Δυο φορές αναφέρεται στο νέο μυθιστόρημα του Φίλιπ Κερ ο τίτλος του βιβλίου, αλλά με άλλο νόημα κάθε φορά. Η πρώτη φορά είναι όταν κεντρικός ήρωας, ντετέκτιβ Μπέρνι Γκούντερ, αναφέρεται στο ναζισμό που δεν λέει να σβήσει και η δεύτερη όταν αναφέρεται στο πάθος του για μια νεαρή κοπέλα, που δεν θέλει να φύγει μαζί του, διότι γι’ αυτήν -όσο και να τον αγάπησε- συνεχίζει να είναι ναζιστής.
Πάνω σ’ αυτό το καμβά κτίζεται και αυτή η ιστορία του κυνικού αστυνόμου Γκούντερ και γιατί όχι, αφού όλες οι ιστορίες του διαδραματίζονται ως επί το πλείστον στη Γερμανία των χρόνων της ναζιστικής κυριαρχίας και του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου.
Αυτή τη φορά, ο Μπέρνι φτάνει στο Μπουένος Άιρες του 1950 και εμπλέκεται στο κυνήγι ενός εγκληματία. Μια έφηβη βρέθηκε δολοφονημένη και οι συνθήκες θυμίζουν έντονα εκείνες της τελευταίας υπόθεσης που είχε αναλάβει ο Μπέρνι το 1932 ως επιθεωρητής του Τμήματος Ανθρωποκτονιών στο Βερολίνο. Μιας υπόθεσης που δεν είχε καταφέρει να διαλευκάνει. Ο αρχηγός της τοπικής αστυνομίας πιστεύει ότι ο δράστης είναι κάποιος από τους εκατοντάδες πρώην Ναζί που έχουν καταφύγει στην Αργεντινή μετά το 1945. Έτσι, ο Μπέρνι, που έχει φτάσει στο Μπουένος Άιρες ως δόκτωρ Κάρλος Χάουσνερ αρχίζει να ερευνά την υπόθεση, με δυσκολίες και εμπόδια και ο αναγνώστης ταξιδεύει μαζί του από τα αριστοκρατικά σαλόνια του προέδρου Περόν και της «φιλάνθρωπης» και λαμπερής συζύγου του Εβίτας, μέχρι τις λαμαρινουπόλεις που κρύβουν μυστικά ικανά να σκοτώσουν τον Μπέρνι, αλλά και τη νεαρή κοπέλα που τον βοηθά με αντάλλαγμα να τη βοηθήσει και εκείνος να βρει τους δικούς της.
Η δράση πηδά από το 1950 στο 1932 και μέσα από τις σελίδες του βιβλίου παρελαύνουν ιστορικά πρόσωπα και καταστάσεις που εμπλουτίζουν τις ιστορικές γνώσεις του αναγνώστη. Καταστάσεις που ξεκινούν από τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης μέχρι την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία περιγράφοντας την ηθική κατάπτωση των Γερμανών και μέχρι τη φυγάδευση των εγκληματιών πολέμου στην Αργεντινή, όπου αφενός μεταλαμπαδεύουν τις γνώσεις τους στο δικτάτορα Περόν και αφετέρου ελπίζουν στην αναβίωση του Ναζισμού.
«Κοίταξε γύρω σου Μπέρνι», του λέει το 1932 ένας συνομιλητής του. «Το Βερολίνο είναι σαν μια μεγάλη γλιτσιασμένη πέτρα. Αν τη σηκώσεις, θα δεις από κάτω ένα σωρό πράγματα να σέρνονται. Νταβατζήδες, πούστηδες, πουτάνες, αφέντρες, ναρκομανείς, λεσβίες, τραβεστί. Γυναίκες που είναι άντρες και άντρες που είναι γυναίκες. Αρρωστημένοι. Ξεπουλημένοι. Διεφθαρμένοι. Ανώμαλοι. Και όλα αυτά τα ανέχεται η αγαπημένη σου Δημοκρατία της Βαϊμάρης». «Υποθέτω πως όλα θα ήταν καλύτερα αν ανέβει στην εξουσία ο Χίτλερ», ειρωνεύεται ο Μπέρνι Γκούντερ και σκέφτεται: «Οι Ναζί τα είχαν πάει καλά στις πιο πρόσφατες εκλογές, αλλά κανείς λογικός άνθρωπος δεν πίστευε στ’ αλήθεια ότι ήταν σε θέση να κυβερνήσουν τη χώρα. Κανείς δεν πίστευε ούτε στιγμή ότι ο πρόεδρος Χίντεμπουργκ θα ζητούσε ποτέ από τον άνθρωπο που απεχθανόταν πιο πολύ στον κόσμο –έναν άξεστο υπαξιωματικό από την Αυστρία- να γίνει ο επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας». «Γιατί όχι; Θα χρειαστούμε κάποιον να αποκαταστήσει την τάξη σ’ αυτή τη χώρα», τον φέρνει στην πραγματικότητα ο συνομιλητής του.
Έτσι, ιστορία και αστυνομική περιπέτεια δένονται αριστοτεχνικά από τον Φίλιπ Κερ, που μερικές φορές πέφτει στην παγίδα της αναφοράς σε κάποιους ηθοποιούς της εποχής ή διάσημος αθλητές, για να αποφύγει την περιγραφή προσώπων. Αλλά αυτό συμβαίνει σε αμελητέα ποσότητα. Στο σύνολο δεν παύει να είναι γλαφυρός και κυνικά περιγραφικός, όπως ο ήρωάς του άλλωστε, που πήρε μέρος στον Μεγάλο Πόλεμο και, όπως ο Χίτλερ, τιμήθηκε με τον Σιδηρούν Σταυρό. Δεύτερης τάξεως, βέβαια, αλλά, όπως του αρέσει να λέει: «Τα περισσότερα μετάλλια πρώτης τάξεως, απονεμήθηκαν σε ανθρώπους που βρίσκονται στα νεκροταφεία».
Μπορώ να πω το στερεότυπο ότι το «Φλόγα που σιγοκαίει» (εκδόσεις Κέδρος) διαθέτει καταιγιστική δράση και ελκυστική πλοκή, ώστε να μη το βαριέσαι μέχρι την τελευταία σελίδα.