10/12/11

Βασιλιάς σε μια κόλαση

Θα σταθώ ιδιαίτερα σ' αυτή την ταινία που προβάλλεται αυτές τις μέρες, όχι μόνον επειδή είναι βασισμένη σε ένα πραγματικό περιστατικό, το οποίο έλαβε χώρα το δριμύ χειμώνα του 1915 στη νήσο Bastøy, στα νότια του Όσλο, αλλά και διότι είναι μια διαχρονική, πανανθρώπινη ιστορία αλληλεγγύης και αυταπάρνησης, που φέρνει αντιμέτωπα το αδάμαστο νεανικό πνεύμα, με το σκληρό πρόσωπο της εξουσίας ακόμα και όταν αυτή ασκείται από άνθρωπο που προσπαθεί να δείξει καλή θέληση. Αριστουργηματική είναι η φωτογράφηση των παγωμένων τοπίων και τέλεια η απόδοση των εξ ίσου ψυχρών απάνθρωπων χαρακτήρων αλλά και του ορμητικού και αδάμαστου νεανικού πνεύματος.

Η υπόθεση: Στις αρχές του 20ου αιώνα, σε ένα απομονωμένο σωφρονιστικό ίδρυμα ενός νησιού στα νορβηγικά φιόρδ, μια ομάδα από αγόρια ηλικίας 11 έως 18 ετών βιώνει καθημερινά συνθήκες εντονότατης σωματικής και ψυχολογικής βίας. Αντί να τους παρέχουν την απαιτούμενη εκπαίδευση, ο διευθυντής του ιδρύματος και οι φύλακες τούς υποβάλλουν σε επίπονες χειρωνακτικές εργασίες και σε κάθε μορφής εξευτελισμούς. Όμως, η άφιξη του 17χρονου Έρλινγκ στο ίδρυμα, πρόκειται να αλλάξει τα πράγματα, καθώς η σφοδρή του επιθυμία να αποδράσει, θα οδηγήσει σταδιακά τον ίδιο και τους συγκρατούμενούς του σε μια βίαιη εξέγερση ενάντια στο απάνθρωπο καθεστώς...

Τι λέει ο σκηνοθέτης: «Η ταινία αποτελεί κατά βάση μια διαχρονική ιστορία παραλογισμού, καταπίεσης και ανταρσίας. Παράλληλα, όμως, ανιχνεύει το κακό που “φωλιάζει” σε ιδρύματα αποκομμένα από τον υπόλοιπο κόσμο, εξετάζοντας το πόσο εύκολα μπορεί να χαθεί ο έλεγχος, όταν εκείνοι που θέτουν τους κανόνες καταφεύγουν σε κατάχρηση εξουσίας....Πρόκειται για ένα από τα πλέον σκοτεινά κεφάλαια της σύγχρονης νορβηγικής ιστορίας, καθώς μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη χρειάστηκε να επέμβει προκειμένου να καταστείλει την ανταρσία μιας ομάδας ανήλικων αγοριών. Αυτό το –σχετικά άγνωστο στο ευρύ κοινό– συμβάν ήταν αρκετό για να με βοηθήσει να προσδώσω στην ταινία έναν επικό χαρακτήρα, συνδυάζοντας όλη εκείνη τη δράση και την αγωνία που προσφέρει η επίπονη προσπάθεια των αγοριών να αποδράσουν προς την ελευθερία, με την οικειότητα που εξασφαλίζει η λεπτομερής καταγραφή των αναμεταξύ τους σχέσεων, κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού τους στο ίδρυμα».

Βραβεία: Βραβείο Καλύτερης Ταινίας και Βραβείο Κοινού στο φεστιβάλ Nordic Film Days του Λούμπεκ
Amanda Awards Καλύτερης Ταινίας, Β’ Ανδρικού ρόλου και Πρωτότυπης Μουσικής
Βραβείο Καλύτερης Φωτογραφίας στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Γκέτεμποργκ

Σκηνοθεσία: Μάριους Χολστ
Παίζουν: Στέλαν Σκάρσγκαρντ, Κρίστοφερ Γιόνερ, Μπέντζαμιν Χέλσταντ, Τροντ Νίλσεν, Μάνιους Λανγκλέτ

