Ταινίες Χλαμύδας

Δώδεκα ταινίες του παρεξηγημένου εκείνου κινηματογραφικού είδους (genre) που οι Αμερικανοί του Χόλιγουντ είχαν ονομάσει Sword & Sandal Movies και οι εστέτ του Γαλλικού Σινεμά το αποκάλεσαν Peplum (δηλ. Χλαμύδα). 
Είναι ταινίες που έχω επιλέξει ως «καλύτερες», είτε από λόγους καθαρά συναισθηματικούς (τις έχω δει ως πιτσιρικάς ή έφηβος στον οικογενειακό μας κινηματογράφο, όπως οι «Χιτών», «Οδύσσεια», «Οι Δέκα Εντολές», «Μπεν Χουρ» & «Σπάρτακος»), είτε για καθαρά τεχνικούς λόγους, που αναλύονται στη συνέχεια. Εν πάση περιπτώσει, οι καλύτερες για μένα δεν σημαίνει αναγκαστικά και αριστουργήματα του είδους. 
Όλοι οι τίτλοι είναι παρμένοι από το βιβλίο μου ΧΛΑΜΥΔΑ που κυκλοφόρησε σε Β’ έκδοση (εν μέσω πανδημίας covid-19) το 2021 και παρατίθενται με χρονολογική σειρά.
-------------------------------
Ο ΧΙΤΩΝ
ΗΠΑ, 1953 (2ω 15λ)
Σκηνοθεσία: Henry Koster
Σενάριο: Gina Kaus – Lloyd C. Douglas
Μουσική: Edward B. Powell
Παίζουν: Richard Burton, Jean Simmons, Victor Mature, Michael Rennie, Jay Robinson, Dean Jagger, Torin Thatcher, Richard Boone, Betta St. John, Jeff Morrow, Ernest Thesiger, Dawn Addams, Leon Askin
Η πρώτη υπερπαραγωγή γυρισµένη µε το σύστηµα Σινεµασκόπ. Βασισµένη στη νουβέλα του Lloyd C. Douglas (που συμμετέχει και στο σενάριο), τη σέβεται απόλυτα και καταφέρνει να µεταδώσει αισθήµατα πίστης, χωρίς να υπερβάλλει σε «κήρυγµα». 
Στην υπόθεση, ο επικεφαλής των Ρωµαίων στρατιωτών (Richard Burton) που σταυρώνουν τον Χριστό, παίζει στα ζάρια και κερδίζει τον Χιτώνα Του. Μετά τη Σταύρωση αναχωρεί για τη Ρώµη, αλλά η ζωή του δεν θα είναι πια η ίδια, διότι βασανίζεται από τύψεις. Θεωρώντας «καταραμένο» τον Χιτώνα, επιστρέφει στην Παλαιστίνη για να τον κάψει επιτόπου. Εκεί θα αναθεωρήσει και θα πιστέψει στον Χριστό, ερχόµενος σε αντίθεση µε το ρωµαϊκό κατεστηµένο. Ο Δηµήτριος ένας Έλληνας σκλάβος (τον υποδύεται Victor Mature), παίρνει τον Χιτώνα του Χριστού για να τον κρύψει. 
Πολύ θεαµατική η παραγωγή κέρδισε Όσκαρ Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης – Σκηνικών και Όσκαρ Κοστουμιών Έγχρωμης Ταινίας.
Λίγο αργότερα θα γυριστεί και το sequel «Ο Δημήτριος και οι μονομάχοι» σε σκηνοθεσία Delmer Daves με πρωταγωνιστή τον Victor Mature ως Δημήτριο. 
 
ΟΔΥΣΣΕΙΑ 
Ιταλία – ΗΠΑ, 1955 (1ω 57λ)
Σκηνοθεσία: Mario Camerini
Σενάριο: Mario Camerini – Franco Brusati – Ben Hecht – Irwin Shaw και πολλών άλλων
Μουσική: Alessandro Cicognini
Παίζουν: Kirk Douglas, Silvana Mangano, Anthony Quinn, Rossana Podesta, Sylvie, Daniel Ivernel, Jacques Dumesnil, Franco Interleghi, Elena Zareschi, Evi Matalgliati, Ludmila Dudarova, Tania Weber, Piero Lulli, Umberto Silvestri
Μετά τον πόλεµο της Τροίας, ο Οδυσσέας (Kirk Douglas) έχοντας πάθει αµνησία, παίρνει το δρόµο της επιστροφής για την Ιθάκη. Εν τω µεταξύ, οι µνηστήρες της Πηνελόπης (Silvana Mangano) έχουν συγκεντρωθεί στο ανάκτορο και περιµένουν, πιέζοντάς την για γάµο, µε πρώτο και καλύτερο τον Αντίνοο (Anthony Quinn). 
Στο ανάκτορο επικρατεί ένα χάος, ενώ ο Οδυσσέας στους ωκεανούς και στις θάλασσες αντιµετωπίζει σηµεία και τέρατα (τον Κύκλωπα Πολύφηµο, τη Μάγισσα Κίρκη, τις Σειρήνες και όλη την Ελληνική Μυθολογία). Κάποια στιγµή θα επιστρέψει αφού θυµηθεί ποιος είναι και θα βρεθεί αντιµέτωπος µε τους µνηστήρες.
