Την Τετάρτη 13 Αυγούστου απεβίωσε σε ηλικία 78 ετών, ο κινηματογραφιστής Θανάσης Ρεντζής, γνωστός κυρίως για τις πειραματικές κινηματογραφικές ταινίες του «Μαύρο-Άσπρο» (1973, συν-σκηνοθεσία με τον Νίκο Ζερβό) και «Ηλεκτρικός άγγελος» (1981), αλλά και για το θεωρητικό του έργο.
Ο Θ. Ρεντζής γεννήθηκε το 1947 στο Αίγιον Αχαΐας και σπούδασε σκηνοθεσία στην Ανωτάτη Σχολή Θεάτρου–Κινηματογράφου Αθηνών. Αρχικά, εργάσθηκε στο Βιβλιοπωλείο Παντελίδη (Pantelides Books) και το 1968, υπήρξε μέλος της ομάδας διεπιστημονικής μελέτης και έρευνας για τα Μαθηματικά, την Κυβερνητική, τα Νέα Μέσα Επικοινωνίας και κυρίως τον Κινηματογράφο.
Το 1970, ίδρυσε με τον Δημήτρη Σπέντζο το Κέντρο Πειραματικού Κινηματογράφου, το οποίο λειτούργησε για τρία χρόνια. Το 1973 πραγματοποίησε την πρώτη του ταινία, Μαύρο-Άσπρο, με τον Νίκο Ζερβό.
Ο Θ. Ρεντζής γεννήθηκε το 1947 στο Αίγιον Αχαΐας και σπούδασε σκηνοθεσία στην Ανωτάτη Σχολή Θεάτρου–Κινηματογράφου Αθηνών. Αρχικά, εργάσθηκε στο Βιβλιοπωλείο Παντελίδη (Pantelides Books) και το 1968, υπήρξε μέλος της ομάδας διεπιστημονικής μελέτης και έρευνας για τα Μαθηματικά, την Κυβερνητική, τα Νέα Μέσα Επικοινωνίας και κυρίως τον Κινηματογράφο.
Το 1970, ίδρυσε με τον Δημήτρη Σπέντζο το Κέντρο Πειραματικού Κινηματογράφου, το οποίο λειτούργησε για τρία χρόνια. Το 1973 πραγματοποίησε την πρώτη του ταινία, Μαύρο-Άσπρο, με τον Νίκο Ζερβό.
Το 1974, μαζί με τον Θανάση Καστανιώτη, ίδρυσε το περιοδικό ΦΙΛΜ (Περιοδική Έκδοση Ανάλυσης και Θεώρησης του Κινηματογράφου), με στόχο τη θεωρητική μελέτη της 7ης Τέχνης και έμφαση στις πρωτοπορίες και τον πειραματισμό. Διηύθυνε την έκδοση έως το 1986, δημοσιεύοντας περισσότερες από 6.000 σελίδες θεωρητικών κειμένων.
Το 1975 σκηνοθέτησε τη δεύτερη ταινία του, Βιο-Γραφία, η οποία απέσπασε το Γ΄ Βραβείο στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και διακρίθηκε στα διεθνή φεστιβάλ της Μπολόνια και του Ρότερνταμ ενώ την ίδια χρονιά, το σενάριό της κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Εξάντας.
Από το 1975 έως το 1980 υπήρξε τακτικός ομιλητής για θέματα κινηματογράφου και νέων τεχνολογιών στο Θεατρικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το 1977 δημιούργησε το Fiction για την Expo Arte στο Μπάρι, ενώ την ίδια χρονιά εξέδωσε το μελέτημα Οι Πρωτοπορίες στον Κινηματογράφο (Εκδόσεις Καστανιώτη).
Από το 1977 και εξής ανέπτυξε έντονη συνδικαλιστική δράση, φτάνοντας να εκλεγεί Πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών και μέλος του τριμελούς προεδρείου της F.E.R.A. (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημιουργών Οπτικοακουστικών Έργων).
Η δημιουργική του πορεία περιλαμβάνει έργα όπως το Corpus (1979), Ηλεκτρικός Άγγελος (1981), τη σειρά ντοκιμαντέρ Η Ελληνική Τυπογραφία (1986–1987), το The Athenian Fusion (1992) και πολλά ακόμη, όλα διακριθέντα για τον πειραματικό τους χαρακτήρα.
Παράλληλα, υπηρέτησε σε διευθυντικές θέσεις θεσμών όπως το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και η ΕΡΤ, ενώ συνεργάστηκε με πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα σε καινοτόμα οπτικοακουστικά προγράμματα.
Το έργο του εκτείνεται από τον κινηματογράφο και την τηλεόραση έως την εικαστική δημιουργία, την τυπογραφία, την ψηφιακή τέχνη και τη θεωρητική μελέτη του μέσου. Τα τελευταία χρόνια δίδασκε στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα της ΑΣΚΤ το μάθημα «Αισθητική του Κινηματογράφου και των Νέων Μέσων».
