12/9/13

Μια ευαίσθητη αλήθεια

Ολοκλήρωσα το τελευταίο βιβλίο «Μια ευαίσθητη αλήθεια» (Έκδοση Bell) του διάσημου Τζον Λε Καρέ, με το οποίο βάζει τον αναγνώστη στον κόσμο της διεθνούς τρομοκρατίας και ομολογώ ότι για άλλη μια φορά η αφήγησή του είναι όπως πάντα πυκνή, περιεκτική και ταυτόχρονα συναρπαστική.
Το θέμα του μυθιστορήματος «Μια ευαίσθητη αλήθεια», είναι σύγχρονο επίκαιρο και πραγματικά ευαίσθητο και ο Λε Καρέ καταφέρνει για άλλη μια φορά να βρίσκεται στην καρδιά των προβλημάτων που απασχολούν τη διεθνή κοινότητα.
Στην «Ευαίσθητη αλήθεια», μια αντιτρομοκρατική επιχείρηση, με την κωδική ονομασία «Άγρια Ζωή», οργανώνεται στην πιο πολύτιμη αποικία της Βρετανίας, το Γιβραλτάρ. Σκοπός της,

9/9/13

Οι ύποπτοι φορούσαν γόβες (The bling ring)

Να αποκαλέσω το φιλμ καταγγελτικό; Και τι να καταγγείλω πρώτο; Τους αμερικανούς γονείς, που εξαντλούν το ενδιαφέρον τους για τα παιδιά με τις φράσεις «Really?» και «cute!» και έχουν πλήρη άγνοια για το τι κρύβεται στα δωμάτιά τους, προκείμενου να μην παραβιάζεται η προσωπικότητα του παιδιού; Το χωλαίνον σύστημα παιδείας, που δεν τους εξηγεί ότι η πραγματική ζωή δεν είναι lifestyle; Τα social media, που εκτός από επίδειξη δεν προσφέρουν τίποτα άλλο και η επίδειξη μπορεί να είναι και μοιραία ενίοτε;  Τα media σκέτα, που προβάλλουν τα πάντα εξωραϊσμένα και ωραιοποιημένα, αρκεί να ανεβαίνει η τηλεθέαση;
Να το χαρακτηρίσω διδακτικό;  Και αν ο έφηβος δεν πάρει το μάθημα ότι η παραβατικότητα τιμωρείται, αλλά προσλάβει ως μάθημα το γεγονός ότι μπορεί να γίνει και διάσημος από πάνω, με ένα καλό δικηγόρο και λίγη καλή θέληση (μη δημιουργήσουμε και ψυχικά τραύματα στην αθώα παιδική ψυχή);

7/9/13

Από τις δυο πλευρές του Αιγαίου: Διωγμός

Είδα και αυτό το ντοκιμαντέρ της Μαρίας Ηλιού, όπως είχα δει και το πρώτο μέρος (Σμύρνη: Η καταστροφή μιας κοσμοπολίτικης πόλης 1900 – 1922), με το ίδιο ενδιαφέρον, μιας και πολλές από τις εικόνες βγαίνουν στη δημοσιότητα για πρώτη φορά, αλλά και οι αφηγήσεις όσων εμφανίζονται είναι αρκούντως συγκινητικές.
Αυτή τη φορά, το ντοκιμαντέρ ασχολείται με το πελώριο θέμα της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ των δύο χωρών Ελλάδος και Τουρκίας, με εικόνες που πραγματικά συγκλονίζουν
Πέρα από το αξιέπαινο γεγονός, ότι για πρώτη φορά κάποιος καταπιάνεται με αυτό το κομμάτι της ιστορίας μας - σε συνδυασμό με αυτή των γειτόνων μας  -  αυτό που έχω να παρατηρήσω, από καθαρά κινηματογραφική άποψη, είναι ότι ίσως με λίγη οικονομία στην επανάληψη των ίδιων πλάνων και φωτογραφικών ντοκουμέντων, θα μπορούσε να έχει δημιουργηθεί μια ταινία, λίγο πιο πυκνή και περισσότερο πιο ενδιαφέρουσα. Διότι πρόσεξα ότι κατά την αφήγηση του δεύτερου μέρους υπήρχαν αρκετά πλάνα τα ίδια, κυρίως για να συνδεθεί με το πρώτο.
Ανεξάρτητα από αυτό, και αυτή η ταινία παρακολουθείται με ενδιαφέρον.

