28/2/10

Ιμαρέτ, στη σκιά του ρολογιού

Πρόκειται για το μυθιστόρημα του Γιάννη Καλπούζου που μιλά για την ειρηνική συμβίωση χριστιανών, μουσουλμάνων, Εβραίων και προκάλεσε κίνημα για την αναστήλωση των ιμαρέτ (θρησκευτικών πτωχοκομείων) και είναι αυτό που κέρδισε το βραβείο Αναγνωστών 2009, το οποίο έχει θεσπίσει το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) και το ψήφισαν 230 λέσχες ανάγνωσης ανά την Ελλάδα.
Το βιβλίο, που μιλά για την ειρηνική συνύπαρξη ανεξαρτήτως εθνότητας και θρησκεύματος, με φόντο τα ιμαρέτ, τα θρησκευτικά ιδρύματα που τάιζαν την... ανεξιθρησκία, έχει προκαλέσει και τη δημιουργία συλλόγων και ενός δικτύου (με έδρα την Άρτα, που είναι και η ιδιαίτερη πατρίδα του συγγραφέα)
Η υπόθεση του μυθιστορήματος διαδραματίζεται στην Άρτα το 1854.
Δυο αγόρια γεννιούνται την ίδια νύχτα, ένας Έλληνας κι ένας Τούρκος.
Το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή τους με φόντο την άγνωστη στο πλατύ κοινό ιστορία της περιοχής και όχι μόνο.
Μια ολόκληρη εποχή αναπαρίσταται με μοναδικό τρόπο και χωρίς προκατάληψη παράλληλα με την περιπέτεια, τη δράση, τον έρωτα, τις κωμικές ή τις τραγικές καταστάσεις, τις συνεχείς ανατροπές και εκπλήξεις ώστε να κτιστεί ένα χορταστικό και συναρπαστικό βιβλίο.

(Δημοσιεύτηκε στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ στις 22 Φεβρουαρίου 2010)


6/2/10

Η εκδίκηση της Σιλάνας

O Γιάννης Ξανθούλης, στο καινούργιο του μυθιστόρημα, «Η εκδίκηση της Σιλάνας», συναντά ένα φάντασμα, τη Σιλάνα Σαλιάγκου, την ποιήτρια που ο ίδιος επινόησε και της οποίας τις ποιητικές δημιουργίες απαγγέλλει κάθε Σάββατο στη ραδιοφωνική εκπομπή του.
Μολονότι επινοημένο το πρόσωπό της, όταν ο συγγραφέας αποφασίζει να κάνει μυθιστόρημα τα τριάμισι από τα οκτώ συνολικά χρόνια που διήρκεσε η επεισοδιακή εφηβεία του στην επαρχία, η Σιλάνα τού φανερώνεται «σαν άγγελος λοξής έμπνευσης». Του αποκαλύπτει ότι εκείνη τον καθοδηγούσε ήδη από το 1959, από τότε που έκλεινε τα δώδεκά του χρόνια.
Ένα πρόσωπο, λοιπόν, που ο συγγραφέας πίστευε πως «είχε κυοφορηθεί μέσα στην ταλαίπωρη επαγγελματική του μήτρα», αίφνης αποκτά σάρκα και οστά ως «πλάσμα φορολογούμενο στη μισοσκότεινη ελληνική επικράτεια», το οποίο μάλιστα ξέρει ό,τι ξέρει ο συγγραφέας, θυμώνει με όσα θυμώνει κι εκείνος, αγαπά τον τρόπο με τον οποίο αγάπησε ό,τι αγάπησε ο συγγραφέας.
Δύο χρόνια μετά το μυθιστόρημα «Του φιδιού το γάλα», ο Γιάννης Ξανθούλης επιστρέφει με ένα βιβλίο «αυτοβιογραφικής ολισθηρότητας», όπου η Σιλάνα Σαλιάγκου τον εκδικείται οξύνοντας τη μνήμη του για πράγματα που νόμιζε πως είχαν παραγραφεί στο πέρασμα των δεκαετιών και των παραλλαγών της αλήθειας...
«Η κυρία Σιλάνα Σαλιάγκου για μένα υπήρξε άλλοθι», λέει σε πρώτο πρόσωπο ο συγγραφέας. «Έτσι κι αλλιώς, πάντα ήθελα να γεννήσω - και τη γέννησα ακριβώς όταν είχα καβατζάρει τον μισό αιώνα και λίγο πιο πάνω. Τη γέννησα ώριμη, στοχαστική, με μια δυνατή νοσταλγία και με θαυμασμό στην αξεπέραστη ποιητική ανορθογραφία του Μποστ (του Μέντη Μποσταντζόγλου), αλλά και φίλων γελοιογράφων.
Η γέννα προέκυψε μέσω ερτζιανών, μέσω του ραδιοφώνου του ΣΚΑΪ, όπου από το 1989 κάνω εκπομπές. Πρόκειται για μια κυρία με αβάσταχτη την ανάγκη ομοιοκατάληκτης ηθικής. Απόλυτα Ελληνίς, πατριδοφωτισμένη και ευτράπελα ρομαντική, αντάξια του ονόματός της.
Στα χρόνια που υπηρέτησα τις εμπνεύσεις της, άρχισα να πιστεύω ότι κάθε Σάββατο, που απήγγελλα από μικροφώνου τις συνήθεις επίκαιρες δημιουργίες της, μου τις υπαγόρευε εκείνη μέσα από ένα μυστήριο νεφέλωμα συγγένειάς μας. Λόγια και ηχηρές ομοιοκαταληξίες, που κατέληγαν με την πολυχρησιμοποιημένη αλλά καίρια -για μένα- επωδό: «Γαμώ την ατυχία μου».
«Δεν ήξερα τη μορφή της, κι ας είχα πατρική εξουσία πάνω της. Δεν ήμουν βέβαιος για την απήχησή της, φοβούμενος περισσότερο απ’ όλα τον γραφικό προσανατολισμό της επινόησής μου... Πέρασαν χρόνια ώσπου να της δώσω λίγο παραπάνω φως στο στενό πάλκο του ραδιοφώνου αλλά και στη σαββατιάτικη στήλη μου στην «Ελευθεροτυπία»»
Και καταλήγει ο Γιάννης Ξανθούλης: «Στην παράλογη αυτή διαδρομή παραμερίσαμε τη γελοιογραφική εκδοχή και μείναμε στην εκφώνηση -για να το πω και λίγο ραδιοφωνικά- μιας εποχής που ο ήχος της κουβαλά την απειλή του μυθιστορήματος».

