Αναφέρομαι βέβαια, στη «Ζωή του Τσακ», την ταινία δημιούργημα δυο ανθρώπων, οι οποίοι έχουν καθιερωθεί στη συλλογική συνείδηση ως «ειδικοί στον τρόμο»: του συγγραφέα Στίβεν Κινγκ (με «ήπια» τα: Τελευταία έξοδος Ρίτα Χέιγουορθ / Πράσινο Μίλι / Καρδιές στην Ατλαντίδα) και του σκηνοθέτη Μάικ Φλάναγκαν (ταινία: Δόκτωρ Ύπνος / σειρά: Οι Δαίμονες του Χιλ Χάουζ). Τα έργα τους έχουν επαινεθεί: για την έμφαση που δίνουν στους χαρακτήρες και για την αποφυγή φθηνών κλισέ στην πρόκληση αγωνίας και τρόμου. Ένας εξαιρετικός συνδυασμός, για μια ταινία που ολοκληρώνεται σε τρεις Πράξεις.
Το ενδιαφέρον της, διατηρείται μέχρι το φινάλε, χάρη στην αντίστροφη προβολή των τριών αυτών Πράξεων, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι ο Φλάναγκαν καταφεύγει αποκλειστικά στα παραδοσιακά flashback ή flashforward. Η αφηγηματική του, μου θύμισε το γνωστό απόφθεγμα του Ζαν Λικ Γκοντάρ «Μια ταινία πρέπει να έχει αρχή, μέση και τέλος, αλλά όχι απαραίτητα μ’ αυτήν τη σειρά».
Ανεξάρτητα όμως από το απόφθεγμα του Γκοντάρ, η αφήγηση προσδίδει στην ταινία μια ισχυρή συναισθηματική διάσταση, μακριά από τους κώδικες των παραδοσιακών blockbuster με θέμα «εξιστόρηση μιας ζωής» και μας φέρνει κοντά στους φιλοσόφους, τους αστροφυσικούς και τους κοσμολόγους, οι οποίοι συγκρίνουν την ηλικία του Σύμπαντος, ή του Γαλαξία, με ένα «κοσμικό ημερολόγιο» ή «24ωρο ρολόι».
Αυτό μας το παρουσιάζει η ταινία, με την 3η Πράξη που την βλέπουμε πρώτη. Σ’ αυτήν, ο Τσιούετελ Ετζιοφόρ, που κουβαλάει όλο το μυστήριο της υπόθεσης στους ώμους του, εξηγεί με βάση το «κοσμικό ημερολόγιο ή ρολόι του Καρλ Σαγκάν: «Ο Γαλαξίας μας έχει ηλικία περίπου 13 δισεκατομμύρια χρόνια, ενώ το Σύμπαν -που είναι παλαιότερο- περίπου 13,8 δισ. χρόνια. Αν συμπυκνώσουμε όλη αυτή τη διάρκεια σε ένα ημερολόγιο ενός έτους, ή σε ένα 24ωρο, η εμφάνιση του ανθρώπου (και γενικά της ζωής στη Γη) καταλαμβάνει ένα απειροελάχιστο κλάσμα στο τέλος». Και αναφέρει το παράδειγμα, στο παιδί με το πατίνι που τον ακούει έκθαμβο: «Στο ημερολόγιο όπου το Σύμπαν χωράει σε έναν χρόνο, ο άνθρωπος εμφανίζεται μόλις τα τελευταία δευτερόλεπτα της 31ης Δεκεμβρίου. Στην περίπτωση του ρολογιού, αν πάρουμε τη ζωή του Γαλαξία σαν 24ωρο, βρισκόμαστε κυριολεκτικά στο τελευταίο λεπτό πριν τα μεσάνυχτα». Με αυτή τη φράση θέλει να πει πόσο ασήμαντα μικρή είναι η διάρκεια της ανθρώπινης παρουσίας σε σχέση με το κοσμικό χρονόμετρο. Γι’ αυτό και ήταν σημαντική η ηλικία των 39 ετών που «χάσαμε τον Τσακ», όπως γράφουν οι αφίσες (σαν προεκλογικές) που βλέπουμε στους δρόμους και τον «ευχαριστούν για τα 39 αυτά χρόνια».
