«Η αντεπίθεση των ανθρώπων», είναι το πρώτο μεγάλο μυθιστόρημα του συγγραφέα και κυκλοφορεί σε δύο τόμους με τίτλους «Αποκάλυψη» και «Κάθαρση» (Εκδόσεις Ίαμβος – ISBN 978-960-89896-6-5), έχει δε προηγηθεί μια συλλογή εννέα διηγημάτων του με τίτλο «Έτσι λόγος να γίνεται».
23/5/10
Η αντεπίθεση των ανθρώπων
«Η αντεπίθεση των ανθρώπων», είναι το πρώτο μεγάλο μυθιστόρημα του συγγραφέα και κυκλοφορεί σε δύο τόμους με τίτλους «Αποκάλυψη» και «Κάθαρση» (Εκδόσεις Ίαμβος – ISBN 978-960-89896-6-5), έχει δε προηγηθεί μια συλλογή εννέα διηγημάτων του με τίτλο «Έτσι λόγος να γίνεται».
Γιατί ο έρωτάς μου, απεγνωσμένος
είναι η ικανότητά του να με μεταμορφώνει.
Προσπαθώ να τον σκοτώσω
αλλά συνήθως αυτοκτονεί.
Μοιάζει με την Ύπαρξη που με εξουθενώνει
τη νιώθω βάρος στους ώμους
ατροφικά φτερά που ενώ μεγαλώνουν
ποτέ δεν πετούν.
Μα αν είναι να χορέψω
θα χορέψω από κραυγή σε κραυγή
γιατί ο έρωτάς μου είναι
και πάλι
απεγνωσμένος.
Κι είναι αυτή η ματαιότητα της απόγνωσης
που με κάνει να χαμογελώ ειρωνικά.
(Του Νίκου Ερηνάκη, από τη συλλογή «Σύντομα όλα θα καίγονται και θα φωτίζουν τα μάτια σου», εκδόσεις Ροές, 2009)
21/5/10
Προς γνώσιν
19/5/10
Σωκράτης: Η ζωή και ο θάνατός του
Η αντίληψή μας αναφορικά με τα γεγονότα εκείνα -η οποία διαμορφώθηκε από τους οπαδούς του και αποτυπώθηκε σε αναρίθμητα έργα λόγου και τέχνης- είναι πως πάνω σε μια έξαρση αφροσύνης η αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία καταδίκασε σε θάνατο έναν αριστοκράτη.
Μόνο που η κρατούσα αντίληψη δεν είναι απαραίτητα και η αληθινή.
Η κατηγορία που διατυπώθηκε εναντίον του για ασέβεια προς τους θεούς και διαφθορά των νέων ήταν από μόνη της δυνητικά ολέθρια, ωστόσο, οι διώκτες του ισχυρίστηκαν ή υπονόησαν επιπροσθέτως πως ο Σωκράτης ήταν ένας ελιτιστής, ο οποίος περιβαλλόταν από πολιτικά ανεπιθύμητους ανθρώπους.
Εν μέρει, η δίκη ήταν η απάντηση σε μια ταραγμένη εποχή, την οποία είχαν σημαδέψει ένας καταστροφικός πόλεμος και σαρωτικές κοινωνικές αλλαγές, οπότε προσφέρεται ως φακός μέσα από τον οποίο μπορεί να επιχειρηθεί μια διερεύνηση της συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου· τα ιστορικά γεγονότα, με τη σειρά τους, μας επιτρέπουν να δούμε πέρα από το μύθο και να προσεγγίσουμε τον αληθινό Σωκράτη, με μια αφηγηματικότητα καθαρά μυθιστορηματική. Έχει πραγματικό ενδιαφέρον αυτό το βιβλίο. (Εκδόσεις Ψυχογιός / Μετάφραση: Θεοδώρα Δαρβίρη / Σελ.: 392)
Δημοσιεύτηκε στην Αμαρυσία
18/5/10
Άλλα δύο δυσάρεστα προφητικά βιβλία
Η Φορεστέρ, από μια διαφορετική οπτική γωνία, κάνει μια εμπεριστατωμένη ανάλυση και καταγγέλλει όλες εκείνες τις απόψεις, γύρω από την ανεργία, που συγκαλύπτουν την ουσία του προβλήματος και περιέχουν ενδείξεις ότι ο Άνθρωπος στη σύγχρονη κοινωνία τείνει να καταστεί μια «περιττή δαπάνη», είναι «αναλώσιμος». Η εργασία είναι εμπόρευμα, που η νέα οικονομική τάξη πραγμάτων δεν το χρειάζεται, αφού μπορεί να
17/5/10
Μια θαυμάσια σκηνή
Είναι από το Blade Runner του Ρίντλεϊ Σκοτ, η σκηνή του τέλους του έργου.
Ο Χάρισον Φορντ (ως Ντέκαρτ), από κυνηγός των ανδροειδών (που όμως έχουν ημερομηνία λήξεως) έχει φτάσει στο σημείο να είναι κυνηγημένος από τον Ρούντγκερ Χάουαρντ που είναι ανδροειδές-σκλάβος που έχει αποδράσει από πλανήτη-ορυχείο.
