Ο σκηνοθέτης Ντενί Βιλνέβ (που μας έχει χαρίσει τα Arrival και Blade Runner 2049 στο παρελθόν) με το «Dune» εκπλήρωσε αριστουργηματικά το όνειρο του να ζωντανέψει τον κόσμο του Φρανκ Χέρμπερτ, η ιδιοφυία του οποίου το 1965 κατέθεσε το πρώτο βιβλίο ενός καθηλωτικού κόσμου επιστημονικής φαντασίας που, αντιμετωπίζοντάς τον αλληγορικά, μοιάζει πιο επίκαιρο από ποτέ.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το μεγαλειώδες έργο μεταφέρεται στον κινηματογράφο. Προηγουμένως το είχε γυρίσει ο Ντέιβιντ Λιντς (1984) με τον Κάιλ ΜακΛάχλαν στο ρόλο του Πολ Ατρείδη. Είναι όμως, ίσως η πρώτη φορά που η μεταφορά του αλληγορικού αυτού βιβλίου -μέσα από το πρίσμα της επιστημονικής φαντασίας- συλλαμβάνει τόσο εύστοχα τους προβληματισμούς του σύγχρονου κόσμου.
Ο Βιλνέβ με το δικό του Ντιούν, ταξιδεύει τους θεατές με όχημα μία επική ιστορία ενηλικίωσης και φόντο οικογενειακές αντιπαλότητες, πολέμους ανάμεσα σε φυλές, κοινωνική καταπίεση και οικολογική καταστροφή σε έναν ανελέητο, αφιλόξενο πλανήτη. Ξετυλίγει με μαεστρία πολύπλοκα αφηγηματικά νήματα στη μεγάλη οθόνη και ξεναγεί τους θεατές σε έναν πρωτόγνωρο κόσμο, όπως ένιωσε ο ίδιος όταν διάβασε το βιβλίο.
«Ανακάλυψα το βιβλίο στα νεανικά μου χρόνια και θυμάμαι πόσο συνεπαρμένος ήμουν από τον λυρισμό του, από το οικολογικό του μήνυμα» λέει χαρακτηριστικά. «Τότε σπούδαζα θετικές επιστήμες, θα γινόμουν ή σκηνοθέτης ή βιολόγος, και ο τρόπος που ο Φρανκ Χέρμπερτ προσέγγισε την οικολογία στο βιβλίο ήταν πολύ φρέσκος, πλούσιος, λυρικός και δυνατός. Με μάγεψε η άποψη του για τη φύση και τα μαγικά οικοσυστήματα που δημιούργησε. Η εξερεύνηση της επίδρασης και του χάους της αποικιοκρατίας ήταν ένα επίκαιρο πορτρέτο του 20ου αιώνα. Και μέσα σε όλα αυτά υπάρχει ένας νεαρός άντρας που παλεύει με την ταυτότητα του, τη θέση του στον κόσμο, όπως ένιωθα κι εγώ τότε. Για μένα ήταν καταπληκτικός ο τρόπος που ο Πολ ανακαλύπτει την ταυτότητα του μέσα από έναν άλλο πολιτισμό».
Ένα σύνολο πολύ γνωστών ηθοποιών έχει επιστρατευθεί από τον Ντενί Βιλνέβ για την επική κινηματογραφική μεταφορά του Ντιούν, με τον Τιμοτέ Σαλαμέ στον ρόλο του πρωταγωνιστή Πολ Ατρείδη μαζί με τους: Ρεμπέκα Φέργκιουσον, Όσκαρ Άιζακ, Τζος Μπρόλιν, Ζεντάγια, Τζέισον Μομόα, Χαβιέ Μπαρδέμ και πολλούς άλλους.