Το δαχτυλίδι της φωτιάς (Pacific Rim)

Ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο του «Λαβύρινθου του Πάνα» με αυτή την ταινία του της τέλειας ψηφιακής απόδοσης, καταφέρνει να μας κρατήσει το ενδιαφέρον μέχρι το πρώτο ημίωρο. Από εκεί και ύστερα και εφόσον η ηλικία σου είναι πάνω από 18 ετών (ο μέσος όρος καταλληλότητας σε όλες τις χώρες που θα προβληθεί είναι για ηλικίες πάνω από 13 ετών, για την Ελλάδα δεν ξέρω), η ταινία εξελίσσεται σε μια βαρετή και θορυβώδη υπερπαραγωγή με απόλυτα προβλέψιμο τέλος. Ο άνθρωπος κερδίζει τα τέρατα από τη θάλασσα. Το Καλό επικρατεί του Κακού. Αλλά ποιος αντέχει μέχρι τότε; Ποιος αντέχει τόσο σκότος και τόσο έρεβος;
Τελικά η ψηφιακή τεχνολογία, τα καταφέρνει όλα στο σινεμά, εκτός από το να αποδίδει πρωινές σκηνές. Ηλιόλουστες σκηνές θα δείτε μόνο σε ταινίες animation. Έτσι και οι ταινίες είναι γυρισμένες με ηθοποιούς και χρησιμοποιούν ψηφιακή τεχνολογία, τότε η δράση διαδραματίζεται απόγευμα ή βράδυ. Μαυρίλα και καταχνιά και ας με διορθώσει κάποιος με απλά λόγια, έτσι ώστε ο θεατής να μη χρειάζεται να σπουδάσει κινηματογραφία, για να καταλάβει αν πρέπει να δει ή όχι την ταινία;
Ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, που πραγματικά δημιούργησε σχολή με τον Πάνα, δεν προσφέρει τίποτα παραπάνω αυτή τη φορά, εκτός από θορύβους μηχανών, τριξίματα μετάλλων και καταστροφές τέτοιες, που αν αφήναμε τα τεράστια τέρατα να κυριαρχήσουν, θα είχαμε λιγότερες.

4/9/13

The grandmaster

Η νέα ταινία του Γουόνγκ Καρ Γουάι είναι η βιογραφία του Ιπ Μαν, ενός Κουνγκ Φου Μάστερ και συγκεκριμένα του δάσκαλου του Μπρους Λι, η οποία περιλαμβάνει πολεμικές τέχνες και ένα υποτυπώδες σενάριο που καλύπτει μια χρονική περίοδο από το 1936 μέχρι το 1952 και flashbacks που ανατρέχουν ως το 1911.
Δραματικά close up προσώπων, αλλά και αντικειμένων, με ταυτόχρονες slow motion κινήσεις, προσδίδουν στην ταινία έναν ποιητικό ρομαντισμό, ένα λυρισμό και μια χροιά έργου τέχνης που στηρίζεται στη δημιουργία όμορφων πλάνων, έστω και αν αυτά αφορούν στο βλέμμα της γοητευτικής Ζανγκ Ζιγί, ή σε μια σταγόνα αίμα που πέφτει στο βρεγμένο από τη βροχή δρόμο, ή και σε μια βίαιη πρόσκρουση ενός σώματος σε ένα κιγκλίδωμα.
Οι χορογραφίες των μονομαχιών είναι πραγματικά εντυπωσιακές και η μουσική επιλογή κλασσικών κομματιών ή από άλλες ταινίες (διέκρινα προς το τέλος το θέμα του «Κάποτε στην Αμερική» του Ένιο Μορικόνε), πάει γάντι σε ορισμένες σκηνές, αλλά ως εκεί…

30/8/13

Το τέλειο χτύπημα (The best offer)