4/12/11

Αυτοί που σιωπούν είναι οι μόνοι που ο λόγος τους μετράει


  • Αλίμονο στο νέο που δεν είναι επαναστάτης και αλίμονο στο γέρο που θέλει να γίνει.
  • Μόνον που δεν θυμάμαι ποιος το έχει πει αυτό…
  • Αλλά ακούω ανθρώπους που επαναστατούν ή θέλουν να επαναστατήσουν, σε μια κοινωνία που δεν ξέρει τι θέλει.
  • Και επαναλαμβάνομαι για πολλοστή φορά και ερωτώ...
  • Γιατί δεν ξεπετάγεται ένας ηγέτης να μας κάνει να επαναστατήσουμε;
  • Διότι επανάσταση χωρίς κάποιο ηγέτη δεν γίνεται.
  • Ας το πάρουμε απόφαση…
  • Και ειδικά αυτοί που επικαλούνται την επανάσταση από τον καναπέ του σπιτιού τους ή από την πολυθρόνα της καφετερίας.
  • Μπουλούκια στους δρόμους που αλληλοχτυπιούνται και σπάζουν βιτρίνες δίνοντας ευκαιρία σε άλλα μπουλούκια να κάνουν πλιάτσικο, δεν είναι επανάσταση.
  • «Χωρίς επαναστατική θεωρία δεν μπορεί να υπάρξει επαναστατική δράση», που έλεγε και ο Λένιν.
  • Εδώ, ένα ψήφισμα για συμπαράσταση στους εργαζόμενους του Δήμου Αμαρουσίου δεν μπορούμε να ψηφίσουμε ομόφωνα, η επανάσταση μας μάρανε.
  • (Διότι ξέρεις τι είναι φίλε μου, να υποβάλλεις ένα ψήφισμα συμπαράστασης για τους εργαζόμενους και να το ψηφίζεις μόνον εσύ που το υπόβαλες;)
  • Ούτε είναι επανάσταση, να διαφωνείς για τον τρόπο υπολογισμού των Δημοτικών Τελών μέσα στο οικογενειακό σου περιβάλλον και όταν έρχεται η στιγμή της ψηφοφορίας στην αίθουσα τουΔημοτικού Συμβουλίου να τον ψηφίζεις…
  • Διότι, είναι για να επαναστατείς, όταν ακούς ότι τα Δημοτικά Τέλη με συντελεστή 1% μειώνονται και γίνονται… 1,85%…
  • Αλλά ούτε είναι επανάσταση, να κάθεσαι στο χολ του σπιτιού που σε θρέφει και να βρίζεις το νοικοκύρη και να απειλείς «θα κάνω και θα του δείξω» και μόλις μπεις μέσα (ειδικά στην τραπεζαρία που γίνεται το φαγοπότι) να κάνεις την πάπια και να λες τα καλύτερα λόγια…
  • … και να τρως και να λες «για στα χέρια σας μαντάμ».
  • Η επανάσταση λοιπόν, ξεκινάει από μας τους ίδιους. Από μέσα μας.
  • Και ειδικά τους νεώτερους, που έχουν το μέλλον μπροστά τους και πρέπει να πορευτούν «αλλιώς».
  • ‘Όταν οι νέοι συμβιβάζονται στα τετριμμένα του παρελθόντος και μιλάνε με την ίδια ξύλινη γλώσσα των «πατεράδων» τους και ψηφίζουν ΝΑΙ αντί για ΟΧΙ, λόγω «πειθαρχίας στο συνδυασμό».
  • Όταν δεν μπορείς να πεις ότι το 1,85 είναι μεγαλύτερο και όχι μικρότερο από το 1 τότε δεν πάμε για καμία επανάσταση.
  • Και θα μείνουν στα λόγια των ηλικιωμένων οι αντιδράσεις.
  • Οι οποίες αντιδράσεις των ηλικιωμένων και οι επαναστατικές προτροπές, από τους καναπέδες τους και τις καρέκλες των καφενείων δεν οδηγούν σε επανάσταση.
  • Μάλλον προς κάτι σαν φαιδρότητα το βλέπω.
  • Οι υστερικές φωνές για ξεσηκωμό και «καλή λευτεριά» από ανθρώπους που κάνουν δυο και τρεις δουλειές για το παντεσπάνι τους και στερούν τη δεύτερη και τρίτη θέση από τον άνεργο νέο, τον οποίο λυπούνται ότι «δεν έχει στον ήλιο μοίρα», μόνον κακό κάνουν.
  • Μου θυμίζουν αυτό που είχε πει ένα Γάλλος ποιητής και συγγραφέας, ο Σαρλ Πεγκύ: «Αυτοί που σιωπούν είναι οι μόνοι που ο λόγος τους μετράει».
  • «Αρχίστε την επανάσταση χωρίς εμένα», λοιπόν, όπως ήταν και ο τίτλος της παλιάς κωμωδίας με τον Τζιν Γουάιλντερ
(Δημοσιεύτηκε στην Αμαρυσία της 3ης/12/2011)