Το 1975 σκηνοθέτησε τη δεύτερη ταινία του, Βιο-Γραφία, η οποία απέσπασε το Γ΄ Βραβείο στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και διακρίθηκε στα διεθνή φεστιβάλ της Μπολόνια και του Ρότερνταμ ενώ την ίδια χρονιά, το σενάριό της κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Εξάντας.
Από το 1975 έως το 1980 υπήρξε τακτικός ομιλητής για θέματα κινηματογράφου και νέων τεχνολογιών στο Θεατρικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το 1977 δημιούργησε το Fiction για την Expo Arte στο Μπάρι, ενώ την ίδια χρονιά εξέδωσε το μελέτημα Οι Πρωτοπορίες στον Κινηματογράφο (Εκδόσεις Καστανιώτη).
Από το 1977 και εξής ανέπτυξε έντονη συνδικαλιστική δράση, φτάνοντας να εκλεγεί Πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών και μέλος του τριμελούς προεδρείου της F.E.R.A. (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημιουργών Οπτικοακουστικών Έργων).
Η δημιουργική του πορεία περιλαμβάνει έργα όπως το Corpus (1979), Ηλεκτρικός Άγγελος (1981), τη σειρά ντοκιμαντέρ Η Ελληνική Τυπογραφία (1986–1987), το The Athenian Fusion (1992) και πολλά ακόμη, όλα διακριθέντα για τον πειραματικό τους χαρακτήρα.
Παράλληλα, υπηρέτησε σε διευθυντικές θέσεις θεσμών όπως το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και η ΕΡΤ, ενώ συνεργάστηκε με πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα σε καινοτόμα οπτικοακουστικά προγράμματα.
Το έργο του εκτείνεται από τον κινηματογράφο και την τηλεόραση έως την εικαστική δημιουργία, την τυπογραφία, την ψηφιακή τέχνη και τη θεωρητική μελέτη του μέσου. Τα τελευταία χρόνια δίδασκε στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα της ΑΣΚΤ το μάθημα «Αισθητική του Κινηματογράφου και των Νέων Μέσων».
---
Η Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου (της οποίας υπήρξε ιδρυτικό μέλος) απευθύνοντας τον στερνό αποχαιρετισμό της «στον μεγάλο δάσκαλο της θεωρίας, αλλά και της πράξης, του κινηματογράφου και στον ανυπότακτο φορέα της πρωτοπορίας», τόνισε ιδιαίτερα ότι:
«Σε κάθε θέση έδινε με ακεραιότητα τον αγώνα του, προκειμένου το σινεμά να προχωρήσει με σταθερά και ασυμβίβαστα βήματα και οι τέχνες να δρουν ως συλλογικό όπλο απελευθέρωσης των δυνατοτήτων του ατόμου να εκφράσει κάθε πτυχή της πραγματικότητας. Ήταν ακούραστος. Ως την τελευταία στιγμή έγραφε, δίδασκε ανελλιπώς τους φοιτητές, μεταλαμπάδευε από ψυχής την τεράστια εμπειρία του. Δεν το έβαλε ποτέ κάτω. Στη σύγχρονη εποχή, που συχνά κυριαρχεί το "λίγο", αυτός συνέχισε να δηλώνει παρών, όντας ένας μεγάλος στοχαστής, που δεν έπαυε να είναι και βαθιά λαϊκός. Θα προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε τα χνάρια του».
Η Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου (της οποίας υπήρξε ιδρυτικό μέλος) απευθύνοντας τον στερνό αποχαιρετισμό της «στον μεγάλο δάσκαλο της θεωρίας, αλλά και της πράξης, του κινηματογράφου και στον ανυπότακτο φορέα της πρωτοπορίας», τόνισε ιδιαίτερα ότι:
«Σε κάθε θέση έδινε με ακεραιότητα τον αγώνα του, προκειμένου το σινεμά να προχωρήσει με σταθερά και ασυμβίβαστα βήματα και οι τέχνες να δρουν ως συλλογικό όπλο απελευθέρωσης των δυνατοτήτων του ατόμου να εκφράσει κάθε πτυχή της πραγματικότητας. Ήταν ακούραστος. Ως την τελευταία στιγμή έγραφε, δίδασκε ανελλιπώς τους φοιτητές, μεταλαμπάδευε από ψυχής την τεράστια εμπειρία του. Δεν το έβαλε ποτέ κάτω. Στη σύγχρονη εποχή, που συχνά κυριαρχεί το "λίγο", αυτός συνέχισε να δηλώνει παρών, όντας ένας μεγάλος στοχαστής, που δεν έπαυε να είναι και βαθιά λαϊκός. Θα προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε τα χνάρια του».