλιπ Κερ ο τίτλος του βιβλίου, αλλά με άλλο νόημα κάθε φορά. Η πρώτη φορά είναι όταν κεντρικός ήρωας, ντετέκτιβ Μπέρνι Γκούντερ, αναφέρεται στο ναζισμό που δεν λέει να σβήσει και η δεύτερη όταν αναφέρεται στο πάθος του για μια νεαρή κοπέλα, που δεν θέλει να φύγει μαζί του, διότι γι’ αυτήν -όσο και να τον αγάπησε- συνεχίζει να είναι ναζιστής.
Πάνω σ’ αυτό το καμβά κτίζεται και αυτή η ιστορία του κυνικού αστυνόμου Γκούντερ και γιατί όχι, αφού όλες οι ιστορίες του διαδραματίζονται ως επί το πλείστον στη Γερμανία των χρόνων της ναζιστικής κυριαρχίας και του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου.
Αυτή τη φορά, ο Μπέρνι φτάνει στο Μπουένος Άιρες του 1950 και εμπλέκεται στο κυνήγι ενός εγκληματία. Μια έφηβη βρέθηκε δολοφονημένη και οι συνθήκες θυμίζουν έντονα εκείνες της τελευταίας υπόθεσης που είχε αναλάβει ο Μπέρνι το 1932 ως επιθεωρητής του Τμήματος Ανθρωποκτονιών στο Βερολίνο. Μιας υπόθεσης που δεν είχε καταφέρει να διαλευκάνει. Ο αρχηγός της τοπικής αστυνομίας πιστεύει ότι ο δράστης είναι κάποιος από τους εκατοντάδες πρώην Ναζί που έχουν καταφύγει στην Αργεντινή μετά το 1945. Έτσι, ο Μπέρνι, που έχει φτάσει στο Μπουένος Άιρες ως δόκτωρ Κάρλος Χάουσνερ αρχίζει να ερευνά την υπόθεση, με δυσκολίες και εμπόδια και ο αναγνώστης ταξιδεύει μαζί του από τα αριστοκρατικά σαλόνια του προέδρου Περόν και της «φιλάνθρωπης» και λαμπερής συζύγου του Εβίτας, μέχρι τις λαμαρινουπόλεις που κρύβουν μυστικά ικανά να σκοτώσουν τον Μπέρνι, αλλά και τη νεαρή κοπέλα που τον βοηθά με αντάλλαγμα να τη βοηθήσει και εκείνος να βρει τους δικούς της.

6/8/15

Άρωμα ελευθερίας – Rosewater

Υπόθεση: 2009. O Jason Stewart, πρώην ρεπόρτερ του Daily Show, κάνει μια σατιρική συνέντευξη με τον Maziar Bahari την παραμονή των εκλογών στο Ιράν. Ο οικοδεσπότης της εκπομπής αστειευόμενος, αποκαλεί τον καλεσμένο του κατάσκοπο. Κατά τη διάρκεια των εξεγέρσεων που ξέσπασαν στους δρόμους εξαιτίας της νοθείας των αποτελεσμάτων και τις οποίες ο Bahari μαγνητοσκόπησε, οι ιρανικές αρχές τον συνέλαβαν με την κατηγορία της κατασκοπείας. Βασική απόδειξη της ενοχής του θεωρήθηκε η συνέντευξη στο Daily Show. Για τις επόμενες 118 μέρες, ο Bahari βασανίστηκε και ανακρίθηκε από έναν αστυνομικό με το κωδικό όνομα Rosewater.
Κριτική: Βασισμένη σε πραγματική ιστορία, η ταινία διαπραγματεύεται με υποδόριο χιούμορ, το παράλογο των ολοκληρωτικών καθεστώτων και την αντιμετώπισή του με ειρωνεία και χιούμορ, που όπως αποδεικνύεται είναι τα μεγαλύτερα όπλα των ανθρώπων του πνεύματος απέναντι στη βλακεία της εξουσίας, δουλειά της οποίας είναι και η κατασκευή εχθρών εκεί που δεν υπάρχουν.

