28/12/20

Η Γραμμή του Μεσονυκτίου, του Lee Child

Ακόμα μια περιπέτεια του ψηλού και γεροδεμένου πρώην στρατονόμου ταγματάρχη Τζακ (χωρίς μεσαίο όνομα) Ρίτσερ που τριγυρίζει στις Ηνωμένες Πολιτείες, μόνον με την οδοντόβουρτσά του και μπλέκει όπου και όποτε εκείνος θέλει. Μπορεί στον φίλο μου τον Γιάννη, να μην αρέσουν τα μυθιστορήματα με ήρωες που πάντοτε τη βγάζουν καθαρή στο τέλος και είναι έτοιμοι για την επόμενη περιπέτεια, αλλά έχουν και αυτοί τη γοητεία τους. Είναι σαν να διαβάζεις το ημερολόγιο της ζωής τους. Άλλωστε και ο Σέρλοκ Χολμς, ο Ηρακλής Πουαρό, η Μις Μαρπλ και ο bigger than life Τζέιμς Μποντ το ίδιο δεν ήταν;
Άλλους τους διαβάζεις γιατί σου αρέσει να προβληματίζεσαι μαζί τους στο πώς θα λύσουν το μυστήριο (Whodunit) και άλλους στο πώς θα ξεμπλέξουν από μια ιστορία που ανέλαβαν εκούσια ή ακούσια.
Αυτή τη φορά, στην περιπέτεια που διάβασα στη διάρκεια των εορτών και όταν ήθελα να αποφύγω την οθόνη της τηλεόρασης, ο Τζακ Ρίτσερ, κάνοντας μια βόλτα σε μια μικρή κωμόπολη στα Μεσοδυτικά, περνάει έξω από ένα ενεχυροδανειστήριο, βλέπει στη βιτρίνα ένα δαχτυλίδι του 2005 από το Γουέστ Πόιντ. Πρόκειται για δώρο μιας γυναίκας στον εαυτό της για την αποφοίτησή της από τη στρατιωτική ακαδημία και επειδή είναι κι αυτός απόφοιτος του Γουέστ Πόιντ και ξέρει τι πρέπει να πέρασε εκείνη η γυναίκα για να
το αποκτήσει, αποφασίζει να τη βρει.
Αυτό που τον απασχολεί –έτσι για να περνάει η ώρα- είναι το για ποιο λόγο θα το αποχωριζόταν;
Ακολουθεί, λοιπόν, βήμα-βήμα την πορεία του δαχτυλιδιού, σ’ ένα μονοπάτι χαραγμένο από εγκληματίες που τον οδηγεί στα δυτικά. Σαν τον Μεγαλοπόδαρο που βγήκε από το δάσος, φτάνει στις μακρινές και αραιοκατοικημένες περιοχές του Γουαϊόμινγκ. Το μόνο που τον απασχολεί είναι να βρει την ιδιοκτήτρια του δαχτυλιδιού. Αν διαπιστώσει ότι εκείνη η γυναίκα είναι καλά, θα την αφήσει στην ησυχία της και θα φύγει. Αν όμως δεν είναι καλά, τότε αλίμονο σε όποιον σταθεί εμπόδιο στο δρόμο του.
Κλασικό, αλλά «επίκαιρο, συγκινητικό, αγωνιώδες και ηθικά πολύπλοκο θρίλερ» όπως έγραψε και η Washington Post και με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο.
Ο Λη Τσάιλντ άλλωστε είναι τεχνίτης της πλοκής και της ελκυστικής αφήγησης.  Δεν σε αφήνει να ησυχάσεις και εφόσον ξεκινήσεις την ανάγνωση, πρέπει να την τελειώσεις. Εδώ, οι συμπτώσεις
άλλοτε είναι υπέρ του Ρίτσερ και άλλοτε αποβαίνουν εις βάρος του. Θα τα καταφέρει όμως, αφού μέσα από την περιπέτεια αυτή, ο Τσάιλντ θα διδάξει κανόνες επιβίωσης, στρατιωτικής τιμής και πειθαρχίας στους κανόνες που θέτει η πολιτεία (και με τη βοήθεια της αστυνομικίνας Νακαμούρα που κάνει τα στραβά μάτια όσο χρειάζεται).
Τον διαβάζεις και μεταφέρεσαι νοερά στην ενδοχώρα των ΗΠΑ, όπου τα πράγματα (και η εγκληματικότητα) δεν έχουν καμία σχέση με το καλοκαιρινό Λος Άντζελες, ούτε με την κουλτουριάρικη Νέα Υόρκη ή τη λουτρόπολη του Μαϊάμι (εκδ. Bell).