14/5/11

Ο Σπύρος Λούης στον κινηματογράφο

Οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες, γνωστοί ως Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες 1896, διοργανώθηκαν στην Αθήνα από τις 6 Απριλίου έως τις 15 Απριλίου1896. Σύμφωνα με την ιστορία, το 1894 σε συνέδριο που οργάνωσε ο βαρόνος Πιερ ντε Κουμπερτέν στο Παρίσι, ιδρύθηκε η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή και αποφασίστηκε η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Έπειτα από πρόταση του Έλληνα εκπροσώπου Δημητρίου Βικέλα, ως τόπος διεξαγωγής των ορίστηκε η Αθήνα. Αν και ο αριθμός των αθλητών που πήραν μέρος ήταν μικρός, παρόλα αυτά η συμμετοχή ήταν η μεγαλύτερη μέχρι τότε σε αθλητική διοργάνωση. Οι Αγώνες είχαν μεγάλη επιτυχία και υπήρξε μεγάλη συμμετοχή του ελληνικού κοινού, ενώ η σημαντικότερη στιγμή για τους Έλληνες, ήταν η νίκη στο Μαραθώνιο Δρόμο (στις 10 Απριλίου) από τον αξέχαστο Μαρουσιώτη Σπύρο Λούη.
Απ’ όσα τυχαίνει να γνωρίζουμε, ο κινηματογράφος (ελληνικός και ξένος) δεν ασχολήθηκε ποτέ αποκλειστικά με τον Σπύρο Λούη, εκτός βέβαια από ένα ντοκιμαντέρ του Γιάννη Σμαραγδή (παραγωγής 2004 του Δήμου Αμαρουσίου, με πρωτοβουλία του τότε δημάρχου Παναγιώτη Τζανίκου), η οποία γυρίστηκε με αφορμή τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, στο πλαίσιο του προγράμματος Ειρήνης και Πολιτισμού 2004 του Δήμου Αμαρουσίου.

«Σπύρος Λούης» του Γιάννη Σμαραγδή

Η ταινία αυτή, πήρε το πρώτο βραβείο του Διεθνούς Φεστιβάλ Sports Movies, που πραγματοποιήθηκε στο Μιλάνο (από 29 Οκτωβρίου έως 3 Νοεμβρίου 2004), και είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι, ενώ είχε σταλεί για να συμμετάσχει -ως ντοκιμαντέρ- στη κατηγορία «Ολυμπιακό Πνεύμα», οι υπεύθυνοι του φεστιβάλ τη μετακίνησαν «τιμητικά» (και πρέπει να επισημανθεί αυτό) στις ταινίες, όπου και απέσπασε το πρώτο βραβείο «Guirlande d' Honneur 2004». Σημαντικό είναι επίσης, και το ότι επελέγη μεταξύ 100 ταινιών από 90 χώρες όλου του κόσμου.
Το ντοκιμαντέρ αυτό του Γιάννη Σμαραγδή, καταγράφει τον «λαϊκό άνθρωπο από το Μαρούσι, που έδειξε το πλήρες νόημα και την ουσία του ευ αγωνίζεσθαι των αρχαίων προγόνων μας και έγινε αθάνατος, μαθαίνοντας και πάλι στην Ελλάδα να ονειρεύεται», όπως είχε δηλώσει ο σκηνοθέτης σε συνέντευξή του στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ συμπληρώνοντας: «Προσπάθησα να καταδείξω σε αυτό το ντοκιμαντέρ, πως με αυτήν την προσφορά ο Σπύρος Λούης θα είναι πάντα πλημμυρισμένος φως, στεφανωμένος και αθάνατος, για να μεταφέρει στους αιώνες το μήνυμα των αρχαίων προγόνων μας: Οι νίκες δεν είναι προσωπικές. Είναι της Ελλάδας, της ανθρωπότητας».
Το σενάριο (σε συνεργασία με τον Παναγιώτη Πασχίδη) είναι του σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή, η διεύθυνση φωτογραφίας του Νίκου Σμαραγδή, η σκηνογραφία του Δαμιανού Ζαρίφη και η μουσική του Δημήτρη Παπαδημητρίου, ενώ η εκτέλεση παραγωγής ανήκει στην «Αλέξανδρος Φιλμ», σε χρηματοδότηση του Δήμου Αμαρουσίου.
Το ρόλο του Σπύρου Λούη ερμηνεύει ο Αλμπέρτο Φάις, της συζύγου του Ελένης, η Εβίτα Ζυμάλη, τον Αυστραλό δρομέα Φλάκ ο Κώστας Δελακούρας και τον ταγματάρχη ο Αντώνης Αντωνίου.
Η εξαιρετική αφήγηση έγινε από τον Κώστα Κλεφτόγιαννη, ενώ στην Αγγλική βερσιόν από τον Γρηγόρη Πατρικαρέα.
Πρέπει δε να τονισθεί, ότι είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της τοπικής αυτοδιοίκησης, που μια ταινία χρηματοδοτούμενη από ένα δήμο, στη συγκεκριμένη περίπτωση από τον Δήμο Αμαρουσίου, κατακτά παγκόσμια διάκριση και μάλιστα πρώτο βραβείο.
Υπάρχει, όμως και άλλη μια ταινία, στην οποία ο Σπύρος Λούης, εμφανίζεται ως δευτεραγωνιστής στην εξέλιξη της ιστορίας. Ταινία μεγάλου μήκους, η οποία δεν είναι Ελληνική, έχει γυριστεί στην Ελλάδα όμως, με ξένους και Έλληνες ηθοποιούς και ξεχάστηκε γρήγορα. Τι συνέβη ακριβώς, θα το δούμε στη συνέχεια…