22/11/11

Ξύπνησαν

  • Δεν ξέρω τι λέει ο κόσμος, αλλά σωστή ή λάθος, η απόφαση για το δημοψήφισμα στάθηκε αφορμή να ξυπνήσουν όλοι οι κοιμώμενοι «τον ύπνο του δικαίου» (και «αδίκου», θα συμπλήρωνα).
  • Όλοι αυτοί που κοιμούνταν και ξυπνούσαν μέσα στη δική τους εικονική πραγματικότητα.
  • Διότι η αναγγελία του λειτούργησε ως «ευεργετικμάθημα».
  • Ακόμα και για τον πιο νυσταλέο πολίτη αυτής της χώρας.
  • Περιλαμβανομένων και των πολιτικών, που τον εκπροσωπούσαν.
  • Ακόμα και αυτός που δεν ψήφιζε μνημόνια, μεσοπρόθεσμα, συμφωνίες με τη δικαιολογία ότι «υποθηκεύουν την ανεξαρτησία της χώρας», ξύπνησε ξαφνικά και τα υπερψηφίζει.
  • Όσοι ζητούσαν «επαναδιαπραγμάτευση», «έκαναν αντίσταση» και ήθελαν «άλλες λύσεις», ξύπνησαν για να καταλάβουν ότι «δεν πρότειναν λύσεις».
  • Αντιλήφθηκαν, ότι στο δανειστή σου δεν μπορείς να «πουλάς τον τσαμπουκά του αγανακτισμένου».
  • Δεν μπορείς να βάζεις δικούς σου όρους, για τα λεφτά που ζητάς να σου δώσει.
  • Ακόμα και ο πιο άσχετος πολίτης ξύπνησε και κατάλαβε ότι το πρόβλημα της Ελλάδας («κοινωνικό» από τη δεκαετία του ’90, που εξελίχθηκε σε «οικονομικό»), δεν προερχόταν αποκλειστικά από μια κυβέρνηση που είχε «κατεβάσει ρολά».
  • Ήταν πρόβλημα που προερχόταν και από μια αντιπολίτευση που «έπαιζε» με γενικολογίες, όπως «χούντα», «χώρα σε δημοκρατική εκτροπή», «κατεχόμενη», «προτεκτοράτο», «υποτελής σε ξένες δυνάμεις».
  • Ακόμα και ο πιο άσχετος πολίτης, ξύπνησε και είδε την αντιπολίτευση που ήθελε «λαϊκάδικαστήρια» στην πλατεία Συντάγματος, να αποκαλεί την προσφυγή στο λαό, «εκβιαστικό δίλημμα».
  • Οι δε εκπρόσωποι στη Βουλή, του κάθε σχετικού ή άσχετου πολίτη, ξύπνησαν και κατάλαβαν ότι χωρίς συναίνεση ή κάποιας μορφής συμφωνία μεταξύ τους, «δεν τραβάει άλλο».
  • Και φτάσαμε στη κυβέρνηση του κ. Λ. Παπαδήμου με ταχείες διαδικασίες (οξύμωρο: παρά τη βραδύτητα στην επιλογή προσώπων και τη λήψη των αποφάσεων).
  • Διαδικασίες τέτοιες, που η «απ’ έξω» αντιπολίτευση, να μιλάει πάλι για «εκτροπή», «μη τήρηση των συνταγματικών προθεσμιών και διαδικασιών» και να θέλει «εκλογές εδώ και τώρα» (αν σας θυμίζει κάτι αυτό).
  • Αλλά το σοκ, από την προκήρυξη και ανάκληση του δημοψηφίσματος, ξύπνησε και αυτούς, που πίστευαν ό,τι τους έδειχναν τα κανάλια.
  • Οι οποίοι κατάλαβαν, πως «οι απόψεις» των παραθύρων δεν είναι και «ειδήσεις».
  • Ειδήσεις είναι τα γεγονότα (όσα «έχουν γίνει») και όχι όσα οι τηλεοπτικοί αστέρες «εικάζουν» ότι «πιθανόν», ή «προφανώς», ή «μάλλον» έγιναν ή θα γίνουν μεταξύ των πολιτικών (αρχηγών και μη).
  • Διαπίστωσαν, πως οι συμπεριφορές των πολιτικών μπροστά στο φακό, δεν διαπνέονται πάντα από «πατριωτισμό», αλλά από μια προσωπική προοπτική για την πρωθυπουργία, το βουλευτιλίκι, την τοποθέτηση σε οργανισμό, κλπ.
  • Τελικά, είχε δίκιο η Ναόμι Κλάιν στο βιβλίο της το «Δόγμα του Σοκ».
  • Μόνο που στο «πείραμα της Ελλάδας», το σοκ ήταν ευεργετικό και για τους πολίτες που δεν έδιναν και πολλή σημασία στα πολιτικά.
  • Και ελπιδοφόρο.
  • Προς μια «κοινωνική συναίνεση».
  • Όχι «κομματική», που επετεύχθη (εν μέρει) με την κυβέρνηση Παπαδήμου.
  • Αρκεί να μην αμφισβητηθούν οι προθέσεις της, διότι τότε η «μετά Παπαδήμο» κυβέρνηση, θα αρχίσει από εκεί που ξεκίνησε και η απελθούσα.
  • Σας αιφνιδίασα σήμερα, αλλά η κρίση της κοινωνίας γύρω μου, δεν μου δίνει έμπνευση γι’ αστεία.
  • Ο Δήμος Αμαρουσίου, που με εμπνέει συνήθως, αποτελεί κι αυτός μέρος του όλου προβλήματος.
  • Μπορεί να περιμένει.
(Δημοσιεύτηκε στην Αμαρυσία στις 19/11/2011)