Η ερµηνεία του Kirk Douglas δεν θα µπορούσε να είναι καλύτερη. Δεν θα υπήρχε καλύτερος ηθοποιός, που θα µπορούσε να ερµηνεύσει το ρόλο του Οδυσσέα, όπως περιγράφεται στην Οδύσσεια. Διέθετε το βλέµµα και τη ρώµη του έξυπνου, πανούργου και δυνατού άντρα. Η Silvana Mangano πολύ καλή σε δύο ρόλους, τόσο στο ρόλο της Πηνελόπης όσο και της µάγισσας Κίρκης. 
 
ΟΙ ΔΕΚΑ ΕΝΤΟΛΕΣ
ΗΠΑ, 1956 (3ω 40λ)
Σκηνοθεσία: Cecil B. De Mille
Σενάριο: Aeneas MacKenzie – Jesse Lasky, Jr. – Jack Gariss – Fredric M. Frank (βασισµένο σε νουβέλες των J. H. Ingraham και A. E. Southon και στη Βίβλο) 
Μουσική: Elmer Bernstein
Παίζουν: Charlton Heston, Yul Brynner, Anne Baxter, Edward G. Robinson, Yvonne De Carlo, Debra Paget, John Derek, Vincent Price, John Carradine, Olive Deering, Martha Scott
Στην Αίγυπτο γύρω στο 1450 π.Χ. βρίσκονται συγκεντρωµένοι δούλοι από πολλά έθνη. Ο Φαραώ Ραµσής ο Πρώτος, φοβούµενος εξέγερση από τους συνεχώς αυξανόµενους δούλους, δίνει διαταγή να φονεύονται τα νεογέννητα αρσενικά παιδιά. Μια Εβραία βάζει το παιδί της σε ένα καλάθι και το αφήνει στο Νείλο. Η Βιθία, αδελφή του Φαραώ, βρίσκει το παιδί και το υιοθετεί ονοµάζοντάς το Μωυσή. Μεγαλώνοντας ο Μωυσής καταλαβαίνει την ταυτότητά του και φεύγει για το Σινά για να επιστρέψει µετά από 40 χρόνια και να βρεθεί αντιµέτωπος µε τον µεγαλοµανή Φαραώ Ραµσή και ύστερα να εγκαταλείψει την Αίγυπτο ακολουθούµενος από χιλιάδες Εβραίους. 
Η ιστορία βασισµένη στις νουβέλες των J. H. Ingraham και A. E. Southon βρήκε στα χέρια του Cecil B. De Mille για δεύτερη φορά την καλύτερη απόδοσή της. 
Η κατασκευή των ντεκόρ σε φυσικό µέγεθος (και ύστερα από λεπτοµερή ιστορική έρευνα), οι 12.000 κοµπάρσοι και τα χιλιάδες κοστούµια και ζώα που χρησιµοποιήθηκαν, έκαναν την παραγωγή να είναι η ακριβότερη µέχρι εκείνη την εποχή. 
Ο χρόνος που χρειάστηκε για να γυριστεί ήταν, επίσης, ο µεγαλύτερος µέχρι τότε. Να σηµειωθεί ότι µόνον για το µοντάζ απαιτήθηκαν επτά ολόκληροι µήνες. 
Οι ηθοποιοί που έπαιξαν στην ταινία, ήσαν οι διασηµότεροι της εποχής µε επικεφαλής έναν αξέχαστο Charlton Heston ως Μωυσή, τον Yul Brynner ως Ραµσή και την Anne Baxter ως Νεφερτίτη.
Αξέχαστες µένουν αρκετές σκηνές της ταινίας: Αυτή που γράφονται οι εντολές στις δύο πλάκες που κρατάει ο Μωυσής. Η µεγαλειώδης περιπλάνηση στην έρηµο. Τα όργια µπροστά στο Χρυσό Αµνό, με κορυφαία αυτή που ανοίγει στα δύο η Ερυθρά Θάλασσα (σκηνή για την οποία χρησιµοποιήθηκαν 360.000 γαλόνια νερού). Θα πρέπει δε να τονισθεί για άλλη µια φορά σ’ αυτές τις σελίδες το γεγονός, ότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχε ψηφιακή τεχνολογία. Αρκεί να αναφερθεί ότι για να αναπαραστήσει µια αµµοθύελλα ο σκηνοθέτης χρησιµοποίησε στην έρηµο αναµµένες τουρµπίνες αεροπλάνων µπροστά από την κάµερα.
Η ταινία, από τις πιο προσεγµένες µέχρι εκείνη την εποχή, ήταν υποψήφια για επτά Όσκαρ και κέρδισε µόνον αυτό των Σπέσιαλ Εφέ, χάνοντας τα Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, της Φωτογραφίας, και του Μοντάζ από την ταινία «Ο γύρος του κόσµου σε 80 ηµέρες» και τα Όσκαρ Σκηνικών, Κοστουµιών και Ήχου από την ταινία «Ο βασιλιάς κι εγώ».
 
ΟΙ ΑΘΛΟΙ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ
Ιταλία, 1958 (1ω 44λ)
Σκηνοθεσία: Pietro Francisci
Σενάριο: Pietro Francisci (πάνω στο έπος του Απολλώνιου του Ρόδιου)
Μουσική: Enzo Masetti
Παίζουν: Steve Reeves, Sylva Koscina, Gianna Maria Canale, Fabrizio Mioni, Ivo Garrani, Gina Rovere, Luciana Palluzi
Η πρώτη ταινία, στην οποία πρωταγωνιστούσε ο bodybuilder Steve Reeves στο ρόλο του µυθικού γίγαντα, ο οποίος µπαίνει σε περιπέτειες για χάρη της γυναίκας που αγαπά, της Ιόλης. 
