Ξεπέταξα στα γρήγορα αυτές τις μέρες της θερινής ραστώνης, τις 146 σελίδες του μυθιστορήματος αυτού του Γεράσιμου Μπόγρη (εκδόσεις Κέδρος), το οποίο όπως αναφέρει και στο οπισθόφυλλο, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που με σατιρικό τρόπο, παρουσιάζει την κενότητα της νεοελληνικής νοοτροπίας καθώς και πολλές από τις «παρεξηγήσεις» της κοινωνικής μας ιστορίας, όπως αυτές διατηρήθηκαν μέσα από τα μετεμφυλιακά και μεταπολιτευτικά συμπλέγματα του μικροαστισμού μας.
Η πλοκή του, θέλει τρεις νέους που προσπαθούν να κάνουν ριφιφί στο τοπικό μουσείο της Θήβας να μπλέκουν με μια θεωρούμενη ανακάλυψη-ορόσημο μιας ομάδας φιλόδοξων αρχαιολόγων. Οι τρεις νεαροί θα προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν το γεγονός ότι από σύμπτωση έμαθαν για την ανακάλυψη, πριν από την ανακοίνωσή της, και θα απειλήσουν να καταστρέψουν τα σχέδια των αρχαιολόγων.
Ο πυρήνας της ιστορίας βασίζεται στο γνωστό νόμο του Μέρφι, πως «όταν πρόκειται κάτι να πάει στραβά θα πάει στραβά» και η εξέλιξη της υπόθεσης επηρεάζεται από τη ματαιοδοξία όλων σχεδόν των πρωταγωνιστών της ιστορίας.
Η γλαφυρότητα του μυθιστορήματος έγκειται στο χιούμορ που διακατέχει το συγγραφέα, ο οποίος (και πάλι θα επικαλεσθώ το οπισθόφυλλο) αναμειγνύει στοιχεία από το μακρινό παρελθόν με σύγχρονα έθιμα που ζωντανεύουν πάνω σε πάγκους κοπής γουρουνοπούλας στο παζάρι της Θήβας, στις πηγές του βοιωτικού εφηβαίου, το όρος του Ελικώνα, μέχρι και σε γήπεδα ερασιτεχνικών ομάδων, όπως εκείνο των Θεσπιών.
Εξαιτίας αυτού του χιούμορ, που αναδεικνύει όλες τις παθογένειες της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, το βιβλίο διαβάζεται ευχάριστα μέχρι το φινάλε, όπου τον αναγνώστη τον περιμένει ένας σπαρταριστά έξυπνος αυτοσαρκασμός του συγγραφέα, στο κεφάλαιο με τίτλο: «Θα μπορούσαν να είχαν γράψει για το Ριφιφί Στο Μουσείο».
Σ’ αυτό τον ουσιαστικά μικρό επίλογο, ο κ. Γεράσιμος Μπόγρης παραθέτει την κριτική τριών «καταξιωμένων» εντύπων για το πόνημά του, των: Daily Thiva, Thespies Independent και The Loutoufi Times.
Ελπίζοντας στη δεύτερη έκδοσή του, να προσθέσει «Έγραψαν για το βιβλίο» και τη ταπεινή δική μου, συνοψίζω: Μια αστυνομικής υφής περιπέτεια, με couleur local που μπορεί να διαβαστεί ένα πρωινό παρά θιν’ αλός. Ένα μικρό και κομψό βιβλίο που μπορεί να χρησιμεύσει και ως βεντάλια εάν το πρωινό εκείνο επικρατεί καύσωνας.