Το «High – Rise» του J.G. Ballard (εκδ. Κέδρος), είναι μυθιστόρημα ήπιας επιστημονικής φαντασίας, μια αλληγορία, που σχολιάζει την κατάρρευση του αστικού οικοδομήματος, όπως το έβλεπε να διαμορφώνεται την εποχή που το έγραφε το 1975.
Πρέπει να αναφέρω, ότι ο J.G. Ballard (1930 - 2009) υπήρξε ο κατεξοχήν εκφραστής του νέου κύματος της βρετανικής επιστημονικής φαντασίας και πριν το «High – Rise» είχε γράψει τα «The Drowned World» (1962) και «Κρυστάλλινος κόσμος» (1966) ενώ στον κινηματογράφο, εκτός από το «High – Rise» του Μπεν Γουάιτλι με τον Τζέρεμι Άιρονς (2015), έχουν μεταφερθεί και τα βιβλία του «Έκθεση Ωμοτήτων» (από τον Τζόναθαν Γουάις), το «Crash» (το 1996 από τον Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ) και «Η αυτοκρατορία του ήλιου» (μια σχεδόν αυτοβιογραφική εξιστόρηση της ζωής του στο στρατόπεδο γυρισμένο το 1987 από τον Στίβεν Σπίλμπεργκ).
Το «High – Rise» αναφέρεται σε ένα επιβλητικό συγκρότημα πέντε υπερσύγχρονων οικοδομημάτων που υψώνονται ως τον ουρανό. Ουσιαστικά, μια αυτοδύναμη και αυτάρκης πόλη, σε σχήμα παλάμης, η οποία αναπτύσσεται κάθετα, αποτυπώνοντας την ταξική διαστρωμάτωση των ενοίκων της. Στους χαμηλότερους ορόφους ζουν οι λιγότερο ευκατάστατοι, στους ψηλότερους οι πιο προνομιούχοι.
Χωρίς να υπάρξει συγκεκριμένη αιτία, εκτός ίσως από μια ενδόμυχη αντιπαλότητα λόγω των ταξικών διαφορών τους, οι ένοικοι ξεκινούν πίσω από τους τοίχους του εντυπωσιακού κεντρικού ουρανοξύστη (οι υπόλοιποι είναι υπό κατασκευήν), ένα όργιο καταστροφής και ολέθρου.
Τα κοκτέιλ πάρτι που διοργανώνουν οι πιο εύποροι καταλήγουν σε επιδρομές λεηλασίας που κάνουν οι «οικονομικά ασθενέστεροι» με στόχο τους «πλούσιους» ορόφους. Έτσι, οι μέχρι πρότινος πολυτελείς εγκαταστάσεις μετατρέπονται σε πεδία αναταραχών, όπου κυριαρχεί το χάος.
Η κοινωνική οργάνωση απορρυθμίζεται με εξαιρετικά βίαιο τρόπο, και οι περιθωριοποιημένοι ένοικοι του ουρανοξύστη, oρμώμενοι από τα πρωτόγονα ένστικτά τους, δημιουργούν μια άναρχη κατάσταση την οποία ορίζουν οι νόμοι της ζούγκλας.
Οι περιγραφές του J.G. Ballard είναι τόσο λεπτομερείς και ρεαλιστικές που αγχώνουν τον αναγνώστη και εκ των υστέρων μπορώ να πω ότι κρίνεται διορατικός σχεδόν όσο και ο George Orwell, χωρίς όμως τα αμιγώς πολιτικά κριτήρια εκείνου.