Συµπτωµατικά, αυτή η πρώτη στον κατάλογο ταινία είναι και η πρώτη που καθιέρωσε το είδος «χλαµύδα», για να υπαχθούν στην κατηγορία αυτή ακόµη και οι προγενέστερες από αυτήν. Μετά την επιτυχία που είχε, ακολούθησε και δεύτερη µε τον ίδιο ηθοποιό στο ρόλο του Ηρακλή (Hercules unchained, 1959), αλλά και άλλες µε άλλους ηθοποιούς. Αν και βασισµένη στην Ελληνική Μυθολογία, καταπιάνεται µόνον µε δύο από τους γνωστούς Άθλους του Ηρακλή, τον δεύτερο και τον έβδοµο (το λιοντάρι της Νεµέας και τον κρητικό ταύρο), ενώ παρουσιάζει και λάθος βασιλέα (τον Πελία αντί του Ευρυσθέα), που αναθέτει τους άθλους στον ηµίθεο. Επίσης, αναφέρεται στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Ηρακλή, κατά την αργοναυτική εκστρατεία, ενώ ο Ηρακλής σύµφωνα µε τη Μυθολογία ήταν ένας από το πλήρωµα, ο οποίος µάλιστα εγκατέλειψε νωρίς τους Αργοναύτες σε αναζήτηση ενός φίλου του. 
Παρ’ όλα αυτά, η ταινία βλέπεται ευχάριστα, γιατί πέρα από τους ηρωισµούς περνάει στον κόσµο (για ταινία του είδους) και µηνύµατα ανδρείας, αυτοθυσίας, αγάπης και πίστης στο θεσµό της οικογένειας, ενώ ο µυώδης Steve Reeves και η αµερικανικής οµορφιάς Sylva Koscina γοητεύουν τους θεατές.
 
ΜΠΕΝ ΧΟΥΡ
ΗΠΑ, 1959 (3ω 32λ)
Σκηνοθεσία: William Wyler
Σενάριο: Karl Tunberg (πάνω στη νουβέλα του Lew Wallace) 
Μουσική: Miklos Rozsa
Παίζουν: Charlton Heston, Jack Hawkins, Stephen Boyd, Haya Harareet, Hugh Griffith, Martin Scott, Cathy O’ Donnell, Sam Jaffe, Finlay Currie
Ίδια υπόθεση µε την προηγούµενη, σε µια παραγωγή µεγαλειώδη και ικανοποιητική για όλα τα γούστα. Με αξέχαστες στιγµές, όπως η σκηνή που ο Τζούντα ως σκλάβος σώζει τον ναύαρχο του στόλου µετά από µια χαµένη ναυµαχία και η σκηνή της αρµατοδροµίας στον ιππόδροµο της Ιερουσαλήµ, όπου ο Τζούντα µονοµαχεί µε τον Μεσσάλα και τον νικά κατά κράτος, χρησιµοποιώντας τα άλογα ενός Άραβα, που τον υποδύεται ο Hugh Griffith.
Όλα σ’ αυτή την ταινία κρίθηκαν ως τεράστια. Εκατοντάδες στρέµµατα χρησιµοποιήθηκαν για τα ντεκόρ και για τον ιππόδροµο της µονοµαχίας. Χιλιάδες κοµπάρσοι και εκατοντάδες άλογα παραγγέλθηκαν από την –τότε- Γιουγκοσλαβία για τις ανάγκες του έργου και για την διάρκειας 20 λεπτών µονοµαχία. 
Επίσης, στην Τσινετσιτά της Ιταλίας παραγγέλθηκαν πάνω από 200 αγάλµατα για τα ντεκόρ και για πρώτη φορά χρησιµοποιήθηκαν φακοί των 65 mm, ώστε να επιτυγχάνεται µεγάλο βάθος πεδίου, που σηµαίνει καθαρή εικόνα σε οποιαδήποτε απόσταση. 
Η ταινία κόστισε στην MGM πάνω από 12.500.000 δολάρια (σχεδόν οικονοµική κατάρρευση, όπως ελέχθη τότε) και τελικά απέφερε κέρδη πάνω από 100 εκατοµµύρια.
Η ιστορία είναι γνωστή: Στην Ιουδαία, ο Τζούντα προδίδεται από τον Ρωµαίο φίλο του Μεσσάλα και στέλνεται στα κάτεργα, όπου και θα έχει τυχαία συνάντηση µε τον Χριστό, από τον οποίο σώζεται χάρη σε µια ατελείωτη γουλιά νερού που του δίνει, σε µια στιγµή δίψας. Θα καταφέρει να αποκτήσει την ελευθερία του σώζοντας τον ναύαρχο του στόλου, στο πλοίο του οποίου ήταν σκλάβος και κωπηλατούσε. Θα πάει µαζί του στη Ρώµη, όπου θα ανακηρυχθεί «ευγενής».