Ο σκηνοθέτης δηλώνει απόλυτα ευχαριστημένος από το καστ. «Ήταν κρίσιμο να συγκεντρώσουμε τους καλύτερους. Ονειρευόμουν να κάνω αυτή την ταινία για καιρό και είχα στο μυαλό μου πολλούς. Ήταν εκπληκτικό ότι όλοι δέχτηκαν. Σαν να ήμουν στο ζαχαροπλαστείο. Για να είμαι ακριβής, ακόμα καλύτερα!» λέει και συμπληρώνει: «Το Ντιουν για μένα είναι μία ερωτική επιστολή στο σινεμά. Έτσι το είχα ονειρευτεί, έτσι το είχα σχεδιάσει, έτσι το πραγματοποίησα. Αλλά η ιστορία είναι τόσο περίπλοκη για να μπει σε μία ταινία, οπότε για μένα, όσο μεγάλη πρόκληση κι αν είναι αυτό, το Ντιουν είναι το ορεκτικό για το δεύτερο μέρος, που δεν έχει γίνει ακόμα, το κυρίως γεύμα δηλαδή».
Παραλειπόμενα
Ο πλανήτης Αρράκις είναι ένας έρημος τόπο με ατελείωτους ορίζοντες και απόκοσμη ομορφιά. Για να αποδοθεί, ο διευθυντής φωτογραφίας Γκρεγκ Φρέιζερ και ο σχεδιαστής παραγωγής Πατρίς Βερμέτ συνεργάστηκαν στενά. Αυτό σημαίνει ότι αποφεύχθηκε η χρήση του green screen και ότι ο κόσμος του Ντιουν σε στούντιο στη Βουδαπέστη και σε φυσικές τοποθεσίες στην Ιορδανία και στο Άμπου Ντάμπι.
Ο σκοπός του Βιλνέβ ήταν να προσεγγίσει τον σχεδιασμό της ταινίας με ταπεινότητα απέναντι στο πρωτότυπο υλικό του βιβλίου. «Ήθελα οι σκληροπυρηνικοί θαυμαστές του βιβλίου να αναγνωρίσουν τις περιγραφές του Φρανκ Χέρμπερτ, τα αντικείμενα, τα έπιπλα, τα δωμάτια, τα κτίρια, την αρχιτεκτονική, το φως. Ήθελα τα πάντα να είναι όσο πιο κοντά γίνεται στο πνεύμα του βιβλίου, στο πνεύμα της φύσης, του φωτός, του αέρα, της σκόνης της ερήμου. Το Ντιουν είναι ένας μνημειώδης κόσμος που δεν μοιάζει με τίποτα γνωστό».
Ο Γκρεγκ Φρέιζερ, ο διευθυντής φωτογραφίας, συζήτησε εκτενώς με τους συνδημιουργούς του το ενδεχόμενο να γυρίσουν την ταινία σε φιλμ. Τελικά, η ταινία γυρίστηκε ψηφιακά, μετά μονταρίστηκε και μετά το μοντάζ γυρίστηκε σε φιλμ και έτσι δημιουργήθηκε ένα αρνητικό. Το αρνητικό σκαναρίστηκε, οπότε η ταινία έχει κάτι από την αναλογική διαδικασία του φιλμ. Είναι μία τεχνική που ο διευθυντής φωτογραφίας εφάρμοσε για πρώτη φορά σε ταινία μεγάλου μήκους για να επιτύχει την επιθυμητή αίσθηση του φιλμ.
Ο σχεδιαστής παραγωγής Πατρίς Βερμέτ έκανε έρευνα σε φωτογραφίες από εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους χώρες όπως η Αίγυπτος και η Νορβηγία για να μελετήσει την αρχιτεκτονική, ενώ εμπνεύστηκε από εικόνες του πολέμου του Κόλπου και του Αφγανιστάν.
Ο Βερμέτ έχτισε τεράστια σκηνικά μέσα στα στούντιο της Ουγγαρίας για να δημιουργήσει τον κόσμο του πλανήτη Κάλανταν, του φέουδου του Οίκου των Ατρειδών. Εκεί η παλέτα είναι γκρι, μπλε και πράσινη για να μεταδώσει την αίσθηση της υγρασίας.