8/11/11

Άξιοι της τύχης μας

Ενώ η χώρα μας περνά τη μεγαλύτερη κρίση στην ιστορία της, κάποιοι συνεχίζουν να ενεργούν με τη σκέψη και με το βλέμμα τους στις επόμενες (όποτε γίνουν) εκλογές και μιλούν με προεκλογική ορολογία.
Επαναλαμβάνομαι βαρετά: Δεν έχουμε αλλάξει νοοτροπία και είμαστε άξιοι της τύχης μας.

3/11/11

Ο Τεντέν και το Χρυσόμαλλο Δέρας

Ακριβώς 50 χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση του Τεντέν και αυτή τη χρονιά διάλεξαν ο σκηνοθέτης της τριλογίας «Άρχοντας των δαχτυλιδιών» Πίτερ Τζάκσον και ο διάσημος σκηνοθέτης Στίβεν Σπίλμπεργκ να παρουσιάσουν την πρώτη μιας νέας σειράς ταινιών (όπως υπόσχονται) με ήρωα το γνωστό νεαρό δημοσιογράφο, που μπλέκεται σε κάθε είδους περιπέτειες.
Πρόκειται για την τριών διαστάσεων ταινία «Τεντέν, το μυστικό του Μονόκερου», συμπαραγωγής Σπίλμπεργκ και Τζάκσον και σκηνοθεσία του πρώτου, η οποία θα προβάλλεται στη χώρα μας από τις 3 Νοεμβρίου 2011.
(Ζορζ Γουιλσόν και Ζαν Πιέρ Ταλμπό)
Το σημερινό αφιέρωμα, όμως δεν είναι γι’ αυτήν, αλλά για την πρώτη (με ηθοποιούς) κινηματογραφική μεταφορά των ηρώων του Ερζέ, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να λύσουν κάποιο μυστήριο πέρασαν από την Ελλάδα και έμπλεξαν με «κακούς» Έλληνες, ενώ έχει ακολουθήσει και δεύτερη λιγότερο γνωστή με τους ίδιους συντελεστές.
Για την ιστορία, πρέπει να αναφερθεί ότι ο Τεντέν, ως κόμικ, δημιουργήθηκε το 1929 από τον Βέλγο καλλιτέχνη Ζορζ Ρεμί και γνωστότερο με το ψευδώνυμο Ερζέ, ο οποίος λάτρευε να αφηγείται και σχεδιάζει φανταστικές περιπέτειες.
Ο Τεντέν του Ερζέ, λοιπόν, είναι ένας νεαρός και ακούραστος δημοσιογράφος, ο οποίος έχοντας μαζί του το σκυλάκι του Μιλού και παρέα με ένα ζάπλουτο πλοίαρχο, τον καπετάνιο Χάντοκ μπλέκει σε μυστήριες υποθέσεις σε όλο τον κόσμο, πολλές φορές μάλιστα έχοντας μαζί του και τους δίδυμους ντετέκτιβ Ντυπόν και Ντυπόν και έναν τρελό επιστήμονα τον Τουρνεσόλ. Γυναίκα δεν υπάρχει στη μόνιμη παρέα του Τεντέν και γι’ αυτό πολλές υποθέσεις έχουν γραφτεί, ενώ έχει χαρακτηρισθεί ακόμα και «άφυλος». Το γεγονός δε ότι ο συντηρητικός Ερζέ, μέσα από τις ιστορίες του Τεντέν, έκανε κοινωνικό και πολιτικό σχολιασμό, ο ήρωάς του απασχόλησε ακόμα και την παγκόσμια πανεπιστημιακή κοινότητα με συζητήσεις στα αμφιθέατρα της Γαλλίας και με πανεπιστημιακές διατριβές.
(Δήμος Σταρένιος)
Η πρώτη ιστορία του Τεντέν δημοσιεύτηκε το 1929 στην εφημερίδα «20ός αιών» και είχε τίτλο «Ο