Εκεί θα αποκτήσει την εύνοια ενός σεΐχη και ιδιοκτήτη αλόγων ιπποδρόµου, µε του οποίου τα άλογα θα επιστρέψει στην Ιερουσαλήµ και σε µια σκηνή εκδίκησης θα κερδίσει τον Μεσσάλα. Ταυτόχρονα, θα ανακαλύψει τη µητέρα του και την αδελφή του λεπρές σε αποµονωµένη περιοχή, την ίδια περίοδο που ο Χριστός οδηγείται στον Σταυρό. Θα συναντήσει τον Ιησού και η πίστη του σ’ Αυτόν θα γιατρέψει την µητέρα του και την αδελφή του. 
Πρόκειται για µια ταινία που τα έχει όλα (µερικοί κριτικοί ισχυριστηκαν ότι κάνει µέχρι και εβραϊκή προπαγάνδα), ενώ η φιλία των δύο πρωταγωνιστών αγγίζει τα όρια της οµοφυλοφιλίας (όπως γράφτηκε από άλλη µερίδα κριτικών), δύο θέµατα τολµηρά για την εποχή τους. 
Κέρδισε 11 βραβεία Όσκαρ: Καλύτερης ταινίας, Α΄ Ανδρικού Ρόλου στον Charlton Heston, Β΄ Ανδρικού Ρόλου στον Hugh Griffith Σκηνοθεσίας, Φωτογραφίας, Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης – Σκηνικών, Ήχου, Μοντάζ, Μουσικής Επένδυσης στον Miklos Rozsa, Κοστουµιών και Ειδικών Εφέ. 
  
ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ
ΗΠΑ, 1960 (3ω 17λ)
Σκηνοθεσία: Stanley Kubrick
Σενάριο: Howard Fast – Dalton Trumbo
Μουσική: Alex North
Παίζουν: Kirk Douglas, Laurence Olivier, Jean Simmons, Tony Curtis, Charles Lauhton, Peter Ustinov, John Gavin, Nina Foch, John Ireland, Herbert Lom, John Dall, Charles McGraw, Joanna Barness, Harold Stone, Woody Strode, Peter Brocco
Σ’ αυτή την ταινία, η ιστορία της οποίας διαδραµατίζεται γύρω στο 73 π.Χ., ένας εκπαιδευτής µονοµάχων αγοράζει ένα σκλάβο από τη Θράκη, τον Σπάρτακο, που έχει µεγαλώσει στα κάτεργα. 
Έχοντας µάθει να πολεµά στην αρένα ο Σπάρτακος και µην αντέχοντας να θίγεται η αξιοπρέπειά του, που τον βάζουν να παλεύει στην αρένα σαν ζώο, ύστερα από µια µονοµαχία κατά την οποία ο αντίπαλός του δεν τον σκοτώνει και εξοντώνεται από τους ευγενείς, καλεί τους µονοµάχους σε εξέγερση και πρωτοστατεί στην επανάσταση των σκλάβων. 
Πρόκειται για αριστούργηµα του είδους, από έναν µεγάλο σκηνοθέτη. Φιλμ, το οποίο κυκλοφόρησε το 1991 σε βελτιωµένη έκδοση από τον Robert Harris, που ήταν υπεύθυνος -µεταξύ άλλων- και για την αποκατάσταση του «Λώρενς της Αραβίας». 
Είναι χαρακτηριστικό, ότι ο αρχικός σκηνοθέτης Anthony Mann απολύθηκε από τα πρώτα γυρίσµατα και ο Kirk Douglas κάλεσε τον Stanley Kubrick να τα συνεχίσει.
Ο Σπάρτακος είναι µια επική παραγωγή, στην οποία όλα είναι τέλεια, ντεκόρ, κοστούµια, σκηνές µάχης, ερµηνείες και η µουσική του Alex  North, που επενδύει την ταινία, επική επίσης. Χαρακτηριστικό του τελειοµανή χαρακτήρα του σκηνοθέτη, είναι το γεγονός ότι ο Κιούµπρικ για να γυρίσει τέλεια µια σκηνή µάχης, χρησιµοποίησε τους ηθοποιούς και τους χιλιάδες κοµπάρσους σαν πιόνια σκακιού, δίνοντάς τους αριθµούς, ώστε κατά τη διάρκεια των γυρισµάτων να θυµούνται τις θέσεις τους και τι ακριβώς να κάνουν.
Όλοι οι ηθοποιοί είναι εξαιρετικοί: Ο Kirk Douglas ως Σπάρτακος, ο Peter Ustinov (Όσκαρ Β΄Ανδρικού Ρόλου) που τον αγόρασε, καθώς και ο Charles Lauhton, που υποδύεται έναν αµοραλιστή και οπορτουνιστή συγκλητικό (και δίνουν µαζί µια έξυπνη και χιουµοριστική νότα στην ταινία όταν συζητούν για το πάχος τους, την πολιτική και την ηθική). Επίσης, ο τυραννικός Laurence Olivier µε το νεαρό σύντροφό του, τον οποίο υποδύεται ο Tony Curtis αφήνοντας πρωτόγνωρο για την εποχή υπαινιγµό περί οµοφυλοφιλίας, η πανέµορφη Jean Simmons, ως γυναίκα του Σπάρτακου και ο John Gavin, αλλά και όλοι οι υπόλοιποι.
Εκτός από τον Peter Ustinov πήραν Όσκαρ επίσης: η Καλλιτεχνική Διεύθυνση και τα Σκηνικά, η Έγχρωµη Φωτογραφία και τα Κοστούµια (Έγχρωµης Ταινίας), ενώ η µουσική του Alex North παρέµεινε υποψήφια.