Όταν το Χόλιγουντ ανακάλυψε τον… Σπυρίδωνα Λούη

Τις δεκαετίες ’50 και ’60 η Ελλάδα είναι πρώτη επιλογή για τους τουρίστες όλου του κόσμου. Η χώρα μας, δεν έχει ακόμα επηρεασθεί από το «δυτικό» πολιτισμό και όλοι οι ξένοι την προτιμούν για την παρθενικότητα του τοπίου και την απλότητα και τον αυθορμητισμό των κατοίκων της.
Μεταξύ αυτών που συχνάζουν στα Ελληνικά νησιά και την ύπαιθρο χώρα είναι και οι καλλιτέχνες του Χόλιγουντ. Ο Τάιρον Πάουερ, ο Ζαν Κοκτό, η Ρίτα Χέιγουορθ, ο Γκάρι Κούπερ και η Λιζ Τέιλορ είναι από τους πρώτους αστέρες που επισκέπτονται τη χώρα μας και οι πρώτοι και καλύτεροι διαφημιστές της, προς το τέλος της δεκαετίας του ’50.
Την ίδια εποχή, το Χόλιγουντ έχοντας εξαντλήσει τη μυθοπλαστική του ικανότητα, στρέφεται προς την Ευρώπη και επειδή έχουν προηγηθεί οι τουριστικές επισκέψεις, διαπιστώνει ότι το Ελληνικό τοπίο διακρίνεται για την ποικιλία των μορφών του, την καθαρότητα και τη φωτεινότητά του και έρχεται με προτάσεις για γυρίσματα ταινιών.
Ο υπουργός… Βιομηχανίας της περιόδου εκείνης, αντιλαμβάνεται ότι εάν ενθαρρύνει τις ξένες παραγωγές, η χώρα μας θα βγει πολλαπλώς κερδισμένη και δίνει άδειες. Έτσι, ταινίες όπως «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» (1956), «Το Παιδί Και Το Δελφίνι» (1957), «Ποτέ την Κυριακή» (1960), «Ο Λέων Της Σπάρτης» (1962) και «Αλέξης Ζορμπάς» (1964) γίνονται οι καλύτεροι διαφημιστές μας και συμβάλλουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην αύξηση του τουριστικού ρεύματος.
Μεταξύ αυτών το 1960, γυρίστηκε και στην Αθήνα μια Αμερικανική αισθηματική κωμωδία με υπόθεση που διαδραματίζεται κατά την περίοδο των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων του 1896, στην οποία ένα από τα πρόσωπα είναι και ο… Σπυρίδων Λούης!