(Δημοσιεύτηκε στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ την 1η Φεβρουαρίου 2010)

25/1/10

Μέρα νύχτα, μέρα νύχτα

Ψυχογράφημα ενός εκτελεστή θα μπορούσαμε να πούμε με δύο λόγια, αλλά τι εκτελεστή… Εδώ έχουμε ένα 19χρονο κορίτσι, που ετοιμάζεται να κάνει επίθεση αυτοκτονίας στην Times Square. Μιλάει χωρίς προφορά, είναι αδύνατο να εντοπίσουμε την εθνικότητά της. Δεν μαθαίνουμε ποτέ γιατί έχει πάρει αυτήν την απόφαση, αλλά την έχει πάρει ήδη. Δεν γνωρίζουμε ποιον αντιπροσωπεύει ή σε τι πιστεύει, αλλά ξέρουμε σίγουρα ότι το πιστεύει βαθιά. Η ταινία είναι χωρισμένη σε δύο περιόδους. Αυτή της προετοιμασίας και αυτή της δράσης. Ακολουθούμε το κορίτσι βήμα - βήμα μέσα από τη μέρα και τη νύχτα πριν τη σχεδιασμένη πράξη. Σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, μόνη της.

12/1/10

Ανήκουστος βλάβη

Ανήκουστος βλάβη και όχι ανήκεστος, γιατί απλούστατα ο ήρωας αυτού του πρωτότυπου μυθιστορήματος είναι κουφός.
Έτσι,με τη μοναδική του ικανότητα να διακωμωδεί το τραγικό, ο συγγραφέας μεταβάλλει την πάθηση του ήρωά του σε προπόνηση για την απόλυτη σιωπή που έρχεται κάποτε για όλους. Και περιγράφει τη δύσκολη συμφιλίωσή μας με τα γηρατειά και τη θνητότητα, σ’ ένα βιβλίο αστείο, συγκινητικό και αφοπλιστικά ειλικρινές, που υπενθυμίζει τελικά πως η ζωή είναι ωραία, ακόμη κι όταν η ένταση αρχίζει να χαμηλώνει αμετάκλητα.
Ένας καθηγητής που βγαίνει στη σύνταξη και του λείπουν όλα, η σχολή, οι φοιτητές, οι εργασίες του, οδηγείται σιγά - σιγά στη κουφαμάρα. Την ίδια ώρα η γυναίκα του αρχί΄ζει να γίνεται ανυπόφορη, το ίδιο και ο γέρος πατέρας του. Έτσι έχουν τα πράγματα, όταν σε μια εκδήλωση γνωρίζει την Άλεξ. Δεν καταλαβαίνει λέξη απ’ όσα του λέει μες στη φασαρία, αλλά είναι τόσο νέα, τόσο ενθουσιώδης, που ο Ντέσμοντ δεν μπορεί να κάνει αλλιώς: συγκατανεύει, συμφωνεί, χωρίς να έχει ιδέα σε τι μπλέκει. Αν άκουγε, φυσικά, είναι βέβαιο ότι δεν θα συμφωνούσε.
Έξυπνο, γλαφυρό, κωμικό και τραγικό συνάμα, το βιβλίο αυτό το τελείωσα σε λιγότερο από τρεις μέρες.