 
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΖΑΡΕΤ
Ιταλία – Αγγλία, 1977 (σύντµηση µια σειράς 2 επεισοδίων των 6ω και 22λ)
Σκηνοθεσία: Franco Zeffirelli
Σενάριο: Anthony Burgess - Suso Cecchi D’Amico - Franco Zeffirelli - David Butler 
Μουσική: Maurice Jarre
Παίζουν: Robert Powell, Anne Bancroft, Ernest Borgnine, Claudia Cardinale, Valentina Cortese, James Farentino, James Earl Jones, Stacy Keach, James Mason, Ian Mac Shane, Laurence Olivier, Donald Pleasance, Christopher Plummer, Anthony Quinn
H διασηµότερη και πιο παραδοσιακή απεικόνιση των Παθών, από έναν µεγάλο σκηνοθέτη και µια σειρά διάσηµα ονόµατα της εποχής. Δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξει Mεγάλη Eβδοµάδα και να µην προβληθεί σε κάποιο κανάλι η καλαίσθητη και πέρα από προκλήσεις εκδοχή των Παθών. Αυτό δε που προκαλεί εντύπωση, είναι ότι στο σενάριο της ταινίας συµµετέχει και Anthony Burdgess, που έχει υπογράψει µία από τις µεγαλύτερες προκλήσεις στην ιστορία του κινηµατογράφου βίας, το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» του Stanley Kubrick.
Θεωρείται µια από τις καλύτερες ταινίες χλαµύδας, η οποία κρατά αµείωτο το ενδιαφέρον του θεατή, παρόλο που η υπόθεση είναι γνωστή και στηρίζεται στα Ευαγγέλια των Ματθαίου, Μάρκου και Λουκά. 
Ο Robert Powell είναι ο καλύτερος Χριστός που πέρασε από την οθόνη του κινηµατογράφου, όπως άλλωστε και όλα τα υπόλοιπα πρόσωπα του δράµατος, που εξυπηρετείται θαυµάσια.
 
ΈΝΑΣ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΜΑ ΤΙ ΠΡΟΦΗΤΗΣ
Αγγλία, 1979 (1ω 34λ)
Σκηνοθεσία: Terry Jones
Σενάριο: Graham Chapman – John Gleese
Μουσική: Geoffrey Burgon
Παίζουν: Graham Chapman, John Gleese, Terry Gilliam, Eric Idle, Terry Jones, Michael Palin, Terence Bayler, Carol Cleveland, Kenneth Colley, Neil Innes, Charls McKeown, John Young
Εξωφρενική σάτιρα των Monty Python, που κατ’ άλλους θεωρήθηκε «βλάσφηµη». Ο Μπράιαν του τίτλου γεννιέται ανήµερα µε τον Χριστό, αλλά σε διπλανή φάτνη. Έτσι οι παρεξηγήσεις αρχίζουν από εκείνη τη στιγµή, αφού ακόµα και οι τρεις Μάγοι µπαίνουν κατά λάθος στη φάτνη του και διώκονται από τη µητέρα του… παίρνοντας πίσω τα δώρα τους, όταν διαπιστώνουν το λάθος τους. Από τη στιγµή εκείνη, δεν υπάρχει περίπτωση να µη γελάσει κάποιος µε αυτή την πραγµατικά ανατρεπτική ταινία. 
Ο Μπράιαν µεγαλώνει και ζει παράλληλα µε τον Χριστό. Ο κόσµος τους µπερδεύει και τον ακολουθεί. Αποκτά δικούς τους µαθητές και πιστούς, χωρίς να το επιδιώκει, αφού η φήµη του τρέχει πιο γρήγορα. Τελικά θα σταυρωθεί, αλλά θα δώσει κουράγιο στους οπαδούς του τραγουδώντας πάνω από το σταυρό του µαρτυρίου του το γνωστό τραγουδάκι «Παίρνε πάντοτε τη ζωή από την ελαφριά πλευρά της» (Always look on the bright side of life). 
Τα εξωφρενικά αστεία της ταινίας είναι άφθονα, όµως µέσα από αυτά οι Monty Python περνούν εύστοχα πολιτικά και κοινωνικά σχόλια. Σε µια ιδιαίτερα απολαυστική σκηνή ο αρχηγός του «Λαϊκού Μετώπου της Ιουδαίας» παραδέχεται ότι αγωνίζεται εναντίον των Ρωµαίων, «εκτός βέβαια από αυτούς που (τους) προσέφεραν υδραγωγεία, αποχέτευση, δρόµους, άρδευση, περίθαλψη, ύδρευση, εκπαίδευση, κρασί, δηµόσια τάξη, κλπ.» 
Το βαθύτερο µήνυµα της ταινίας συνοψίζεται στο ότι δεν χρειαζόµαστε θρησκευτικούς ηγέτες, επειδή µπορούµε να σκεφτόµαστε ο καθένας για τον εαυτό του ως ξεχωριστές προσωπικότητες. 
Το «Life of Brian», παρά το γεγονός ότι είναι µια άκρως διασκεδαστική κωµωδία, καυτηριάζει µε έξυπνο τρόπο τη θρησκοληψία, την κοινωνική αναλγησία και τη δυσκαµψία της πολιτικής, σύµφωνα µε την προοδευτική ιδεολογία της εποχής που γυρίστηκε, το 1978. 
