Του είχαν δώσει το παρατσούκλι «Ο άνθρωπος-γραφομηχανή» (The Human Typewriter). Έχουν χάσει το μέτρημα των βιβλίων που έχει γράψει (μυθιστορήματα, επιστημονικά δοκίμια, μελέτες) επειδή έχουν υπερβεί τα 500, τα οποία έχει γράψει μόνος ή μαζί με κάποιον άλλο.
Δημιούργησε τον όρο Robotics » (Ρομποτική) το 1941 στο διήγημά του «Liar!» και διατύπωσε τους τρεις νόμους της Ρομποτικής Συμπεριφοράς στην εισαγωγή του βιβλίου του «Εγώ, το Ρομπότ» (1950):
Νόμος 1: Δεν επιτρέπεται στο ρομπότ να βλάπτει τον άνθρωπο, ή με την αδράνειά του να τον αφήσει να πάθει κακό.
Νόμος 2; Το ρομπότ πρέπει να υπακούει στις εντολές που λαμβάνει από τον άνθρωπο, εκτός αν οι διαταγές αυτές έρχονται σε αντίθεση με τον πρώτο νόμο.
Νόμος 3: Το ρομπότ πρέπει να προστατεύει την ύπαρξή του, εφόσον η φροντίδα αυτή δεν συγκρούεται με τον πρώτο και το δεύτερο νόμο.
Ο Ισαάκ Ασίμοφ, Αμερικανός βιοχημικός και συγγραφέας, μαζί με τον Άρθουρ Κλαρκ και τον Ρόμπερτ Χάινλάιν συγκροτούν την τριάδα των κορυφαίων Αμερικανών συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας.
Γεννήθηκε στο Πετροβίτσι της Ρωσίας (της τότε Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών) από γονείς εβραϊκής καταγωγής. Η ημερομηνία γέννησής του ποικίλλει, λόγω έλλειψης αρχείων, από τις 14 Οκτωβρίου 1919 έως τις 2 Ιανουαρίου 1920. Ο ίδιος γιόρταζε τα γενέθλιά του στις 2 Ιανουαρίου. Μετανάστευσε στις ΗΠΑ με την οικογένειά του σε ηλικία 3 ετών και μεγάλωσε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Δεν μίλησε ποτέ Ρωσικά. Στην νέα τους πατρίδα οι γονείς του άνοιξαν ένα ψιλακατζίδικο, που πουλούσε μεταξύ άλλων εφημερίδες και περιοδικά εκ των οποίων και ένα με ιστορίες επιστημονικής φαντασίας, που τον γοήτευσαν και αποτέλεσαν την απαρχή της ενασχόλησής του με την επιστημονική φαντασία.
Το 1939 αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης με πτυχίο χημείας και το 1947 πήρε το διδακτορικό του. Στη συνέχεια έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, με το οποίο δεν διέκοψε ποτέ τη συνεργασία του. Τα χρόνια των σπουδών του δεν διέκοψε την επαφή του με την επιστημονική φαντασία και συνέχισε να δημοσιεύει ιστορίες σε περιοδικά του είδους.
Κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε ως χημικός στα ναυπηγεία του Αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού ολοκληρώνοντας την θητεία στον Στρατό τον Ιούλιο του 1946.
Στις 19 Ιανουαρίου 1950 εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας με τον τίτλο «Pebble in the Sky» («Βότσαλο στον Ουρανό»).
Η τριλογία του Foundation που εκδόθηκε από το 1951 έως το 1953, τιμήθηκε με το βραβείο Hugo, το κορυφαίο βραβείο για την λογοτεχνία της επιστημονικής φαντασίας. Το έργο αυτό συμπληρώθηκε το 1982 με το Foundation’s Edge. Άλλα μυθιστορήματα και συλλογές ιστοριών του Ασίμοφ είναι τα «I, Robot» («Εγώ, το Ρομπότ», 1950), «The Stars like Dust» («Τα κονιορτοποιημένα αστέρια», 1951), «The Currents of Space» («Τα ρεύματα του διαστήματος», 1952), «The Caves of Steel» («Σπηλιές από ατσάλι», 1954), «The Naked Sun» (Ο γυμνός Ήλιος, 1957), και «Earth is Room Enough» («Η Γη έχει αρκετό χώρο», 1957).
Ο Ισαάκ Ασίμοφ πέθανε στις 6 Απριλίου 1992.
Πολλά βιβλία του κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά τις δεκαετίες ’70 και ‘80 στην Ελλάδα από τις Εκδόσεις Κάκτος και σήμερα κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Anubis (Foundation, The End of Eternity, I Robot κ.ά)
Κινηματογραφικά έγινε περισσότερο γνωστός από τις ταινίες: «Εγώ το ρομπότ» (από το ομότιτλο μυθιστόρημα του 1950) σε σκηνοθεσία Άλεξ Πρόγιας με τον Γουίλ Σμιθ και «Ο άνθρωπος των δύο αιώνων» (από το ομότιτλο διήγημα) σε σκηνοθεσία Κρις Κολόμπους με τον Ρόμπιν Γουίλιαμς