«Συνέβη Στην Αθήνα» του Άντριου Μάρτον

Σύμφωνα με την υπόθεση της ταινίας που είχε τίτλο «Συνέβη Στην Αθήνα» (It happened in Athens), ο «νεαρός βοσκός Σπυρίδων Λούης», αποφασίζει να συμμετάσχει στο άθλημα του Μαραθωνίου Δρόμου. Μόλις φτάνει στην Αθήνα, συναντά την Χριστίνα Γκράτσου, μια νέα κοπέλα από το χωριό του το Μαρούσι, η οποία είναι προσωπική υπηρέτρια της Ελένης Κώστα, της πιο γοητευτικής Ελληνίδας ηθοποιού. Η Ελένη Κώστα, αγαπά έναν ανθυπολοχαγό, τον Μινάρδο, που συμμετέχει κι αυτός στον αγώνα και επειδή είναι σίγουρη ότι θα κερδίσει τον Μαραθώνιο, ανακοινώνει στον Τύπο ότι θα παντρευτεί τον νικητή του αγώνα. Όμως νικητής θα είναι ο… Σπυρίδων Λούης, ο οποίος έχει ερωτευτεί την υπηρέτριά της, Χριστίνα, και της έχει υποσχεθεί γάμο…
Η κωμωδία (που προβλήθηκε το 1962 και δεν πήγε καλά εισπρακτικά), ήταν μια παραγωγή της 20th Century Fox (της οποίας πρόεδρος από το 1942 ήταν ο δικός μας Σπύρος Σκούρας). Σκηνοθέτης ήταν ο Άντριου Μάρτον. Τους βασικούς ρόλους είχαν η πληθωρική ξανθιά Τζέιν Μάνσφιλντ (ως Ελένη Κώστα στη φωτογραφία), ο Τραξ Κόλτον (ως Σπύρος Λούης), ο Νίκος Μινάρδος (ως ανθυπολοχαγός Αλέξης Μινάρδος στη φωτογραφία), η Ξένια Καλογεροπούλου (ως Χριστίνα Γκράτσου), η Λίλι Βαλέντι (μητέρα του Λούη) και ο Τίτος Βανδής (πατέρας του Λούη), ενώ η μουσική που ακούγεται μέχρι σήμερα είναι του Μάνου Χατζιδάκι.
Ως ανέκδοτο αναφέρεται, πως ένα από τα μεγάλα λάθη της ταινίας, ήταν ότι «οι κομπάρσοι στο Παναθηναϊκό Στάδιο φορούσαν ρούχα εποχής 1960 και όχι του 1896». Πράγματι, όσοι είχαν πάει στο Στάδιο εκείνη την Κυριακή του καλοκαιριού του 1960 για το γύρισμα, φορούσαν τα κανονικά τους ρούχα, διότι δεν ήσαν κομπάρσοι, αλλά αθηναίοι που είχαν πάει να ακούσουν -και να δουν- τα «Χαρούμενα Ταλέντα» του Γιώργου Οικονομίδη, μια πολύ δημοφιλή ραδιοφωνική εκπομπή της εποχής, που είχε διαφημιστεί ότι θα μεταδοθεί ζωντανά από το Στάδιο. Κατά την είσοδό τους δε, τους έδιναν μόνον ένα καπέλο εποχής του 1896 στους άντρες, καθώς και ένα ομπρελίνο στις γυναίκες, με εντολή να τα πετάξουν στον αέρα κατά την είσοδο του δρομέα-ηθοποιού Λούη στο Στάδιο, όπως και έγινε για να αποδοθεί η ατμόσφαιρα της νίκης.

(Δημοσιεύτηκε στην Αμαρυσία στις 7/5/2011 και όλες οι φωτογραφίες είναι από το Google - Εικόνες)

1/5/11

Μαύρη Αφροδίτη

Πρόκειται για μια εξαιρετική ταινία βασισμένη σε γεγονότα. Μεγάλης διάρκειας μεν, αλλά με εξαιρετικό ενδιαφέρον και μια εκπληκτική ερμηνεία από την πρωταγωνίστρια, της οποίας η εκφραστικότητα βγάζει προς τα έξω όλη την τραγικότητα της κατάστασής της. Το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται, την εξάρτησή της από το σκληρό αφεντικό, το πόσο αναποφάσιστη είναι για το Αύριο. Όπως είπε και ο σκηνοθέτης: «Η ηρωίδα της ταινίας, Σάαρτζι, είναι ένας μυστηριώδης χαρακτήρας, που μου τράβηξε την προσοχή από την πρώτη στιγμή. Στο τέλος της ημέρας, ποτέ δε μαθαίνουμε ποιες είναι πραγματικά οι προθέσεις της»

