Έπεσε στα χέρια μου η ποιητική συλλογή «Ποιήματα / Poemas» του Ραούλ Ζουρίτα (εκδ. Γαβριηλίδη). Πρόκειται για μια ανθολογία σε μετάφραση Στέλιου Χουρμουζιάδη και Νατάσας Λάμπρου, που συναρπάζει και συγκλονίζει. Μέσα από το έργο του Ραούλ Ζουρίτα ποιητή από τη Χιλή (που το διαβάζω αποσπασματικά για να είμαι ειλικρινής), μπορείς να καταλάβεις τις φρικαλεότητες που υπέφερε αυτός ο λατινοαμερικάνικος λαός.
Ο Ραούλ Σουρίτα θεωρείται ένα από τα μεγάλα ονόματα της χιλιανής ποίησης του τελευταίου τρίτου του 20ού αιώνα και των αρχών του 21ου και όπως πολλοί Χιλιανοί, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας φυλακίστηκε και βασανίστηκε σκληρά.
Ο Στέλιος Χουρμουζιάδης και η Νατάσα Λάμπρου αναφέρουν σχετικά: «(...) το πρώτο έργο του Σουρίτα είναι το Καθαρτήριο (1979). Το έργο, που γράφτηκε λίγο μετά την έξοδο του δημιουργού από τη φυλακή και είναι στιγματισμένο από τα βασανιστήρια και τις ταπεινώσεις τις οποίες υπέστη ο ποιητής, έχει ένα περιεχόμενο που κραυγάζει τον πόνο και την οδύνη όχι μόνο του Σουρίτα αλλά και ενός ολόκληρου λαού, που υπέφερε όλα τα άσχημα μιας πολύ σκληρής δικτατορίας. Αναφερόμενοι ενδεικτικά στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έγιναν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Πινοσέτ, αρκεί να μνημονεύσουμε τους φούρνους στο Λονκέν, όπου βρέθηκαν ανθρώπινα υπολείμματα. Έτσι, ο αναγνώστης μπορεί να καταλάβει τις φρικαλεότητες που υπέφερε αυτός ο λατινοαμερικάνικος λαός. Αυτές τις φρικαλεότητες ο Σουρίτα τις μετατρέπει στη βασική θεματική του στο Καθαρτήριο. Η τρέλα, η φρίκη, η κατάργηση της χιλιανής ταυτότητας και η πολιτιστική καταστροφή παίρνουν σάρκα και οστά μέσα από τους στίχους του Σουρίτα. Η έρημος Ατακάμα είναι μια από τις πιο ξηρές ερήμους του κόσμου, αλλά παίζει έναν ουσιαστικό ρόλο για την οικονομία του χιλιανού λαού. Η έρημος Ατακάμα είναι σημαντική για τα μεταλλεύματά της (χαλκός, σίδηρο, χρυσός, ασήμι, νιτρικό άλας κ.λπ.). Επίσης, η μοναδικότητα και η μεγαλοπρέπειά της προκαλούν θαυμασμό και για αυτό καταλαμβάνει τον πιο ζωτικό χώρο στο έργο του Σουρίτα.
Στον Αντιπαράδεισο (1982) ξεχωρίζει η έννοια της υπαρξιακής αναζήτησης, ένα ταξίδι προς τον ανθρώπινο πόνο, μια μετάβαση από αυτόν τον πόνο προς τη δόξα ενός χαμένου παραδείσου, μιας Γης της Επαγγελίας… Το έργο μοιάζει σαν ένας χάρτης της Χιλής, ένας χάρτης που μας κάνει να ταξιδεύουμε σ’ «εκείνες τις χαμένες κορδιλιέρες», τις γεμάτες από χιόνια, και στα ποτάμια της Χιλής. Ωστόσο, στον Αντιπαράδεισο μπορούμε να παρατηρήσουμε τις θεολογικές αναφορές που, σύμφωνα με τον Χιλιανό συγγραφέα Χόρχε Έντουαρντς, μας κάνουν να μιλούμε για «ποιήματα σχεδόν θεολογικά». Η αγάπη που απεικονίζεται μέσα από τη δύση της Χιλής είναι μια διαφορετική αγάπη. Πάθος, αγάπη και Θεός ενώνονται σε αυτό το έργο. Η δικτατορία εξακολουθεί να είναι παρούσα και σε αυτήν τη συλλογή. Όταν ο Σουρίτα μας μιλά για την επέλαση των βουνών, μας μιλά για την εξορία και για τη φυγή των Χιλιανών. Οι βιβλικές περικοπές που ενώνονται με τις στρατιωτικές λέξεις (επέλαση, Ντούτσε) μας δίνουν αυτήν την αίσθηση ότι ο Θεός πρέπει να επέμβει. Ο Σουρίτα καλεί τον Θεό για να τον βοηθήσει με την έγκυο γυναίκα του/Μαρία. Κι ο Θεός τού λέει ότι πρέπει να φύγουν και να πάνε «Μακριά, σ’ εκείνες τις χαμένες κορδιλιέρες της Χιλής». Η επανάληψη αυτής της πρότασης καταλήγει να είναι η πεμπτουσία όλης της συλλογής.