The best offer του Τορνατόρε στον κινηματογράφο!
Το «Σινεμά ο παράδεισος» του Τζιουζέπε Τορνατόρε είναι μια από τις 100 αγαπημένες ταινίες μου. Αυτή του η ταινία, τις ανέβασε σε 101.
Η ιστορία και το σενάριο σ’ αυτή την ταινία είναι πρωτότυπα και έξυπνα και η ερμηνεία του Τζέφρι Ρας συγκλονιστική. Η σκηνοθεσία καθηλωτική, η εν γένει ατμόσφαιρα (ανάμεσα σε έργα τέχνης και νεοκλασικά ή μπαρόκ κτήρια) μυστηριακή (σε βαθμό να θυμίζει Χίτσκοκ που, μη ξεχνάμε, είχε αναγάγει σε θρίλερ το «Ρεβέκκα» της Δάφνης Ντι Μοριέ) και η μουσική του Ένιο Μορικόνε (παρά τις αμυδρές επαναλήψεις των κλασικών μοτίβων του, όπως του «Κάποτε στην Αμερική») ατμοσφαιρική, όσο δεν παίρνει.
Με δυο λόγια, η ταινία «Η πλέον καλύτερη προσφορά» (όπως είναι ο αγγλικός της τίτλος) είναι ένα αριστούργημα, ένα ψυχογράφημα πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις, στον έρωτα, στην υποκρισία, στο θέατρο που παίζουμε καθημερινά για κάποιο λόγο. Και όπως λέει στον Τζέφρι Ρας, ο Ντόναλντ Σάδερλαντ σε κάποια στιγμή της ταινίας: «Τα πάντα μπορεί να είναι ψεύτικα, αγαπητέ μου Βίρτζιλ. Η χαρά, ο πόνος, το μίσος, η αρρώστια, η ανάρρωση… ακόμα και ο έρωτας». Πόσο μάλλον ο κινηματογράφος, θα συμπλήρωνα για να σας κλείσω κι εγώ το μάτι, όπως κάνει ο Τορνατόρε στο τέλος της ταινίας, που βάζει στα χείλη μιας αυτιστικής κοπέλας (Αμάντα Γουόκερ) με εξαιρετική μνήμη και υπολογιστική ικανότητα τα λόγια: «Ξέρεις πόσα μπορεί να κάνει ένας κινηματογραφιστής;».
Ύστερα απ’ όλα αυτά λοιπόν, και ενώ η πρότασή μου είναι να δείτε οπωσδήποτε αυτή την ταινία, έρχεται η εταιρεία διανομής και της αλλάζει τον πρωτότυπο τίτλο (The best offer) και καταστρέφει όλη την μαγεία: του μυστηρίου, της γλυκιάς προσμονής, του αιφνιδιασμού. Τη μαγεία του κινηματογράφου, αδερφέ.
Διότι ο θεατής, όταν του μιλάς πρώτα για ένα «τέλειο χτύπημα» και ύστερα του λες ότι «πελάτισσα του Βίρτζιλ θα τον παρασύρει σε μια συγκλονιστική περιπέτεια που θα του αλλάξει τη ζωή», προετοιμάζεται για την έκπληξη και εύλογα προβλέπει την ανατροπή στην εξέλιξη αυτού του σύγχρονου, ερωτικού, δραματικού φιλμ νουάρ.
Υπόθεση: Ο Virgil Oldman (Geoffrey Rush) είναι ένας εξαιρετικός εκτιμητής, δημοπράτης και συλλέκτης έργων τέχνης. Εκκεντρικός, σνομπ και ανορθόδοξος δεν αφήνει περιθώριο σε κανέναν και ειδικά στο αντίθετο φύλο να τον πλησιάσει. Όταν η Claire (Sylvia Hoeks), μια κληρονόμος που πάσχει από αγοραφοβία, ζητάει τη βοήθεια του, ο Virgil θα αισθανθεί μια ακαταμάχητη έλξη για εκείνη.
Σκηνοθεσία: Τζιουζέπε Τορνατόρε
Με τους: Τζέφρι Ρας, Τζιμ Στάρτζες, Σίλβια Χοκς, Ντόναλντ Σάδερλαντ
Προβάλλεται από 5/9/2013 
(Δημοσιεύτηκε στο myFilm)