Το 1810 ένα γυναικείο μέλος της αφρικανικής φυλής Κόι, με ιδιαίτερα ευτραφή σωματότυπο, έπεσε θύμα εκμετάλλευσης και παρασύρθηκε από έναν τυχοδιώκτη στο Λονδίνο για να εκτεθεί σε κοινή θέα ως κάτι το σεξουαλικά αξιοπερίεργο. Η περιπλάνησή της κατέληξε στο Παρίσι, όπου απεβίωσε το 1816.
Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Γαλλίας διατήρησε το σώμα της, που το απολάμβανε το γαλλικό κοινό σε κοινή θέα, μέχρι το 1974 στο Μουσείο του Ανθρώπου του Παρισιού, όπου το σώμα της κατέληξε να χρησιμοποιείται σαν αντικείμενο επιστημονικής «έρευνας».
Όταν ο Νέλσον Μαντέλα έγινε Πρόεδρος της Νότιας Αφρικής το 1994, ζήτησε να επιστραφούν αμέσως τα υπολείμματα της «Μαύρης Αφροδίτης», όπως την είχαν ονομάσει.
Μετά από μακροχρόνιες νομικές διατυπώσεις, η Γαλλία δέχτηκε το αίτημα στις 6 Μαρτίου του 2002, οπότε όργανα και εκμαγείο της Μαύρης Αφροδίτης επεστράφησαν στην πατρίδα της με τιμές και αποκαταστάθηκε η φήμη της..
Η αληθινή αυτή ιστορία, η οποία για τους περισσοτέρους είναι σκοτεινή και άγνωστη, γυρίστηκε ταινία από τον Αμπντελατίφ Κεσίς ο οποίος θεώρησε καθήκον του, να μην αφήσει την ιστορία και την τύχη της να ξεχαστεί, αλλά και να μιλήσει για τη μοίρα της γυναίκας ως σεξουαλικό αντικείμενο, με αμεσότητα, σκληρότητα αλλά και ευαισθησία.

Η υπόθεση της ταινίας έχει ως εξής: Παρίσι , 1817. Βασιλική Ακαδημία Ιατρικής. «Δεν έχω δει ποτέ ανθρώπινο κρανίο που να μοιάζει τόσο πολύ με το κρανίο ενός πιθήκου», λέει ο ανατόμος Ζωρζ Κουβιέ βλέποντας το γύψινο καλούπι του σώματος της Σάαρτζι Μπάρτμαν. Οι συνάδελφοι του χειροκροτούν. Την Σάαρτζι έφερε με τη βία από την πατρίδα της, τη Νότια Αφρική, το «αφεντικό» της ο Σεζάρ, ο οποίος την επιδείκνυε ως πρωτοφανές δημόσιο θέαμα εξαιτίας των υπερμεγεθών και ιδιαίτερων σωματικών αναλογιών της, στο Λονδίνο και αργότερα στο Παρίσι. Όταν ζητήθηκε από τη Σάαρτζι να γίνει αντικείμενο επιστημονικής έρευνας στη Βασιλική Ακαδημία Ιατρικής στο Παρίσι, εκείνη δε δέχθηκε με αποτέλεσμα ο Σεζάρ να την πουλήσει σε έναν παρουσιαστή άγριων θηρίων, ο οποίος άρχισε να την περιφέρει σε ερωτικές συγκεντρώσεις αριστοκρατών, μέχρι να καταλήξει τελικά σε πορνείο. Αυτή η «Hottentot Αφροδίτη» που ταπεινώθηκε, εξευτελίστηκε και έγινε αντικείμενο ακραίας εκμετάλλευσης, έγινε σύμβολο για τους καταπιεσμένους και τους φτωχούς και βρήκε λύτρωση πολλά χρόνια μετά το θάνατό της.

Σκηνοθεσία: Αμπντελατίφ Κεσίς
Παίζουν: Γιαχίμα Τόρες, Ολιβιέ Γκουρμέ, Αντρέ Ζακόμπς, Φρανσουά Μαρτουρέ

