30/6/13

Σχόλιο για την τραγωδία μας

Ολοκλήρωσα την ανάγνωση της ελληνικής έκδοσης του «My Greek Drama» της κ. Γιάννας Αγγελοπούλου - Δασκαλάκη (ελληνικός τίτλος «Γιάννα» των εκδόσεων Λιβάνη). Ομολογουμένως το διάβασα πολύ γρήγορα, γιατί ήταν γραμμένο με στρωτή γλώσσα και γλαφυρότητα (σαν ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα) και θα σταθώ σε μερικά σημεία του, που αποτελούν πραγματικά το Greek Drama, αυτή την τραγωδία που αγγίζει όλους μας.
Έχω φτάσει στο κεφάλαιο μετά τη λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων, όπου η οικογένεια Αγγελοπούλου έχει αγοράσει την εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος», με στόχο, όπως γράφει, «να αποτελέσει μια διαφορετική φωνή, μέσα στα κατά πλειοψηφία αριστερόστροφα αλλά και με λαϊκίστικη λογική ΜΜΕ» (σελ. 382).  Εκείνη την εποχή, γράφει, «η κυβέρνηση Καραμανλή έκανε -ή επιχειρούσε να κάνει- μιαν ενδιαφέρουσα πολιτική μετακίνηση (…) προς το Κέντρο, προκειμένου να αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά την αριστερόστροφη πλειοψηφία που είχε κυριαρχήσει στο μεγαλύτερο μέρος της Μεταπολίτευσης».