Στο έργο Η Νέα Ζωή (1993) έχουμε εκ νέου τον πόνο, τη δικτατορία, αλλά, πάνω απ’ όλα, έχουμε τη φύση της Χιλής, τις οροσειρές, τα ποτάμια, τις παραλίες και επίσης την αγάπη, το πάθος για αυτά τα ποτάμια και τις οροσειρές. Η ποιητική γεωγραφία ενώνεται με το πάθος, υπάρχουν ποιήματα που στην αρχή μοιάζουν ερωτικά αλλά στο τέλος μετατρέπονται σε γεωγραφική ποίηση: «Φύλα με λοιπόν μέσα σου στους χείμαρρους τους πιο μυστικούς που οι ποταμοί σου ορθώνουν και όταν πλέον από μας μονάχα μείνει κάτι σαν όχθη κράτα με και πάλι μέσα σου φύλα με μέσα σου όπως την απορία των νερών που τρέχουν…» Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Σουρίτα δε συμβιβάζεται να είναι απλώς ερωτικός: η φύση της πατρίδας του είναι η αγάπη του, τα νερά, τα ποτάμια, οι οροσειρές είναι το πάθος του. Αγάπη ή πάθος και φύση συνυφαίνονται στο έργο του Σουρίτα. Οι γεωγραφικές αναφορές μάς κάνουν να θυμόμαστε τον άλλο μεγάλο Χιλιανό ποιητή, τον Πάμπλο Νερούδα. Η φύση και το πάθος πάνε χέρι χέρι στο έργο και των δύο Χιλιανών κι αυτό συμβαίνει γιατί η φύση της Χιλής, προτού φτάσουν οι Ισπανοί, είναι η μητέρα όλων των ιθαγενών της περιοχής. Άλλες επιρροές που είναι προφανείς σε όλες τις συλλογές του Σουρίτα είναι αφενός ο Δάντης, φυσικά, με τη Θεία Κωμωδία του αφετέρου το Πόπολ Βου, το ιερό βιβλίο, κατά κάποιον τρόπο, του λαού των μάγια κιτσέ.
Όσον αφορά στην επιρροή του Δάντη στο έργο του Σουρίτα, αξίζει να σημειώσουμε ότι εκκινεί περισσότερο από βιωματικές παρά από πνευματικές εμπειρίες, όπως παραδέχεται και ο ίδιος ο ποιητής. Ήδη από μικρό παιδί, η Ιταλίδα γιαγιά του, Χοσεφίνα Πέσσολο, απαγγέλει σ’ εκείνον και στην αδερφή του στίχους από τη Θεία Κωμωδία. Η βαθιά χαραγμένη ανάμνηση και η μελέτη ιδίως του κεφαλαιώδους αυτού έργου του Δάντη σε όλη τη ζωή του Σουρίτα αποτελεί συνάμα πρόσχημα και έμπνευση για την ποίησή του. Τίτλοι ποιητικών συλλογών του όπως Καθαρτήριο, (Αντί)Παράδεισος.