Ένα από τα πιο φιλόδοξα σχέδια για τις ανάγκες της ταινίας ήταν το ορνιθόπτερο, ένα τεράστιο αεροσκάφος που σχίζει τους ουρανούς του Ντιουν. Το ορνιθόπτερο βασίζεται στον τρόπο πτήσης των πουλιών και έχει φτερά που δονούνται γρήγορα. Για να μεταφερθούν στο γύρισμα τα ορνιθόπτερα επιστρατεύτηκε ένα Antonov, που είναι το μεγαλύτερο αεροπλάνο στον κόσμο.
Μέρος της ταινίας γυρίστηκε στην Ιορδανία, όπου το συνεργείο συνεργάστηκε με Βεδουίνους. Το γύρισμα έγινε σε απόκοσμες ερήμους γρανίτη στη νότια Ιορδανία.
Στα σύνορα μεταξύ Ιορδανίας και Ισραήλ υπάρχει μία περιοχή που ο στρατός χρησιμοποιεί για ασκήσεις και όπου κανείς άλλος δεν είχε πρόσβαση… μέχρι τώρα. Η παραγωγή του Ντιουν κατάφερε να αποκτήσει πρόσβαση σε αυτή την παρθένα περιοχή. Κανείς δεν είχε πατήσει το πόδι του εκεί και οι αμμόλοφοι ήταν απάτητοι. Εκεί γυρίστηκαν πολλές σκηνές μάχης και χρειάστηκε να χτιστεί μία τεράστια βάση πριν το γύρισμα για να φιλοξενηθεί το συνεργείο.
Στην απάτητη περιοχή της Ιορδανίας, εκεί που οι αμμόλοφοι αλλάζουν σχήμα συνεχώς από τον αέρα, η παραγωγή έπρεπε να μεταφέρει τα κομμάτια των ορνιθόπτερων. Για να το κάνει αυτό, χρειάστηκε να κατασκευάσει οδικό δίκτυο που να διασχίζει την άμμο.
Για τη σκηνή που ο Ντάνκαν Άινταχο πέφτει από τον ουρανό, χρειάστηκε ένας γερανός 300 τόνων για να κρεμαστεί το απαραίτητο συρματόσκοινο.
Για τις ανάγκες της ταινίας χρειάστηκαν δύο ενδυματολόγοι, η Τζάκλιν Γουέστ και ο Μπομπ Μόργκαν, που έφτιαξαν μυριάδες κουστούμια. Η Γουέστ είναι πρώην ιστορικός και θαυμάζει το έπος του Χέρμπερτ γιατί είναι μία ψυχολογική, φιλοσοφική και πολυσύνθετη ιστορία μυστικισμού. Είναι μία ταινία φουτουριστική, αλλά οι αναφορές δεν είναι οι συνήθεις φουτουριστικές αναφορές.
Το δίδυμο των ενδυματολόγων μετακόμισε από το Λος Άντζελες στη Βουδαπέστη, όπου συγκέντρωσε συνεργάτες από κάθε γωνιά της Γης. Έκαναν έρευνα για νομαδικούς λαούς από διαφορετικές ερήμους του κόσμου, μελέτησαν μεσαιωνικές αναφορές, πίνακες του Γκόγια και ελληνική μυθολογία.