Το ανδροειδές τον έχει πλησιάσει, ο Φορντ γλιστρά και κινδυνεύει να σκοτωθεί μόνος του και αβοήθητος και ξαφνικά το ανδροειδές (που το μόνο που θέλει σε όλη τη ταινία είναι να βρει τον κατασκευαστή του και να του ζητήσει παράταση ζωής) αποφασίζει να τον σώσει! Γιατί; Γιατί καταλαβαίνει ότι έχει λίγες στιγμές ζωής ακόμα.
Τον σώζει λοιπόν και του μιλάει για πράγματα που έχει δει στη σύντομη ζωή του και τα οποία οι άνθρωποι δεν θα δουν ποτέ. “Πράγματα που θα σβήσουν σα δάκρυα στη βροχή”. Μια φράση που θα είναι η τελευταία του πριν συλλαβίσει μηχανικά: “Ώρα να πεθάνω”.
Ειρωνεία: Το ανδροειδές δεν γνωρίζει ότι και ο Ντέκαρτ ήταν ανδροειδές στην υπηρεσία του Νόμου, κάτι που ούτε και ο Ντέκαρτ γνωρίζει
ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΕΔΩ
Να σκέφτεσαι τους άλλους
Καθώς ετοιμάζεις το πρωινό σου, να σκέφτεσαι τους άλλους.
Μην ξεχνάς να ταΐζεις τα περιστέρια.
Οταν πολέμους ξεκινάς, να σκέφτεσαι τους άλλους.
Μην ξεχνάς όσους λαχταρούν την ειρήνη.
Οταν πληρώνεις το νερό, να σκέφτεσαι τους άλλους.
Εκείνους που μόνο τα σύννεφα έχουν να τους θηλάσουν.
Οταν γυρνάς στο σπιτικό σου, να σκέφτεσαι τους άλλους.
Μην ξεχνάς όσους ζουν σε αντίσκηνα.
Οταν τα αστέρια μετράς πριν κοιμηθείς, να σκέφτεσαι τους άλλους.
Εκείνους που δεν έχουνε πού να πλαγιάσουν.
Οταν ελεύθερα μιλάς, να σκέφτεσαι τους άλλους.
Εκείνους που δεν τους αφήνουν να μιλήσουν.
Και καθώς σκέφτεσαι εκείνους τους άλλους,
στον εαυτό σου γύρισε και πες:
«Αχ και να ήμουν ένα κερί στο σκοτάδι».
Ποίημα από την έκδοση «Μαχμούντ Νταρουΐς…να σκέφτεσαι τους άλλους
- 12 ποιήματα του Παλαιστίνιου ποιητή» (μτφρ.: Τζένη Καραβίτη, Νήσος, 2009)
Με πιάνει μια νοσταλγία
Ολονυχτίς
στον καναπέ
λες και θα ακούσω νέα σου
στο τελευταίο δελτίο.
Πώς τάχατε
νυχτώθηκες σε χώρα λωτοφάγων
και μόλις ξεμυτίσει λίγη μνήμη
θα γυρίσεις.
Της Γιώτας Αργυροπούλου
ποίημα από τη συλλογή “Τοιχογραφία της άνοιξης” (εκδόσεις Μεταίχμιο, 2006)
Τόσους καιρούς
Τόσους καιρούς και δε διδάχτηκα τίποτα
δεν έμαθα.
Ολοένα λησμονώ κι όσα ξέρω.
Μερικές φορές συλλογίζομαι
πως ίσως να είμαι άρρωστος
πως όλη αυτή η πείρα και η πίκρα της
είναι μια αλλόκοτη ασθένεια.
Τα μάτια μου δε βλέπουν πια
ή βλέπουν το ιώδες της ανάμνησης.
τ’ αυτιά μου δεν ακούνε τίποτα.
Ο άνεμος η βροχή το καλοκαίρι
είναι φωνές άλλες
ενδιαιτήματα ήχων
για τα όνειρα των άλλων.
Εγώ ακούω το φεγγάρι
τα λιγνά κορίτσια όταν κοιμούνται
την ψυχή του βοριά
όταν αφυπνίζει μυστικά τους λύκους
την άνοιξη
όταν κοιτάζει τις παλιές της φωτογραφίες.
(Ποίημα του Τάσου Ρούσσου από τη συλλογή “Προς την οροφή”, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1990)
Μια γυναίκα
Ένα πλατύ, δροσερό χαμόγελο έτρεχε πάνω στο γυμνό κορμί σου,
σαν ένα κλωνάρι πασχαλιάς, πρωί, την άνοιξη,
έσταζες όλη από ηδονή, οι ερωτικές κραυγές μας
τινάζονταν μέσα στον ουρανό σα μεγάλα γιοφύρια
απ’ όπου θα περνούσαν οι αιώνες - α, για να γεννηθείς εσύ,
κι εγώ για να σε συναντήσω
γι’ αυτό έγινε ο κόσμος. Κι η αγάπη μας ήταν η απέραντη
σκάλα που ανέβαινα
πάνω απ’ το χρόνο και το Θεό και την αιωνιότητα
ως τ’ ασύγκριτα, θνητά σου χείλη.
Ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη από τον τόμο «Υάκινθοι, βιολέτες και ηλιοτρόπια», μια επιλογή από τον Γιάννη Κοντό, (Εκδόσεις Κέδρος, 2008)