Ο παρτιζάνος – Partisan

Υπόθεση: Ο Αλεξάντερ είναι ένα παιδί όπως όλα: ενεργητικός, περίεργος κι αφέλης. Είναι επίσης εκπαιδευμένος δολοφόνος. Ο Αλεξάντερ, μαζί με άλλα παιδιά της ηλικίας του, αφήνουν συχνά την ασφάλεια του καταφυγίου τους για να εκτελέσουν τις εντολές του μοναχικού πατριάρχη Γκρέγκορι. Παρά την ψυχρή φύση τους, τα παιδιά δεν καταλάβαιναν ποτέ τη βαρύτητα των πράξεων τους. Ο Αλεξάντερ μόλις έγινε έντεκα χρονών. Ο Γκρέγκορι φέρνει στην κοινότητα τους μια νεαρή μητέρα με τον 11χρονο γιο της, Λίο. Ο Λίο είναι διαφορετικός από τα παιδιά που ζουν εκεί, είναι κοινωνικός και συναισθηματικός. Έχει περάσει πολύ καιρό στον αληθινό κόσμο, έξω από αυτόν που είχε δημιουργήσει ο Γκρέγκορι. Ο Αλεξάντερ είναι έκπληκτος και περίεργος- δεν έχει ξαναδεί αυτή τη συμπεριφορά. Όταν ο Λίο εξαφανιστεί, ο Αλεξάντερ θα νιώσει προδομένος. Αμφισβητεί τα διδάγματα του Γκρέγκορι και τις αποστολές τους. Τα 12α γενέθλια του πλησιάζουν, και βλέπει πια με άλλα μάτια τον ηθικό κώδικα του Γκρέγκορι. Η συνεχώς αυξανόμενη ένταση μεταξύ τους θα οδηγήσει τον μικρό Αλεξάντερ σε μια τραγική μη αναστρέψιμη πράξη.
Κριτική: «Το 2010, διάβασα ένα άρθρο στους New York Times για τις φυλές παιδιών-δολοφόνων στην Κολομβία, που αποκαλούνται «Σικάριος». Πέρα από τις φρικιαστικές πράξεις αυτών των παιδιών, δεν ξέρω γιατί έμεινε μαζί μου αυτή η εικόνα για τόσο πολύ καιρό», αυτό δηλώνει ο σκηνοθέτης της ταινίας και θεωρώ ότι τα λέει όλα.

Φιμωμένος έρωτας - I dolori del giovane Edo

Υπόθεση: Ο Edoardo ζει στην Πίζα, είναι 17 χρονών και υποφέρει από φίμωση. Η κατάσταση του είναι κάτι που απασχολεί όλη την οικογένεια, αλλά κυρίως τον ίδιο. Ο καλύτερος φίλος του ο Arturo σκέφτεται συνεχώς πότε θα χάσει την παρθενιά του και φαντασιώνεται τις λεπτομέρειες της πολυαναμενόμενης αυτής εμπειρίας. Ο Edoardo θα ήθελε κι εκείνος να κάνει σεξ, ειδικά τώρα που η καλύτερη του φίλη έρχεται για διακοπές στην Πίζα. Εν τω μεταξύ γνωρίζεται και με την Elisabetta, ένα κορίτσι που τραγουδάει σε ένα συγκρότημα και θέλει να περάσει το βράδυ της μαζί του. Θα τα καταφέρει άραγε να ξεπεράσει το μεγαλύτερο πρόβλημα της ζωής του και να ζήσει την εμπειρία που φαντασιώνεται όλα αυτά τα χρόνια;
Κριτική: Ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης Ντούτσιο Κιαρίνι, αγγίζει ένα υπαρκτό πρόβλημα με ευαισθησία, τρυφερότητα και λεπτό χιούμορ και μας χαρίζει μια ανάλαφρη ταινία, χωρίς χολιγουντιανές υπερβολές και χοντρά σεξουαλικά αστεία και υπονοούμενα.