10/1/10

Παίζοντας με τον Μπρεχτ

Μια πρωτότυπη όσο και εκπληκτική παράσταση παρακολουθήσαμε προ καιρού στη μεγάλη αίθουσα εκδηλώσεων του Νοσοκομείου «Σωτηρία», η οποία λόγω της συνεχιζόμενης επιτυχίας της πρόκειται να επαναληφθεί στο εγγύς μέλλον και πιθανόν μετά το Πάσχα. Πρόκειται για ένα πείραμα, ένα «παιχνίδι» που έκαναν οι εργαζόμενοι του Νοσοκομείου (γιατροί, νοσηλευτές και φίλοι ερασιτέχνες) με τίτλο «Παίζοντας με τον Μπρεχτ».
Ένα δύσκολο ομολογουμένως εγχείρημα, το οποίο αν κρίνουμε και από την αθρόα προσέλευση του κόσμου (που απέδειξε ότι στην Ελλάδα η μέθοδος «από στόμα σε στόμα» είναι το καλύτερο marketing) στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία.
Ας μιλήσουμε πρώτα για το έργο. Δεν πρόκειται για κάποιο συγκεκριμένο έργο του Μπρεχτ, αλλά για μια «συρραφή», θα λέγαμε, αποσπασμάτων από τέσσερα έργα του: Το «Βίο του Γαλιλαίου», τη «Μάνα Κουράγιο και τα παιδιά της», το «Μονόλογο της Ψαροπώλισσας» (από το «Ανάγνωση στον Μπρεχτ») και την «Εβραία», ενώ στο καλαίσθητο οκτασέλιδο πρόγραμμα της παράστασης, έχουν χρησιμοποιηθεί και άλλα κείμενά του. Τέσσερα αποσπάσματα για τον πόλεμο και τις συνέπειές του, δεμένα μεταξύ τους με τέτοιο τρόπο που ένας «άσχετος» για το εγχείρημα θεατής μπορεί να θεωρήσει ότι πρόκειται περί ενός. Ενός έργου, όχι αντιπολεμικού, όπως σημειώνουν σε κάποιο σημείο του προγράμματος οι συντελεστές του εγχειρήματος, αλλά ενός έργου για τον πόλεμο και για τον τρόμο του ανθρώπου απέναντι σε αλαζονικές εξουσίες και συμπεριφορές. Πώς να τα συμπτύξεις όλα αυτά σε δύο ώρες;
Κι όμως, οι συντελεστές αυτής της επιτυχίας καταφέρνουν μέσα από την εκφώνηση και την αφήγηση των Δήμητρας Γεννηματά, Στέλλας Ζούρα και Νίκου Γιούλη, να αποδώσουν όλη τη φρίκη, τη συμφορά, την τραγικότητα που προξενεί ο πόλεμος, ενώ οι ερμηνείες των γιατρών και των νοσηλευτών (και το τονίζω αυτό γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κανείς δεν ήταν επαγγελματίας ηθοποιός), είναι από εξαιρετικά καλές έως άριστες.
Επρόκειτο για μια άρτια παράσταση με υποβλητικούς φωτισμούς και επιβλητική μουσική επένδυση και πειστικά κοστούμια, μια παράσταση για την οποία όπως αναφέρουν οι συντελεστές της, «συναντηθήκαμε με ανθρώπους που στήριξαν την προσπάθεια αυτή με συγκινητικό τρόπο, άνθρωποι σπουδαίοι και άνθρωποι απλοί». Μέσα δε στους πολλούς και ανώνυμους συντελεστές των εργαζομένων του Νοσοκομείου «Σωτηρία», που βοήθησαν στο στήσιμο των σκηνικών (τεχνικούς, ελαιοχρωματιστές, ξυλουργούς, σιδεράδες, οδηγούς και άλλους), στο ράψιμο των κοστουμιών (του τμήματος Ιματισμού του Νοσοκομείου και την κ. Λ. Διαμαντίδου), διαβάσαμε και μερικά ονόματα που γοητεύτηκαν από το εγχείρημα και «έβαλαν το δικό τους λιθαράκι» στο όλο οικοδόμημα, όπως: Φίλιππο Κουτσαφτή (στο φωτισμό), Γιώργο Μιχαηλίδη, Άρη Σκιαδόπουλο, Ηρώ Τριγώνη, Μηνά Μαυρικάκη, Θάνο Μικρούτσικο και Ηρώ Αργυράκη.
Την επιλογή των κειμένων και τη σκηνοθεσία της παράστασης είχε η κ. Αντωνία Τερτίπη, ενώ τους ρόλους μοιράστηκαν οι: Θανάσης Παγωνίδης, Βασίλης Γεωργόπουλος, Φωτεινή Σπυροπούλου, Παναγιώτης Πανίδης, Αναστασία Διονά, Βαγγέλης Σαλακούμας, Λευτέρης Μπερσίμης, Μαριάνθη Ρακοπούλου – Φωτεινού, Θοδωρής Πεπονάς, Άρης Μπαζίνης, Γιούλη Νίκου, Αργυρώ Παλιουδάκη, Φωτεινή Γαρουφαλή, Κώστας Γιωτάκης, Ανθή Βασιλειάδου και η σκηνοθέτις.
Τη μουσική επιμέλεια είχε ο Ορέστης Ζαχαρογιάννης (Εισαγωγή και Επίλογος), ενώ στο «Μάνα Κουράγιο» ακούστηκε η «Μουσική πράξη στο Μπρεχτ» του Θάνου Μικρούτσικου και στο πιάνο ήταν ο Αλέξανδρος Δημόπουλος.
Λοιποί συντελεστές: Ιάσων Στούμπος (Video αrt), Μιχ. Σπυρόπουλος (αστρικοί χάρτες), Γιάννης Πορφυρόπουλος (φωτογραφίες και τεχνική υποστήριξη), Γιώργος Αργυρίου (τεχνική υποστήριξη), Αντωνία Ανδριανοπούλου (γραμματειακή υποστήριξη) και Δήμητρα Τζίτζη, Νίκος Μπαλογιάννης, Έλενα Ακριτοπούλου και Κωνσταντίνα Ανόγνου (ταξιθεσία).

