Τα αδέρφια Άντι και Λάνα (πρώην Λάρι) Γουατσόφσκι, αφού μας εξέπληξαν με τα παράλληλα σύμπαντα του Matrix, αυτή τη φορά έρχονται να μας γνωρίσουν, μέσα από ένα έπος 2 ωρών και 52 λεπτών, ένα νέο είδος σπονδυλωτής ταινίας. Αυτό της «χαοτικής περιπέτειας». Μαζί τους και ο Τομ Τικβέρ (του «Τρέξε Λόλα, τρέξε»). Έμπνευσή τους το ομότιτλο μυθιστόρημα του Ντέιβιντ Μίτσελ, το οποίο συντίθεται από έξι ιστορίες που πολύ δύσκολα κάποιος μπορεί να περιγράψει και να εντάξει σε κάποια κατηγορία (να βάλει ετικέτες, δηλαδή).
Αν κρίνουμε από τον τρόπο που το αντιμετώπισαν οι Γουατσόφσκι και ο Τικβέρ, θα μπορούσε να ξεκινάει από ταινίες όπως, η θαλασσινή περιπέτεια «Moby Dick» (1956) του Τζον Χιούστον, να περνάει μέσα από το ζοφερό «Νέα Υόρκη: 2022» (1973) του Ρίτσαρντ Φλάισερ (αρχικός τίτλος «Soylent Green», που χρησιμοποιήθηκε μάλιστα και στο Cloud Atlas), όπου λόγω υπερπληθυσμού μάζευαν τους άστεγους και περιθωριακούς με τεράστια απορριμματοφόρα και τους πήγαιναν για πολτοποίηση και στη συνέχεια για κονσερβοποιημένη τροφή για… ανθρώπους) και να καταλήγει στο «Νησί» (2005) του Μάικλ Μπέι. Τέλος πάντων. Υπάρχει άπειρη επιστημονική φαντασία για συνδυασμούς. Έμπνευση να υπάρχει.
Στην προκειμένη ταινία, έχουμε έξι διαφορετικές ιστορίες: Ενός αμερικανού δικηγόρου που προστατεύει ένα φυγά σκλάβο, στη διάρκεια ενός μοιραίου ταξιδιού από τα νησιά του Ειρηνικού το 1849. Ενός φτωχού αλλά ταλαντούχου μουσικού στη Βρετανία του μεσοπολέμου που προσπαθεί να ολοκληρώσει το αριστούργημά του, πριν του συμβεί κάποιο απρόοπτο. Μίας δημοσιογράφου, που το 1973, προσπαθεί να αποτρέψει μια βιομηχανική καταστροφή. Ενός σύγχρονου εκδότη, που ανήμερα της μεγάλης του επιτυχίας, φυλακίζεται άδικα. Μίας γενετικά τροποποιημένης εργάτριας του 2144 που νιώθει την απαγορευμένη αφύπνιση της ανθρώπινης συνείδησης (εδώ θυμήθηκα και το Blade Runner, που τα ανθρωποειδή είχαν αποκτήσει συνείδηση και ήθελαν λίγα χρόνια ζωής παραπάνω) και τέλος, η ιστορία ενός βοσκού στο έτος 2300, που έχει επιβιώσει μετά την ολική καταστροφή του πλανήτη και μάχεται για να σώσει τη ζωή του, αλλά και των δικών του από ανθρωποφάγους διασωθέντες, επίσης.
Ε, δεν μπορείτε να πείτε. Απ’ όλα έχει ο μπαξές των Γουατσόφσκι-Τικβέρ. Το θέμα τώρα είναι πως τα διαρθρώνεις όλα αυτά... Και δεν είναι μόνον αυτό. Είναι και το πώς χρησιμοποιείς τους ηθοποιούς σου. Διότι εδώ, οι σκηνοθέτες χρησιμοποιούν ταλαντούχους ηθοποιούς (βλέπε διανομή) σε πολλούς ρόλους, που στην αρχή και μέχρι να καταλάβεις τι γίνεται, νομίζεις ότι οι ήρωες του 1849, είναι αυτοί οι ίδιοι που ταλαιπωρούνται στο 2144 και στο 2300, οπότε αναρωτιέσαι: Βρε μήπως έχω να κάνω με αιωνόβιους; Αλλά, δεν είναι οι ίδιοι! Είναι άλλοι, που οι ζωές τους επηρεάζονται από τις ζωές των προηγούμενων.
Οι Γουατσόφσκι και ο Τικβέρ, προσπαθούν να πουν ότι οι ψυχές των ανθρώπων συνεχίζουν την πορεία τους μέσα στο χρόνο: ξαναγεννιούνται, ανανεώνουν τους δεσμούς με τις άλλες ψυχές, ξανά και ξανά. Τα λάθη μπορούν να διορθωθούν ή να επαναληφθούν. Η ελευθερία μπορεί να αποκτηθεί ή να χαθεί, αλλά πάντα θα επιδιώκεται, η επανάσταση θα είναι πάντα επί θύραις και η αγάπη πάντα θα επιβιώνει. Μόνο που η διάρθρωση των ιστοριών και τα συνεχή μπρος πίσω στο χρόνο, κουράζουν ακόμα και τον θαυμαστή των ιδιόρρυθμων σκηνοθετών. Όλοι γνωρίζουμε πλέον, πώς η ανθρωπότητα και η ιστορία της, είναι ένα συνοθύλευμα αλληλεπιδράσεων και συνεπειών. Γιατί να υπάρχει τόση σπατάλη θεαματικής (κατά τ’ άλλα) εικόνας και οπτικών και ηχητικών εφέ; Γιατί θα πρέπει να υφιστάμεθα επί 2 ώρες και 52 λεπτά, αυτά τα συνεχή flashbacks και flash forward: Αυτή την απορία δεν προσπάθησα να την απαντήσω. Με κούρασε.
Σκηνοθεσία: Άντι Γουατσόφσκι, Λάνα Γουατσόφκσι, Τομ Τικβέρ
Mε τους: Τομ Χανκς, Χιούγκο Γουίβινγκ, Χάλι Μπέρι, Σούζαν Σαράντον, Χιου Γκραντ, Τζιμ Μπρόουντμπεντ, Τζέιμς Ντ’Άρσι, Τζιμ Στέρτζες, Μπεν Γουίσο, Κιθ Ντέιβιντ, Ντούνα Μπέι, Ντέιβιντ Γκιάζι
Προβάλλεται από: 22/12/2012
(Κρτική μου στο myFilm)