«Η πηγή των παρθένων» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν

Βασισμένη σε μια σουηδική μπαλάντα του 13ου αιώνα, με τίτλο «Töres döttrar i Wänge», η ταινία «Η πηγή των παρθένων», του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, σόκαρε και προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις κατά την προβολή της τη δεκαετία του ’60, λόγω της ρεαλιστικής αναπαράστασης του βιασμού και του φόνου της έφηβης Κάριν από δύο βοσκούς. Η προβολή της ταινίας μάλιστα, απαγορεύτηκε σε κάποιες από τις Πολιτείες της Αμερικής.
Η ταινία απέσπασε Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1960 κι έλαβε και μια επίσης υποψηφιότητα για Όσκαρ Κοστουμιών. Η φωτογραφία του Σβεν Νίκβιστ (στην πρώτη του συνεργασία με τον Μπέργκμαν) συμβάλλει με υπέροχο τρόπο στην αναπαράσταση των τραγικών γεγονότων με φόντο τα πράσινα λιβάδια. Παρουσιάστηκε επίσης στο Φεστιβάλ των Κανών, όπου ήταν υποψήφια για τον «Χρυσό Φοίνικα».

27/8/13

Οι δώδεκα ένορκοι (12 angry men)

Η ταινία που ψηφίστηκε από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου ως η δεύτερη καλύτερη δικαστική ταινία όλων των εποχών, προβάλλεται αυτές τις μέρες στους αθηναϊκούς κινηματογράφους σε διανομή της New Star.
Πρόκειται για την ταινία του Σίντνεϊ Λούμετ «Οι 12 ένορκοι» (1957 - ασπρόμαυρη). Μια καθηλωτική δικαστική - αστυνομική ιστορία, μια κοινωνική αλληγορία για την εφαρμογή της δημοκρατίας στην κοινωνία. Μια ταινία που παρακολουθείται με κομμένη την ανάσα από το πρώτο ως και το τελευταίο της πλάνο.

24/8/13

Θλιμμένη Τζάσμιν (Blue Jasmin)

Η καλύτερη και σοβαρότερη μέχρι τώρα ταινία του Γούντι Άλεν και ένας ρόλος για Όσκαρ από την Κέιτ Μπλάνσετ, η οποία δεν υποδύεται απλά, αλλά βιώνει το ρόλο της γυναίκας, που έχει μάθει να ζει στη Νέα Υόρκη με τα λεφτά των άλλων χάρη στον άντρα της (ο καλύτερος Άλεκ Μπάλντουιν που έχω δει τα τελευταία χρόνια).
Κοινωνική, με την καλή έννοια, αφού συμμετέχει σε φιλανθρωπικές και άλλες παρόμοιες εκδηλώσεις και χωρίς να υποφέρει από καταναλωτική μανία, είναι εγωίστρια και διακατέχεται από σύνδρομο ανωτερότητας. Τα έχει όλα, αλλά δεν ξέρει ένα: ο γοητευτικός σύζυγός της την απατά κατά συρροή. Επίσης, δεν ξέρει και άλλο ένα πολύ βασικό: τα λεφτά του, ανήκουν σε άλλους, οι οποίοι του τα εμπιστεύονται για επενδύσεις, τις οποίες δεν μαθαίνουμε ποτέ στην ταινία, αλλά δεν έχει σημασία.
Σημασία έχει ότι κάποια στιγμή η φούσκα θα σκάσει και η Κέιτ Μπλάνσετ θα μείνει μόνη και θα προσπαθήσει, πρώτα να επανασυνδεθεί με την αδερφή της (εξαιρετική η Σάλι Χόκινς), που ζει στο Σαν Φρανσίσκο και ύστερα να ξαναφτιάξει τη ζωή της. Πράγμα δύσκολο, αφού δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει τη διαφορά της πραγματικής ζωής και του ονείρου που ζούσε μέχρι την ώρα που ο άντρας της κλείστηκε στη φυλακή.
Η Κέιτ Μπλάνσετ δεν δυσκολεύεται καθόλου να ερμηνεύσει αυτή τη ψυχωτική γυναίκα, που ουσιαστικά παλεύει μεταξύ των δύο πλευρών του μελαγχολικού (blue) χαρακτήρα της: αυτού που είναι και αυτού που θα ήθελε να είναι, αλλά δεν μπορεί. Είναι άνετη και απολαυστική και ο μονόλογός της, στο τέλος αναδεικνύει όλη την τραγικότητα της ηρωίδας που υποδύεται.
Η ταινία βαδίζει στα γνωστά μονοπάτια του Γούντι Άλεν: πυκνοί και ουσιαστικοί διάλογοι, υποβόσκον χιούμορ, έλλειψη πραγματικής επικοινωνίας και εσωτερική μοναξιά των ηρώων του, απρόοπτη εξέλιξη σε ένα σενάριο με αρκετά flashbacks και όλα αυτά κάτω από τους ήχους της μπλουζ - τζαζ που λατρεύει.
Μια ταινία, που αξίζει να δείτε.