Η ειρωνεία της ταινίας είναι το γεγονός ότι γυρίστηκε στις ίδιες τοποθεσίες και µε δανεικά σκηνικά από την υπερπαραγωγή «O Ιησούς από τη Ναζαρέτ».
Θεωρείται από τις κλασσικές ταινίες των Monty Python, οι οποίοι εδώ υποδύονται ο καθένας πάνω από δύο ρόλους (ενδεικτικά: οκτώ ο Terry Gilliam, δέκα ο Eric Idle, έξι ο John Gleese).
 
Ο ΜΟΝΟΜΑΧΟΣ
ΗΠΑ – Αγγλία, 2000 (2ω 35λ)
Σκηνοθεσία: Ridley Scott
Σενάριο: David Franzoni 
Μουσική: Lisa Gerrard - Hans Zimmer
Παίζουν: Russell Crowe, Joaquin Phoenix, Connie Nielsen, Oliver Reed, Richard Harris, Derec Jacobi, Djimon Hounsou, David Schofield, John Shrapnel, David Hemmings
Η πρώτη ταινία του είδους που γυρίστηκε µε ψηφιακή τεχνολογία κατά το µεγαλύτερο µέρος της. Ο Ridley Scott αναβιώνει το είδος µε µια µεγαλοπρέπεια που δεν έχει ξαναγίνει, χρησιµοποιώντας ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τόσο για να χτίσει την ατµόσφαιρα του έργου, όσο και για να συµπληρώσει σκηνές, σε τέτοιο βαθµό που ο Russell Crowe στη σκηνή που παλεύει µε τα λιοντάρια είναι µόνος του στο πλατό σε γαλάζιο φόντο και τα λιοντάρια εισάγονται αργότερα µε τη µέθοδο blue screen. 
Η ταινία είναι θεαµατική, οι σκηνές των µαχών είναι εξαιρετικά σκληρές, όπως και αυτές των µονοµαχιών και οι ηθοποιοί αρκετά καλοί στους ρόλους τους.
Η ιστορία είναι η κλασσική της «επιστροφής για εκδίκηση»: Ο Ρωµαίος στρατηγός Μάξιµος προδίδεται και η οικογένειά του δολοφονείται από τον διεφθαρµένο διάδοχο, τον Κόµοδο, που διαπιστώνει ότι µπορεί να χάσει το θρόνο, παρόλο που προηγουµένως έχει δολοφονήσει τον πατέρα του Μάρκο Αυρήλιο για να τον αποκτήσει. Ο Μάξιµος, κυνηγηµένος από τον Κόµοδο φεύγει για το Μαρόκο, όπου εκπαιδεύεται για µονοµάχος και επιστρέφει στη Ρώµη για να πάρει την εκδίκησή του. 
Ο Russell Crowe είναι ο προδοµένος και ο Joaquin Phoenix είναι ο αχάριστος διάδοχος, που θέλει οπωσδήποτε να αναλάβει το θρόνο, παρά τη θέληση τού µακαρίτη τού πατέρα του. Αρκετά καλοί και οι δύο στους ρόλους τους.
Η ταινία, κέρδισε πέντε Όσκαρ (Α΄ Ανδρικού Ρόλου στον Russell Crowe, Κοστουµιών, Σπέσιαλ Εφέ, Φωτογραφίας, και Ήχου), ενώ ήταν υποψήφια και για άλλα επτά, µεταξύ των οποίων και το Όσκαρ Σκηνοθεσίας.
 
300
ΗΠΑ, 2006 (1ω 57λ)
Σκηνοθεσία: Zack Snyder
Σενάριο: Zack Snyder - Kurt Johnstad - Michael Gordon
Μουσική: Tyler Bates
Φωτογραφία: Larry Fong
Παίζουν: Gerard Butler, Lena Headey, Dominic West, David Wenham, Vincent Regan, Michael Fassbender, Tom Wisdom, Andrew Pleavin, Andrew Tiernan, Rodrigo Santoro, Giovani Cimmino, Stephen McHattie
Η ταινία βλέπεται αφού ληφθούν υπόψη δύο δεδοµένα: Το πρώτον, ότι είναι µεταφορά του (και best seller) graphic novel «300» του Frank Miller και όχι αναπαράσταση της µάχης των Θερµοπυλών µε βάση τις ιστορικές µελέτες. Το δεύτερο, είναι ότι 300 άντρες που κατόρθωσαν να κρατήσουν σε ένα στενό πέρασµα χιλιάδες αντίπαλους επί τέσσερις µέρες και νύχτες, «δεν έσφαζαν µε το βαµβάκι». Τα στοιχεία αυτά αναφέρονται, διότι όταν προβλήθηκε το φιλμ, υπήρξαν αντιρρήσεις για τους «Έλληνες που εµφανίζονται σαν αγριάνθρωποι» και αποστροφή για το «πολύ αίµα που πιτσιλίζει την οθόνη». 