Η λογική των κουστουμιών της ταινίας έχει να κάνει με τη λειτουργικότητα τους, καθώς οι χαρακτήρες καλούνται να επιβιώσουν σε δύσκολες συνθήκες. Τα κουστούμια έπρεπε να φαίνονται πειστικά γιατί στον κόσμο του Ντιουν η τεχνολογία δεν είναι ψηφιακή, αλλά πιο βιομηχανική και πρωτόγονη σε σχέση με αυτό που θεωρούμε κλασικό φουτουριστικό. Έτσι το ύφος των κουστουμιών είναι σύγχρονο-μεσαιωνικό.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κουστούμια της ταινίας είναι η αποστακτική στολή που φοράνε οι Φρέμεν. Η στολή ανακυκλώνει την υγρασία του σώματος και τη διαθέτει μέσα από ένα σωληνάκι στη μύτη των Φρένεν. Η πρόκληση ήταν να δημιουργηθεί ένα όμορφο αλλά και λειτουργικό κουστούμι.
Για τη Σεβάσμια Μητέρα οι ενδυματολόγοι εμπνεύστηκαν από τα πιόνια του σκακιού, την τράπουλα ταρό της Μασσαλίας και το καμιλαύκιο της ελληνικής ορθόδοξης εκκλησίας.
Η εμφάνιση του τερατώδους Βαρόνου είναι εμπνευσμένη από τον Μάρλον Μπράντο στο Αποκάλυψη Τώρα.
Η εμφάνιση του Πολ Ατρείδη στην έρημο έχει κάτι από τον Λόρενς της Αραβίας με τα τουρμπάνια και τους μανδύες.
Η εμφάνιση του Βαρόνου ήταν η πιο απαιτητική για το τμήμα του μακιγιάζ, καθώς ο Στέλαν Σκάρσγκαρντ φορούσε ένα ολόσωμο κουστούμι με προσθετικά. Ο ηθοποιός στεκόταν για δύο ώρες μέχρι να ολοκληρωθεί η τοποθέτηση των προσθετικών στο σώμα του και μετά καθόταν σε μία καρέκλα για να ξεκινήσει η αντίστοιχη διαδικασία για τους ώμους και το κεφάλι. Συνολικά, χρειάζονταν επτά ώρες για να μεταμορφωθεί στον αιμοσταγή, σαδιστή Βαρόνο.
Για τη μουσική σύνθεση της ταινίας, ο Ντενί Βιλνέβ συμφώνησε με τον Χανς Ζίμερ να ακούγονται κυρίως γυναικεία φωνητικά, ως υπενθύμιση της ισχυρής θέσης των γυναικών στον κόσμο της ιστορίας. Ο μουσικοσυνθέτης εμπνεύστηκε από τον ήχο της άμμου και της απόκοσμης φύσης του Ντιουν και κατέθεσε ένα πειραματικό και ανορθόδοξο ρυθμικά soundtrack, καθώς η πλοκή εκτυλίσσεται σε έναν πρωτόγνωρο κόσμο, μακριά από το εδώ και τώρα. O Ζίμερ, μάλιστα, κατασκεύασε νέα μουσικά όργανα για να εκφράσει τους ήχους που είχε στο μυαλό του.
INFO
Προβάλλεται από 14/10/2021
Είδος: Επιστημονική φαντασία, Περιπέτεια (155΄)
Σκηνοθεσία: Ντενί Βιλνέβ
Παίζουν: Τιμοτέ Σαλαμέ, Όσκαρ Άιζακ, Ρεμπέκα Φέργκιουσον, Χαβιέ Μπαρδέμ, Τζος Μπρόλιν, Στέλαν Σκάρσγκαρντ, Σάρλοτ Ράμπλινγκ, Ντέιβ Μπαουτίστα, Ζεντάγια, Τζέισον Μομόα, Στίβεν Χέντερσον, Τσανγκ Τσεν, Ντέιβιντ Νταστμάλκιαν, Σάρον Ντάνκαν-Μπρούστερ
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Γκρεγκ Φρέιζερ
Σχεδιασμός Παραγωγής: Πατρίς Βερμέτ
Κοστούμια: Τζάκλιν Γουέστ, Ρόμπερτ Μόργκαν
Μοντάζ: Τζο Γουόλκερ
Μουσική: Χανς Ζίμερ
Διανομή: Tanweer