23/10/11

Ποιός θα τολμήσει;

Έλεγα λοιπόν, στην προηγούμενη ανάρτηση, ότι η μεγάλη αλλαγή, η Επανάσταση που οραματίζονται μερικοί με το "ουστ, έξω από δω", προκειμένου να αλλάξουν το πολιτικό σύστημα, δεν δείχνει ωριμότητα.
Αυτού του είδους η βία, διότι περί βίαιης αλλαγής μιλούν οι "Ουστ έξω από δω" στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης, δεν σημαίνει ότι θα φέρει και την πολυπόθητη αλλαγή και ας έλεγε ο Μαρξ ότι η βία είναι η μαμή της ιστορίας.
Το πολιτικό σύστημα μπορεί να αλλάξει, όταν θα έχει αλλάξει και ο κόσμος τις προσωπικές επιλογές του, τα ατομικά του συμφέροντα, που είναι αυτά που έφεραν στην εξουσία αυτούς που σήμερα δεν θέλουμε.
Άρα, λοιπόν, χρειάζεται υπευθυνότητα εκ μέρους του λαού. Όπως χρειάζεται και υπευθυνότητα εκ μέρους αυτών που κυβερνούν.
Όπως έγραψε και ο κ. Κ. Βαξεβάνης στο Lifo: "Δεν γίνεται άνθρωποι που δεν είπαν ποτέ στη ζωή τους ένα ΟΧΙ αξιοπρέπειας να εκφέρουν ξαφνικά τα μεγάλα ιστορικά ΟΧΙ"

22/10/11

Θεωρητικά τινά

Δεν διαφωνώ ότι υπάρχει αυξημένη δυσαρέσκεια στον κόσμο γύρω μου. Ανήκω κι εγώ στους πληγέντες από τα μέτρα που λαμβάνονται. Διαφωνώ όμως με τον τρόπο που ορισμένοι βλέπουν τις εξεγέρσεις του κόσμου και μιλούν για Επανάσταση. Για μια αλλαγή δηλαδή του πολιτικού κατεστημένου. "Να φύγουν αυτοί και βλέπουμε", ακούω να λένε. "Ουστ και έξω από δω", γράφεται στο Φέισμπουκ
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από την εποχή που σπούδαζα πολιτική επιστήμη και κοινωνιολογία, αλλά από όσα θυμάμαι δεν αρκεί μόνον Δυσαρέσκεια και Καταπίεση για να εξεγερθεί ένα μεγάλο τμήμα του λαού και να γίνει Επανάσταση. Πρέπει να υπάρχει και κάποιος ιδολογικός στόχος μαζί με κάποιον εμπνευσμένο ηγέτη που θα κατευθύνει τους απογοητευμένους και δυσαρεστημένους, ώστε να μη καταλήξουν σε άναρχες καταστροφές και πλιάτσικο και πιθανόν σε διαμάχες μεταξύ του ίδιου του λαού που θέλει την αλλαγή, την επανάσταση.
Με λίγα λόγια (για να μην παραδίδω μαθήματα), ομάδες πίεσης που κυκλώνουν ένα Κοινοβούλιο και καταλήγουν να ρημάζουν άναρχα τα γύρω καταστήματα και τα ξενοδοχεία και να χτυπιούνται μεταξύ τους, χωρίς άλλο σκοπό και στόχο, ΔΕΝ είναι επανάσταση και μπορεί να καταλήξουν σε εμφύλιο (μακριά από μας) πόλεμο.
Στα χαρακτηριστικά ενός προεπαναστατικού περιβάλλοντος, υπάγεται επίσης, και η ανικανότητα μιας κυβέρνησης να επιβάλλει την τάξη. Ως εδώ καλά, αλλά άν μια ανίκανη να επιβάλλει την τάξη κυβέρνηση (με την αστυνομία της, φυσικά), καλέσει το στρατό για βοήθεια και αναγκαστεί να γίνει πιό αυταρχική (διότι ως πότε θα επιτρέπει να καταστρέφονται περιουσίες;), τότε τι θα πούμε; Ότι μια κοινοβουλευτική διακυβέρνηση εξελίχθηκε σε κοινοβουλευτική δικτατορία;
Τα θέματα είναι πολύ λεπτά και απαιτούνται ψυχραιμία, μελέτη της ιστορίας προς αποφυγή λαθών του παρελθόντος, αυτογνωσία και στόχοι. Φυσικά και εμπνευσμένοι ηγέτες στην πλατεία Συντάγματος, για να το πω ακόμα πιό απλά.
Θεωρείται πολύ ρηχή και επικίνδυνη η... άποψη "ουστ, έξω από δω" που διαβάζω στο Φέισμπουκ. Όλοι έχουμε καταλάβει ότι με αυτούς δεν πάει άλλο, αλλά τους εκλέξαμε. Δεν μας έκατσαν μόνοι τους στο σβέρκο ένα ωραίο πρωί, όπως η επταετία του Παπαδόπουλου. Με εκλογές τους φέραμε, με εκλογές θα φύγουν. Γιατί αν φύγουν νύχτα, πρέπει να έχουμε έτοιμους τους καινούργιους το πρωί. Βλέπετε εσείς κανέναν; Πείτε μου για να μη γράφω θεωρητικολογίες...

