27/3/14

Τα Muppets καταζητούνται - Muppets most wanted

Υπόθεση: Η καριέρα των Muppets έχει εκτοξευθεί και βρίσκονται σε παγκόσμια περιοδεία με παραστάσεις στο Βερολίνο, τη Μαδρίτη, το Λονδίνο και το Δουβλίνο. Τα σχέδια τους ανατρέπονται όταν διασταυρώνονται με έναν από τους πιο διαβόητους εγκληματίες του κόσμου, τον Constantine, ο οποίος είναι ίδιος ο Kermit. Εκτός αυτού, ο εκκεντρικός θίασος θα συναναστραφεί με τον θρασύδειλο βοηθό του Constantine, Dominic (Ricky Gervais), τον πράκτορα της Interpol, Jean Pierre Napoleon (Ty Burrell) και την εριστική δεσμοφύλακα Nadya (Tina Fey).
Κριτική: Οι φίλοι των Μάπετς (όπως εγώ) θα ξετρελαθείτε. Η δεύτερη κινηματογραφική εμφάνισή τους είναι περισσότερο γοητευτική από την πρώτη. Η ιστορία αυτή τη φορά βασίζεται σε ένα έξοχο σενάριο, που διαδραματίζεται στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου (υπάρχει ακόμα η Σοβιετική Ένωση και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αντιφρονούντων) και δίνει την ευκαιρία για ανώδυνη σάτιρα κοινωνικών και πολιτικών καταστάσεων, ενώ η παρέλαση γνωστών ηθοποιών σε μικρές περαστικές εμφανίσεις ή και ρόλους ακόμα, γίνεται με τον παραδοσιακό τηλεοπτικό τρόπο που είχαμε συνηθίσει και το τραγουδιστικό μέρος δεν είναι υπερβολικό. Κάθε άλλο, όταν μάλιστα βλέπουμε και την Σελίν Ντιόν.
Η ταινία είναι άρτια τεχνικά, η σκηνοθεσία δεν σου δίνει χρόνο να χαλαρώσεις παρά μόνο για να γελάσεις, οι ήρωες είναι αναλλοίωτοι στα χρόνια που έχουν περάσει, αλλά ακολουθώντας τις νέες απαιτήσεις του κοινού υποβάλλονται σε κοσμοπολίτικες περιπέτειες, με καταιγιστική δράση και έντονη αγωνία.
Απέναντι στα καλά και τρυφερά Μάπετς, υπάρχουν οι «κακοί», οι οποίοι στο τέλος εξουδετερώνονται, κλασσικά και πάντοτε βέβαια με μεγάλες δόσεις χιούμορ και σάτιρας και αναφορές σε γνωστές ταινίες του παρόντος και του παρελθόντος.
Περνάς δυο ευχάριστες και ξένοιαστες ώρες. 
Σκηνοθεσία: Τζέιμς Μπόμπιν
Με τους: Ρίκι Τζερβέ, Τομ Χίντλεστον, Μτέμπι Ράιαν, Σάλμα Χάγιεκ, Κριστόφ Γουόλτζ, Ντάνι Τρέχο, Τίνα Φέι, Ρέι Λιότα, Τάι Μπαρέλ, Τιλ Σβάιγκερ, Φρανκ Λανγκέλα.
Προβάλλεται από 27/3/14
(Κριτική μου στο myFilm)

