«Η Λόντον Σίτι ετοιμάζεται να αγωνιστεί εναντίον του Ολυμπιακού για το Τσάμπιονς Λιγκ. Η θερμοκρασία είναι υψηλή, η ατμόσφαιρα τεταμένη. Καθώς η Ελλάδα φλέγεται, ο προπονητής Σκοτ Μάνσον είναι αναγκασμένος να τραβήξει τα λουριά στους παίχτες της ομάδας του. Οι εντολές του σαφείς: απαγορεύεται το ποτό, το ξενύχτι και η επαφή με γυναίκες. Η ομάδα πρέπει πάση θυσία να μείνει συγκεντρωμένη, να παίξει καλά στο ματς του Πειραιά και να γυρίσει στο Λονδίνο ανανεωμένη προκειμένου να ετοιμαστεί για τον κρίσιμο επόμενο αγώνα στην έδρα της, το Σιλβερτάουν Ντοκ.
Το πλάνο όμως του Σκοτ Μάνσον δεν θα μπορούσε να προβλέψει ένα μοιραίο γεγονός. Όταν το αστέρι της Σίτι καταρρέει στη διάρκεια του αγώνα με τον Ολυμπιακό, οι θεατές κι οι ποδοσφαιριστές των ομάδων παθαίνουν σοκ. Άραγε ο παίχτης πέθανε από καρδιακή προσβολή; Ή μήπως έχει συμβεί κάτι άλλο και ο θάνατος θα πρέπει να αποδοθεί σε σκευωρία; Καθώς οι ελληνικές αρχές ξεκινούν έρευνα για δολοφονία, ο Σκοτ Μάνσον καλείται να λύσει το μυστήριο, να ανακαλύψει γρήγορα την αλήθεια και να επαναφέρει την ομάδα στους κανονικούς της ρυθμούς».
Με αυτά τα λόγια συστήνεται στο οπισθόφυλλο, το τελευταίο μυθιστόρημα του Φίλιπ Κερ (των εκδόσεων Κέδρος) και πώς να μη το διαβάσω; Αστυνομικό που διαδραματίζεται σε μια φλεγόμενη Ελλάδα, με πρωταγωνιστή το νέο ήρωα του Κερ, τον βοηθό προπονητή και ντετέκτιβ Σκοτ Μάνσον, ο οποίος μπλέκει σε μια ιστορία με φόντο το στάδιο Καραϊσκάκη, τον Ολυμπιακό, τον «αιώνιο» αντίπαλό του Παναθηναϊκό, τους γαύρους χούλιγκαν, την ελληνική αστυνομία και πολλά ακόμα.
Σημειώνω σε παρένθεση ότι ο Φίλιπ Κερ, έγινε γνωστός χάρη στη σειρά βιβλίων του με ήρωα τον ντετέκτιβ Μπέρνι Γκούντερ, οι ιστορίες του οποίου διαδραματίζονται ως επί το πλείστον στη Γερμανία των χρόνων της ναζιστικής κυριαρχίας και του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου (Η τριλογία του Βερολίνου - Μοιραία Πράγα - Άνθρωπος χωρίς ανάσα - Φλόγα που σιγοκαίει - Η γυναίκα από το Ζάγκρεμπ).
Το «Χέρι του θεού» είναι η δεύτερη περιπέτεια με τον Σκοτ Μάνσον («Ξαφνικός θάνατος» ήταν η πρώτη), ο οποίος μαθαίνει για την Αθήνα πως: «Όλη η πόλη είναι σε αναταραχή. Φασαρίες στους δρόμους, παντού γκράφιτι, σκουπίδια αμάζευτα, μια μοχθηρή Δεξιά, βόμβες μολότοφ σε βιβλιοπωλεία. Ορκίστηκα να μην ξαναπάω εκεί». Ενώ για το ελληνικό ποδόσφαιρο, του εξηγούν «πρέπει να θυμάσαι ότι οι μισοί κάτω των 30 ετών στην Ελλάδα είναι άνεργοι και εκεί που υπάρχει τέτοια μαζική ανεργία πάντα θα βρεις κακούς χούλιγκαν» και «υπάρχει η μαφία του ποδοσφαίρου, είναι δύσκολο να είσαι τίμιος άνθρωπος του αθλητισμού στην Ελλάδα».
Επίσης, τον Σκοτ Μάνσον τον εκπλήσσει «το γεγονός πόσο απρόθυμη ήταν η τοπική αστυνομία να επέμβει σε όσα συνέβαιναν μέσα στο χώρο του γηπέδου, τους απαγορεύονταν να χρησιμοποιούν κάμερες ασφαλείας για τους ταραξίες, αποτέλεσμα κάποιου μυστήριου νόμου περί ιδιωτικότητας»
Τέλος, για τον Ολυμπιακό πληροφορείται ότι «όλοι στην Ελλάδα τον μισούν. Είναι ένα μάτσο κλέφτες και ψεύτες» και «ο παίκτης δεν έπρεπε να πάρει κόκκινη κάρτα, ήταν όμως κάτι συνηθισμένο για τα παιχνίδια του Ολυμπιακού, πάντα κάτι μηχανεύονται για να κερδίσουν».
Έχει ενδιαφέρον για τον Έλληνα αναγνώστη το βιβλίο. Κατά τη διάρκεια της έρευνας του Σκοτ Μάνσον, που τη διεξάγει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του ως βοηθός προπονητή που πρέπει να προφυλάσσει τους παίκτες της ομάδας, παρελαύνουν μπροστά του άνθρωποι της νύχτας, πόρνες πολυτελείας, μπράβοι και αστυνομικοί που έχουν δεσμούς με τους ακροδεξιούς της Χρυσής Αυγής, στρατευμένοι δημοσιογράφοι, Ρώσοι ολιγάρχες με κότερα αραγμένα στον Σαρωνικό, παράγοντες της ΟΥΕΦΑ, ακριβοί μάνατζερ πανάκριβων παικτών και ό,τι άλλο πρόσωπο μπορείτε να φανταστείτε. Αυτό δε που βρήκα διασκεδαστικό είναι τα ονόματα που χρησιμοποιεί ο Φίλιπ Κερ για τους Έλληνες χαρακτήρες με πρώτο του προπονητή του Ολυμπιακού που λέγεται Χρήστος Τρικούπης, ο υπουργός Δημόσιας Τάξης λέγεται ο Κωνσταντίνος Μιαούλης, ενώ υπάρχει και Καποδίστριας. Ακόμη και Τσίπρας υπάρχει, αλλά χαμηλά στην αστυνομική ιεραρχία.
Φυσικά, δεν απουσιάζουν σχόλια για το ποδόσφαιρο γενικά, τις ομάδες σε παγκόσμιο επίπεδο, την εμπορικότητα του σπορ και τη διαφθορά που προκαλείται εξ αιτίας της σε όλα τα επίπεδα, από τις διοικήσεις των ομάδων και των διεθνών ποδοσφαιρικών οργανώσεων, τους διαιτητές και τους μάνατζερ.
Το μυστήριο του θανάτου του παίκτη θα λυθεί και ο Σκοτ Μάνσον θα συμπαθήσει τελικά τους Έλληνες και την Ελλάδα που «μπορεί να είναι όμορφη χώρα, αλλά η Αθήνα είναι άσχημη».
Το βιβλίο ρουφιέται, ακόμα και αν σε κάποιον αναγνώστη δεν αρέσει το ποδόσφαιρο.