Με αυτά τα δεδοµένα, της µεταφοράς του graphic novel στην οθόνη, η ταινία είναι ένα εικαστικό αριστούργηµα. Η µουντή σε αποχρώσεις του κόκκινου-αιµατί φωτογραφία και η µουσική της, έρχονται να συµπληρώσουν τα όποια κενά στις ερµηνείες, που δεν απαιτούν και µεγάλη εµβάθυνση, µιας και έχουµε κόµικ-χάρτινους χαρακτήρες
Από την αρχή του φιλµ, οι Σπαρτιάτες εµφανίζονται να µεγαλώνουν σκληραγωγούµενοι, πειθαρχώντας και σεβόµενοι τους γραπτούς και άγραφους νόµους της πατρίδας τους, την οποία από µικροί µάθαιναν να αγαπούν και να θυσιάζονται γι’ αυτήν. Πάνε στη µάχη, όχι επειδή εξαναγκάζονται γι’ αυτό, αλλά επειδή πρέπει να υπερασπιστούν το δικό τους τρόπο ζωής, που διαφέρει από αυτό που προσπαθεί να επιβάλει ο Ξέρξης µε τα εκατοµµύρια των οπλιτών του. Ρατσισµός; Ίσως, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάµε ότι τότε –έτσι κι αλλιώς- έλεγαν: «Πας µη Έλλην, βάρβαρος».
Ποιοι είναι αυτοί οι βάρβαροι; Είναι στρατιώτες, µισθοφόροι, συγκεντρωµένοι από κάθε άκρη µιας αχανούς αυτοκρατορίας, άνθρωποι µε διαφορετικές νοοτροπίες, οι οποίοι το µόνο κοινό που έχουν είναι η προσδοκία του κέρδους από το πλιάτσικο µετά τη νίκη τους. Οι δε Αθάνατοι, το τάγµα των αήττητων του Ξέρξη (όπως τους θέλει ο Miller στο graphic novel), είναι άνθρωποι δύσµορφοι, τέρατα σχεδόν, περιθωριακοί, που η καταξίωσή τους είναι η νίκη στη µάχη µε κάθε µέσο και χωρίς αναστολές. Aνθρωποι που δεν έχουν τίποτα να χάσουν. Μακελάρηδες. 
Στην ταινία, δεν παρουσιάζεται µόνον η κλασσική πάλη µεταξύ του Καλού και του Κακού, αλλά η πάλη δύο διαφορετικών πολιτισµών. Η µάχη, που αφύπνισε όλες τις ελληνικές πόλεις εναντίον των εισβολέων για τη διαφύλαξη της δηµοκρατίας και της ελευθερίας της αρχαίας Ελλάδας. Μια µάχη διαφοράς αξιών και µια ταινία που στέλνει µηνύµατα «πειθαρχίας, σεβασµού, υπακοής στους νόµους και τα έθιµα, καθώς και µαθήµατα ανδρείας και αυτοθυσίας».
 
AGORA
Ισπανία – Μάλτα, 2009 (2ω 7λ)
Σκηνοθεσία: Alejandro Amenàbar 
Σενάριο: Alejandro Amenàbar ,  Mateo Gil
Μουσική: Dario Marianelli
Παίζουν: Rachel Weisz, Max Minghella, Oscar Isaac, Ashraf Barhom, Michael Lonsdale, Rupert Evans, Richard Durden, Sami Samir, Manuel Cauchi, Oshri Cohen, Harry Borg, Charles Thake
Θεαµατική και περιπετειώδης ταινία, η υπόθεση της οποίας διαδραµατίζεται στη Ρωµαϊκή Αίγυπτο, τον 4ο αιώνα µ.Χ., όπου η αστρολόγος-φιλόσοφος Υπατία, κόρη του Θέωνα, τελευταίου διευθυντή της θρυλικής Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, µάχεται για να σώσει τη συγκεντρωµένη σοφία του αρχαίου κόσµου. Η Υπατία, αντιπροσωπεύει εδώ, ξεκάθαρα την ελληνική διανόηση, την έρευνα για την αλήθεια µέσω της σκέψης, σε έναν κόσµο όπου οι θρησκείες έχουν µεγάλη επιρροή στις καθηµερινές ζωές των ανθρώπων και η ίδια συνεχώς προσπαθεί να αυξήσει αυτή την επιρροή. Από την άλλη όµως, είναι και µια γυναίκα σε έναν ανδροκρατούµενο κόσµο. Μια γυναίκα που θέλει να ζήσει τη ζωή της, όπως θα έκανε ένας άνδρας, µε την ίδια ελευθερία στο να κάνει έρευνα και να αφοσιωθεί στη φιλοσοφία, όπως ο πατέρας της.
Στο φόντο, η µειοψηφία του χριστιανικού πληθυσµού υποκινεί τη βία στους δρόµους της Αλεξάνδρειας, µε αποτέλεσµα το ξέσπασµα ενός εµφυλίου πολέµου τεραστίων διαστάσεων. Παράλληλα, υπάρχουν δύο άντρες που προσπαθούν να κερδίσουν την καρδιά της Υπατίας: Ο δούλος της, Ντάβους και ο Ορέστης, ένας από τους µαθητές της. Ο Ντάβους είναι ένας χαρακτήρας – κλειδί, γιατί µέσα από αυτόν βλέπουµε το περιβάλλον της πόλης και της Υπατίας, την ελληνορωµαϊκή κοινωνία και τον αρχαίο κόσµο γενικότερα και πώς γινόταν αντιληπτή η σκλαβιά τον 4ο αιώνα.