21/10/11

Το πάρτυ τελείωσε, ας το πάρουμε απόφαση

Δεν ξλέρω τι να γράψω πιά.
Διαδηλώνουμε και διαμαρτυρόμαστε εναντίον αυτών που μας έδιναν τόσα χρόνια δανεικά για να επιβιώσουμε και εμείς τα τρώγαμε σε διασκέδαση (όχι εμείς ακριβώς, αλλά αυτοί που ψηφίζαμε, αν θέλετε).
Τι ζητάει η Τρόικα; Μα τα λεφτά τους πίσω.
Ενώ εμείς, τι θέλαμε; Να μας δανείζουν "δανεικά κι αγύριστα".
Αναρωτιέμαι, υπάρχει κάποιος (στην Ελλάδα) που να δανείζει χωρίς να θελει πίσω τα λεφτά του;
Υπάρχει δανειστής που να μην είναι (έστω και έμμεσα) κερδοσκόπος;
Μόνον αφελείς το πιστεύουν αυτό.
Πιθανόν και όσοι εθελοτυφλούν για τους δικούς τους λόγους.
Έχω ξαναγράψει: Καιρός να στρωθούμε στη δουλειά.
Ας κάνουμε, επιτέλους και μερικές δουλειές από αυτές που (υποτιμητικά) τις αναθέτουμε σε μετανάστες.
Εκτός αν προτιμάμε να πάμε εμείς μετανάστες.
Όπως γινόταν τη δεκαετία του '50.