21/3/14

«Ζωή και πεπρωμένο» του Β. Γκρόσμαν

Το μυθιστόρημα αυτό είναι «ένα πανόραμα της ρωσικής κοινωνίας στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και γι’ αυτό ένα από τα θεμελιώδη βιβλία τού 20ού αιώνα», όπως γράφτηκε στο «The New York Review of Books» και «όπως συνηθίζεται στα κλασικά ρωσικά μυθιστορήματα, δεκάδες χαρακτήρες –συμπεριλαμβανομένων του Χίτλερ και του Στάλιν– περιπλανώνται στις σελίδες του. Εδώ δεν υπάρχουν “καλοί” και “κακοί” ούτε μελοδραματικές σκηνές. Κάθε λέξη είναι ειλικρινής, διαυγής, σίγουρη γι’ αυτό που λέει», γράφει το «National Review», ενώ η The Washington Post World Book, προτρέπει τους αναγνώστες της: «Διαβάστε το και θα νιώσετε ευγνώμονες που ο 20ός αιώνας γέννησε έναν τόσο βαθυστόχαστο κήρυκα του ανθρωπισμού. Οι δοκιμασίες και οι εξομολογήσεις των ηρώων του μας δίνουν μερικές από τις πιο συγκλονιστικές καταβάσεις στα άδυτα της ανθρώπινης ψυχής, που μπορεί κανείς να βρει στην παγκόσμια λογοτεχνία. Ένα μυθιστόρημα που δεν γνωρίζει χρονικά όρια».
Αυτά τα αποσπάσματα δημοσίευα στις 23/12/14, όταν παρουσίαζα το μυθιστόρημα «Ζωή και πεπρωμένο» του Βασίλι Γκρόσμαν στην εφημερίδα λίγο καιρό πριν ξεκινήσω να το διαβάσω. Σήμερα που το ολοκλήρωσα συνεπαρμένος από την αφήγηση του εξαιρετικού αυτού συγγραφέα και πολεμικού ανταποκριτή, μπορώ να πω ότι δεν είναι απλά η περιγραφή της ζωής μιας οικογένειας με φόντο τον πόλεμο και τον τρόμο που προκαλεί, αλλά είναι η δύναμη της καλοσύνης απέναντι στην αποκτήνωση που επιβάλλει ένας ολοκληρωτισμός. Γι αυτό και είχε κατασχεθεί από την KGB το 1961 και κυκλοφόρησε ελεύθερα το 1990, ενώ σύμφωνα με τον ηγέτη της «αποσταλινοποίησης» Νικήτα Χρουτσόφ, είχε χαρακτηρισθεί ως «άλλη μια πυρηνική κεφαλή στραμμένη κατά της Σοβιετικής Ένωσης». 
Συνοπτικά, το «Ζωή και πεπρωμένο» είναι όντως ένα μυθιστόρημα για τον πόλεμο, ένα οικογενειακό έπος, ένα πολιτικό μυθιστόρημα, αλλά και ένα ερωτικό μυθιστόρημα που περιγράφει με δημοσιογραφικό γλαφυρό τρόπο, πως από τα Γερμανικά Στρατόπεδα Εξόντωσης, στα Σοβιετικά Στρατόπεδα Εργασίας και από τα φλεγόμενα ερείπια του Στάλινγκραντ στα ανακριτικά γραφεία της μεταπολεμικής Μόσχας, τα μέλη και οι φίλοι της οικογένειας Σαπόσνικοβ προσπαθούν να ξεφύγουν από τα νύχια του πιο απάνθρωπου πολέμου που γνώρισε η ανθρωπότητα. Πολεμούν, ερωτεύονται, ελπίζουν, απογοητεύονται, καταρρέουν, αρπάζονται από τα πιστεύω τους και συνεχίζουν, ενώ γύρω τους όλα καταρρέουν και στενεύει ο κλοιός του ολοκληρωτισμού. (Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γκοβόστη).