Γυρισµένη περισσότερο σαν ντοκιµαντέρ, παρά σαν µια ταινία µε δοµή όπως οι συνηθισµένες του είδους και µέσα από τους τρεις πρωταγωνιστές παρακολουθούµε τον Χριστιανισµό στα πρώιµα χρόνια του, πώς εξελίχθηκε από µια θρησκεία υπό διωγµό σε κυρίαρχη. 
Ο φακός του Alejandro Amenàbar ακολουθεί όλους τους ήρωες, αλλά και τα γεγονότα αποστασιοποιηµένα σαν να κάνει ρεπορτάζ και αυτό φαντάζει σαν η ταινία να πάσχει από σενάριο. Όµως ο σκηνοθέτης, όπως δήλωσε, έχει επιδιώξει η ταινία του να µην είναι µια «χλαµύδα» όπως όλες. Αυτό φαίνεται και από µια σκηνή του εµφύλιου όπου ο φακός του φεύγει, απογειώνεται και εµείς βλέπουµε τους ανθρώπους σαν µυρµήγκια και τη γη σαν µια µικρή σφαίρα, που κινείται ανάµεσα σε πολλά άλλα αστέρια.
Η Agora, τελικά δεν είναι µόνο µια απλή «χλαµύδα». Είναι µια οικουµενική ιστορία. Είναι η ιστορία µιας γυναίκας, µιας πόλης, ενός πολιτισµού και ενός πλανήτη. Η Agora είναι ο πλανήτης µας, όπου οι άνθρωποι πρέπει να ζήσουµε όλοι µαζί, όπως η γη ζει και κινείται στο Σύµπαν. 
 
ΝΩΕ
ΗΠΑ, 2014 (2ω 18λ)
Σκηνοθεσία: Darren Aronofsky
Σενάριο:  Darren Aronofsky - Ari Handel
Μουσική: Clint Mansell
Φωτογραφία: Matthew Libatique
Παίζουν: Russell Crowe, Jennifer Connelly, Ray Winstone, Anthony Hopkins, Emma Watson, Logan Lerman, Douglas Booth, Nick Nolte, Mark Margolis, Kevin Durand, Leo McHugh Carroll, Marton Csokas
Ακολουθώντας πιστά τα κεφάλαια της Αγίας Γραφής περί Νώε και Κατακλυσµού, ο πολύς Darren Aronofsky έχει δηµιουργήσει µια ταινία που αγγίζει εκτός από το είδος των βιβλικών ταινιών και το είδος αυτό που τελευταία αποκαλείται «Μετα-αποκαλυπτικό». Ταινία-καταστροφής θα έλεγα αντάξια εκείνων του είδους «µετά την τελευταία ηµέρα» κλπ. Με µια διαφορά που αποτελεί και το στοιχείο «υπέρ»: ότι οι ήρωές της δεν είναι χάρτινοι, αλλά βαθιά ανθρώπινοι µε αδυναµίες, προτερήµατα και ελαττώµατα, που µπαίνουν σε διλήµµατα και δυσκολεύονται να πάρουν αποφάσεις. 
Πρώτος και καλύτερος από αυτούς είναι φυσικά ο πρωταγωνιστής Νώε, ο οποίος παρουσιάζεται όχι µόνον εξαιρετικά ανθρώπινος, αλλά δείχνει να έχει καταλάβει και στραβά την εντολή του Παντοδύναµου για τον αφανισµό του ανθρωπίνου γένους. Καταλήγει έτσι, βασιλικότερος του βασιλέως και προσπαθεί να αποδώσει δικαιοσύνη µε λάθος τρόπο. 
Η ταινία είναι υπερπαραγωγή. Η σκηνοθεσία του Darren Aronofsky καθηλωτική σε ρυθµό και σε έµπνευση διεισδύει στους χαρακτήρες, χωρίς να αρνείται το θέαµα, ενώ το σενάριο είναι ανατρεπτικό. Οι ερµηνείες του Russell Crowe κυρίως (ως Νώε), της Jennifer Connelly (ως συζύγου του) και του Anthony Hopkins (ως Μαθουσάλα) είναι εξαιρετικές. 
Ο Russell Crowe έχει ξεφύγει από τον κλασικό τύπο που γνωρίσαµε σε όμοιες παραγωγές (µε τον John Huston και τον Jon Voight) και δίνει στο Νώε µια άλλη διάσταση ενός τραγικού –ίσως και σαιξπηρικού-  ήρωα, ενώ ο Hopkins αποτελεί µε µεγάλη σοβαρότητα (όσο και αν φαίνεται οξύµωρο) το χιουµοριστικό διάλειµµα, σε όλη αυτή τη ζοφερή ατµόσφαιρα που τους περιβάλλει (και θυµίζει Άρχοντα των Δαχτυλιδιών). Η Jennifer Connelly υποδύεται έξοχα την τραγική φιγούρα της γυναίκας του Νώε, ειδικά όταν έρχεται αντιµέτωπη µε τον άντρα της στο αυτοκαταστροφικό του παραλήρηµα
Η φωτογραφία της ταινίας είναι επιβλητική (βοηθάει σ’ αυτό η Ισλανδία όπου γυρίστηκε μεγάλο μέρος του φιλμ, µε τα παρθένα τοπία της) και η µουσική του Clint Mansell (και της Patty Smith στο φινάλε) είναι υποβλητική.
(Από το βιβλίο μου ΧΛΑΜΥΔΑ, Β' έκδοση 2021)