19/10/11

Μεσάνυχτα στο Παρίσι

Με το που αρχίζει η ταινία, ο Γούντι Άλεν σε βομβαρδίζει με ωραίες εικόνες του Παρισιού επενδεδυμένες με κλασσική μουσική και ρομαντική διάθεση. Εικόνες πρωινές, απογευματινές ή βραδινές, που αμέσως σε προδιαθέτουν για το τι θα επακολουθήσει και αυτό που έρχεται στη συνέχεια, είναι μια συνεχής αναδρομή στην κουλτούρα και στην ατμόσφαιρα του Παρισιού των αρχών του 20ού αιώνα.
Κι όμως βρισκόμαστε στο 2011, όταν δύο ζευγάρια φτάνουν στο Παρίσι για δουλειές και αναψυχή. Πρόκειται για τους μελλόνυμφους Ζιλ και Ινέζ (που υποδύονται αντίστοιχα ο Όουεν Γουίλσον και η Ρέιτσελ Μακ Άνταμς) και τους γονείς της Ινέζ, τον πατέρα της Τζον (Kερτ Φούλερ), και τη μητέρα της ‘Ελεν (Μίμι Κένεντι).
Ο Τζον είναι ένας συντηρητικός επιχειρηματίας που έχει έρθει στο Παρίσι για να οριστικοποιήσει μια σημαντική συμφωνία και ο οποίος δεν κάνει καμία προσπάθεια να κρύψει την αποδοκιμασία του για τον Ζιλ, τον οποίο δεν θεωρεί καλό γαμπρό, αφού η συνεχής ενασχόληση του Ζιλ με το μυθιστόρημα που γράφει, αντί για το προσοδοφόρο επάγγελμα του σεναριογράφου που τον περιμένει στο Λος Άντζελες, τον κάνει να φαίνεται επιπόλαιος.
Ο Ζιλ, από την άλλη, ενώ είχε για πρότυπα Αμερικανούς συγγραφείς όπως ο Χέμινγουεϊ και ο Φιτζέραλντ και ήθελε να ακολουθήσει τη δική τους συγγραφική «παράδοση», κάπου βγήκε από αυτό το μονοπάτι και ανακάλυψε ότι είχε ταλέντο στο να γράφει σενάρια, συνηθίζοντας έτσι σε μια καλά αμειβόμενη ρουτίνα, στην οποία ωστόσο δεν αισθανόταν και πολύ άνετα.
Κάπου, οι δρόμοι γαμπρού και πεθερικών δεν ταιριάζουν και μέσα σε όλα η άφιξη στο Παρίσι ξυπνάει στον Ζιλ τις λογοτεχνικές του φιλοδοξίες και όνειρα, τα οποία από το πρώτο κιόλας βράδυ, που αποφασίζει να κάνει μια βόλτα μόνος στο Παρίσι και χάνεται, τα πραγματοποιεί.
Ζει δηλαδή, τις ψευδαισθήσεις του με ένα τρόπο που μόνον ο Γούντι Άλεν θα μπορούσε να δημιουργήσει, έχοντας την προηγούμενη εμπειρία του από το έργο «Το πορφυρό ρόδο του Καΐρου» (στο οποίο ο πρωταγωνιστής μιας ταινίας βγαίνει από την οθόνη του σινεμά και περιπλανιέται στους δρόμους του Λος Άντζελες).
Με τον ίδιο ευρηματικό τρόπο και ο Ζιλ, αρχίζει τις μεταμεσονύκτιες περιπλανήσεις του στο Παρίσι των αρχών του 20ού αιώνα. Μαζί του και μια γνωριμία, η Αντριάνα (την υποδύεται η Μαριόν Κοτιγιάρ), μία όμορφη και επίδοξη σχεδιάστρια μόδας, ερωμένη και μούσα μίας σειράς γνωστών καλλιτεχνών, η οποία έχει και αυτή την τάση να λατρεύει κάθε τι παλιό και ρομαντικό. Στο μεταμεσονύκτιο διάβα τους, θα έχουν την ευκαιρία να συναντήσουν όλους όσους σκιαγράφησαν την παρισινή κουλτούρα των αρχών του προηγούμενου αιώνα (μεταξύ των οποίων ο Νταλί, ο Τουλούζ Λοτρέκ, οι αγαπημένοι του Ζιλ συγγραφείς, Χέμινγουεϊ και Φιτζέραλντ αλλά και άλλοι πολλοί).
Η ρετρό φωτογραφία και η αντίστοιχη μουσική, αγγίζουν τον ρομαντικό θεατή, ενώ το πέρασμα του φακού από γνωστά σημεία του Παρισιού (το βιβλιοπωλείο Shakespeare & Co., η αίθουσα με τους καθρέπτες στις Βερσαλίες, οι κήποι του Μονέ στο Ζιβερνί, το Μουσείο Οrangerie, το μουσείο Rodin, το μουσείο Arts Forains, η ανοιχτή αγορά Paul Bert, ο δρόμος Montagne St. Genevieve, η πλατεία Jean XXXIII μπροστά από την Παναγία των Παρισίων, η πλατεία Dauphin, η προκυμαία Quai de la Tournelle με τα υπαίθρια βιβλιοπωλεία, η γέφυρα Alexandre III, καθώς και τα εστιατόρια Le Grand Véfour, Les Lyonnais, και Lapérouse), ξυπνούν ρομαντικές και αισθαντικές αναμνήσεις και εξάπτουν την φαντασία ακόμα και όσων δεν έχουν επισκεφθεί ποτέ την Πόλη του Φωτός.
Ας σημειώσω εδώ, ότι ανάμεσα στους ηθοποιούς βλέπουμε και την κυρία Κάρλα Μπρούνι – Σαρκοζί να υποδύεται μια ξεναγό, που βοηθά τον Ζιλ να μάθει κάποια πράγματα παραπάνω για την πόλη.
Συνοπτικά, ο Γούντι Άλεν έχει κάνει την απόλυτα ρομαντική και αισιόδοξη ταινία, με φόντο μια πόλη που έχει αγαπήσει, μέσα από ένα πραγματικά ασυνήθιστο ταξίδι του ήρωά του. Ένα ταξίδι μαγικό.
Είναι μια ταινία που αξίζει να δει κανείς και να αντιληφθεί ότι καμιά φορά οι αυταπάτες μπορεί να φαίνονται όμορφες, αλλά όπως και ο Ζιλ καταλαβαίνει προς το τέλος της ταινίας, είναι καλύτερα να ζει χωρίς αυτές και να προσπαθεί να βρει την ισορροπία με τον εαυτό του και να συνειδητοποιεί ότι η ικανοποίηση, η ευτυχία και η πνευματική ηρεμία που χρειάζεται για να τα βγάλει πέρα στη ζωή είναι μέσα του.