20/3/14

Μάνατζερ έχουμε, ηγέτες δεν έχουμε

Το καλοκαίρι του 2005 είχα μιλήσει με τον καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Δημήτρη Μπουραντά με αφορμή το βιβλίο του «Ηγεσία: Ο δρόμος της διαρκούς επιτυχίας». Η συνέντευξη, είχε δημοσιευτεί στην Αμαρυσία στις 18 Ιουλίου 2005 με τίτλο: «Μάνατζερ έχουμε, ηγέτες δεν έχουμε».
Τελειώνοντας τη συνέντευξη, της οποίας το κύριο θέμα συζήτησης ήταν το γεγονός ότι στη χώρα μας, ενώ έχουμε πληθώρα από μάνατζερ, έχουμε ελάχιστους ηγέτες, γεγονός που δεν εξασφαλίζει την επιτυχία στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, αλλά και στους δημόσιους φορείς που χρειάζονται μια σοβαρή, στιβαρή και υπεύθυνη διοίκηση, δύο πράγματα, μου έμειναν στη μνήμη από αυτά που είχε πει τότε, πριν εννέα χρόνια σχεδόν.
Το πρώτο, ήταν ότι στην Ελλάδα «ζούμε σε μια κατάσταση ευμάρειας και εφησυχασμού, καταναλώνοντας τα χρήματα των προηγούμενων γενεών, των επόμενων γενεών (δανεισμός) και αυτά που απολαμβάνουμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση». Έτσι ακριβώς είχε διατυπώσει τη φράση, που με είχε στοιχειώσει από τότε και σαν λογική συνέπεια, σε κάθε μου συζήτηση τόνιζα ότι όπως πάμε, αργά ή γρήγορα θα πτωχεύσουμε, μιας και ποτέ δεν παρήγαμε περισσότερα από όσα καταναλώναμε. 
Το δεύτερο ήταν, η συμβουλή που του ζήτησα και έδωσε, ώστε οι μάνατζερ να πετύχουν και ως ηγέτες για να μπορούν να προσφέρουν ωφέλιμα αποτελέσματα στο χώρο που ασκούν διοίκηση. Να τι μου είχε πει:
«Πρώτον, τα στελέχη πρέπει να βλέπουν και το δέντρο και το δάσος ταυτόχρονα, από πολλές γωνίες για να μπορούν να κατανοούν και να διαχειρίζονται τα αίτια και όχι τα συμπτώματα των προβλημάτων.
Δεύτερον, να σκέφτονται «έξω από το κουτί» χωρίς στερεότυπα.
Τρίτον, να αλλάξουν, πριν αναγκαστούν γι αυτό.
Τέταρτον, να πορεύονται με όραμα, αξίες, αρχές, ακεραιότητα και ταπεινότητα.
Πέμπτον, να παρακολουθούν τον κόσμο, να ταξιδεύουν, να συγκρίνονται με τους καλύτερους, να μη συμβιβάζονται με τη μετριότητα και να έχουν τη φιλοδοξία να αφήσουν κληρονομιά έναν καλύτερο κόσμο και
έκτον, να μεταχειρίζονται τους ανθρώπους με ευαισθησία και αξιοπρέπεια, να νοιάζονται γι αυτούς, να τους σέβονται, να τους αγαπούν, να μιλούν στην ψυχή, την καρδιά και το μυαλό τους.
Να κατανοήσουν, δηλαδή, την έννοια της ηγεσίας και να την ασκούν αποτελεσματικά, τόσο στην επαγγελματική, όσο και στην προσωπική τους ζωή».

Αιωνιότητα - Byzantium

Η φιλολογία των βρικολάκων στον κινηματογράφο, έχει περάσει πολλά στάδια από την εποχή του «Δράκουλα» (1966) του Τέρενς Φίσερ με τον Κρίστοφερ Λι (που προχθές κιόλας τον θυμήθηκε η New Star και τον κυκλοφόρησε σε ειδικό αφιέρωμα). 
Το πρώτο στάδιο, ήταν οι φοβεροί και τρομεροί βρικόλακες (τύπου Κρίστοφερ Λι) που κυκλοφορούσαν μόνο νύχτα σε πύργους και σε ορεινά απλησίαστα χωριά και στη θέα του σταυρού πανικοβάλλονταν. 
Το δεύτερο, ήταν οι βρικόλακες, οι οποίοι σύμφωνα με τη «Συνέντευξη με ένα βρικόλακα» (1994), κυκλοφορούν πλέον και στις πόλεις, ταξιδεύουν ανά τον κόσμο και συμμετέχουν με το δικό τους τρόπο στα ανθρώπινα, θνητά δρώμενα και το τρίτο στάδιο (που ήρθε σαν συνέπεια του δεύτερου), που ξεκίνησε με το Twilight κατά το οποίο νεαροί, γοητευτικοί βρικόλακες κυκλοφορούν και κατά τη διάρκεια της ημέρας και ερωτεύονται θνητές ή το αντίστροφο.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω, λοιπόν, η μόνη εξήγηση που μπορώ να δώσω, γι’ αυτή την ταινία, είναι ότι ο Νιλ Τζόρνταν, έχοντας κάνει επιτυχία με τη «Συνέντευξη με ένα βρικόλακα», που άλλαξε όσα γνωρίζαμε για τους βρικόλακες, αποφάσισε να επιστρέψει στην πιάτσα συμβιβασμένος με το νέο πιασάρικο προϊόν.

