δεν
είχαμε δει την
ουτοπία;
τα
πέλματά μας πυροδοτούσαν έκσταση,
χάραζε
και χάναμε το φως μας.
μα
όσο η μουσική το πάτωμα έκαιγε, και οι ήχοι
τα
μέσα μας άναβαν
τόσο
τα πλήθη γύρω πάγωναν, ο ουρανός σκοτείνιαζε
και
τότε ένας αγκώνας ρίχτηκε να μας χωρίσει.
σε
δάγκωνα να μείνεις, απ’ το μανίκι σ’ έσερνα.
σ’
έβλεπα όμως, μίκραινες, λες κι αναρροφιόσουν.
για
να γίνεις στο τέλος μια τελεία,
ρούχο
αδειανό
σ’
εμένα
κούφιο
χέρι
(η
καημένη η μαμά, πνίγει στην κοιλιά ένα λυγμό,
ο
μπαμπάς ράβεται κουστούμι τη συγγνώμη
κι
εγώ, κορίτσι στα δεκαπέντε, με τις πλάτες γυρισμένες,
κοιτώ
απ’ το τζάμι τη βροχή)
κάτι
είχε από καιρό συμβεί.
θυμάμαι
μόνο
μπαλόνια
μαμά
μπαμπά κοιτάξτε ένα μπαλόνι, τα μπαλόνια είναι
ωραία,
οι άνθρωποι είναι ωραία μπαλόνια
φεύγουν
οι άνθρωποι στον ουρανό
φεύγουν
μπαλόνια
στα
χέρια τους μπαλόνια —
το
δικό μου χέρι,
έμμονο,
γράφει για εκρηκτικά
(για
την έξαρση στις φλέβες)
απασφαλίζει
το κάτω μου κουμπί
ένας
αυνανισμός αντιρρησίας·
την
ενοχή που το φύλο της χάρισε με ηδονή θα ξηλώνει.
Ποίημα
«Το χάρισμα», από τη συλλογή «Μαύρη Μωραλίνα» (εκδ. Κέδρος, 2010), της
Ευτυχίας Παναγιώτου.
Από σήμερα με αφορμή τον εορτασμό της Ημέρας
Ευρωπαϊκών Γλωσσών, μαζί με άλλα 23 ποιήματα από ισάριθμες Ευρωπαϊκές χώρες, θα κοσμεί τους σταθμούς του μετρό των
Βρυξελλών μεταφρασμένο σε 21 γλώσσες