19/9/11

"Η Ελλάδα των κρίσεων"

Σχόλιο πάνω στο "προσωπικό δοκίμιο" του Βασιλείου Μαρκεζίνη

Δεν είμαι του μεγέθους του κ. Βασιλείου Μαρκεζίνη, ώστε να του απαντήσω αναλυτικά πάνω σε όσα διαφωνώ, τα οποία είναι λιγότερα από αυτά με τα οποία συμφωνώ. Μπορώ όμως να σχολιάσω το ρεζουμέ του, το οποίο δημοσιεύεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του «Η Ελλάδα των κρίσεων». Βιβλίο, που κυκλοφόρησε πρόσφατα (εκδ. Λιβάνη) και το διάβασα με τρομερό ενδιαφέρον.
Γράφει λοιπόν: «Kατηγορούμαστε ότι “όλοι μαζί τα φάγαμε” και ότι όλοι είμαστε υπαίτιοι για το σημερινό χάος. Διαφωνώ. Ο απλός λαός είχε και έχει συνείδηση των καθηκόντων του, ήταν και είναι ευαισθητοποιημένος ως προς τη σπουδαιότητα των θεσμών, καταφεύγοντας στη μικροαπάτη μόνο όταν ενθαρρύνεται από ένα αδιάφορο, πολιτικοποιημένο κράτος»
Διαφωνώ με τον κ. Μαρκεζίνη, ο οποίος πάνω σε έναν αφορισμό, διαφωνεί με άλλο αφορισμό. Δεν ξέρω πως ο απλός λαός έχει συνείδηση των καθηκόντων του, όταν δεν γνωρίζει τι ακριβώς θέλει. Θέλει να παραμείνουμε εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή όχι. Αν η πλειοψηφία των ελλήνων πολιτών δέχεται να παραμείνουμε εντός της ΕΕ – στην οποία σημειωτέον την παρούσα χρονική περίοδο το πάνω χέρι έχουν συντηρητικές νεοφιλεύθερες δυνάμεις - δεν θα πρέπει να ακολουθήσει την πολιτική της, τους όρους της; Είναι έτοιμος ο ελληνικός λαός να χάσει το βόλεμα και τις ανέσεις του (τα σινιέ ρούχα, το τζιπ, το εξοχικό, το σπίτι στα βόρεια προάστια κ.τ.λ.) και να ζήσει φτωχικά για μια ιδέα και για κάποιο χρονικό διάστημα, ώστε να πάει προς ένα καλύτερο κόσμο;
«Μικροαπατεώνας» είναι, ο συστηματικά φοροδιαφεύγων ή αυτός που βοηθά άλλους να φοροδιαφεύγουν; Μικροαπατεώνας, ο βολεμένος από το παράθυρο στο Δημόσιο; Ο αυθαίρετος οικιστικής, ο διεφθαρμένος υπάλληλος που τα παίρνει, ο πανεπιστημιακός της οικογενειοκρατίας και των κομματικών σχέσεων που μάχεται να μην αλλάξει τίποτα; Ο ανήκων σε διάφορες συντεχνίες (δικηγόρος, γιατρός, μηχανικός, φαρμακοποιός ταξιτζής φορτηγατζής, και άλλοι ων ουκ έστι αριθμός;
Διότι εδώ, απεδείχθη ότι δεν έχουμε απλά μια μικροαπάτη, που «ενθαρρύνεται από ένα αδιάφορο, πολιτικοποιημένο κράτος», αλλά έχουμε την ισχύ -σε υπερθετικό βαθμό- της παροιμίας των πατεράδων μας «δώσε θάρρος στο χωριάτη να σ’ ανέβει στο κρεβάτι», που ξεκινά από τον απλό πολίτη και φτάνει στους κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους του. Εδώ ισχύει και το «αφού παρανομεί ο απέναντι, θα παρανομήσω κι εγώ».
Γράφει επίσης, o κ. Β. Μαρκεζίνης: «Από τις τάξεις του απλού αυτού κόσμου, θα μπορούσε η χώρα