13/3/14

Η αόρατη γυναίκα – The invisible woman

Αυθεντική ατμόσφαιρα και λιτές ερμηνείες χαρακτηρίζουν τη δεύτερη σκηνοθετική δουλειά του Ραλφ Φάινς, ο οποίος διαπραγματεύεται τον έρωτα του διάσημου συγγραφέα Καρόλου Ντίκενς (που τον υποδύεται συγκρατημένα και εκλεπτυσμένα ο ίδιος), με μια κατά πολλά χρόνια μικρότερή του κοπέλα, η οποία όμως βρίσκεται μπροστά από την εποχή της, πράγμα που κάποια στιγμή εκφράζει με ανησυχία και η μητέρα της (αρκετά καλή η Κριστίν Σκοτ Τόμας).
Ο έρωτάς τους περιγράφεται με διακριτικότητα και σεβασμό, τόσο προς το συγγραφέα, όσο και προς την κοινωνία της εποχής και αξιοσημείωτες για την ταινία είναι οι εκκωφαντικές σιωπές των ερωτευμένων, του Ραλφ Φάινς από τη μια και της Φελίσιτι Τζόουνς από την άλλη.

Ο έρωτας είναι το τέλειο έγκλημα – L’ amour est un crime parfait

Λαμβανομένου υπόψη του κανόνα (με εξαιρέσεις πάντα) ότι οι γυναίκες «πέφτουν» με τα ωραία λόγια, τότε δικαιολογημένα ο ήρωας της ταινίας, ως καθηγητής λογοτεχνίας έχει πολλές πιθανότητες να γοητεύει τις νεαρές μαθήτριές του. Αυτό και συμβαίνει. Μέχρι τη στιγμή που μια από αυτές του «μένει» στο κρεβάτι από άγνωστη στους θεατές αιτία. Ο φίλος μας την εξαφανίζει σε ένα βάραθρο, μιας και είναι μόνιμος κάτοικος μονοκατοικίας σε μεγάλο υψόμετρο. Μόνο που δεν ησυχάζει.

6/3/14

Πέρα από τη λογική – A perdre la raison

Η μεταμόρφωση μιας όμορφης νέας, από ερωτευμένη κοπέλα σε σύγχρονη Μήδεια, εξαιτίας της αυξανόμενης ασφυξίας λόγω του γάμου, της μητρότητας και ενός τρόπου ζωής που την υποχρεώνει να κάτω από την ίδια στέγη, με τον άντρα της, τον -ας τον αποκαλέσουμε «πεθερό»- και τα τέσσερα παιδιά της.
Αρχικά, τη βλέπουμε να φλερτάρει με το νεαρό Μαροκινό, που είναι προστατευόμενος του Αντρέ Πιγκέτ ενός αρκετά εύπορου γιατρού. Στη συνέχεια, με έμμεση προτροπή του γιατρού, που τα θέλει όλα δικά του (εκπληκτικός ηθοποιός ο Νιλς Άρεστρουπ), παντρεύεται τον Μαροκινό