21/8/13

Δικαιώματα και υποχρέωση

  • Έχουμε ξεφύγει τελείως, ε;
  • Μπήκα στο facebook τις προάλλες και βλέπω δύο σοβαρούς «φίλους» μου να κοινοποιούν τον ίδιο σύνδεσμο.
  • Τι έλεγε ο σύνδεσμος;
  • «Αυτά είναι τα δικαιώματά σου αν σε πιάσουν στο τρένο ή το λεωφορείο χωρίς εισιτήριο. Μάθε τα και διάδωσέ το και σε άλλους»
  • Και γιατί, αγαπημένοι μου (και σοβαροί, ε;) «φίλοι», προτρέπετε τους αναγνώστες σας να μάθουν τα δικαιώματά τους όταν «τους πιάσουν χωρίς εισιτήριο» και δεν τους μαθαίνετε τη μοναδική τους υποχρέωση, που είναι να έχουν εισιτήριο για να «μην τους πιάσουν»;
  • Να μην αναφερθώ δε, σε όλα εκείνα που γράφτηκαν για τους φτωχούς και τους άνεργους, για τους οποίους πρέπει να υπάρξει πρόνοια ώστε να κυκλοφορούν με «ελευθέρας» στα λεωφορεία και τα τρένα.
  • Φτωχοί και άνεργοι υπήρχαν και στη δεκαετία του ’60, που κάθε λεωφορείο είχε εισπράκτορα (εκτός από τους ελεγκτές που έμπαιναν κάθε τρεις και λίγο), αλλά δεν θυμάμαι κανένα να περιμένει στην ουρά για το λεωφορείο στη Κάνιγγος και να μην έχει λεφτά για εισιτήριο.
  • Μπαίναμε στο λεωφορείο και μετά ο εισπράκτορας ξεκινούσε από μπροστά προς τα πίσω, με το τσαντάκι στο χέρι λέγοντας «εισιτήριο παρακαλώ».
  • Κανείς δεν έλεγε «δεν πληρώνω, δεν πληρώνω», όπως λένε σήμερα τα Καγιέν και τα Χάμερ στα διόδια.
  • Και εν πάση περιπτώσει, εάν κάποιος σήμερα (εν μέσω κρίσης) θέλει τη συγκοινωνία να παρέχεται δωρεάν, ας προτείνει τρόπους να καλύπτεται το κόστος της, χωρίς όμως να αυξηθούν οι φόροι μας. Έτσι;
  • Με αφορμή τώρα, τους πρόσφατους σχολιασμούς (κανιβαλικούς και όχι) σου παραθέτω δύο δικά μου περιστατικά και σχολίασέ τα εσύ, καλέ μου αναγνώστη:
  • Περιστατικό πρώτο. Έχω πάρει από τους Αμπελοκήπους το μακρύ και με τρεις θύρες λεωφορείο 550 (από Πειραιά προς Κηφισιά) και στο ύψος του Ερυθρού Σταυρού ακούγεται από πίσω φωνή: «Έλεγχος, παρακαλώ ετοιμάστε τα εισιτήριά σας».
  • Ταραχή μεγάλη στο λεωφορείο. Τουλάχιστον 30 άτομα κατευθύνονται προς τις τρεις θύρες και χτυπούν το κουδούνι για να κατεβούν στην επόμενη στάση.
  • Όπου συμπτωματικά, περιμένουν πολλοί νεαροί (υποψιάστηκα ύπαρξη φροντιστηρίου που σχόλαγε), οι οποίοι κινούνται για να ανέβουν στο λεωφορείο, όταν μέσα από το κύμα των εξερχομένων ακούγεται νεανική φωνή: «Παιδιά μην ανεβαίνετε υπάρχει ελεγκτής μέσα».
