Ο Σάμιουελ Χάντιγκτον, έγραφε στο κλασικό πλέον «Η σύγκρουση των πολιτισμών» (1993) ότι τα επόμενα χρόνια οι αντιπαραθέσεις θα είναι πολιτισμικές και όχι ιδεολογικές ή οικονομικές. Τότε, οι σύγχρονοι του τον αποδοκίμαζαν φοβούμενοι ότι οι απόψεις του απειλούσαν την ανεμελιά που ακολούθησε το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Ο άνθρωπος δεν παρίστανε τον μάντη κακών ειδήσεων. Απλά, «έβλεπε τα πράγματα να έρχονται».
Ισχυριζόταν ότι στο μέλλον οι κύριες διαμάχες θα γίνονται μεταξύ εθνών-κρατών που ανήκουν σε διαφορετικούς πολιτισμούς. Χωρίς βέβαια να αποκλείει το ενδεχόμενο να εμπλακούν σε πόλεμο χώρες του ίδιου πολιτισμού.
Έκανε την επισήμανση, ότι οι μελλοντικές συνεργασίες των χωρών θα στηρίζονται στο λεγόμενο «σύνδρομο αδελφής χώρας». Αναφερόταν στην «πολιτισμική συσπείρωση» σε περίπτωση που ένα κράτος εμπλακεί σε πόλεμο με κράτος άλλου πολιτισμού, άλλης κουλτούρας. Στα στοιχεία δε της κουλτούρας των λαών περιελάμβανε (μεταξύ άλλων) τη γλώσσα και τη θρησκεία. Δύο στοιχεία που –ταυτόχρονα- τα θεωρούσε και ως βασικά εμπόδια για τη διάδοση της Δυτικής κουλτούρας (που ήταν και η προσδοκία της Δύσης) μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου. Ο Χάντινγκτον, να συμπληρώσω εδώ, υποστηρίζει τη Δύση και την προτρέπει να εγκαταλείψει την αυταπάτη της οικουμενικότητας και να σταματήσει να επεμβαίνει σε διαμάχες άλλων χωρών (κάτι που –βεβαίως, βεβαίως- δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα της).
Στο 4ο κεφάλαιο του βιβλίου του, λοιπόν, λέει ότι η διεκδίκηση της παγκοσμιότητας από την πλευρά της Δύσης τη φέρνει σε σύγκρουση με άλλους πολιτισμούς (και κυρίως με το Ισλάμ) και σε τοπικό επίπεδο, μεταξύ μουσουλμάνων και μη μουσουλμάνων (που έχει ως αποτέλεσμα σε ευρύτερη κλίμακα τη «συσπείρωση των συγγενών-κρατών»). Γι’ αυτό –λέει- θα πρέπει οι λαοί της Δύσης να θεωρούν μεν τον πολιτισμό τους ως μοναδικό, αλλά όχι ως παγκόσμιο.
Τώρα θα αναρωτηθείτε, πώς και θυμήθηκα τον Χάντινγκτον, που τον είχα διαβάσει πριν 20 χρόνια; Μου τον έφερε στο μυαλό, η αδιανόητη σφαγή στην ειρηνική Νέα Ζηλανδία, σε βάρος ανυποψίαστων ανθρώπων που εκτελούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα και κάθομαι και σκέφτομαι, πόσο ανοχύρωτοι είμαστε, απέναντι στον κάθε ανεγκέφαλο, δόλιο, ή προβοκάτορα…
Αυτά, ως σκέψεις.
(Από τη μόνιμη στήλη μου στην έντυπη Αμαρυσία, σήμερα)