300: Η άνοδος της αυτοκρατορίας - 300: Rise of an empire

Πάρα πολύ καλή απόδοση του κόμικ του Φρανκ Μίλερ, η οποία ξεκινά λίγο πριν από εκεί που άρχιζε η προηγούμενη ταινία «300».του Ζακ Σνάιντερ, που εδώ είναι παραγωγός.
Με σεβασμό στην αρχική οπτικοποίηση του Σνάιντερ, ο σκηνοθέτης Νόαμ Μούρο, έχει δημιουργήσει μια ενδιαφέρουσα για τους φίλους του είδους ταινία, στην οποία πέραν της δράσης και της αγριότητας των μαχών, προβάλλονται τα ιδανικά των αρχαίων Ελλήνων, περί φιλίας, πίστης, αφοσίωσης, γενναιότητας και υπεράσπισης της ελευθερίας και της δημοκρατίας.

2/3/14

Μαύρη αυγή



Αν και γεμάτο «μαύρες σκέψεις», το μυθιστόρημα «Μαύρη Αυγή» του Θ. Δραγούμη που τελείωσα πρόσφατα και αποτελεί το δεύτερο της τριλογίας του Εμφύλιου (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός), δεν παύει να συναρπάζει τον ήδη προβληματισμένο αναγνώστη και είναι αφιερωμένο στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα.
Ελλάδα. Αυτοκτονίες πολιτών, συγκρούσεις στους δρόμους και πυρπολημένες τράπεζες. Ανεργία, εξαθλίωση και ουρές για συσσίτια. Την ίδια στιγμή: ένα υψηλόβαθμο στέλεχος μιας ελληνικής πολυεθνικής εταιρείας εκτελείται με 45άρι στη λεωφόρο Βουλιαγμένης, μια επιφανής δικηγόρος offshore εταιρειών φουντάρει στη θάλασσα του Φαλήρου, ένας φασίστας κομματιάζεται μπροστά στα γραφεία μιας πολυεθνικής κι ένας επαναστάτης αριστεριστής θερίζεται μέσα στη γιάφκα του με πέντε διατρητικές σφαίρες. 

1/3/14

Δράκουλας ο άρχων του σκότους (1966)

Με αυτήν άρχισαν όλα και αυτή την ταινία επαναφέρει στην κυκλοφορία η New Star, σε ένα μεταμεσονύκτιο αφιέρωμα που θα πραγματοποιηθεί απόψε, αύριο και μεθαύριο στον κινηματογράφο «Αλεξάνδρα New Star Art Cinema»
Πρόκειται για την ταινία «Δράκουλας, ο άρχων του σκότους» του 1966 με πρωταγωνιστή τον Κρίστοφερ Λι, που καθιερώθηκε ως original persona στο ρόλο αυτό και κανείς δεν μπόρεσε να τον αντικαταστήσει μέχρι σήμερα. Μία από τις καλύτερες ταινίες που καθόρισε την εξέλιξη του κινηματογράφου του φανταστικού με την αριστοτεχνική χρήση φωτογραφίας, σκηνικών, ερμηνειών και καθιερώθηκαν σαν ένα αυτοτελές, άμεσα αναγνωρίσιμο κεφάλαιο στην ιστορία του σινεμά, με την υπογραφή της Hammer Films να αποτελεί σφραγίδα ποιότητας.
Ο Μάρτιν Σκορτσέζε έχει πει χαρακτηριστικά: «Στα νιάτα μου πήγαινα συνέχεια σινεμά με την παλιοπαρέα. Όταν βλέπαμε το σήμα της HAMMER, ξέραμε πως η ταινία ήταν πολύ σπέσιαλ... Πως θα ζούσαμε μια ανεπανάληπτη εμπειρία, συνήθως σοκαριστική...» 
Στοιχεία της ταινίας 
Η ιστορία ξεκινάει με τις τελευταίες σκηνές, δείχνοντας το θάνατο του Δράκουλα στα χέρια του Δρ Βαν Χέλσινγκ (τον υποδύεται ο Πίτερ Κάσινγκ) και συνοδεύεται από την εξής αφήγηση :