Ποιος ήταν όμως ο Τσακ; Αναρωτιέται ο Ετζιοφόρ λίγο πριν πέσει το ίντερνετ και σκοτεινιάσουν όλα. Και δεν πέφτει μόνο το ίντερνετ, αλλά σβήνει και όλος ο έναστρος ουρανός. Σαν να «έπεσε η ασφάλεια». Χάνεται ο γαλαξίας! Νέκρα στην κατάμεστη αίθουσα προβολής του Village@theMall (είδα την ταινία σε avant-premiere). Δεν ακούγεται κιχ, κι ας κρατούν όλοι από ένα τεράστιο κουτί ποπκόρν (δώρο της εταιρίας).
Ύστερα, φωτίζεται η οθόνη και κάνει την εμφάνισή του ο λογιστής Τσακ (Τομ Χίντλεστον), που ξέρει ότι θα πεθάνει. Πως το ξέρει; Μα γι’ αυτό προβάλλονται με ανάποδη σειρά οι τρεις Πράξεις της ταινίας. Ο Τσακ είναι το σύμπαν των θεατών. Πρέπει να έχουν αγωνία, αλλιώς θα βαρεθούν.
Και τι κάνει ο Τσακ στη 2η Πράξη; Βασικά χορεύει. Ξέφρενα. Πάνω στο ρυθμό των ντραμς μια κοπέλας που παίζει για να μαζέψει ένα ταπεινό μεροκάματο στην άκρη του δρόμου. Πού είχε μάθει να χορεύει ο λογιστής; Αυτό θα το μάθουμε στη 1η Πράξη που προβάλλεται τελευταία. Έχει μια μεταφυσική, η αντίστροφη προβολή (καμία σχέση με την Απίστευτη Ζωή του Μπένζαμιν Μπάτον) προς τα νεανικά χρόνια του Τσακ, ο οποίος θα «σκίσει» χορεύοντας στο χορό αποφοίτων με μια ψηλότερή του κοπέλα (που είναι το κορίτσι ενός ψηλότερου αγοριού), αλλά θα έχει ένα «ατύχημα» μετά το χορό (μη σας πάει το μυαλό στην Έκρηξη Οργής, παρά το ότι ο χορός των αποφοίτων εκεί παραπέμπει).
Εκεί στην 1η Πράξη βρίσκεται όλο το νόημα του έργου, που τελειώνει με το δικό μας σύμπαν στην αίθουσα, κατά την 3η Πράξη. Ο Τσακ, ήρθε κι έφυγε για να μας δείξουν ο συγγραφέας και ο σκηνοθέτης το θαύμα της αγάπης, τον πόνο της απώλειας και το ατομικό σύμπαν που έχει πλάσει ο καθένας μας κατά την παρουσία του στη Γη.
Μάλιστα, κυρίες & κύριοι. Αν δεν είχαμε προβληματιστεί με την υπέροχη ερμηνεία του (κοσμολόγου;) Τσιουέτελ Ετζιόφορ και το μυστηριώδες και ανεξήγητο τέλος του σύμπαντος στην αρχή της ταινίας, με τις μυστηριώδεις «ευχαριστίες για τα 39 χρόνια παρουσίας του Τσακ», δεν θα μπορούσαμε να εκτιμήσουμε τον ξέφρενο χορό του (που μας ξεσήκωσε κιόλας) στη μέση της ταινίας, ούτε θα εκτιμούσαμε και το δράμα του παππού (Μαρκ Χάμιλ) και του ίδιου του Τσακ, μετά την ανεμελιά της εφηβείας του. Εκεί βρίσκεται και η τέχνη του συγγραφέα Στίβεν Κινγκ καθώς και του Μάικ Φλάναγκαν που μετουσίωσε σε εικόνες το -σχετικά- μελοδραματικό ύφος του διηγήματος. Είμαστε απειροελάχιστοι στο Σύμπαν. Η ζωή είναι γλυκιά και εξαιρετικά σύντομη. Ποτέ δεν ξέρουμε τι θα μας ξημερώσει. Αν ξημερώσει…
(Άρθρο μου στο myFilm)