Η νέα ζωή είναι σαφείς αναφορές στα έργα του Δάντη La (divina) commedia (Inferno, Purgatorio, Paradiso) και Vita nuova. Μπορούν να γίνουν πολλοί παραλληλισμοί μεταξύ του ύφους του Σουρίτα και του Δάντη που αποδεικνύουν την επίδραση του Ιταλού στον Χιλιανό ποιητή. Το ίδιο το «νέο ευγενικό ύφος» (dolce stil novo) που τόσο χαρακτηριστικά καταγράφεται μέσα από τη Νέα ζωή περιέχει στοιχεία αναγνωρίσιμα στον Σουρίτα: ποίηση ως άσκηση του πνεύματος, εξύψωση των συναισθημάτων στα όρια της θρησκευτικής εμπειρίας, ανάμειξη πεζού και ποιητικού λόγου, αρχιτεκτονική του έργου (που προαναγγέλλει την αρχιτεκτονική της Θείας Κωμωδίας) κ.λπ. Ειδικά η σχέση του Σουρίτα με τη Θεία Κωμωδία, με τη μετάφραση της οποίας έχει καταπιαστεί ο ποιητής, είναι κεφαλαιώδης. Ο ίδιος ο ποιητής έχει χαρακτηρίσει το κορυφαίο έργο του Δάντη ως «μια μεγάλη απεικόνιση όλων των ανθρωπίνων παθών, συναισθημάτων, παλμών και χειρονομιών». Ο Σουρίτα έχει ακόμα πει για τον Δάντη ότι «Πριν ακόμα από τον Νίτσε, είναι ο μεγάλος προφήτης της ερήμου ή της μοναξιάς του έναστρου ουρανού». Η αρχιτεκτονική δομή, η θρησκευτικότητα και η εξιδανίκευση σε συνδυασμό με τη χρήση ζωντανής, περιγραφικής γλώσσας σε ρεαλιστικό τόνο, η αλληγορία, η παρουσία του Δάντη/Σουρίτα ως πρωταγωνιστή του έργου, ζωντανού μάρτυρα του αφηγήματος είναι ορισμένες μόνον από τις ουσιαστικές ομοιότητες που υποδηλώνουν την επιρροή του Δάντη στον μεγάλο Χιλιανό ποιητή. Είναι ενδεικτικό ότι για τον ίδιο τον Σουρίτα η γραφή του Δάντη στη Θεία Κωμωδία είναι «Ένα θαύμα έννοιας, ήχου. Μοιάζει να είχε γραφτεί από έναν ποταμό, δεν φαντάζει ανθρώπινο έργο, λόγω της φυσικότητας με την οποία ρέει, μονίμως, ακόμα κι αν μιλά για τα πιο αφηρημένα πράγματα. Ρέει σαν να ήταν το μοναδικό που θα μπορούσε να ειπωθεί».
Στο Πόπολ Βου έχουμε τη γένεση, τη δημιουργία του κόσμου μέσα από τους θρύλους του λαού της Γουατεμάλας. Στο πρώτο κεφάλαιο του Πόπολ Βου, γεννιούνται τα βουνά και οι κοιλάδες, στον Σουρίτα έχουμε επίσης τη γέννηση των ποταμών και της Χιλής. Στο Πόπολ Βου, τα παιδιά των πρωτόπλαστων έπρεπε να μεταναστεύσουν για να βρουν τη Γη της Επαγγελίας. Το Πόπολ Βου και η Βίβλος με τις ιστορίες τους για τη δημιουργία και τη μετανάστευση παίζουν βασικό ρόλο στο έργο του Σουρίτα.
Παρόλο που η θεματική του Σουρίτα μας θυμίζει τα «Υψώματα του Μάτσου Πίτσου» (Νερούδα, Γενικό Άσμα), η ποιητική γλώσσα του Σουρίτα είναι συμπαγής και πυκνή, ελεύθερη και ξεκάθαρη. Σύμφωνα με τον Χόρχε Έντουαρντς, η γλώσσα του Σουρίτα «πλησιάζει σε αυτήν την κατάσταση την κάπως μαθηματική, αλγεβρική της γλώσσας του Βισέντε Ουιδόμπρο». Η έκφραση του Σουρίτα είναι πολύ ακριβής και εναργής, κάθε λέξη βρίσκεται εκεί επειδή πρέπει να βρίσκεται εκεί, επειδή «ο ποιητής είναι ένας μικρός Θεός» σύμφωνα με τα λόγια του Ουιδόμπρο»