8/1/10

Το νησί των καταραμένων

Τίποτα σ’ αυτό το βιβλίο δεν σε προϊδεάζει για το τέλος του. Είναι τόσο απροσδόκητο, όσο και στην ταινία που γύρισε αργότερα ο Μάρτιν Σκορτσέζε με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο.
Είναι από τις λίγες φορές που έχοντας διαβάσει το βιβλίο με κράτησε σε ενδιαφέρον και η ταινία, η οποία κατορθώνει να κινηθεί τόσο στο αστυνομικό επίπεδο, όσο και στο μεταφυσικό. Είναι από τις λίγες φορές που μια ταινία τηρεί απόλυτα το ύφος του συγγραφέα του βιβλίου.
Να θυμίσω ότι ο συγγραφέας του μυθιστορήματος είναι αυτός που είχε γράψει και το «Σκοτεινό ποτάμι», τη μεγάλη αυτή επιτυχία του Κλιντ Ήστγουντ.

30/12/09

«Η εικασία του Πουανκαρέ»

Φίλος και συνάδελφος μου χάρισε πριν μήνα σχεδόν του βιβλιό του G.G.Szpiro, ο οποίος εκλαϊκευτικά αναλύει την προσπάθεια επίλυσης από τον αινιγματικό ρώσο μαθηματικό Perelman Grigory, της εδώ και εκατό χρόνια άλυτης Εικασίας του Πουανκαρέ, που προκάλεσε στον επιστημονικό κόσμο μια αίσθηση και όχι μόνο λόγω της δυσκολίας της εργασίας. Μάλιστα, τον Αύγουστο του 2006, ο ρώσος Perelman έγινε το πρώτο πρόσωπο που αρνήθηκε το μετάλλιο Fields, την υψηλότερη τιμή στα μαθηματικά, όπως λέγεται. Αρνήθηκε δε και ένα βραβείο 1.000.000 δολαρίων που του προσφέρθηκε από ένα αμερικανικό Ίδρυμα Μαθηματικών, επειδή δεν θεωρούσε τους κριτές άξιους να κρίνουν τον ίδιο. Ελέχθη δε, ότι ο Perelman περιφρονεί την αυτοδιαφήμιση και περιγράφεται ότι απομονώνεται από την υπόλοιπη μαθηματική κοινότητα. Κι όπως είπε ένας συνάδελφος του δεν ενδιαφερόταν για χρήματα. Το μεγάλο βραβείο για αυτόν ήταν να αποδείξει το θεώρημα.
Η εργασία του –απ’ ότι κατάλαβα- σχετικά με την Εικασία που διατύπωσε το 1904 ο Πουανκαρέ

29/12/09

13 ΤΖΑΜΕΤΙ

Ένα εντυπωσιακό, με τρομερή ψυχολογική ένταση φιλμ, που είναι και η πρώτη ταινία του Γεωργιανού σκηνοθέτη Γκέλα Μπαμπλουάνι, είναι η ταινία «13 ΤΖΑΜΕΤΙ». Μια ταινία πολύ πρωτότυπη και συγκλονιστική. Όχι επειδή έχει σκηνές εξαιρετικής βίας, αλλά επειδή το θέμα της είναι εξοργιστικό, αν σκεφτείς ότι υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να εκμεταλλεύονται τον συνάνθρωπό τους, με τον τρόπο που δείχνει αυτή η ταινία. 