  • Νέος πανικός. Μερικοί που έχουν αρχίσει να ανεβαίνουν, κάνουν στροφή πάνω στα σκαλιά των θυρών για να κατέβουν. Άλλοι προσπαθούν να μπουν, αλλά δεν μπορούν. Και αυτοί που ήσαν μέσα και είχαν ακούσει τον ελεγκτή προσπαθούν, επίσης, να κατέβουν.
  • Πανικός. Ευτυχώς ο οδηγός δεν έκλεισε καμία από τις τρεις θύρες και ούτε ξεκίνησε το όχημα.
  • Περιστατικό δεύτερο. Έχω πάρει το λεωφορείο 010 της Δημοτικής Συγκοινωνίας Αμαρουσίου από την εφημερίδα (οδό Αμαρυσίας Αρτέμιδος στον Άγιο Θωμά), με κατεύθυνση σταθμό ΗΣΑΠ στο Μαρούσι, απ’ όπου στη συνέχεια θα πάρω το 080 (προς ΚΑΤ) για το σπίτι μου.
  • Στην επόμενη στάση, μπαίνει ελεγκτής. Το λεωφορείο γεμάτο. Οι περισσότεροι επιδεικνύουν την Άρτεμις Καρντ και  2 - 3 επιδεικνύουν τα εισιτήριά τους.
  • Ένας όμως αντιδρά: «Είμαι μαρουσιώτης 25 χρόνια και δεν είμαι υποχρεωμένος, αρκετά τέλη πληρώνω».
  • Έτσι κοφτά.
  • «Είδατε ότι όλοι έχουν βγάλει εισιτήρια ή έδειξαν τις κάρτες τους κύριε, αφού είστε και τόσα χρόνια μαρουσιώτης, γιατί να μην έχετε κάρτα;» απορεί ευγενικά ο ελεγκτής.
  • «Δεν θα απολογηθώ αδερφέ και κοίτα τη δουλειά σου».
  • «Τι δουλειά μου κοιτάω, κύριε, και εν πάση περιπτώσει θα σας δώσω τώρα…».
  • «Δεν θα μου δώσεις τίποτα και δεν πληρώνω τίποτα».
  • Το λεωφορείο σταματάει στην επόμενη στάση και ο ελεγκτής: «Τότε θα σας παρακαλέσω να κατεβείτε κύριε, αλλιώς ο οδηγός έχει εντολή να μην ξεκινήσει».
  • «Δεν πάω πουθενά και να φωνάξεις την αστυνομία».
  • Δεν θα πιστέψεις, γαλήνιε αναγνώστη μου, ότι ο θρασύς κύριος δεν κατέβηκε ποτέ, παρά και τις παραινέσεις ορισμένων επιβατών, που του πρόσφεραν εισιτήριο και τις φωνές των υπολοίπων υπέρ του ελεγκτή.
  • Είχαν όλοι κάρτες και εισιτήρια βλέπεις. Ας υπήρχε άλλος ένας χωρίς εισιτήριο ή κάρτα και θα σου έλεγα εγώ τι θα γινόταν, ήρεμε αναγνώστη μου.
  • Έτσι, μαζί με τον θρασύ κύριο, φτάσαμε στο σταθμό ΗΣΑΠ με τη σχετική καθυστέρηση και μια κυρία κι εγώ είχαμε χάσαμε και το 080 για το ΚΑΤ.
  • Συμπέρασμα δικό μου από την καφρίλα του facebook και τα δυο περιστατικά: Με τέτοια παιδεία, με τέτοια νοοτροπία, νομίζετε ότι θα πάμε μπροστά ως χώρα;