19/4/11

"Η θυσία" της Ελένης Σαραντίτη

Η φίλη μου η Αγγελική Βουλουμάνου, παρουσίασε τις προάλλες το ιστορικό μυθιστόρημα "Η θυσία" της Ελένης Σαραντίτη (εκδ. Πατάκη) στη Βορέειο Δημοτική Βιβλιοθήκη, ενώ η συγγραφέας διάβασε αποσπάσματα και ακολούθησε συζήτηση.
Το βιβλίο, όπως μας είπε η συγγραφέας, γραφόταν επί τρία χρόνια και η κ. Σαραντίτη χρησιμοποίησε πολλές πηγές. Σκοπός της ήταν να προσεγγίσει τον άνθρωπο Λεωνίδα και να κάνει γνωστό στον αναγνώστη αυτόν τον πραγματικά αξιοθαύμαστο άντρα, που έζησε μες στην αγάπη και για την αγάπη οδηγήθηκε στον δρόμο της θυσίας. Τον Λεωνίδα, μέσα από ιστορικές πηγές, τις οποίες η Ελένη Σαραντίτη εξάντλησε σε τέτοιο βαθμό, που μιλώντας στο ακροατήριο της Βορέειου, «ζούσε» αυτά που έλεγε σαν να ήταν εκεί.
Στο πλούσιο, σε ιστορικά στοιχεία, εκφράσεις και λέξεις μυθιστόρημα, ο Λεωνίδας ξαγρυπνά στις Θερμοπύλες, 20 του Αυγούστου του 480 π.Χ. Με πανσέληνο. Στην αγρυπνία του, κατακλύζεται από μνήμες και νοσταλγεί. Ο έρωτας και ο γάμος με τη γυναίκα του, ο οκτάχρονος γιος του Πλείσταρχος με την ανεπτυγμένη διαίσθηση, ο πατέρας του και η αφοσίωσή του στη γυναίκα του, την οποία πιεζόταν από την Πολιτεία να εγκαταλείψει, ως άτεκνη. Η σχέση του με την κόρη Μεσσήνιων αιχμαλώτων, τη Δελφίνη, η φιλία με τον εκπεσόντα βασιλιά της Σπάρτης, μετέπειτα σύμβουλο του Ξέρξη, Δημάρατο. Η επεισοδιακή γέννηση του τελευταίου και η θλιβερή φυγή του. Ο ισχυρός βασιλιάς Κλεομένης, ετεροθαλής αδερφός του Λεωνίδα, και η σύγκρουσή του με τους Εφόρους. Η γνωριμία του Λεωνίδα με την υπέροχη Αιθιοπίδα, Άμπα, το γράμμα με το φυλαχτό που αυτή του έστειλε όταν εκστράτευε, η σημαντική συνάντηση με τον σεβάσμιο είλωτα Ανθέα, η εξαδέλφη του Ευδώρα, φαρμακοπώλις και μουσικός, που πέθανε από αγάπη, οι σύντροφοι, το χιούμορ του, η Σπάρτη, οι εορτές, οι μάχες, το ιερό της Ωραίας Ελένης όπου λατρευόταν σαν θεά, ένα θαύμα της. Τέλος, η άφιξη στις Θερμοπύλες. Οι πρώτες συγκρούσεις. Οι προσφορές του Ξέρξη στον Λεωνίδα.

10/4/11

"Έφυγε" ο Σίντνεϊ Λιούμετ

Σε ηλικία 86 ετών πέθανε ο σκηνοθέτης Σίντνεϊ Λιούμετ, γνωστός για τις ταινίες του "Σέρπικο" και "Σκυλίσια Μέρα" (που αναδείκνυαν τη σκοτεινή πλευρά της Νέας Υόρκης).
Ο Λιούμετ είχε προταθεί τέσσερις φορές για Όσκαρ Σκηνοθεσίας (αλλά δεν το κέρδισε ποτέ) για ταινίες με κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις και ήρωες ψυχολογικά ασταθείς.
Μόνον το 2005 πήρε Όσκαρ για τη συνολική προσφορά του στον κινηματογράφο (έχει σκηνοθετήσει πάνω από 40 ταινίες).
Αξέχαστη ήταν η ταινία του "Το Δίκτυο", μια καυστική καταγγελία για την τηλεόραση και πως επιχειρεί να χειραγωγεί τα πλήθη, στην οποία ο πρωταγωνιστής (Πίτερ Φιντς), μη αντέχοντας ως παρουσιαστής να κοροϊδεύει τον κόσμο, βγαίνει μια μέρα στην εκπομπή του και φωνάζει την κλασσική ατάκα: "I'm mad as hell, and I'm not going to take it anymore!", που ελεύθερα σημαίνει: "Έχω τρελαθεί τελείως και δεν πρόκειται να το αντέξω άλλο", καλώντας όλους τους τηλεθεατές να βγουν να το φωνάξουν από τα παράθυρα και τα μπαλκόνια τους, όπως και γίνεται.
Άλλες ταινίες του Λιούμετ που έχω δει και μου άρεσαν ήσαν οι: "Οι δώδεκα ένορκοι", "Έγκλημα στο Οριαν Εξπρές", "Εκβους", "Ενεχυροδανειστής", "Ενοχος σαν αμαρτία", "Ετυμηγορία", "Θανάσιμη παγίδα", "Λόφος", "Μεγάλη ληστεία της Νέας Υόρκης" και "Πριν ο διάβολος καταλάβει ότι πέθανες".