Ο σκηνοθέτης με την υποκειμενική ματιά του νεαρού πρωταγωνιστή και με την βοήθεια του ασπρόμαυρου φιλμ, έχει πετύχει μια άκρως εφιαλτική ατμόσφαιρα, η οποία δεν διαθέτει χάρτινους χαρακτήρες, αλλά αντίθετα ανθρώπους με απελπισμένο ύφος, ανθρώπους που και να θέλουν, δεν μπορούν να ξεφύγουν από αυτό το φαύλο κύκλο που τους έχει ρίξει η μοίρα. Ανθρώπους απέναντι σε άλλους «ανθρώπους», υπάνθρωπους στην ουσία, που τζογάρουν πάνω στη ζωή και το θάνατο. Το τέλος, είναι οδυνηρά προβλέψιμο. Ο θεατής όμως κάθεται καθηλωμένος στο κάθισμά του, τόσο από το ρυθμό και τη διεισδυτική ματιά της ταινίας, όσο και από τις συγκλονιστικές ερμηνείες.
Στο φεστιβάλ της Βενετίας το «13 ΤΖΑΜΕΤΙ» δημιούργησε τρομερή αίσθηση και επικροτήθηκε, κερδίζοντας το Χρυσό Λιοντάρι Καλύτερης Πρώτης Ταινίας. Προβλήθηκε, επίσης, στο Φεστιβάλ του Σάντανς, όπου και εκεί διακρίθηκε κερδίζοντας το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής.

Η υπόθεση: Ο εικοσάχρονος Σεμπαστιέν έχει μεταναστεύσει από τη Γεωργία στη Γαλλία μαζί με την οικογένειά του. Καθημερινά αγωνίζονται να βρουν κάποια δουλειά για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Ο Γκοντόν, ο οποίος είναι εθισμένος στη μορφίνη, προσλαμβάνει τον Σεμπαστιέν για να επισκευάσει τη στέγη του σπιτιού του. Μια μέρα, καθώς ο Σεμπαστιέν επιδιορθώνει τη στέγη, κρυφακούει μια συνομιλία του Γκοντόν, ο οποίος αναφέρεται σε μια ευκαιρία που του έχει παρουσιαστεί και από την οποία ελπίζει να κερδίσει πολλά λεφτά. Όταν ο Γκοντόν πεθαίνει ξαφνικά από υπερβολική δόση, ο Σεμπαστιέν βρίσκει τυχαία έναν φάκελο, στον οποίο υπάρχουν οδηγίες και ένα εισιτήριο, που προορίζονταν για τον Γκοντόν. Τότε αποφασίζει να πάρει τη θέση του. Ακολουθώντας τις οδηγίες φθάνει στον προορισμό του στην καρδιά της γαλλικής επαρχίας. Εκεί έρχεται αντιμέτωπος με έναν εκφυλισμένο, μυστικό κόσμο πίσω από ερμητικά κλειστές πόρτες. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα δεν υπάρχει επιστροφή... Ο Σεμπαστιέν διαπιστώνει ότι έχει ξεκινήσει ένα ταξίδι σε μια εγκληματική πραγματικότητα, σ' έναν αμαρτωλό υπόκοσμο, όπου παράνομοι τζογαδόροι ποντάρουν σε ένα σοκαριστικά ωμό διαγωνισμό, πάνω στην ανθρώπινη ζωή, αδιαφορώντας για τις συνέπειες.
Πρωταγωνιστούν, ο αδελφός του σκηνοθέτη Τζορτζ Μπαμπλουάνι, ο Ορελιέν Ρεσουάν (παίκτης 6), ο Φιλίπ Πασόν (Γκοντόν), ο Πασκάλ Μπονγκάρ (διαιτητής), ο Σερζ Σαμπόν (διοργανωτής του παιχνιδιού), ο Ογκουστέν Λεγκράν (Χοσέ) και ο Φρανσουά Ριμπό (αστυνόμος).