Love & mercy

Υπόθεση: Το συγκινητικό και ειλικρινές βιογραφικό πορτρέτο του «Love & Mercy» αποκαλύπτει την άγνωστη ιστορία της βασανισμένης ιδιοφυΐας πίσω από τις ηλιόλουστες μελωδίες των Beach Boys, τη μετεωρική άνοδο, την εντυπωσιακή πτώση και την ανάκαμψη του πρωτοπόρου, θρυλικού ποπ σταρ, Μπράιαν Ουίλσον. Ο Πολ Ντέινο και ο Τζον Κιούζακ υποδύονται τον Ουίλσον σε δύο διαφορετικές περιόδους της ζωής του, καθώς η ταινία μάς παρουσιάζει τα μυστικά ενός σύγχρονου Μότσαρτ όσο εκείνος θριαμβεύει ενάντια στην ψυχική ασθένεια και τους εθισμούς, για να αναδειχθεί σε έναν από τους πιο εμβληματικούς μουσικούς της γενιάς του.
Κριτική: Εμβληματικό καστ σε μια βιογραφία, που θα ενθουσιάσει τους μεγαλύτερους και θα ενημερώσει τους νεώτερους. Τη βιογραφία του μοναδικού Μπράιαν Γουίλσον, που ήταν ο ιδρυτής και η ψυχή των Beach Boys, ενός αμερικανικού συγκροτήματος που αντιπροσώπευε με τον ήχο του την ηλιόλουστη Καλιφόρνια και την ανέμελη κουλτούρα της (όπως τη γνώρισα όταν είχα πάει εκεί).

Fantastic Four

Υπόθεση: Μια ετερόκλητη ομάδα νεαρών ιδεαλιστών εξερευνητών μεταφέρεται σε μία παράλληλη, επικίνδυνη διάσταση κατά τη διάρκεια ενός φιλόδοξου επιστημονικού πειράματος. Εκεί, τα σώματά τους μεταλλάσσονται με σοκαριστικό τρόπο και αποκτούν μοναδικές υπερφυσικές δυνάμεις. Οι τέσσερις ήρωες θα πρέπει να μάθουν να τις χειρίζονται για να προσαρμοστούν στη νέα τους ζωή στη Γη, αλλά και να ξεπεράσουν τις διαφορές τους για να αντιμετωπίσουν την θανάσιμη απειλή ενός πρώην συμμάχου τους που είναι πλέον εχθρός τους. Οι «Fantastic Four» είναι η καλύτερη ελπίδα που έχει η ανθρωπότητα για την επιβίωσή της…
Κριτική: Άντε να δούμε πότε θα σταματήσουν να γυρίζουν τα ίδια και τα ίδια.
Το σενάριο μας οδηγεί στις απαρχές, στη δημιουργία των τεσσάρων παράξενων υπερ-ηρώων της Μάρβελ, που βασικά υπήρξαν αποτέλεσμα του ρητού που λέει «η περιέργεια σκότωσε τη γάτα». Διότι αν δεν ήσαν περίεργοι, δεν θα υπήρχε ο μύθος.

1/8/15

Η γυναίκα στη σκάλα

Διάβασα το «Η γυναίκα στη σκάλα» ξεκινώντας από το γεγονός ότι ο συγγραφέας Μπέρνχαρντ Σλινκ, είναι εκείνος που είχε γράψει το «Διαβάζοντας στη Χάννα», το οποίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο σε σκηνοθεσία του Στίβεν Ντάλτρι με τίτλο «Σφραγισμένα χείλη» (The Reader) και για το οποίο η Κέιτ Γουίνσλετ κέρδισε το Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου.
Η ταινία εκείνη με είχε συνεπάρει όχι μόνο τόσο από τις ερμηνείες, με πρώτη εκείνη της Γουίνσλετ, όσο και για το σενάριο που είχε βασιστεί στο βιβλίο του. Με αυτό το σκεπτικό και με δεδομένη την ικανότητα του συγγραφέα να διεισδύει στους χαρακτήρες του έργου του, κάτι που είχε σεβαστεί και είχε επιτύχει και ο σκηνοθέτης της ταινίας, διάβασα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το βιβλίο και δεν βγήκα χαμένος.
Η υπόθεση της «Γυναίκας στη σκάλα» αφορά στις σχέσεις τεσσάρων προσώπων, μιας γυναίκας και τριών ανδρών, τους οποίους συνδέει ένας πίνακας, που αναπαριστά μια γυμνή γυναίκα να κατεβαίνει μια εσωτερική σκάλα ενός σπιτιού.