5/4/11

Ρωγμές στη σιωπή

Τρυφερό, εξομολογητικό, αποκαλυπτικό, ένα μυθιστόρημα που ανιχνεύει σε βάθος τις απόκρυφες πτυχές της ανθρώπινης ψυχής. Αυτό είναι επιγραμματικά, το μυθιστόρημα «Ρωγμές στη σιωπή» της Ζέτας Κουντούρη (εκδ. Κέδρος) που παρουσιάστηκε προ ημερών σε ειδική εκδήλωση διοργανωμένη από τη Δημοτική Βορέειο Βιβλιοθήκη, στην αίθουσα εκδηλώσεων του Δημαρχιακού Μεγάρου, παρουσία της αντιπροέδρου της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Γλυκερίας Μοστρού και αρκετών φίλων του καλού και ποιοτικού βιβλίου.
Το βιβλίο παρουσίασε και επένδυσε μουσικά με κιθάρα και τραγούδι η φίλη μου η Αγγελική Βουλουμάνου, ενώ η συγγραφέας διάβασε αποσπάσματα από το μυθιστόρημα και στη συνέχεια επακολούθησε συζήτηση.
Η Ζέτα Κουντούρη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Εργάστηκε επί σειρά ετών ως δικηγόρος και ως επιστημονική συνεργάτις στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Από το 2007 έως το 2009 δίδαξε Δημιουργική Γραφή στο αντίστοιχο Εργαστήρι της Φοιτητικής Λέσχης του Πανεπιστημίου, το οποίο ίδρυσε η ίδια.
Έχει συνεργαστεί με γνωστά λογοτεχνικά περιοδικά.
Από τη συλλογή της «Η Πρεμιέρα», το διήγημα «το Στοίχημα» έχει συμπεριληφθεί στο νέο τόμο Ανθολογίας των Ρένου, Ήρκου και Στάντη Αποστολίδη, ενώ από τη συλλογή της «Όμορφη ζωή» το ομώνυμο διήγημα έχει μεταφραστεί στα ισπανικά και έχει δημοσιευθεί στην ανθολογία Ελληνίδων Συγγραφέων της Teresa Sempere (escritoras GRIEGAS, 2004).
Εκδότης: Κέδρος / ISBN: 978-960-04-4120-8 / Σελίδες: 248 / Τιμή: 12.50 ευρώ.

(Δημοσιεύτηκε στην Αμαρυσία στις 24 Μαρτίου 2011)

4/4/11

Πεθαίνοντας για την αλήθεια

Πολύ λίγος κόσμος γνωρίζει ότι κάθε χρόνο, περισσότεροι από εκατό δημοσιογράφοι χάνουν τη ζωή τους στις καυτές περιοχές του πλανήτη. Ακόμα λιγότεροι γνωρίζουν ότι στο Ιράκ περισσότεροι από 350 δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης σκοτώθηκαν από την αρχή του πολέμου το Μάρτιο του 2003 μέχρι σήμερα. Είναι ο μεγαλύτερος αριθμός θανάτων σε εμπόλεμη περιοχή από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
«Ο σκοπός του ντοκιμαντέρ “Πεθαίνοντας για την Αλήθεια”, λέει ο δημιουργός του, Νίκος Μεγγρέλης, είναι να πάει πέρα από τους αριθμούς και τις ψυχρές στατιστικές και να αφηγηθεί την ιστορία δημοσιογράφων που πέθαναν την ώρα που προσπαθούσαν να μεταφέρουν το ρεπορτάζ και την εικόνα στις εφημερίδες και στις τηλεοράσεις μας.».
Θέμα διεθνούς ενδιαφέροντος
Για πρώτη φορά στην Ελλάδα μια ερευνητική ομάδα καταπιάνεται με ένα τόσο μεγάλο, διεθνούς

