Όταν σε προηγούμενο σημείωμα έγραφα ότι ο Όμηρος με τον Ηρόδοτο έχουν χαρακτηρισθεί «δημοσιογράφοι» της εποχής τους, μου ήρθε στο μυαλό αυτό που είχε πει πολύ παλιά ο Γρηγόρης Ξενόπουλος: «Το ελληνικό κοινό με θεωρεί λογοτέχνη, μυθιστοριογράφο, διηγηματογράφο και θεατρικό συγγραφέα. Εγώ όμως με συγκίνηση σας λέω ότι αισθάνομαι τον εαυτό μου δημοσιογράφο» και έθεσα το ερώτημα: Τι είναι προτιμότερο; Συγγραφέας που δημοσιογραφεί ή δημοσιογράφος που λογοτεχνίζει;
Η Μαρία Καραββία έγραψε παλαιότερα: «Σήμερα στις εφημερίδες όχι απλώς δεν γίνεται συζήτηση για λογοτεχνική γραφή –το έγραψες ξερό, μας έλεγαν κάποτε- αλλά αντίθετα με τη φωτοσύνθεση, το ταμπλόιντ, τις μεγάλες έγχρωμες φωτογραφίες, το λαϊκισμό που έχει εξαπλωθεί σε όλους τους τομείς της ζωής και γενικά με την προσπάθεια των εντύπων να συναγωνιστούν την εικόνα, έχουμε ακούσει διευθυντές εφημερίδων να φωνάζουν στους νεαρούς δημοσιογράφους που δείχνουν κάποια φιλοδοξία προσωπικού τρόπου έκφρασης: “Δεν θέλουμε λογοτέχνες εδώ μέσα”».
Αντίθετα ο αείμνηστος Βασίλης Ραφαηλίδης υποστήριζε: «Η λογοτεχνία είναι παντού. Συνεπώς και στη δημοσιογραφία. Αρκεί πίσω από κάθε κείμενο να υπάρχει κάποιος δημιουργός που κάνει δημιουργία την πράξη της γραφής, της όποιας γραφής».
Ενώ ο Νίκος Δήμου γράφει: «Ο λογοτεχνίζων δημσιογράφος είναι συνήθως άκρως ενοχλητικός και πιο προβληματικός είναι ο δημοσιογραφίζων λογοτέχνης. Ένα άρθρο κερδίζει από τη λεκτική δεινότητα του συντάκτη του, αυτό όμως δεν το μεταμορφώνει σε λογοτεχνία».
Οι δημοσιογράφοι πάντως που έχουν φτωχό λεξιλόγιο, επικαλούνται ως άλλοθι «την έλλειψη χρόνου και το τρέξιμο» που απαιτείται προκειμένου να προλάβουν την έκδοση του φύλλου (καθημερινού ή όχι), όταν τους καταλογίζουν λεκτική ένδεια.
Γι αυτό και ο Μάριος Πλωρίτης έγραψε: «Καμιά στενότητα χρόνου δεν αποτελεί άλλοθι για τη βαρβαρότητα ή έστω την κακογραφία. Δεν φταίει η έλλειψη χρόνου, αλλά η έλλειψη συναίσθησης πως η εφημερίδα είναι ένα μεγάλο σχολείο, καθημερινό και ισόβιο, που μορφώνει ή στρεβλώνει το κοινό, που το “παιδεύει” και στη σωστή (ή στραβή) έκφραση και χρήση της γλώσσας του (…) η έλλειψη χρόνου και χώρου ήταν και είναι μια “άσκηση στο ευκαίρως και ευστόχως λέγειν”».
Οπότε στο ερώτημα «Τι είναι προτιμότερο; Συγγραφέας που δημοσιογραφεί ή δημοσιογράφος που λογοτεχνίζει;», μπορεί να δοθεί η απάντηση: «Και τα δύο είναι δυνατά».
(Δημοσιεύτηκε στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ 7/6/1995)
Η Μαρία Καραββία έγραψε παλαιότερα: «Σήμερα στις εφημερίδες όχι απλώς δεν γίνεται συζήτηση για λογοτεχνική γραφή –το έγραψες ξερό, μας έλεγαν κάποτε- αλλά αντίθετα με τη φωτοσύνθεση, το ταμπλόιντ, τις μεγάλες έγχρωμες φωτογραφίες, το λαϊκισμό που έχει εξαπλωθεί σε όλους τους τομείς της ζωής και γενικά με την προσπάθεια των εντύπων να συναγωνιστούν την εικόνα, έχουμε ακούσει διευθυντές εφημερίδων να φωνάζουν στους νεαρούς δημοσιογράφους που δείχνουν κάποια φιλοδοξία προσωπικού τρόπου έκφρασης: “Δεν θέλουμε λογοτέχνες εδώ μέσα”».
Αντίθετα ο αείμνηστος Βασίλης Ραφαηλίδης υποστήριζε: «Η λογοτεχνία είναι παντού. Συνεπώς και στη δημοσιογραφία. Αρκεί πίσω από κάθε κείμενο να υπάρχει κάποιος δημιουργός που κάνει δημιουργία την πράξη της γραφής, της όποιας γραφής».
Ενώ ο Νίκος Δήμου γράφει: «Ο λογοτεχνίζων δημσιογράφος είναι συνήθως άκρως ενοχλητικός και πιο προβληματικός είναι ο δημοσιογραφίζων λογοτέχνης. Ένα άρθρο κερδίζει από τη λεκτική δεινότητα του συντάκτη του, αυτό όμως δεν το μεταμορφώνει σε λογοτεχνία».
Οι δημοσιογράφοι πάντως που έχουν φτωχό λεξιλόγιο, επικαλούνται ως άλλοθι «την έλλειψη χρόνου και το τρέξιμο» που απαιτείται προκειμένου να προλάβουν την έκδοση του φύλλου (καθημερινού ή όχι), όταν τους καταλογίζουν λεκτική ένδεια.
Γι αυτό και ο Μάριος Πλωρίτης έγραψε: «Καμιά στενότητα χρόνου δεν αποτελεί άλλοθι για τη βαρβαρότητα ή έστω την κακογραφία. Δεν φταίει η έλλειψη χρόνου, αλλά η έλλειψη συναίσθησης πως η εφημερίδα είναι ένα μεγάλο σχολείο, καθημερινό και ισόβιο, που μορφώνει ή στρεβλώνει το κοινό, που το “παιδεύει” και στη σωστή (ή στραβή) έκφραση και χρήση της γλώσσας του (…) η έλλειψη χρόνου και χώρου ήταν και είναι μια “άσκηση στο ευκαίρως και ευστόχως λέγειν”».
Οπότε στο ερώτημα «Τι είναι προτιμότερο; Συγγραφέας που δημοσιογραφεί ή δημοσιογράφος που λογοτεχνίζει;», μπορεί να δοθεί η απάντηση: «Και τα δύο είναι δυνατά».
(Δημοσιεύτηκε στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ 7/6/1995)