12/12/09

Χαμόγελα

Από το χαμόγελό σου πετάξανε
δέκα πουλιά, στους ώμους μου επάνω.
Το χαμόγελό σου το κρατάς
όπως ένα παιδί τη ναυτική του ψάθα.

Μια ανεμώνη τινάχτηκε
μέσα στην αγκαλιά μου
πίσω απ' τα παραθυρόφυλλα γελάει μια αχτίδα.
Η θάλασσα αναμοχλεύει τ' άσπρα της χαλίκια
όλες οι πεταλούδες φέρνουν τα χαμόγελά σου.

Δυο κόκκινες χάντρες κύλησαν
από μιας κοπέλας το λαιμό.
Οι λυγαριές αναστενάζουν μες στη ρεματιά
χορεούουμε, χορεύουμε, η μουσική μας είναι η σελήνη
όλες οι πεταλούδες φέρνουν τα χαμόγελά σου.

Οταν μεθάει το κρασί
το πίνω μες στα χείλια σου
ο ήλιος σηκώνεται προτού ξυπνήσει το φιλί.
Η παλάμη σου ανοίγει όταν σκάει το σύκο
όλες οι πεταλούδες φέρνουν τα χαμόγελά σου.

Από το χαμόγελό σου πετάξανε
δέκα πουλιά, στους ώμους μου επάνω.
Το χαμόγελό σου το κρατάς
όπως ένα παιδί τη ναυτική του ψάθα.


(Ποίημα της Μάτση Χατζηλαζάρου από την ανθολογία «Ποιήματα που αγαπήσαμε: Από τους ανανεωτές της παράδοσης μέχρι και τη δεύτερη μεταπολεμική γενιά», επιμ.: Γ. Μαρκόπουλος & Κωστής Νικολάκης, Εκάτη 2009)

1/12/09

Πενηντάρισε ο Αστερίξ

Πενηντάρισε κι όμως είναι ακόμα ακμαίος και συνεχίζει να είναι φωνακλάς, καυγατζής, ξεροκέφαλος, τσαντίλας, αλλά και συμπαθής, θαρραλέος, τίμιος, τετραπέρατος, πιστός και έξω καρδιά. Αναφερόμαστε στον κοντό, όχι ιδιαίτερα όμορφο, αλλά κλασσικό τύπο αντιήρωα, που αποτελεί σίγουρα πιστό πορτρέτο του Γαλάτη, που έχει καταφέρει στα πενήντα χρόνια του να προσεγγίσει αρκετά τον σύγχρονο Γάλλο.
Αν δεν έχετε ακόμα καταλάβει, αναφερόμαστε στον Αστερίξ, τον μικρόσωμο Γαλάτη ήρωα της φαντασίας των Ρενέ Γκοσινί και Αλμπέρ Ουντερζό, τον οποίο επινόησαν πριν από πενήντα χρόνια (στις 29 Οκτωβρίου 1959) και αποτελεί από τότε το πιο επιτυχημένο γαλλικό κόμικ όλων των εποχών, αφού έχει πουλήσει περισσότερα από 325 εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο, μεταφράσθηκε σε 110 γλώσσες και βοήθησε στην προώθηση του γαλλικού πολιτισμού όσο κανείς άλλος.
Είναι δε τόσο σοβαρή η δουλειά γύρω από αυτό τον ήρωα, που δύο από τις περιπέτειές του στη χώρα