2/3/11

Δημοτική συγκοινωνία με εισιτήριο

Άρχισε οργανωμένα, συστηματικά και με την πρέπουσα τάξη (βλ. φωτο), η ενημέρωση του επιβατικού κοινού για την καθιέρωση του εισιτηρίου των 0,50 λεπτών του ευρώ στη Δημοτική Συγκοινωνία Αμαρουσίου για τους ξένους.
Διότι εμείς οι γηγενείς θα μετακινούμεθα δωρεάν επιδεικνύοντας την Artemis Card.
Ήδη τα πρώτα διαφημιστικά φυλλάδια έκαναν την εμφάνισή τους στα «κόκκινα» και αναπτέρωσαν τις ελπίδες όλων ημών των γηγενών Μαρουσιωτών.
Ελπίδες, που συγκλίνουν στην «ανανέωση του στόλου των λεωφορείων».
Αρκεί βεβαίως οι ετεροδημότες να πληρώνουν το αντίτιμο του εισιτηρίου.
Το νέο σύνθημα του Δήμου Αμαρουσίου συνοψίζεται σε μια φράση και είναι ανάλογο του μηνύματος των πεσόντων στον Μαραθώνα εναντίον των Περσών.
«Ω ξειν’ αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ότι τήδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι».
Ω, ξένε, πες και στους άλλους μη Μαρουσιώτες, να πληρώνουν εισιτήριο, για την ανανέωση του

28/2/11

Τι κρίμα

Κανείς δεν έρχεται να δει και να θαυμάσει
Αυτήν την όαση
Που μερικοί
Περνώντας μέσα
Απ' την οδύνη της απώλειας
Δημιούργησαν για μας.

(Ποίημα του Τάσου Δενέγρη από τον τόμο «Μιλάει ο αγριόχοιρος», Υψιλον/Βιβλία, 2008)

20/2/11

Ο κόσμος είναι μεγάλος και η σωτηρία της ψυχής βρίσκεται στη γωνία

Δεν πρόκειται για ένα τυχαίο αφορισμό, αλλά για τίτλο ταινίας. Μιας ταινίας για τη ζωή, την τύχη, τις δυνατότητες και τις πιθανότητες που έχουμε για να επιβιώσουμε αρμονικά, τόσο με τον εαυτό μας, όσο και με τους γύρω μας. Μια ταινία, γεμάτη χιούμορ, που υμνεί, τόσο την επίλυση κάθε δυσκολίας της ζωής, όσο και την έλξη των αντίθετων ανθρώπινων χαρακτήρων. Μια ιστορία στην οποία όλα είναι δυνατά (όπως και στο τάβλι, που παίζει κυρίαρχο ρόλο στην αφήγηση).

Έπειτα από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα, ο Άλεξ δεν μπορεί να θυμηθεί ποιος είναι. Για να μπορέσει να του επαναφέρει τη μνήμη, ο παππούς του ο Μπάι Νταν ταξιδεύει στη Γερμανία, προκειμένου να οργανώσει ένα ταξίδι στο παρελθόν, ένα ταξίδι μνημών πίσω στη χώρα που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Σύννεφα «γεμίζουν» τα μέχρι τότε ειδυλλιακά παιδικά χρόνια του Άλεξ, ο οποίος ζει σε μια μικρή επαρχιακή πόλη στη Βουλγαρία του 1980. Η τοπική αστυνομία πιέζει τον πατέρα του να κατασκοπεύσει και να καταδώσει τον πεθερό του, τον Μπάι Νταν, που είναι ο βασιλιάς του ταβλιού στην περιοχή. Η οικογένεια πολύ γρήγορα αποφασίζει να μεταναστεύσει στη Δύση για να γλιτώσει από όλα αυτά. 25 χρόνια μετά, ο Άλεξ βρίσκεται στο νοσοκομείο μετά από έναν βαρύ τροχαίο, στο οποίο σκοτώθηκαν και οι δυο του γονείς. Εκεί πηγαίνει να τον βρει ο παππούς του, που θέλει να τον βοηθήσει. Ενώ «ταξιδεύουν» διαμέσου του χρόνου και του τόπου, διασχίζουν τη μισή Ευρώπη παίζοντας τάβλι, το πιο απλό και συνάμα περίπλοκο από όλα τα παιχνίδια. Αυτή η καθημερινότητα βοηθά τον Άλεξ να συνειδητοποιήσει ποιος είναι, καθώς το τάβλι μπορεί να ξεκλειδώσει όλο του το παρελθόν.