Με στόχο να ενθαρρύνει την κυβέρνηση και να τονώσει τον πολιτικό διάλογο, η εφημερίδα διά του διευθυντή της Γιάννη Παπουτσάνη, παίρνει συνέντευξη από τον πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή.
Γράφει η κ. Αγγελοπούλου: «Όταν ο Γιάννης τελείωσε, με πήρε αμέσως στο τηλέφωνο στο σπίτι. Κατάλαβα ότι ήταν σοκαρισμένος, όμως δεν ήθελε να μου μιλήσει από το τηλέφωνο. (Η κλασική αντίληψή μας, των Ελλήνων, ότι πάντα κάποιος μας ακούει). «Πρέπει να ’ρθω να σου τα πω ο ίδιος», μου είπε. Και όντως μου αφηγήθηκε τη συνάντηση με τον τρόπο του, όπως ακριβώς εκτυλίχθηκε. Ο Καραμανλής καθόταν  στην πολυθρόνα του, ο Γιάννης στην άκρη του καναπέ, δίπλα του. Η συζήτηση έβαινε προς το τέλος της, οπότε ο Γιάννης του ζήτησε να του πει ποια ήταν η στιγμή της πρωθυπουργικής θητείας του που θα τη θυμόταν ως την πιο πολύτιμη ανάμνηση, όταν πλέον θα είχε φύγει από την εξουσία. Ήταν μια κλασική δημοσιογραφική πάσα, μια ερώτηση που δεν θα δυσκόλευε με τίποτε έναν έμπειρο πολιτικό -πολύ περισσότερο έναν έμπειρο άνθρωπο σαν τον πρωθυπουργό. Του έδινε την ευκαιρία να προβάλλει το ανθρώπινο πρόσωπό του, από τη στιγμή που θα μοιραζόταν κάτι πολύτιμο. Και όμως η ερώτηση έδειξε να μπλέκει τον Καραμανλή. Τη σκέφτηκε για λίγο. Τελικά, έγειρε προς τον Γιάννη, τον χτύπησε φιλικά στο πόδι, σαν για να του δείξει πως θα του έκανε μιαν εξομολόγηση σημαντική και προσωπική ταυτόχρονα: “Η ευτυχέστερη στιγμή για μένα’’, είπε, «θα είναι η στιγμή που θα φύγω από εδώ μέσα». Ο Γιάννης ήταν αληθινά σοκαρισμένος. Εμένα δεν με εξέπληξε και τόσο, εκτός ίσως από το ότι ο Καραμανλής το παραδέχθηκε έτσι ανοιχτά. Οι Έλληνες του είχαν δώσει μιαν ιστορική ευκαιρία, την ευκαιρία να ηγηθεί ενός λαού που είχε δείξει προθυμία να δουλέψει αλλιώς, με διαφορετικό ήθος (….) και αυτόν τον δυσαρεστούσε η ιδέα να ηγηθεί…».
Στη συνέχεια, η κ. Αγγελοπούλου σχολιάζει το πόσο διαφορετικό περίμενε τον κόσμο των μέσων ενημέρωσης και πως τον βρήκε. «Σχεδόν οι πάντες είχαν την προσωπική τους ατζέντα, προτεραιότητες, επαφές, οπότε έμοιαζαν εν πολλοίς αδιάφοροι για τους στόχους και τις προσδοκίες της ιδιοκτησίας. Υπήρχε όμως και η πρόσθετη διάσταση: οι δημοσιογράφοι δεν έδειχναν και ιδιαίτερη πρωτοβουλία. Πολλοί έμοιαζαν απλώς να περιφέρονται χωρίς να κάνουν τίποτε ιδιαίτερο. Όσο και αν προσπαθούσα να οδηγήσω τα πράγματα, δεν κατόρθωσα να ελέγξω συνολικά την κατάσταση. Αισθανόμουν συνεχώς να πνίγομαι».
Με δυο λόγια, αγαπητέ αναγνώστη, και χωρίς να έχεις διαβάσει τις προηγούμενες σελίδες του αναγνώσματος της «Γιάννας», αντιλαμβάνεσαι σε τι χώρα ζεις.
Ο επικεφαλής της κυβέρνησης κοιτάζει την ώρα να φύγει από την ηγεσία και οι δημοσιογράφοι, οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης μιας εφημερίδας που θέλει «να τον ενθαρρύνει» δεν ελέγχονται «συνολικά» από την ιδιοκτήτριά της… Η οποία σημειωτέον, με γνήσια ηγετική φυσιογνωμία, είχε προηγουμένως οργανώσει τέλεια τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004…
Αλλά, ας πάμε λίγο παρακάτω, που η κ. Αγγελοπούλου υποχρεώνεται (διότι δεν είναι του χαρακτήρα της να μιλάει γι’ αυτή) να αποκαλύψει δύο περιστατικά, από «αυτά που ονομάζουμε “φιλανθρωπική δράση” και θεωρούμε ανθρώπινο χρέος».
Γράφει λοιπόν (σελ. 386): «Στους σεισμούς του 1999 προσφέραμε βοήθεια με επιταγή 500.000 δολαρίων που παραδόθηκε στον Κώστα Σημίτη. Μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2008 προσφέραμε 10 εκατ. ευρώ στον Κώστα Καραμανλή για τα έργα αποκατάστασης των θυμάτων».
Στη δε επόμενη σελίδα (387) μετανιώνει: «Υπήρξαν όμως και πιο τραυματικές εμπειρίες. Αναφέρθηκα ήδη στην απλοϊκή κίνηση που κάναμε, να δωρίσουμε εκατομμύρια για τους πυρόπληκτους της Δυτικής Πελοποννήσου το 2008 απευθείας στην κυβέρνηση. Θα ήταν πολύ πιο έξυπνο αν είχαμε αναλάβει μόνοι μας κάποιο συγκεκριμένο έργο αποκατάστασης, ή αν είχαμε δώσει τα χρήματα απευθείας στους ανθρώπους. Πράγματι, δεν αργήσαμε να αντιληφθούμε ότι -λόγω διαφόρων γραφειοκρατικών εμπλοκών- ελάχιστο μόνο μέρος των χρημάτων κατέληξε ποτέ στους πυρόπληκτους».
Στη συνέχεια, δε, περιγράφει ευγενικά, πως «η γελοία αυτή γραφειοκρατική εμπλοκή» πάγωσε τη δωρεά της οικογενείας της και πως αυτά ισχύουν «και μ’ όλο τον κόσμο», όπου δεν υπάρχουν κατάλληλοι ηγέτες να επενδύσουν με σοφία τα όποια κεφάλαια έχουν στη διάθεσή τους.
Κλείνει δε, το κεφάλαιο εκείνο γράφοντας: «Η πολιτική συχνά εκτροχιάζει κάθε γνήσια προσπάθεια μεταρρύθμισης στα θέματα διακυβέρνησης. Αποτέλεσμα: η δημόσια ζωή έχει σήμερα πάψει να προσελκύει ηγετικές προσωπικότητες, αλλά και οραματιστές…».
Τι περισσότερο να προσθέσω σε τέτοια περιστατικά; Σε παλαιότερα κείμενά μου έχω γράψει από τη στήλη μου «Έπεα πτερόεντα» (και γίνομαι κουραστικός που επαναλαμβάνομαι), ότι δεν υπάρχει τίποτα που μπορούμε να περιμένουμε από τους υπάρχοντες πολιτικούς. Το γνωρίζουν αυτό και φοβούνται να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Γι’ αυτό και προσπαθούν να ρίξουν τις ευθύνες σε ένα ή δύο άτομα με αφορμή τις υπεράκτιες εταιρίες και τη λίστα Λαγκάρντ. Συμπερασματικά, πρέπει να αντικατασταθούν όλοι και να αλλάξει και η νοοτροπία όλων μας.
Αντί να κλείσω με τα απαισιόδοξα που σας ζαλίζω κάθε φορά, αντιγράφω από τον επίλογο του βιβλίου της κ. Αγγελοπούλου: «Τα πράγματα χρειάζεται να αλλάξουν. Και η αλλαγή αυτή αρχίζει με τον καθένα από μας, μέσα στον καθένα από μας. Κρητικός ο Νίκος Καζαντζάκης το είχε γράψει: “Ν’ αγαπάς την ευθύνη. / Να λες εγώ, εγώ μονάχος μου / θα σώσω τον κόσμο. / Αν χαθεί, εγώ θα φταίω”».
(Δημοσιεύτηκε στην εφημρίδα Αμαρυσία στις 29/6/2013)