Η σκηνοθεσία είναι του Στεφάν Κομαντάρεφ, ο οποίος για την ταινία του αναφέρει τα εξής: «Το κεντρικό νόημα της ιστορίας με συναρπάζει τόσο γιατί πραγματεύεται μερικά από τα πιο σημαντικά αλλά και απλά ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης : ποιος είμαι, ποιες είναι οι ρίζες μου, πως πρέπει να ζω τη ζωή μου; Η ανακάλυψη προσωπικών και συγκεκριμένων απαντήσεων σε αυτά τα ερωτήματα, προϋποθέτει ένα δύσκολο πνευματικό ταξίδι βάσει του χαρακτήρα του καθενός. Κάποιος μπορεί να ξεκινήσει το ταξίδι από μόνος του, κάποιος άλλος όμως μπορεί να δοκιμάσει μια άλλη λύση, που προέρχεται από την Ανατολή : να πραγματοποιήσει το ταξίδι ως μαθητευόμενος πλάι σε έναν δάσκαλο (γκουρού), που έχει ήδη βρει τις απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά.
Πολλοί από τους φίλους και τους συγγενείς μου μετανάστευσαν στη Δύση έχοντας στις αποσκευές τους ελπίδες και όνειρα. Στη συνέχεια, οι ελπίδες αυτές ανακατεύτηκαν με τη νοσταλγία και τη σύγχυση, όπως ακριβώς συμβαίνει με μια ξένη γλώσσα όταν αυτή διεισδύει στη ντόπια λαλιά του καθενός. Μένεις ή φεύγεις; Επιστρέφεις στο σπίτι σου ή προσπαθείς να προσαρμοστείς στη νέα σου πατρίδα; Σε ποιον κόσμο ανήκεις : σε αυτόν που γεννήθηκες ή σε αυτόν που θα πεθάνεις;
Για πρώτη φορά στον κινηματογράφο, μια ταινία ασχολείται με το τάβλι, τη φιλοσοφία του και τη δική του θεώρηση για τον κόσμο. Η γοητεία των παιχτών του ταβλιού, το λεκτικό τους ιδίωμα και τα χαρακτηριστικά τους αστεία, καθώς και η αινιγματική ατμόσφαιρα που υπάρχει στα στέκια του παιχνιδιού, όλα αυτά φτιάχνουν έναν ιδιαίτερο κόσμο. Το τάβλι είναι το αρχαιότερο παιχνίδι. Το συναντάς σε όλο τον κόσμο, είναι όμως πιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των Βαλκάνιων. Στην ιστορία της ταινίας μου, μέρος του χαρακτήρα των ηρώων είναι το τάβλι : καθοδηγεί τα πεπρωμένα τους διαμέσου του χρόνου και του τόπου. Οδηγός σε αυτό το ταξίδι είναι ο Μπάι Νταν, ο βασιλιάς του ταβλιού. Ευφυής και ευγενικός, η “φωνή” του οδηγεί τα γεγονότα με τη φρόνηση και το χιούμορ ενός σύγχρονου φιλοσόφου».

Πρωταγωνιστουν οι: Μίκι Μανόλοβιτς, Κάρλο Λιούμπεκ, Χρίστο Μουταφτσίεφ και Άννα Παπαδοπούλου

Η ιστορία της ταινίας, που γυρίστηκε το 2008 και έκτοτε έχει πάρει αρκετά βραβεία σε όποια φεστιβάλ πήγε, βασίστηκε στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του Ilija Trojanow, που έγινε μπεστ σέλερ στη Βουλγαρία και την αναφέρω επειδή αυτές τις μέρες προβάλλεται στον κινηματογράφο της γειτονιάς μας, (ΔΙΑΝΑ - Περικλέους, πάνω από το σταθμό ΗΣΑΠ).

5/2/11

Αντικοινωνική συμπεριφορά

Καιρό είχα να ασχοληθώ με τους πολυπληθείς αναγνώστες μου, που κατά καιρούς με τιμούν με τα mails τους.
Το πράττω σήμερα.
Αφορμή στάθηκε πρόσφατο μήνυμα της φίλης αναγνώστριας Μαρίνας (με την επιθυμία να μη δημοσιεύσω το επώνυμό της) που μου γράφει: «Κύριε Πολύδωρε. Τώρα τελευταία, η στήλη σας δεν έχει μια σταθερή θέση και κάθε Σάββατο αναγκαζόμαστε να ξεφυλλίζουμε την εφημερίδα για να σας βρούμε. Γιατί συμβαίνει αυτό;».
Αγαπητή μου κ. Μαρίνα, όχι μόνον εσείς, αλλά και άλλοι αναγνώστες και αναγνώστριες, που είχαν συνηθίσει πολύ καιρό τώρα να με βρίσκουν πάντοτε στην ίδια θέση, μου υπέβαλαν το ίδιο ερώτημα.
Σήμερα είμαι υποχρεωμένος πλέον να απαντήσω, αποκαλύπτοντας μικρά μυστικά της δουλειάς.
Όπως είχε διαπιστωθεί από τους ειδικούς ερευνητές της εφημερίδας, ύστερα από εμπεριστατωμένη